Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Έβα Γκρην. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Έβα Γκρην. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 27 Νοεμβρίου 2016

Season finale | Έβα Γκρην

Κάποτε είχα διαβάσει ένα κείμενο της Άντζυ σχετικά με το φόβο του να μην είσαι γαμήσιμη. Διάφορες σκέψεις είχαν περάσει από το μυαλό μου, για όλες εκείνες τις ανασφάλειες, οι οποίες μας έχουν κατά καιρούς γεννηθεί, για όλα εκείνα τα μικροαστικά, τις ταμπέλες μα θες που μας έχει προσάψει κάποιος και πολύ περισσότερο για τις ταμπέλες που βάζουμε οι ίδιοι στους εαυτούς μας. Οι σχέσεις μας με τους άλλους και πολύ περισσότερο με άτομα τα οποία σεβόμαστε και εκτιμάμε αντικατοπτρίζουν σε μεγάλο βαθμό το πως εμείς οι ίδιοι βλέπουμε τον εαυτό μας. Αυτό φυσικά είναι λάθος. Είναι λάθος να μας επηρεάζει η γνώμη των άλλων και να λειτουργούμε με βάση τις πεποιθήσεις τους. Είναι λάθος να κρύβεις την αλήθεια, όταν δεν πρέπει να κρυφτεί. Είναι λάθος να γίνεσαι αυτό που οι άλλοι θέλουν απλά για να είσαι αρεστός. Είναι πολύ περισσότερο λάθος, όμως, το να μη λειτουργείς βάσει αυτών και παρόλα αυτά κάποιοι να στηρίζονται σε αυτές τις πεποιθήσεις τους, εμμένοντας εμμονικά σε αυτές.
Αν κάτι μου έχει μείνει ως πικρία από τους ανθρώπους, είναι πως ανεξάρτητα με το τι λες και το πως δρας, ανεξάρτητα με το αν you have made your point clear, πάντα θα εξακολουθούν να έχουν την ίδια εντύπωση. Πολλώ μάλλον όταν είσαι ωραία γκόμενα και ανθρώπινη. Πρέπει να είσαι αγενής. Πρέπει να είσαι απόμακρη. Να μη δίνεις ούτε φιλικά το δικαίωμα σε κάποιον να σε πλησιάσει. Όσο πιο γαμήσιμη είσαι, τόσο περισσότερο θα παρεξηγήσουν την οιαδήποτε οικειότητα αποκτάς. Όσο περισσότερο γαμήσιμη είσαι, τόσο λιγότερα δικαιώματα έχεις στο να έχεις άντρες φίλους. Όχι, όχι. Δεν είσαι φίλη τους. Είσαι ένα κομμάτι κρέας. Ειδικά, αν έχεις και σχέση με τον θεογκόμενο. Είσαι και έπαθλο. Πρέπει να σε διεκδικήσουν. Πρέπει να σε ρίξουν. Για να αποδείξουν μα θες στον εαυτό τους πως είναι γαμιάδες. Φίλε μου, το να μη σέβεσαι μία κατάσταση, όταν μία γκόμενα σου έχει εξηγηθεί δε σε κάνει μήτε μάγκα, μήτε γαμιά. Σε κάνει λίγο. Μην περιμένεις η εκάστοτε γκόμενα να σε βρίσει για να το καταλάβεις. Έκανε τις ξήγες της, περιμένει και από εσένα το ίδιο.
Ως Έβα Γκρην, λοιπόν, αναγκάζομαι να εξαπολήσω αυτό το "κατηγορώ" για τα δεκάδες μηνύματα που έχω λάβει και για το δήθεν και τάχα φιλικό ενδιαφέρον. Νιώθω και πάλι εγκλωβισμένη σε καταστάσεις. Δε γράφω για να γαμηθώ. Έχω σχέση. Έχω σχέση με έναν. Το έχω επισημάνει. Σε κείμενα, σε προφίλ, σε συζητήσεις. Ο λόγος που εξαρχής έγραφα με ψευδώνυμο, ήταν αυτός. Ο λόγος που είμαι απόμακρη, είναι αυτός. Δεν είναι μήτε ντιβιλίκι, μήτε απόρριψη των πραγματικών μου σκέψεων με τη χρήση ενός προσωπείου. Με έχουν κουράσει οι άντρες που επειδή σε διαβάζουν πιστεύουν πως μπορούν και να σε γαμήσουν. Είμαι ευγενική, είμαι φιλική. Έχω δικαίωμα στην ποιοτική συζήτηση με άτομα που εκτιμώ. Έχω δικαίωμα στην εγκεφαλική επικοινωνία, χωρίς αυτό να προϋποθέτει ερωτικό πόθο ή συναίσθημα. Έχω δικαίωμα να συνομιλήσω με κάποιον ο οποίος σκέφτεται όπως εγώ. Αλλά όταν έχω ξεκαθαριστεί, δεν έχει δικαίωμα να το βλέπει διαφορετικά. Δεν έχει δικαίωμα να με φέρνει σε δύσκολη θέση.
Έρχεσαι πολύ περισσότερο σε δύσκολη θέση, όταν ξέρεις ότι εσύ ανοίγεσαι γιατί έχεις ανάγκη ένα φίλο κι εκείνος σε βλέπει σαν ένα κομμάτι κρέας. Έρχεσαι σε πολύ δύσκολη θέση γιατί εσύ σκέφτεσαι πως θες να βάλεις τα κλάματα για χίψι λόγους και ο άλλος σκέφτεται πως θα σε ρίξει στο κρεβάτι. Έρχεσαι κυρίως σε πολύ δύσκολη θέση γιατί το ότι είσαι γαμήσιμη σου δημιουργεί ενοχή. Όχι, δεν είναι ενοχή το να είσαι γαμήσιμη. Όχι, δεν είναι ενοχή το να είσαι ευαίσθητη. Η ενοχή πρέπει να ενυπάρχει σε κάθε διεστραμένο μυαλό που δε μπορεί να εκτιμήσει τη φιλία σου. Η ενοχή πρέπει να υπάρχει σε κάθε άνθρωπο που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το γεγονός ότι σε ξέρει. Αυτός είναι εν πολλοίς και ο λόγος που δεν έχω επιχειρήσει να συνομιλήσω με κάποιον από τους αναγνώστες μου και που δε θα ήθελα ποτέ. 
Οι άνθρωποι έχουν την τάση όχι μόνο να παρεξηγούν καταστάσεις, αλλά και να τις δημιουργούν. Να δημιουργούν καταστάσεις με σκοπό να επωφεληθούν. Όλα για το συμφέρον. Και οι άνθρωποι; Οι άλλοι άνθρωποι; Απλές μάζες ανάμεσά μας, χρήσιμες στην πλήρωση του κενού της ματαιοδοξίας μας.
Για το λόγο αυτό, λοιπόν, και εφόσον είναι αρκετοί εκείνοι που πλέον γνωρίζουν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, ποια πραγματικά είμαι πίσω από αυτό το προσωπείο και κυρίως επειδή με κούρασε η κατάσταση, η οποία δε θα ήθελα να δημιουργήσει προβλήματα στην προσωπική μου ζωή, αλλά ούτε και η προσωπική μου ζωή στο Pause, θεωρώ πως δεν έχει νόημα να το χρησιμοποιώ πλέον. Αν μη τι άλλο δεν έχει νόημα να γράφω για να διαβαστώ από αναγνώστες που με βλέπουν ως κρέας και επιχειρούν να εκμεταλλευτούν αυτές μου τις ευαισθησίες. Όσο για εκείνους που πραγματικά ήταν συνοδοιπόροι στις λέξεις μου, ίσως κάποια στιγμή στο μέλλον επανέλθω, με ένα καινούριο προσωνύμιο, το οποίο προφανώς δε θα ενημερώσω για την ύπαρξή του. 


Και όπως έλεγε και  η Ματσούκα στο ρόλο της "Γωγώς" που όλοι αγαπήσαμε, στο "Κάτι τρέχει με τους δίπλα", "Θανάση, σταμάτα να με βλέπεις σα σκεύος ηδονής. Έχω ένα κόσμο μέσα μου."
Αλλά τι τα θες; Λες και ο ζωγράφος είδε τον κόσμο μέσα της.
Απογοήτευση.

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2016

Love will tear us apart | Έβα Γκρην

Το θέατρο είναι το καταφύγιο της ψυχής μου. Το 'χω πάρει καιρό τώρα απόφαση. Εκεί όλες μου οι σκέψεις. Εκεί όλες μου οι καταθέσεις ψυχής. Και οι αναλήψεις. Να παίρνεις και να δίνεις συναίσθημα. Να μιλάς, δίχως να εξηγείς. Να απολογείσαι και να συγχωρείς. Και μέσα σε όλη εκείνη την απέραντη σιωπή να συνειδητοποιείς τις αλήθειες σου.
Δε ξέρω αν ποτέ πίστεψα στ' αλήθεια στην ιδέα της συντροφικότητας. Δε ξέρω αν ποτέ πίστεψα στα τόσο δυνατά, στα τόσο μεγάλα συναισθήματα. Εκείνα για τα οποία έχω μιλήσει ώρες, εκείνα για τα οποία έχω γράψει τόσα κατεβατά. Θαρρείς πως πάντα τα πίστευα, πάντα τα θαύμαζα, αλλά να, είναι που το μεγαλύτερο θάρρος το βρίσκεις μέσα στον έρωτα. Αλλά για να καταφέρεις να αισθανθείς τον έρωτα, χρειάζεσαι ακόμα περισσότερο θάρρος από εκείνο που θαρρείς πως βρίσκεις.
Αέναοι περιπάτοι στο κέντρο της πόλης, ερμάρια κλειστά με σκέψεις και συναισθήματα να ανοίγουν όπως-όπως. Κι ύστερα να ξανακλείνουν. Μόνο στο θέατρο. Μόνο εκεί κατάφερα να σε βρω απόψε. Στα βλέμματα των ηθοποιών. Στα φιλιά και τις αγκαλιές που αντάλλαξαν. Και τις λέξεις. Και τον έρωτα. Εκείνον που έκανε τη Βόρεια και τη Νότια Κορέα να ενωθούν. Εκείνον που ένωσε θαρρείς και εμάς.
Μέσα στις σιωπές μου, συνειδητοποίησα τις αλήθειες μου. Μα πιότερο από όλα ένιωσα ανθρώπινη. Οι αδυναμίες μου με πάτησαν κάτω. Και η αγάπη. Η αγάπη, λέω. Είναι τάχα ένας μηχανισμός αναπαραγωγής; Μια ανθρώπινη ανάγκη σαν την πείνα και τη δίψα; Το καταφύγιο ενός κουρασμένου περαστικού. Αυτό που τάχα νιώθω εγώ για σένα.
Η απουσία σου ένεση αδρεναλίνης στον έρωτα. Κι εκείνη η σχέση που ποτέ δεν είχες με το τηλέφωνο, προσάναμα στη φλόγα της αγωνίας μου για απόψε.


Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

"Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά;" | Έβα Γκρην

Τα δεσμά είναι για να σπάνε. Η ιστορία για να γράφεται στους δρόμους. Και οι καταστάσεις για να επαναλαμβάνονται ως συμβολισμοί και να προβληματίζουν. Κι αν τάχα τώρα έχουμε δημοκρατία, μα θες και είμαστε λεύτεροι; 
Ο καθένας χαμένος στη δική του σκλαβιά. Θρησκείες, εξαρτήσεις, κοινωνικά δίκτυα - και αντικοινωνικά, ειδικά αντικοινωνικά - και άλλα τόσα δεσμά που επιλέξαμε. Κι άλλα τόσα δεσμά που σέρνουμε σα βαριές αλυσίδες. Με μεγαλύτερο από όλες την κοινωνική αποδοχή. Ελευθερωθήκαμε από τους δικτάτορες, για να έχουμε εκείνο το αναφαίρετο προνόμιο να καταπιεζόμαστε μόνοι μας. 
Πλέον δεν απαγορεύονται οι συναθροίσεις. Γι' αυτό και τις απορρίπτουμε. Μένουμε πιστοί στις οθόνες μας, άπιστοι στους εαυτούς μας και στους άλλους. Προδομένοι από μέσα. Από τους φόβους μας. 
Πλέον δεν απαγορεύονται τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Γι' αυτό τα απορρίπτουμε. Παραγκωνίζουμε το ρόλο τους. Αρθρογραφούμε για το γκλαμ και τη δόξα. Γράφουμε χωρίς ψυχή, χωρίς συναίσθημα. Πάντα για την εκσπερμάτωση, ποτέ για τον έρωτα.
Πλέον δεν μας απαγορεύουν να έχουμε άποψη. Όμως υιοθετούμε όλοι την ίδια. Λες και η διαφορετικότητα είναι ασθένεια. Την απορρίπτουμε. Αρνούμαστε, όπως-όπως την κριτική σκέψη. 
Πλέον δεν μας επιβάλουν το φασισμό. Όμως τον επιλέγουμε. Επιλέγουμε να δείξουμε το φταίχτη. Επιλέγουμε να είμαστε μισαλλόδοξοι. Μικροί. Μικροί και μικροαστοί.
Κι όσο για κείνους τους αγώνες; Κάθε 17Ν θυμόμαστε μια καυλωμένη εφηβεία που μας είχε τάξει ευτυχία και όνειρα και την οποία φιμώσαμε σα τόλμησε να τα γυρέψει στο παρόν της ενηλικίωσης.
Σκατά.
Σώπασε. Σκάσε. Δε θέλω να ακούσω άλλα. Σκατά σου λέω. Σκατά.


Ποτέ δεν είναι αργά, μ' ακούς;
Έχουμε ένα κόσμο να αλλάξουμε μ' ακούς;
Έχουμε μια ευτυχία να κυνηγήσουμε μ' ακούς;
Να τη γράψουμε μα θες σε τοίχους, 
Να τη χωρέσουμε σε στίχους
Και τραγούδια. 
Τραγούδια όμορφα,
Για εκείνους τους νέους αγωνιστές που έπεσαν,
Για τους αγωνιστές που κρύψαμε μέσα μας.
Και για κείνο το ρημάδι τον ωχαδερφισμό 
Που φούσκωσε κοιλιές,
Ξεφούσκωσε συνειδήσεις, μ' ακούς;

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2016

Πράξη Τέταρτη. | Έβα Γκρην

Πράξη Τέταρτη.
Καθισμένη στον υπολογιστή της για ακόμα μία φορά, προσπαθούσε να εκμαιεύσει με σθένος, όλες εκείνες τις λέξεις που είχαν βαλτώσει στον οισοφάγο της, όλες εκείνες τις λέξεις που δεν κατόρθωσαν να βγουν. Σκεφτόταν όλα εκείνα που θέλησε, εκείνα που δε θέλησε. Εκείνα τα όνειρα που έκανε ένα κάποιο βράδυ, τις πράξεις που έμειναν κενές και τα βλέμματα. Τα αντρικά μάτια που την είχαν κοιτάξει και τον πόθο που είχε διακρίνει μέσα τους. Έφερνε στο μυαλό το βλέμμα του και ένιωθε ερεθισμένη. Πράξη και σχέση εξουσίας τούτες οι ματιές, οι χωρίς λέξεις. Πράξη και σχέση εξουσίας τούτο το άναρθρο δέσιμο.
Ένιωθε τρωτή, αδύναμη, ευάλωτη. Όλη της η κούραση είχε συσσωρευτεί σε ένα κουλουριασμένο σώμα στον καναπέ. Ένα σώμα, το οποίο κοιτούσε παθητικά, το οποίο της επέστρεφε τον οίκτο, με τον οποίο το αποδοκίμαζε. Οι μεγαλύτεροί της φόβοι στέκονταν εκεί και την κοιτούσαν. Οι μεγαλύτεροί της φόβοι γίνονταν πρόσωπα και άνθρωποι. Έτρωγαν διαθέσεις και γίνονταν τέρατα, θέριεβαν στη φαντασία της. Και όλη της τούτη η αδυναμία γινόταν θυμός. Πότε με όσα δε τόλμησε, πότε με όσα δε προσπάθησε, πότε με το συμβιβασμό και πότε με την αυτολύπηση. Ειδικά, τούτο το τελευταίο το σιχαινόταν περισσότερο από όλα. Όχι, όχι. Ήταν αρκετά περήφανη για να μπορεί να κλαίγεται. Ήταν αρκετά περήφανη, ακόμα και για να μπορεί να κλαίει. Όμως πλέον ήξερε. Είχε ξεκινήσει να χάνει ένα-ένα τα κομμάτια του παλιού της εαυτού. Είχε ξεκινήσει να σκοτώνει πρόχειρα, όλα εκείνα που βρήκε. Κάτι φωτογραφίες, κάτι στιγμές, κάτι άνθρωποι. Τα είχε βυθίσει όλα στο βάλτο που βρισκόταν, μέχρι πια να μη μπορούν να πάρουν ανάσα.
Είχε πια έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να αντιμετωπίσει εκείνα που ποτέ της δε τόλμησε. Η στιγμή που τάχα θα μιλούσε με τον εαυτό της. Ανέραστο τίποτα, κενό από συναισθήματα κορμί και περιπλανώσα καλπάζουσα σκέψη. Tέρμα και τέλμα μαζί. Και εκείνη η τάχα φευγαλαία περαστική σκέψη για το ποια πραγματικά ήταν, για το τι ήθελε να κάνει.
Σε κάποιο προηγούμενο κείμενό μου, είχα μιλήσει για την πίστη. Όταν η πίστη κλονίζεται, το εγώ συρρικνώνεται ή θεριέβει μέσα της. Ομόκεντροι κύκλοι σε λευκό καμβά. Όταν η πίστη ξεθωριάζει, το εγώ ψάχνει μια θέση στις ζωές των άλλων, ή μένει μετέωρο να αυτολογοκρίνεται. Και το χάος συνεχίζει να υπάρχει. Ένα χάος στο κεφάλι της, ένα χάος μέσα της, να της θυμίζει πως κάπου εκεί έξω υπάρχουν άνθρωποι. Υπάρχουν τάχα εκείνοι που κάποτε πίστεψαν σε αυτήν, που ακόμα πιστεύουν. Κι εκείνες οι ορέξεις ή επιθυμίες, εκείνα τα όνειρα και τα ονείρατα, τα οποία είχε δει ή ακόμα βλέπει.
Πατάει το mute για να μην ακούει τις σκέψεις της. Διαλέγει ένα κομμάτι του T.W., της το είχε στείλει κάποτε ο αγαπημένος της και βυθίζεται στη σκέψη του. Παίρνει στα χέρια της ένα βιβλίο και ξεκινάει να το ξεφυλλίζει. Κλείνει τη μουσική. Η ζωή τρέχει ενώσω εκείνη την παρατηρεί παθητικά. Παίρνει το παλτό της και φορά πρόχειρα ένα φουλάρι. Η ζωή είναι εκεί έξω. Και αυτή και ο αγαπημένος της. Τρέχει να τον συναντήσει. Έχουν ένα κόσμο να ανακαλύψουν μαζί. Κι αν η πίστη στο όνειρο έμεινε μετέωρη κι αν το εγώ ψάχνει ακόμα τη θέση του, ο μόνος τρόπος για να υπάρξουμε είναι μόνο μέσα στα βλέμματα των άλλων.




Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2016

Ενοικιάζεται | Έβα Γκρην

Δε ξέρω αν έχω όρεξη να γράψω. Δε ξέρω καν αν έχω όρεξη για τούτο τον άγευστο καφέ και τούτο το τσιγάρο. Τσιγάρο δεύτερο της ημέρας. Γυρνάω σπίτι εξουθενωμένη από συνέντευξη για δουλειά. Τρεις σελίδες βιογραφικό. Πτυχίο. Μεταπτυχιακό. Δύο ξένες γλώσσες. Γνώσεις υπολογιστών. Πέντε πρακτικές - άμισθες/έμμισθες. Δεκαπέντε επιστημονικές δημοσιεύσεις. Ομιλία σε ακαδημαϊκό συνέδριο. Εθελοντισμός. Για να ακούσεις το "θα σας προσλάβουμε δύο έως τέσσερις μήνες δοκιμαστικά και φυσικά άμισθη και εάν μας κάνετε θα σας κρατήσουμε". Δε δηλώνω κομουνίστρια. Ποτέ δεν έχω υπάρξει. Πάντοτε στηλίτευα τον αφιονισμό με τα εκάστοτε πολιτικά κινήματα. Με την ιδιότητα του οικονομολόγου, ωστόσο, θα ήθελα να επικαλεστώ τον Μαρξ. "Το κεφάλαιο προϋποθέτει τη μισθωτή εργασία, η μισθωτή εργασία προϋποθέτει το κεφάλαιο. Το ένα προϋποθέτει το άλλο, το ένα παράγει το άλλο". 
Η αλήθεια είναι πως πάνε πολλά χρόνια από τότε που πρωτοδιάβασα Μαρξ και καμία εντύπωση δε μου είχε κάνει. Τα θεωρούσα δεδομένα και φυσικά τα όσα είχε πει έναν αιώνα πριν. Ωστόσο, η κατάσταση στις μέρες μας έχει πλέον ξεφύγει. Ακούω καθημερινά από πολιτευτές, οι οποίοι παπαγαλίζουν ατάκες ένεκα πολιτικών σκοπιμοτήτων, ότι η χώρα θα γίνει Βενεζουέλα, ότι θα έχουμε μισθούς Κίνας κ.ο.κ. Και κάθε φορά έπειτα από μία τέτοια άμισθη προσφορά εργασίας διερωτάμαι αν θα γίνουμε ή αν έχουμε ήδη γίνει. Το καθεστώς του άμισθου υπάλληλου έχει γίνει πλέον θεσμός, με αποτέλεσμα να διογκώνεται η συσσώρευση πλούτου στο κεφάλαιο και να επενδύεται σε δεύτερες, τρίτες, τέταρτες κατοικίες και ακριβά τετράτροχα. Σε τζακούζια, σούσια και τουαλέτες.
Το σπίτι δε με χωράει βγαίνω να πεταχτώ ως την τράπεζα να δω αν τυχαία έχει ξεμείνει τίποτα στο λογαριασμό. Φτάνω. Μηδενικό το υπόλοιπο. Στο δρόμο της επιστροφής, κοιτάζω μελαγχολικά τον άδειο δρόμο. Περπατάμε παράλληλα μόνο εγώ και μία ηλικιωμένη. Ο γκρίζος ουρανός αναδεικνύει κάθε ατέλεια τούτου του δρόμου φάντασμα. Δεξιά και αριστερά πεταμένα καταστήματα. Χτίσματα με αυτοκόλλητα ενοικιάζεται. Ναι, ενοικιάζεται μέσε μικροαστέ. Ενοικιάζεται. Γιατί όταν κράτησες τον πλούτο τον έκανες γη. Γιατί δεν δημιούργησες θέσεις εργασίας. Γιατί όταν αγοράζεις μπετά, μπετά θα σου απομείνουν. Η αγοραστική μας δύναμη, αντιστρόφως ανάλογη του πνευματικού μας κόσμου. Και όλη τούτη η βουή να φωνάζει στο κρανίο μου.
Σκέφτομαι το μεταπτυχιακό. Πρέπει να κάτσω να γράψω την διπλωματική. "Ελληνική ανταγωνιστικότητα". Σκέφτομαι τον τίτλο και γελάω με σπασμούς. Ύστερα φέρνω στο νου τον Τομά Πικετί. Τα έχει πει άλλος για μένα, πριν από μένα. Υπερδιόγκωση πλούτου και μεταβίβαση μέσω κληρονομικού καθεστώτος. Κι αν δεν είσαι στους τυχερούς πρέπει να πουλήσεις αξίες και ιδανικά για να επιβιώσεις. Για να επιβιώσεις. Για να ζήσεις με αξιοπρέπεια πρέπει να πουλήσεις την αξιοπρέπειά σου. Ειρωνικό; Ρεαλισμός. Ένας ωμός ρεαλισμός.
Τώρα θα πεις πως πάλι μιλάω εκ του ασφαλούς, πως τάχα όλα αυτά συμβαίνουν χρόνια, πως δε σου λέω κάτι καινούριο. Αλλά να, είναι που τούτο με πνίγει. Μου στερεί το δικαίωμα στο όνειρο και σε εκείνη τη ριμάδα την πίστη για την οποία σου μίλησα χθες. Πόσοι άραγε εκεί έξω να έχουν πουλήσει ιδανικά και αξίες; Πόσοι από δαύτους να κοιμούνται ήρεμα τα βράδια; Η βουλιμία μας για πλούτο, η γκιλοτίνα τούτου του κόσμου. Ανθρώπινο γένος. Άνθρωποι; Απογοήτευση.


Faith | Έβα Γκρην

Πάντοτε θαύμαζα τους ανθρώπους που μένουν πιστοί. Όλους εκείνους που με κόπο και προσπάθεια κατάφεραν να μείνουν πιστοί σε ανθρώπους, αξίες και ιδανικά. Που μπορεί να μάτωναν, που μπορεί να υπέφεραν, αλλά δε σταμάτησαν λεπτό να στηρίζουν τις επιλογές τους, δεν αμφέβαλαν ποτέ για αυτές. Εκείνους τους αφελείς που πάντοτε επέμεναν σε όλα εκείνα που ήθελαν, σε εκείνα που είχαν ποτέ φανταστεί, σε εκείνο τον καλύτερο κόσμο που είχαν οραματιστεί ένα βράδυ συντροφιά ενός τσιγάρου, μα πολύ περισσότερο εκείνους που κατάφεραν να μείνουν πιστοί στους συντρόφους. Δίχως μία στιγμή να λιποψυχήσουν. Δίχως μία στιγμή να αμφισβητήσουν τον άνθρωπο.
Πάντοτε θαύμαζα τους ανθρώπους που μένουν πιστοί στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος είναι το πιο διεφθαρμένο και ανισόρροπο ον. Πάντοτε θαύμαζα εκείνους που με αυταπάρνηση κατάφερναν να κρατούν άλλους δίπλα τους. Πάντοτε θαύμαζα εκείνες τις μακρόχρονες σχέσεις και φιλίες. Εκείνες που δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Ειδικά τις νύχτες. Συντροφιά μιας μπύρας να ανοίγεις τα εσώψυχά σου δειλά-δειλά σε έναν άγνωστο. Συντροφιά ενός τσιγάρου να μιλάς για όλα εκείνα που δε σε αφήνουν να κλείσεις μάτι τις νύχτες. Να ξεγυμνώνεσαι σιγά-σιγά μέχρι να γδυθείς τελείως. Μέχρι να μη μείνει μήτε ένα κομμάτι σου, που να μη δώσεις. Μέχρι να μη μείνει στάλα εγωισμού. Τούτους τους ανθρώπους που κατάφεραν να αγαπήσουν χωρίς εγωισμό τους εκτιμάω ακόμα περισσότερο. Γιατί ο άνθρωπος είναι κτητικό ον. Σπάνια δέχεται να αγαπάει κάτι που δε μπορεί να έχει, κάτι ή κάποιον που δε του ανήκει. Κάτι ή κάποιον που δεν είναι κτήμα του. 
Ναι, αυτό θαύμαζα. Ξέρεις, αν κάτι με κάνει να νιώθω περήφανη είναι οι φίλοι. Μήτε τα πτυχία, μήτε τα μεταπτυχιακά, μήτε οι ξένες γλώσσες, φιλαράκο. Τούτα θα μου δώσουν φαΐ να μοιραστώ με τους φίλους. Οι φίλοι είναι οικογένεια. Είναι η οικογένεια εκείνη που διαλέγουμε. Η οικογένεια που μπορεί να μας απογοητεύσει ή να απογοητεύσουμε κάποια φορά, αλλά ξέρουμε ότι όταν πάρουμε τηλέφωνο θα είναι εκεί. Να μας στηρίξει μόνο με το να κάτσει να μας ακούσει. Οι φίλοι είναι ο καλύτερος γιατρός. Οι φίλοι και όχι ο χρόνος. Κι αν τάχα κάποιοι επιλέγουν να αποβιβαστούν όταν μας βλέπουν καλά, τότε είναι που καταλαβαίνεις, τότε είναι που ξεκινάς να μετράς τους ανθρώπους. Τον άνθρωπο τον μετράς στις στιγμές. Όχι, όχι στα δύσκολα. Στα δύσκολα όλοι είναι εκεί. Να γελάσουν μαζί σου από τον εξώστη της αποτυχίας τους. Στα γαμάτα και τα εύκολα μετρώνται οι άνθρωποι. Σε εκείνες τις επιτυχίες που θα γιορτάσουν μαζί σου, σε εκείνες τις φορές που πραγματικά θα χαρούν για σένα. Σε εκείνες τις μπύρες που θα τσουγκρίσουν στις επιτυχίες. Όχι, όχι στις αποτυχίες. 


Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016

Τα δεδομένα της Χ. | Έβα Γκρην

Η ανωριμότητα είναι ευθύνη στο ξανάπα. Πάντα πρέπει να κουβαλάς εκείνες τις ανώριμες τις σκέψεις μαζί σου. Πάντοτε πρέπει να μην απαρνείσαι αυτό που είσαι, αυτό που κάνεις. Να το δέχεσαι. Να μάθεις να δέχεσαι τις συνέπειες και τη συνέπεια. Πρέπει κάθε μέρα να παλεύεις για αυτό που έχεις. Κάθε μέρα  να χτίζεις και λίγο για να διατηρήσεις όλα αυτά που θεωρείς δεδομένα. Όχι, όχι. Δε πρέπει να θεωρείς δεδομένα. Τίποτα δε πρέπει να θεωρείς δεδομένο. Τίποτα δεν είναι.


Πάντοτε στη ζωή της έτσι ήταν. Ποτέ δε κατάλαβε τι έκανε λάθος, τι πήγε στραβά με εκείνη. Πάντοτε θεωρούσε δεδομένα τα πάντα. Ή πολύ απλά ζούσε με τη λογική πως κανείς δεν είναι αναντικατάστατος. Ίσως φταίει η πρώτη της σχέση, φίλοι που έβαζε το χέρι της στη φωτιά για αυτούς κι ύστερα την πούλησαν, ίσως να έχει πληγές τις οποίες ποτέ της δεν αντιμετώπισε, τις οποίες ποτέ δεν αποδέχτηκε, ίσως φταίει ο γελοίος τρόπος με τον οποίο παίρνει τη ζωή, ίσως και να έχει έλλειψη σεβασμού προς το πρόσωπό της, ίσως να μη θέλει να αποδεχτεί τον εαυτό της. Το μόνο σίγουρο πως έχει αλλεργία στην πραγματική τη δέσμευση. Δεν είναι αυτή για τέτοια. Δε τα μπορεί τα μεγάλα συναισθήματα. Όμως να, είναι που μαζί ήθελε να κάνουν την υπέρβαση. Ήθελε να ξεπεράσει τον εαυτό της. Εκείνη, τους ηλίθιους φόβους και τις ανασφάλειές της. Ήθελε πολύ περισσότερο να αγαπήσει όσο δεν έχει ξανααγαπήσει. Ήθελε επιτέλους να δωθεί. Χωρίς ψέματα, χωρίς αναστολές, χωρίς καβάτζες, χωρίς δεύτερες σκέψεις.
Όσο μεγαλώνει, όμως, όσο οι άντρες περνούν μαμά, συνειδητοποιεί πως δεν φταίνε μήτε οι άλλοι, μήτε εκείνη. Είναι πολύ περισσότερο ανώφελο να προσπαθείς να κλείσεις τις πληγές σου, αρνούμενος να τις δεις πραγματικά. Για να καταφέρεις να δωθείς ολοκληρωτικά, πρέπει πρώτα να έχεις αποκοπεί από το παρελθόν. Όχι επειδή το ξέχασες, επειδή το έσβησες, αλλά επειδή το αποδέχτηκες και το νίκησες. Επειδή το ξεπέρασες και όχι επειδή το προσπέρασες. Επειδή έμαθες από αυτό. Διδάχτηκες. Να ξέρεις ποιος είσαι,τι θες. Να αποβάλλεις τις καβάτζες. Να έχεις τη μαγκιά να κυνηγάς αυτό που θες. Να μη σε νοιάζει τι θα πουν οι άλλοι. Κι ύστερα, να είσαι ειλικρινής. Να μάθεις να αντιμετωπίζεις τις συνέπειες. Να μάθεις να δέχεσαι τις πράξεις που έχεις κάνει. Και τα λόγια που έχεις πει. Να μετράς τις λέξεις μία προς μία. Να τις εννοείς. Και να μην έχεις απαιτήσεις, αν δεν είσαι διατεθειμένος να δώσεις.
Στην αγάπη να τα δίνεις όλα. Να αγαπάς βαθιά. Να χάνεσαι. Κάθε μέρα να πληρώνεις αυτό το δίδαγμα, κάθε μέρα να το εννοείς. Να πιστεύεις σε αυτό. Να πιστεύεις στην αγάπη. Γιατί μόνο έτσι μπορεί αυτός ο κόσμος να γίνει καλύτερος. Γιατί μόνο έτσι μπορούμε να πάμε μακριά. Να πάμε κάπου. Αλλιώς τι νόημα έχει; Κενές συναισθημάτων σχέσεις, λέξεις, ενθουσιασμοί. Να σε αγαπούν κι εσύ να το δέχεσαι. Μα να μη μπορείς να δώσεις. Να μη ξέρεις πως. Κι όταν πια το μαθαίνεις, να είναι αργά. Να είναι πάντοτε αργά για δάκρια. Και έτσι να συνεχίζεις να ζεις στο ψέμα και την ανοχή της μίζερης ζωής σου. Πάλι να αποφεύγεις την ευθύνη. Να μη μπορείς να τη χειριστείς. Φοβούμενη μήπως και τάχα χάσεις κάποιο κομμάτι από σένα, μέσα σε όλο αυτό. Φοβούμενη μήπως δωθείς πραγματικά. Αλλά...

"You call yourself a free spirit, a wild thing, and you're terrified somebody's going to stick you in a cage. Well, baby, you're already in that cage. You built it yourself. And it's not bounded in the west by Tulip, Texas, or in the east by Somaliland. It's wherever you go. Because no matter where you run, you just end up running into yourself."



Σάββατο 6 Αυγούστου 2016

Χαλασμένο τηλέφωνο | Έβα Γκρην

Εγώ και το κινητό μου τηλέφωνο. Σχέση πάθους. Η ίδια σχέση που με δένει και με το πληκτρολόγιο. Να γράφω, να επικοινωνώ. Η σχέση του παθητικού συνταξιούχου με την τηλεόραση. Να μάθεις τάχα τι έγινε στον κόσμο. Να μάθεις. Όσο εσύ κοιτάς την οθόνη. Να είσαι παθητικός δρων και όχι η εξέλιξη. Εξάρτηση. Πολλές φορές σταματάμε και να ζούμε. Ξεχνάμε. Εδώ και μία μέρα μου χάλασε. Και νιώθω καλά. Νιώθω πως δε μου λείπει κάτι. Πέρα από τη φωνή του. Όλο το βράδυ το πέρασα προσπαθώντας να συνεφέρω την συσκευή για να δω αν με πήρε. Το έβαλα να φορτίσει. Μάταιο. 
Ύστερα σκέφτηκα πως ζούσαμε όλα εκείνα τα χρόνια. Εκείνα τα γραφικά σταθερά, με τα στρογγυλά καντράν και τα νούμερα που πολλές φορές αν δε γύρναγες εντελώς το καντράν δεν έπαιρνες το σωστό νούμερο. Κι ύστερα, όλα εκείνα τα χαρτάκια με αριθμούς που σημειώναμε, τις ατζέντες, τους αριθμούς που σημειώσαμε κάποιο απόγευμα στο χέρι μας, για να μη ξεχάσουμε. Τους αριθμούς εκείνους από τα αγόρια που κάποτε θα παίρναμε τηλέφωνο. Τα στυλό που ψάχναμε πεταμένα σε τσάντες, για να καταφέρουμε να σημειώσουμε τον αριθμό. Ή τα χαρτάκια με τηλέφωνα που δε πήραμε ποτέ, αλλά πάντα βρισκόταν κάποιος να μας τα δώσει. Πόση αγωνία δαπανήθηκε πάνω από το τηλέφωνο τα χρόνια εκείνα. Πόση αγωνία στο πρώτο ντριν για να μάθεις. Είναι αυτός που θες να πάρει; Τι ξέρουν από αγωνία οι νέες αυτές οθόνες; Μας κοιτάζουν ανούσια μέσα από μία παθητικότητα. Δαπανημένος χρόνος, δαπανημένα χρόνια. Καλλιεργούν την ψευδαίσθηση της ζωής, την ψευδαίσθηση του έρωτα, της αποδοχής. Ενώ η ζωή κυλλά εκεί έξω και μας προσπερνάει. Και οι έρωτες, κι αυτοί μαζί.
Οι πρώτοι μας παιδικοί έρωτες. "Ναι, γειά σας, τον Κωστάκη, θα ήθελα". Να μιλάς αμήχανα στο ακουστικό σε κάποια μεγαλύτερη γυναίκα νιώθοντας δέος και αμηχανία. Είναι εκεί ο Κωστάκης; Μήπως την ξύπνησες; Και η αγωνία μέχρι να έρθει στο ακουστικό. Κι ύστερα, να ξέρεις, μπορείς να πάρεις συγκεκριμένες ώρες, γιατί οι υπόλοιποι στο σπίτι κοιμούνται. Πόση ανυπομονησία να περάσουν εκείνα τα θερινά μεσημέρια για να πάρεις τον Κωστάκη να πάτε βόλτα με τα ποδήλατα; Κι ύστερα, πόση αγωνία.
Έπειτα, οι εφηβικοί μας έρωτες. Πάλι αριθμοί σε χαρτάκια που ανταλλάξαμε σε κάποια συναυλία ή στο σχολείο. Πόσοι αριθμοί που δεν πήραν απάντηση επειδή δε βγάζαμε ποτέ τα γράμματα; Πόσα τηλέφωνα δε σηκώσαμε επειδή δεν ήμασταν ποτέ σπίτι;
Και τώρα. Πάλι η ίδια γεύση προσμονής. Η ίδια γεύση αγωνίας και μελαγχολίας. Να νιώθεις εκείνη την κάψα, εκείνη την αναμονή πάνω από το ακουστικό. Πρέπει να βρεις τρόπο να επικοινωνήσεις. Ή να πας να τον δεις. Το τηλέφωνο είναι το υποκατάστατο εκείνο που θρέφει το μυαλό με την ψευδαίσθηση, πως τάχα εκμηδενίζει την απόσταση. Το τηλέφωνο είναι εκείνο που σε αφήνει να ακούσεις μόνο τη φωνή. Τη φωνή του.
Όμως, ποτέ να μη σου είναι αρκετό. Να ακούς το "σ' αγαπώ" από το τηλέφωνο και να χαμογελάς, χωρίς εκείνος να το βλέπει, χωρίς να το νιώθει, να σε αγγίζει. Πόσα χαμόγελα να δαπανήθηκαν μπροστά σε οθόνες και ακουστικά; Πρέπει να τον δεις. Να δεις το χαμόγελο του. Το χαμόγελο στην άλλη άκρη του ακουστικού. Πρέπει να τον μυρίσεις. Να χώσεις τη μύτη σου στο λαιμό του και αδηφάγα να σνιφάρεις τζούρες από το άρωμά του. Πρέπει να τον δεις, να τον νιώσεις, να τον αγγίξεις.


Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

Η ζωή είναι μικρή για να είναι θλιβερή. | Έβα Γκρην

....Η ζωή είναι μεγάλη, μη την κάνεις καρναβάλι.



Πάντοτε το μυαλό να βρίσκεται κολλημένο ανάμεσα σε αυτούς τους δύο στίχους. Η ζωή είναι τελικά μικρή ή μεγάλη; Για να προσπαθήσεις να απαντήσεις, σίγουρα θα χαθείς σε θεωρίες της σχετικότητας. Όταν είμαστε μικροί, η ζωή φαντάζει μεγάλη, όσο μεγαλώνουμε και συνειδητοποιούμε πράγματα και καταστάσεις, όλο και μοιάζει να λιγοστεύει. Και είναι και λογικό.
Ωστόσο, δεν έγκειται εκεί ο προβληματισμός μου. Το ζητούμενο είναι ένα. Η ζωή δε πρέπει να είναι ούτε θλιβερή, ούτε καρναβάλι. Ανεξάρτητα από τη διάρκεια της. Συμβιβασμοί, υποχωρήσεις. Κάθε πρωί να λες "Φτάνει πια". Κάθε απόγευμα να αρνείσαι ότι σε απογοήτευσε ακόμα ένας άνθρωπος και να δίνεις ευκαιρίες. Και φτου και από την αρχή. Οι άνθρωποι δε μας απογοητεύουν. Όχι, όχι. Αυτή είναι η μεγαλύτερη μπαρούφα που επικαλείται ο κάθε αποτυχημένος. Οι άνθρωποι είναι αυτοί που είναι. Εμείς απογοητευόμαστε που έχουμε περισσότερες απαιτήσεις από αυτούς. Expectation is the root of all heartache. Τα χει πει και ο William. Σας το χω ξαναπεί αυτό.
 Απλά να... Είναι που όσο μεγαλώνει ο άνθρωπος και συνειδητοποιεί το πόσο μικρή και το πόσο μεγάλη είναι η ζωή, τόσο μικραίνει και η υπομονή του. Και δεν είναι τάχα ανεξήγητο το πως. Η υπομονή είναι σαν ένα βάζο με μέλι. Όλοι τη θέλουν, όμως όσο περισσότερο δίνεις, τόσο περισσότερο αδειάζει. Κι εσύ μένεις μόνος, μετέωρος να αναρωτιέσαι πόσο μικρή είναι η ζωή που σου 'χει απομείνει για να κάνεις όλα εκείνα, τα οποία θέλησες.
Πριν μία μέρα τελείωσα την ανάγνωση ενός βιβλίου. Ποιου βιβλίου; Ξέρει ο συγγραφέας. Πριν μία μέρα συνειδητοποίησα αυτό που πάντοτε ήξερα. Θέλω να κάνω ταξίδια. Θέλω να κάνω πολλά ταξίδια. Θέλω να ζήσω αλλιώς. Να δω παραστάσεις, εικόνες. Φτάνει πια με τα συναισθήματα που σε κρατούν πίσω. Φτάνει πια με τους ανθρώπους που ζητάνε από κάπου να πιαστούν. Σε όλη μου τη ζωή ετούτοι να πιάνονται από πάνω μου και να μου κόβουν την ταχύτητα. Σε όλη μου τη ζωή τούτοι να με κρατούν πίσω από καταστάσεις και στιγμές. Κι εγώ να γεμίζω απωθημένα.
Πέντε χρόνια με τη Λένα και πέρα από την Ανάφη δεν ήξερε άλλο νησί. Πέντε χρόνια με τη Λένα και όποτε έπιανε λεφτά στα χέρια της, τα έκανε παπούτσια. "Δεν έχω λεφτά για διακοπές", δικαιολογία πρώτης τάξης για τη μεγάλη αστική. "Βρε να στα πληρώσω εγώ Λένα μου". "Για ποια με πέρασες;", και ούτω καθεξής. Μέχρι να το πάρω πλέον απόφαση ότι με δαύτη όχι τον κόσμο δε μπορώ να γυρίσω, αλλά ούτε την Ελλάδα. Και δεν είναι μόνο η Λένα. Και δεν είναι μόνο τα ταξίδια. Συνεργασίες με ανθρώπους που τους νοιάζει μόνο το αποτέλεσμα, χωρίς να είναι διατεθειμένοι να καταβάλουν προσπάθεια, συζητήσεις για το αύριο, για το χθες. Κάθε μέρα και μία αποδόμηση ενός ανθρώπου. Κάθε μέρα και μία απογοήτευση. Μέχρι να το πάρεις πλέον απόφαση, ότι δε φταίει η Λένα, ότι δε φταίνε οι άλλοι που δε σε σέβονται. Φταις εσύ που τους δίνεις το δικαίωμα να έχουν αυτή την επιλογή. Φταις εσύ που περιμένεις πράγματα, που τους δίνεις το δικαίωμα να σου δίνουν υποσχέσεις.
Λόγια, λόγια, λόγια. Ξέρεις. Όλοι μπορούμε να πούμε δύο λέξεις. Εμείς δε, που δε κρατιόμαστε σε κάθε συναισθηματικό μας παροξυσμό ουυυ λέξεις να χορτάσεις, όχι αστεία. Όμως, η μαγκιά φιλαράκο είναι στις πράξεις. Η παρακαταθήκη μας στους ανθρώπους είναι αυτά που κάνουμε. Τα συναισθήματα που τους γεννάμε. Δε μπορείς; Πες δε μπορώ. Θα το δεχτεί ο άλλος. Μην αναλαμβάνεις όμως να κάνεις πράγματα, τα οποία ξέρεις ότι δεν είσαι διατεθειμένος. Μη δίνεις υποσχέσεις, μη γεννάς όνειρα. Αν δε φαντάζεσαι φωτιές, με κάρβουνα μη παίζεις. Πες δεν είμαι εγώ για τέτοια. Δε τα αντέχω. Τόσο μπορώ. Τόσο αντέχω. Δέξου το. Πες το. Φοβάμαι. Δε σου φταίνε οι άλλοι να σε εμπιστεύονται κι εσύ να τους κρατάς πίσω. Και πες θα στη χαρίσουν μία, θα στη χαρίσουν δύο. Στην τρίτη φιλαράκο έχουν πάει να κυνηγήσουν τα όνειρά τους. Τα όνειρα που με περισσή εγωπάθεια, προσπαθείς να τους στερήσεις. Δεν είναι όλος ο κόσμος ο εαυτός σου φιλαράκο. Όταν, όμως, το καταλάβεις, θα είναι πολύ αργά. Εγώ για σένα τα γράφω φιλαράκο. Για σένα που χτίζεις σαθρές σχέσεις με ανθρώπους. Για σένα που διαβάζεις αυτό το κείμενο και πιστεύεις ότι το 'χω γράψει για κάποιον άλλο. Ναι, για σένα είναι.



Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

Το καλό παιδί | Έβα Γκρην

Πάντα στη ζωή μου ήμουν το καλό παιδί. Πάντοτε εγώ να μην απογοητεύω τους άλλους. Συνεπής σε ραντεβού σε deadlines, συνεπής σε συναντήσεις. Πάντοτε να με κρεμάνε. Πάντοτε να εμπιστεύεσαι και πάντοτε να τρως τα μούτρα σου. Και εσύ να συνεχίζεις. Να προσπαθείς κάθε φορά να υπερβάλεις εαυτό. Για να είσαι ο σωστός γιος, ο σωστός μαθητής, ο σωστός φοιτητής, ο σωστός γκόμενος, ο σωστός σύζυγος, ο σωστός πατέρας, ο σωστός υπάλληλος, ο σωστός εργοδότης. Και πάντα όλοι να σε απογοητεύουν. Και πάντα να ζητάνε πιο πολλά. Πάντα να είσαι τέλειος και γι' αυτό πάντα να έχουν περισσότερες απαιτήσεις από εσένα. 
"Ρε συ δε μπορώ να πλύνω πιάτα, μπορείς;"
"Ρε συ δε μπορώ να βγάλω αυτές τις φωτοτυπίες μπορείς;"
"Ρε συ δε μπορώ Τετάρτη, να το κάνουμε Παρασκευή;"
Και εσύ να γαμιέσαι κάθε φορά για τον κάθε μαλάκα. Για να καταφέρεις να είσαι εσύ συνεπής. Όχι, όχι δεύτερες ευκαιρίες δεν παίζουν. Η ζωή είναι μικρή για να συγχωρέσουν ένα παράπτωμα στην τελειότητα. Αφού μπορείς, γιατί να μη το κάνεις; Αφού το ξέρουν ότι μπορείς. Θα σε λιώσουν. Θα σε ποδοπατήσουν. Θα επιμείνουν, ώσπου πια να μην έχεις άλλα δάκρυα να κλάψεις, άλλη δύναμη να δώσεις. Θα σε ξεζουμίσουν. Θα σε πατήσουν κάτω μέχρις να μην έχεις πια. Κι ύστερα αφού σε δουν να λιποψυχείς θα σε πουν και λιποτάκτη. Για δες τε ρε, βρίζει. Για δες τε ρε, έναν άνθρωπο. Κλαίει. Για δες τε ρε, πως κατάντησε ο ξοφλημένος. Θα πουν κι άλλα. Γιατί οι άνθρωποι συχνά κρίνουν εξ ιδίων τα αλλότρια. Είτε γιατί έτσι γουστάρουν. Πάντοτε θα σε κρίνουν. Πάντα, όταν δεν έχουν να πάρουν κάτι από εσένα θα σου γυρίσουν την πλάτη. Θα σε φτύσουν. Θα σε περιγελάσουν. Θα σε εκτοπίσουν από τους κοσμικούς κύκλους. Θα σου γυρίσουν την πλάτη και ύστερα θα σε χλευάσουν. Και όλα εκείνα που πρόσφερες, παρακαταθήκη στο άπειρο. Μιας και σήμερα, είσαι ένα τίποτα. Μιας και σήμερα, η χρησιμότητά σου περιορίζεται στο να μπαλώσεις τις δικές σου τρύπες. Μιας και σήμερα αποφάσισες να δεις τι γίνεται με εσένα. Όχι, όχι, δε το συγχωρούν αυτό οι άνθρωποι. Δε μπορούν τάχα να δεχτούν πως η ζωή σου δεν είναι τόσο μίζερη όσο οι δικές τους. Δε μπορούν τάχα να δεχτούν πως εσύ αποφάσισες να έχεις ζωή. Γι' αυτό και θα κάνουν τα πάντα για να σε δοκιμάσουν. Θα κάνουν τα πάντα για να στην πάρουν. Για να σε αναγκάσουν τάχα να ζήσεις λίγη από τη μίζερη καθημερινότητά τους, λίγη από τη δική τους ζωή. Γιατί κανείς δε μπορεί να τη ζήσει μόνος του. Όχι, όχι πως τάχα θέλουν να μοιραστούν στιγμές. Όχι, όχι. Αυτά ο καθένας τα κρατάει για την πάρτη του. Με σένα μόνο τις υποχρεώσεις. Γιατί είναι ανίκανοι να τις διαχειριστούν. Γιατί είναι πολύ περισσότερο επαναπαυμένοι στο ότι εσύ φροντίζεις για όλα.
Όχι. Όχι. Τέρμα πια το καλό παιδί. Η ζωή είναι πολύ μικρή για να είσαι το καλό παιδί. Η ζωή είναι πολύ μικρή για να τη ζεις για τους άλλους. 


Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Αιμοκάθαρση. | Έβα Γκρην

Είμαι τα like μου και οι αναρτήσεις μου. Με νοιάζει η δημοτικότητά μου και γράφω μόνο γι αυτό. Ό,τι διαβάσατε διαβάσατε. Αν θέλετε ξαναδιαβάστε τα πάλι. Θρέψτε τη ματαιοδοξία μου. Εγώ απόψε άδειασα. Τι σημασία έχει; Κι αυτό για τα like δικέ μου. Κειμενογράφος χωρίς έμπνευση. Μη σου τύχει. Να πιέζεσαι να ξεράσεις τις σκέψεις σου και να μη μπορείς. Το συναίσθημα δεν έρχεται κατά παραγγελία.
Ύστερα, είναι που ξεκίνησα με την ιδέα της αποταύτισης και όχι της προβολής μου. Κάποια είμαι. Κάποιος είσαι. Δε μας κάνουν μάγκες τα κείμενά μας. Μακάρι να μας έκαναν, να μην είχαμε τάχα ακόμα αυτή την ανάγκη να ξεράσουμε άλλες λέξεις. Μάγκες μας κάνει το συναίσθημα. Μάγκες μας κάνουν εκείνα τα αληθινά για τα οποία δε θα γραφεί ποτέ κάτι. Μάγκες μας κάνουν οι στιγμές μας. Εκείνες που όσο και να περιγράψουμε, δε θα τις προσεγγίσουμε ποτέ σωστά. Μάγκα σε κάνει η καύλα του συναισθήματος. Μάγκα σε κάνει το πως νιώθεις και το πόσο μάχεσαι - για την ελευθερία, για το αύριο. Στόματα ανοίγουν, θα κλείσουν φωνές, χείλη θα ματώσουν. Μάγκα σε κάνουν. Δε σε κάνουν μάγκα τα likes, καλέ μου σαλτιμπάγκο. Τα κείμενα δεν είναι προϊόν μαζικής κατανάλωσης. Είναι τρόπος να επικοινωνήσεις ένα συναίσθημα. Η μαγκιά είναι στη βιοπάλη. Στις μάχες που δίνουν κάθε μέρα οι άνθρωποι. Για ένα κομμάτι ψωμί, για να θρέψουν δυο παιδιά, για την επιβίωση. Τι τα θες; Τι σε νοιάζουν εσένα οι άλλοι; Η αυτονομία σου μου καταργεί την ελευθερία. Η ελευθερία προϋποθέτει συνύπαρξη. Σεβασμό. Μη μου την κάνεις κουρελόπανο μάγκα μου. Όταν θες να είσαι ελεύθερος να τη σέβεσαι τούτη τη λέξη. Και περισσότερο τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο που είσαι εσύ. Τα είπε και ο Νίκος. Και άνθρωποι είναι ακόμα και οι μικροαστοί. Όχι, όχι πως τάχα τους συμπάθησα ποτέ μου. Αλλά ακόμα και τούτοι έχουν δικαίωμα στο μικροαστισμό τους. Ποια είμαι εγώ που θα τους τον καταργήσω; Με το ζόρι, δουλίτσα δε γίνεται.
Ναι. Θα χαρώ με ένα θετικό σχόλιο. Όχι, όχι πως τάχα είμαι κάποια. Κάποια είμαι έτσι κι αλλιώς. Όλοι είμαστε κάποιοι. Θα χαρώ, γιατί ξέρω ότι έστω ένας άνθρωπος ένιωσε όπως εγώ. Μοιραστήκαμε το ίδιο τάχα συναίσθημα. Δεν είναι έπαρση. Είναι τρόπος επικοινωνίας. Είναι ο τρόπος του κειμενογράφου να νιώσει πως τάχα επικοινωνεί. Ας το, σου λέω, δε θα καταλάβεις. Αν τάχα ήθελα να το εμπορευτώ το έβγαζα και βιβλίο. Κάποια στιγμή θα το γούσταρα, ξέρεις. Δε στο κρύβω. Αλλά και αυτό για να μυρίζω το φρεσκοτυπωμένο χαρτί. Και αυτό για την πάρτη μου και πάλι, για την καύλα της στιγμής. Για να νιώσω πως τάχα θα κάνω αθάνατα όσα ένιωσα. Όχι, όχι εμένα. Οι άνθρωποι δεν αξίζουν την αθανασία. Τόσοι και τόσοι ήρωες σε τούτη δα την χώρα. Τόσοι και τόσοι μύθοι. Και; Τι καταλάβαμε; Μπροστά μας πάνε μόνο οι λέξεις και τα συναισθήματα. Ας το, σου λέω, πάλι δε θα καταλάβεις. Πάλι θα με αμφισβητήσεις κι εγώ θα πρέπει να εξηγώ. Και όχι. Όχι, δεν είναι του στυλ μου.
Έπειτα, μάγκας γίνεσαι μόνος σου. Είτε το υποστηρίζεις, είτε απορρίπτεσαι. Τζόγος είναι η ζωή. Κερδίζεις ή χάνεις. "Νέτα σκέτα" - που λέει και η Άντζυ. Κι αν τάχα δε ξέρεις τώρα ποιος είσαι, είμαι εδώ να το ψάξουμε μαζί. Μόνο μη μου ζητάς να εκτεθώ για σένα. Το να ζητάς σε ένα παραμυθά να εκτεθεί, βιάζει τις λέξεις, βάζει τάχα φίμωτρο στο πυρακτωμένο του στόμα. Οι λέξεις παίρνουν την εικόνα του. Κι ύστερα τούτος γίνεται παράδειγμα. Παράδειγμα. Όχι, όχι. Ξέρεις, είναι πολύ λάθος αυτό. Είμαι ένα λάθος παράδειγμα. Ένα γρανάζι ακόμα. Τίποτα παραπάνω και τίποτα παρακάτω. Ποτέ δε θα καταλάβεις τούτη μου την ανωνυμία. Δε τις γουστάρω τις δάφνες τους, στο ξανάπα-δε με πίστεψες. Όχι, όχι. ποτέ δε το έκανα γι' αυτό. Απλά έτσι είμαι εγώ. Μέσα από τις λέξεις, έβρισκα τάχα συντρόφους. Όχι, όχι από εκείνους που πουλάνε ιδεολογία για προσηλυτισμό. Όχι, όχι. Συντρόφους αληθινούς.  Που δε γουστάρουν να δουν λίγο βυζάκι και λίγο κώλο για να διαβάσουν, που δε σε μελετούν για τα κόκκινά σου νύχια ή τα μακριά σου τα μαλλιά. Τούτοι με κούρασαν. Τους βαριέμαι, αλήθεια. Πλήττω. Δεν έχουν τίποτα να πουν. Εγώ θέλω εκείνους που γουστάρουν συναισθήματα αληθινά. Που γουστάρουν έρωτα, ένταση. Ναι, ρε μάγκα μου. Συναίσθημα. Σκατά και πάλι σκατά. Σκατά τα κάναμε κι απόψε, μ' ακούς;
Οι ηθοποιοί υποκλίνονται. Ο χορός ετοιμάζεται να στήσει την τελευταία σκηνή. Η αυλαία κλείνει. Χωρίς κάθαρση. Ο κεντρικός ήρωας πιάνει το ουίσκι και ρίχνει λίγο σε ένα γδάρσιμο από το ξύρισμα. Πονάω σκέφτηκε. Κάθαρση.

"Κάπου εδώ πρέπει να σταματήσω και να κάνω ένα restart."

Restart; Σίγουρα ναι. Στο Pause θα είμαι; Σίγουρα ναι.  Mε άλλο nickname; Μπορεί.

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

Let's get lost | Έβα Γκρην


Πάντοτε πίστευα στην ιδέα της συντροφικότητας. Πάντοτε μου άρεσε να αναλώνομαι σε σχέσεις, σε άτομα. Πάντοτε να ξυπνάω με κάποιο άρωμα, με κάποια μελωδία. Να εμπιστεύομαι, να τρώω τα μούτρα μου. Και στο τέλος πάντα να αμφισβητώ τον εαυτό μου. Πάντα να έχω προσδοκίες από τους άλλους και πάντα να απογοητεύομαι - η προσδοκία είναι η τροφός της απογοήτευσης. Όχι, όχι όλοι. Αυτοί που θέλουν μένουν. Χωρίς αποδείξεις, χωρίς συγχωροχάρτια. Δε θα πιέσω. Δε θα απαιτήσω. Άλλωστε τι νόημα έχει να κάνεις έκκληση για εμπιστοσύνη; Τι νόημα έχει να σε συγχωρούν και να ανέχονται αυτό που είσαι; Όχι, όχι. Δε πάει έτσι. Ή σε δέχονται έτσι με τα κουτσά και τα στραβά σου ή άντε γεια. Δεν ταιριάζουν όλοι οι άνθρωποι με όλους. Και η διαλακτικότητά μας για να κατανοήσουμε τους άλλους δε μπορεί να δουλέψει αν πρώτα από όλα δεν είναι διατεθειμένοι και οι άλλοι να κατανοήσουν εμάς. Τι παπαριές λέω πάλι; Ο φρέντο φέρνει ανακάτωση, αν έχεις κοπανήσει ουίσκια πριν. 
Πρέπει να αλλάξω ζωή. Πρέπει να βρω τρόπο να στηρίξω τις επιλογές μου. Οι μέρες περνούν άναρθρα. Χωρίς καμία σημασία. Νιώθω να κάνω κύκλους. Να κυνηγάω σα σκύλος την ουρά μου. Ομόκεντροι κύκλοι, φαύλοι. Όχι, όχι. Δεν είναι αυτό η ζωή. Εγώ δεν είμαι αυτό. Η ζωή δε σταματά με τον έρωτα. Ο έρωτας πρέπει να συνεχίζει τη ζωή. Ο έρωτας είναι εκείνη η αμφισβήτηση που κάπου σε πάει. Όχι, όχι εκεί που θέλουν οι άλλοι. Ο έρωτας είναι πάνω από όλα ελευθερία. Και εγώ έκανα πολλά λάθη με εκείνη. Όχι, όχι πως τάχα έφταιξε. Αντιθέτως. Εκείνη ήταν σωστή σε όλα της. Εκείνη ήξερε τι έλεγε. Είναι που δεν αφήνομαι συχνά. Της το χα ξαναπεί και δε με πίστεψε. Δε μπορώ να το κάνω. Δε το κάνω. Γιατί όταν το κάνω πέφτω με τα μούτρα και τα κάνω όλα λάθος. Στο είπα μικρή μου. Πρέπει να αντέξεις. Πρέπει να με αντέξεις. Mε τα ups και τα downs μου. Πρέπει να κάνεις κουράγιο μέχρι να σου ανοιχτώ. Είμαι περίεργο παιδί, στο ξανάπα. Το 'χεις;
Και έτσι κι έγινε. Στάθηκα πολύ ανώριμος με την πάρτη της, πολύ εγωιστής. Αλλά αν είναι να κάνεις κάτι ή κάν' το σωστά ή μη το κάνεις. Δεν έχει λίγο ερωτευμένος ή πολύ. Ή πέφτεις με τα μούτρα ή δε πέφτεις. Άλλωστε, τα χει πει και ο Φρίντριχ ρε μπρο. "Ο έρωτας είναι το πιο εγωιστικό συναίσθημα, γι αυτό και όταν πληγώνεται γίνεται το λιγότερο γενναιόδωρο." Άντε ένα ακόμα βράδυ τρέξε ψάξε δικαιολογίες για να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου. Λες και δε τα χες πει, ξέρω γω. Ο έρωτας είναι μια αμφισβήτηση του ίδιου μας του εαυτού. Ο έρωτας είναι μια πρόκληση να σπάσουμε τα όρια και τα δεσμά μας, αν θες. Όχι, όχι μια αμφισβήτηση των άλλων. Όχι. Τούτο σε δεσμεύει. Δε σε λευτερώνει. Ο έρωτας πάντα μας πάει κάπου. Με ή χωρίς ζάχαρη.
Ξέρεις, στο χα ξαναπεί. Θέλω να κάνω ένα ταξίδι. Χρόνια τώρα. Θέλω να δω πως ζουν οι άνθρωποι. Όχι, όχι στα Βερολίνα και στα Παρίσια. Όχι. Θέλω να δω λιγάκι ανθρώπους. Από εκείνους με τα αληθινά βλέμματα. Θέλω να δω πως είναι να ξυπνάς χωρίς να ξέρεις τι θα σου ξημερώσει. Είπες πως θα ερχόσουν. Είπες πως... - η προσδοκία είναι η τροφός της απογοήτευσης. Κι εγώ έχω μάθει να περιμένω από τους άλλους. Να περιμένω από τους άλλους. Φτάνει πια. Ως εδώ. Θέλω να κάνω ένα ταξίδι. Και θα το κάνω. Γιατί ανάμεσα σε αυτό που θέλουμε και σε εμάς, βρίσκεται μόνο αυτό που κάνουμε για να το αποκτήσουμε. Και όταν θες κάτι, τίποτα δε μπορεί να στο χαλάσει. Καμία προσδοκία και καμία απογοήτευση. Έχει να κάνει με την εμπιστοσύνη στον εαυτό σου, όχι στους άλλους. Όταν η εμπιστοσύνη στους άλλους είναι αρκετή για να σε απομακρύνει από αυτό που θες, τότε δε ζεις τη ζωή σου. Ζεις τη ζωή των άλλων. Κι τη ζωή των άλλων δε θέλω να τη ζω. Έχω μια δική μου ζωή να χτίσω. Όποιος θέλει επιβιβάζεται. Το ταξίδι ξεκινά. 


Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

"Αν δε φαντάζεσαι φωτιές..." | Έβα Γκρην


Κι όλα τελειώσαν. Όπως τελειώνουν πάντα. Κι όπως πάντα ξανααρχίζουν. Και τούτη η ζωή ξεφτιλίζεται και χάνει το νόημα που τάχα έχει. Γίνεται μια συνεχής και ανούσια επανάληψη. Μια αδιάκοπη επανάληψη. Χωρίς λόγο ύπαρξης. Χωρίς χρώματα. Σαν τις εικόνες που άλλοτε μου έδειχνες. Σαν εκείνες τις εικόνες από άλλες εποχές που χαζεύαμε τα απογεύματα και σκαρώναμε ιστορίες για τους ήρωες τους. Πίνω μια μπύρα και χαζεύω το ματς. Παίζει Γαλλία - Ιρλανδία σήμερα. Ας δω κάτι μπας και σαβουριάσει λίγο το μυαλό και ξεχαστώ, μπας και τάχα σε ξεχάσω. Είναι λίγο μάταιο, δε βρίσκεις; Έπειτα, δεν είναι και καθόλου του στυλ μου να προσποιούμαι ξερωγω ότι δε τρέχει τίποτα. Αφού τρέχει. Το μυαλό μου γυρνά σε σένα. Το μυαλό μου γυρνά σε εκείνα τα όνειρα που τάχα κάναμε εκείνο το βράδυ που μου είπες "Σ΄αγαπώ". Στο γαμημένο εκείνο σου άρωμα. Στη φωνή, στο βλέμμα σου. Σε όλα εκείνα που τάχα περάσαμε μαζί. Στις στιγμές που ήμουν δίπλα σου που σε είδα να επαναπαύεσαι και να εγκαταλείπεις. Εκείνες τις στιγμές που κουράστηκες, που λιποψύχησες. Εκείνες τις στιγμές που δεν εκτίμησες.
"Μη το παίρνεις προσωπικά. Δε φταις εσύ. Εγώ φταίω." Κλασικά τσιτάτα που έχω πει σε γκόμενες. Κλασικά τσιτάτα που δε περίμενα ποτέ να σου πω. Όχι, όχι σε σένα ρε μαλακισμένο. Εσένα σε πίστεψα πραγματικά. Κλασικά τσιτάτα που όμως θα πω. Όχι πως τάχα αναλαμβάνω την ευθύνη, όχι πως τάχα σε απαλλάσσω. Αυτό θα σε απαξίωνε. Και μήτε άμοιρη ευθυνών είσαι, μήτε ηλίθια. 
Αλλά να, είναι που τα 'χει πει και ο William. Επομένως, είναι και λίγο μάταιο το να σε κυνηγήσω. Είναι μάταιο να συντηρώ μέσα μου αυταπάτες και ουτοπίες. Ξέρεις, πως τάχα δε με θεώρησες δεδομένο. Ξέρεις δε σε κρίνω. Είναι που το ήθελα τόσο. Αλήθεια, το ήθελα. Και φέρθηκα πολύ μαλάκας. Ολόκληρος άντρας να σε παρακαλάω τόσες και τόσες φορές να μείνεις. Να τρέχω ξωπίσω σου ως την εξώπορτα για να σου πω "Μείνε. Σε αγαπάω.". Τι ξεφτίλα Θέε μου. Όμως δε με ένοιαξε. Ακόμα δε με νοιάζει.. Γιατί ξέρω. Ξέρω πως όταν θες κάτι, το κυνηγάς. Το κυνηγάς μέχρι τέλους. Κι ας σε προδίδει. Και τούτο δε μου το μαθε καμιά περιπέτεια. Και τούτο μου το μαθε μόνο η Λένα. Η Λένα με τα κουτσά και τα στραβά της. Η Λένα που 'χε περισσότερα αρχίδια και από μένα, φαντάσου. Ας το, γάμησε το δε θα καταλάβεις. Είναι μάταιο στο ξανάπα. Δεν αντέχεις. Δε είσαι εσύ για τέτοια. Σιγά μην βάλεις στην άκρη εγωισμούς. Σιγά να μην έρθεις. Είναι μάταιο να γράψω μια ακόμα λέξη. Λες και θα τις διαβάσεις. Λες και...Ας το. 
Έπειτα, μπορεί και να το διαβάζεις τώρα. Μπορεί και να με μισείς πιότερο με τούτες μου τις παπαριές, να έχω πέσει τάχα κι άλλο στα μάτια σου, δε ξέρω. Μπορεί και να έχεις ήδη πάρει κάποιον πρώην να γυρέψεις αυτό που δε βρήκες σε μένα απόψε. Ποιος ξέρει;
Κείνο που ξέρω είναι πως ακόμα και την τελευταία στιγμή βρέθηκα κατηγορούμενος. Ναι, αγαπημένη μου. Για άλλη μια φορά τόλμησες να με καρφώσεις με λέξεις. Μία-μία. Σα τατουάζ θα τις κρατήσω να σε θυμάμαι. Όχι, όχι δε πάω να τις κάνω πλαστική. Εκεί να μείνουν οι γαμημένες. Να θυμάμαι πως ακόμα και τώρα σε ένοιαξε ποιανού ήταν το λάθος. Ας το αναλάβω, λοιπόν. Άμα έχει τόση σημασία για να ικανοποιήσεις τα εγωιστικά σου τριπάκια. Λες και θα 'ναι η μόνη ευθύνη που ανέλαβα. "Η ανωριμότητα είναι ευθύνη", στο ξανάπα. Τι τα θες, λοιπόν; Ας κάνω αυτό που έχω μάθει.

"Φαίνεται σίγουρη για τον εαυτό της και αρκετά ανεξάρτητη η Πακίτα Γκαλιέγο. Ακούστε τι απάντησε όταν τη ρωτήσαμε αν γνώρισε ποτέ… τον φόβο! Να η απάντηση: «Δεν τον γνώρισα. Και μη με ρωτάτε γι’ αυτό παρακαλώ, είμαι… ευαίσθητη σ’ αυτό το θέμα»."

Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

Στον πλανήτη πρώην | Έβα Γκρην

Αυτή η λέξη ξέρετε – πρώην – πάντοτε με προβλημάτιζε. Πάντοτε πίστευα ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι η παρακαταθήκη μας στους επόμενους και πολύ περισσότερο εκείνοι που μας κάνουν σε μεγάλο βαθμό αυτό που είμαστε. Σχέσεις τοξικές, σχέσεις ψυχοφθόρες, σχέσεις γεμάτες ένταση ή νερόβραστες, σχέσεις στις οποίες δαπανήσαμε χρόνο υπομονή και όνειρα. Σχέσεις που όμως έκαναν τον κύκλο τους, μετά από αγώνες που δώσαμε, δάκρυα που χύσαμε και μηνύματα αγάπης που ανταλλάξαμε. Σχέσεις που κούρασαν ή που απλά πέρασαν αδιάφορα από τις δυο μικρές μας οθόνες. Αλλά σχέσεις που αποτελούν ακόμα και σήμερα ένα short of bio για τις επόμενες. Η εικόνα μιας γυναίκας ή ενός άντρα μετά από μία σχέση είναι η απόδειξη πως αυτή η σχέση υπήρξε. Το να κάνουμε λοιπόν πως δεν υπήρξε ή πως δεν μας αφορά είναι πολύ μικροαστικό. Είναι μικροαστικό ακόμα το να ζηλεύουμε τις πρώην ή τους πρώην κάποιου.
Αν μη τι άλλο είναι παρελθόν. Και το παρελθόν μένει εκεί που ανήκει. Όχι μόνο στις ανθρώπινες σχέσεις. Αλλά σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ζωής. Το να κάνεις κύκλους δεν ωφελεί. Το να ανακυκλώνεις καταστάσεις και να αμφιβάλεις είναι πέρα από μικροαστικό και ανούσιο.  Και ο Φριδερίκος τα ‘χει πει. «Η αμφιβολία δηλητηριάζει τα πάντα δίχως να σκοτώνει τίποτα». Και είναι μαλακία να καταστρέφεις μόνος σου το σύννεφο στο οποίο βρίσκεσαι. Μαλακία είναι η ζήλεια γενικά. Προφανώς και θα σου μιλήσει όταν σε δει. Προφανώς και θα σου στείλει να δει τι κάνεις. Αν μη τι άλλο αυτός ο άνθρωπος για σένα αποτέλεσε όλη σου τη ζωή – για εκείνα τα σκάρτα πέντε χρόνια. Και ναι, ακόμα και αν μία σχέση διαλύεται δεν αποκλείεται να κρατάς κάποιου είδους τυπικό ενδιαφέρον.
Δυστυχώς οι πρώην μου με μισούν. Κάτι κάνω λάθος και πάντοτε φεύγω με τον λάθος τρόπο. Εξαφανίζομαι. Κλείνω τηλέφωνα. Σκάω τη βόμβα και μετά φεύγω. Πάντοτε στέλνουν. Αλλά ποτέ να δουν τι κάνω. Πάντοτε μόνο για να εξωτερικεύσουν τα καταπατημένα αισθήματα κτητικότητας, τα οποία δεν πρόλαβαν να ξεσπάσουν πάνω μου. Πάντοτε για να μου πουν γύρνα πίσω. Στη συνέχεια, θέλουν να μου κάψουν το σπίτι. Μετά μου ζητάνε συγνώμη και φτου και από την αρχή τα μηνύματα λατρείας. Κάποιες φορές, θα ήθελα να είχα έναν πρώην που να μπορώ να διερωτάμαι τι κάνει. Θα ήθελα να ξέρω πως με αγάπησαν και όχι πως απλά με ερωτεύτηκαν. Θα ήθελα πολύ περισσότερο να ξέρω ότι δε με μισούν, ή ότι με έχουν ξεπεράσει. Να μαθαίνω για τις ζωές τους, να μαθαίνω ότι προχωρούν και δε μένουν στάσιμοι. Και ίσως αυτό είναι που ζηλεύω. Το ότι κανείς από τους πρώην μου δε μπόρεσε να το αντέξει αυτό.



Έρωτας. | Έβα Γκρην

Γλυκό μεσημέρι Ιούνη. Μια γλυκιά μελωδία ακούγεται από το δίπλα διαμέρισμα και σπάει την αποπνικτική ζέστη του κέντρου. Ένας παγωμένος καφές δροσίζει το μέσα και το έξω μου, καθώς οι ρανίδες από το νερό που κυλούν στο ποτήρι, πέφτουν πάνω στα γυμνά μου πόδια. Ξαπλωμένη σε μια κούνια, ξεχασμένη στο μπαλκόνι από την περασμένη δεκαετία, ξεφυλλίζω ένα βιβλίο που βρήκα σε κάποιο από τα ράφια της γερασμένης βιβλιοθήκης. Η μυρωδιά του μου προκαλεί μια γεύση νοσταλγίας για όλα εκείνα τα περασμένα, για όλα εκείνα τα Καλοκαίρια, για όλες εκείνες τις θάλασσες, για εκείνες τις ώρες, τις θυσιασμένες ανέμελα κάτω από τον ήλιο.
Εσύ κάθεσαι απέναντί μου και ξεφυλλίζεις ένα λεύκωμα με φωτογραφίες, ενώ ρίχνεις κλεφτές ματιές πότε στο στήθος μου που ξεπροβάλει μέσα από το διάφανο από τη φθορά του χρόνου t - shirt, και πότε στα πόδια μου που ακουμπούν νωχελικά το ένα, το άλλο. Με κοιτάζεις και μου χαμογελάς. «Έλα εδώ», με προστάζεις με νόημα. Κλείνω το βιβλίο, βάζοντας ένα εισητήριο που βρήκα ξεχασμένο στο τραπεζάκι, για σελιδοδείκτη και κάθομαι μαζί σου στον καναπέ.
Με παίρνεις αγκαλιά και αρχίζεις να μου διηγείσαι τι είναι τούτες οι φωτογραφίες που βλέπεις. Αρχίζεις να μου εξηγείς ένα-ένα όλα σου τα κατορθώματα. Και τα μάτια μου σε κοιτάζουν γεμάτα έκπληξη και περιέργεια. Ρουφάω τις λέξεις μία προς μία, διψώντας πάντα να ακούσω κάτι περισσότερο. Και τότε συνειδητοποιώ εκείνο που τάχα έχεις υπονοήσει τόσες και τόσες φορές με το βλέμμα. Όλα ξεκινούν και τελειώνουν με το θαυμασμό. Δεν υπάρχει πιο όμορφο πράγμα από τούτο το συναίσθημα. Το συναίσθημα του αλληλοθαυμασμού, το συναίσθημα εκείνο που σε κάνει να ψάχνεις πάντα τις λέξεις για να περιγράψεις τον άλλο, το συναίσθημα εκείνο που κάνει τα μάτια σου να χαμογελούν, τα πόδια σου να κόβονται και να τρέμουν, το συναίσθημα εκείνο που δε χωρά σε τούτο το κείμενο, που δε χωρά καν σε λέξεις.


Πρωινό στο κρεβάτι | Έβα Γκρην

Αυτό το κείμενο είναι creepy. Ο ίδιος ο έρωτας είναι creepy. Τουλάχιστον εμένα με φρικάρει. Όχι πως τάχα έχω κάποιο πρόβλημα μαζί του, πως τάχα δε τον γουστάρω, αλλά να, είναι που δεν μπορώ να τον διαχειριστώ και με γαμάει. Έπειτα, είναι που ποτέ δε τα βρήκαμε εμείς οι δύο. Σήμερα, λοιπόν, θα σας μιλήσω για τον ύπνο. Τα ‘χει πει όλα ο Μίλαν, δικιά μου. Τι άλλο άφησε να μας πεις εσύ; Θα μου πεις και θα γουστάρω. Θα γουστάρω που ‘χουμε διαβάσει το ίδιο βιβλίο. Θα γουστάρω που ‘χουμε μοιραστεί μια τάχα κοινή έμπνευση. Όχι, πως τάχα όλοι καταλαβαίνουν το ίδιο. Όχι, πως τάχα όλοι μπορούν να τον καταλάβουν, ή και θέλουν να τον διαβάσουν. Ειδικά τούτο. Με θυμάμαι έφηβη ακόμα να το σνομπάρω βλέποντάς το πλάι στη στοίβα από άρλεκιν που ‘χε η μάνα μου, τη στοίβα με βιβλία παραλίας που δε λείπει από κανένα σπίτι. Μέχρι και βιβλίο τουαλέτας το χα χαρακτηρίσει. Και να ‘μαι εδώ να με φρικάρω. Και να ‘μαι εδώ να φρικάρω σκεπτόμενη τι είχε πει ο τύπος. Η ώρα είναι περασμένες τρεις, αλλά εγώ δε κοιμάμαι. Έχω δουλειά στον υπολογιστή. Εκείνα τα γαμημένα πρότζεκτ. Εκείνη η δουλειά. Θα με φάνε κάποια μέρα, το ξέρω. Πλήττω. Γυρνάω και σου ρίχνω δύο κλεφτές ματιές, ενώ στέκεσαι γυμνός στο κρεβάτι μου. Άντε να συνεχίσω. Φέρνω στο μυαλό τις στιγμές από χθες. Τα ταξίδια που κάναμε το προηγούμενο βράδυ. Ανάσες με το στόμα, μικρές αυθόρμητες κινήσεις των δύο σωμάτων. Μια αέναη πάλη, μια γαμημένα άρρωστη συνήθεια. Μια συνήθεια αλλιώτικη από εκείνες που μισώ. Μέρες τώρα παλεύω να σε διώξω από το κρεβάτι μου, μέρες τώρα αναρωτιέμαι γιατί σε κρατάω. Εννοώ… Ξέρεις δε το συνηθίζω. Με τρομάζει το πόσο σε γουστάρω. Πίνω μια τζούρα από τον καφέ και ανάβω τσιγάρο. Γυρνάω και σε ξανακοιτάω. Η μεγαλύτερη δικτατορία όλου του κόσμου μέσα σε τούτη η στιγμή. Η στιγμή που βλέπεις τον άλλο να κοιμάται μακάρια, ενώσω το δικό σου μυαλό τρέχει. Όσο σε κοιτάω τόσο περισσότερο σε γουστάρω. Όσο σε κοιτάω, τόσο περισσότερο δε μπορώ να συγκεντρωθώ. Από τη μία να μη θέλω να σε ξυπνήσω και από την άλλη να νιώθω την καύλα να μου γαμάει το κεφάλι. Θα πετάξω τα ρούχα στο πάτωμα και θα τρέξω να κάνω ένα κρύο ντους να συνέλθω. Ύστερα θα έρθω και θα χωθώ στην αγκαλιά σου, μούσκεμα. Μούσκεμα από το νερό και από την καύλα. Δε θέλω να σε ξυπνήσω. Βάζω το χέρι μου ανάμεσα στα πόδια και σε κοιτάζω. Πόσο γαμάει το να σε βλέπω.
Τότε εσύ θα το καταλάβεις. Θα μισοανοίξεις τα μάτια και θα γυρίσεις να με κοιτάξεις. Θα χαμογελάσεις με εκείνο το ύφος που ξέρεις ότι με καυλώνει κι ύστερα θα χωθείς ανάμεσα στα πόδια μου. Μόλις νιώσω τη γλώσσα σου, θα έρθει και ο πρώτος σπασμός. "Σε θέλω. Σε θέλω.". Ύστερα θα μπεις μέσα μου, και θα με πάρεις αγκαλιά. Και δεύτερος σπασμός, και τρίτος.
Μέχρι που θα παραλύσω εντελώς στα χέρια σου και κουρασμένοι πια θα πέσουμε για ύπνο. Αγκαλιά. Ναι, για αυτή την αγκαλιά γίνονται όλα. Την αγκαλιά μετά τον ύπνο.


"Τα κανονικά παιδιά...." | Έβα Γκρην

Θα 'μουν, δε θα 'μουν δεκαεφτά χρονώ όταν έγινα γυναίκα πρώτη φορά. Ήταν κάποιο βράδυ Αυγούστου, όταν αποφασίσαμε με τον Κ. να προχωρήσουμε. Θυμάμαι είχα καύσωνα και ήμασταν στο εξοχικό. Στο δίπλα δωμάτιο ήταν οι γονείς του. Με τράβηξε από τα μαλλιά και με έκανε δικιά του. Με φίλησε. Μπήκε μέσα μου. Ξανά και ξανά. Ανάμεσα σε στοργή και ένταση. Ανάμεσα στο φόβο του άγνωστου και τη γλύκα του καινούριου. Ανάμεσα σε πόνο και κραυγές οδύνης, ξεπήδησαν οι πρώτες ανάσες ευχαρίστησης. Τι εμπειρία και τούτη. Από τότε άφησα πίσω εκείνη τη γαμημένη αθωότητα που μου 'χε πει η μάνα μου να κρατήσω όσο περισσότερο μπορώ και άρχισα να κάνω άλλες σκέψεις. Δε θα πω πως θυμάμαι πολλά από τότε. Μήτε πως μου άλλαξε τη ζωή. Θαρρείς πως μία πρώτη εμπειρία είναι σημαντική. Είναι σημαντική, όμως, μέχρι να έρθει κάποια επόμενη και να την αναιρέσει. Είναι πολύ περισσότερο σημαντική μέχρι την επόμενη σημαντική εμπειρία που θα σου δημιουργήσει σπασμούς. Και δε θα προσπαθήσω να υπεκφύγω, μήτε να κρυφτώ από τον εαυτό μου. Στις περισσότερες των περιπτώσεων αυτό κάνουμε. Ας κάνουμε τη διαφορά στα ερωτικά μας. Ας είμαστε για μια φορά ειλικρινείς με τις ανάγκες και με τους εαυτούς μας.
Χρόνια και χρόνια πάσχιζα, πότε με τους άλλους, πότε με τον εαυτό μου. Ανούσια σεντόνια που πλένονταν, χωρίς στάλα ικανοποίησης, χωρίς στάλα ηδονής. Ανούσιες σχέσεις. Ρηχά συναισθήματα. Απύθμενοι συμβιβασμοί. Ένα αυτομαστίγωμα γιατί έτσι. Ένα αυτομαστίγωμα γιατί ποτέ δεν πίστεψα στον έρωτα. Ανεχόμουν και με ανέχονταν σε μία συνεχή και άρρωστη επανάληψη. Σε μία συνήθεια. Δικαιολογούσα και με δικαιολογούσαν. Τα σώματα των δύο εραστών προχωρούσαν κάθε βράδυ στο κρεβάτι χωρίς κανένα πόθο, χωρίς καμία εγκαρτέρηση. Ήταν πλέον μία συνήθεια. Ήταν πλέον ένας συμβιβασμός. Μία αγάπη περιέβαλε αυτό το μίζερο αυτότροφο συναίσθημα της συνήθειας. Της άρρωστης συνήθειας στην οποία είχα φυλακίσει τα ερωτικά. Και μόνες ιστορίες που είχα τάχα να διηγούμαι αυτές από το γραφείο. Αυτές από τη δουλειά. 
Ξέρεις, ποτέ δε πίστεψα ότι οι άλλοι θα μπορούσαν τάχα να σεβαστούν και να συνυπάρξουν μαζί μου. Θαρρείς ούτε το γούσταρα, ούτε το επεδίωξα και ποτέ. Θαρρείς μάλιστα δεν έβρισκα και κανένα νόημα σε αυτό. Η ζωή μου, η δική σου και σεξ μια φορά το μήνα για να νιώθω λίγη επιβεβαίωση. Και σε αυτό το πράγμα κόλλαγα την ταμπέλα σχέση.  Δε ξέρω. Θαρρείς πως φοβόμουν, πως τάχα είμαι πολύ συναισθηματική, πολύ πιο συναισθηματική και Πολυδούρη από όσο ποτέ γούσταρα, πως αν τάχα δενόμουν περισσότερο, πως ίσως αν χαιρόμουν κάτι θα πήγαινε στραβά και θα ξενέρωνε το σύμπαν. Θαρρείς πως πάντα μας κυνηγά αυτή η μάταιη ενοχή, όταν είμαστε χαρούμενοι. Θαρρείς πως διαπράττουμε ύβρι, πως λυπόμαστε τους άλλους, δεν ξέρω.
Όμως σας μιλούσα για εκείνη τη φορά. Για εκείνη τη φορά που δε θυμάμαι. Και για εκείνη τη φορά που μου τη θύμισε. Εκείνη η φορά λοιπόν. Εκείνη η φορά. Λες και έχει σημασία να σας εξηγήσω. Λες και έχει σημασία να σας πω. Αν δεν σας αγκαλιάσει κάποιος την ώρα που τρέμετε ολόκληρες, την ώρα του σπασμού, τα λόγια μου μικρή αξία θα έχουν. Φανταστείτε εγώ πίστευα πως δεν υπάρχει, πως είναι μια ιδέα αυτό που λένε "έρωτας", πως είμαι ελαττωματική μαθες.
Πολλές φορές έρχονται καταστάσεις στη ζωή μας που μας κάνουν να συνειδητοποιήσουμε τις πραγματικές μας ανάγκες. Τούτη ήταν μία από αυτές. Τούτη ήταν η φορά που συνειδητοποίησα πως η φάτσα μας το πρωί, είναι εικόνα από το προηγούμενο βράδυ. Τούτη ήταν η φορά που συνειδητοποίησα πολύ περισσότερο την αλήθεια που είχα μέσα μου. Μια ζωή πάσχιζα ανάμεσα σε λογική και συναίσθημα. Μια ζωή να καταπιέζομαι και να μπαίνω σε στεγανά από φόβο μήπως και τάχα παραμελήσω εμένα, μήπως με χάσω μέσα σε όλο αυτό. Μια ζωή να υπεραναλύω. Να παλεύω να εξηγήσω τα ανεξήγητα. Να νιώθω τα κουμπιά του πουκαμίσου μου να με πνίγουν, να νιώθω να μου καταπίνουν το οξυγόνο και να υπομένω, να αγωνίζομαι. Και να χάνω. Να χάνω εμένα και τις ευκαιρίες της ζωής. Να χάνω πολύ περισσότερο το χρόνο μου, τα χρόνια μου. Μέσα σε ανούσιες καθημερινότητες, σε βαρετές καλημέρες και τυπικές καληνύχτες.
Και τώρα πια να συνειδητοποιώ ότι το μόνο πράγμα που πρέπει να ξέρεις για να θες κάποιον είναι αυτή η καύλα, όταν τον βλέπεις. Αυτή η γαμημένη υγρασία ανάμεσα στα πόδια σου, όταν κάθεται δίπλα σου. Αυτή η υγρασία που νιώθεις όποτε τον φέρνεις στο μυαλό. Αυτή η καύλα που νιώθεις όταν σε φιλάει, όταν βρίσκεται από πάνω σου. Όταν χάνεις τις ώρες σε λεπτοδείκτες. Όταν ο χρόνος είναι μια ανύπαρκτη έννοια και το μόνο που σε νοιάζει να 'ναι να τον ζήσεις. Να τον ζεις. Μέσα σου. Μόνο μέσα σου. Σε μια στιγμή να ξεχνάς τα πάντα, τους πάντες, να ξεχνάς πολύ περισσότερο εσένα. Και κυρίως να ζεις. Να ζεις με ένταση. Να ζεις με ένταση και στα ερωτικά. Με την ίδια ένταση που ζεις και στα επαγγελματικά. Γιατί όταν είσαι δραστήριος άνθρωπος αξίζει να επιβραβεύεσαι με πολύ περισσότερα από τα υλικά αγαθά. Γιατί πολύ περισσότερο όταν είσαι δραστήριος άνθρωπος δεν επαναπαύεσαι ποτέ σε αυτά και μια ζωή θα κυνηγάς τα σπάνια, εκείνα τα μοναδικά που κάνουν τα πόδια σου να τρέμουν. Εκείνα τα γαμημένα λόγια που θα 'ναι αρκετά για να σε κάνουν να μείνεις. Εκείνον τον ένα που θα του κόβονται τα πόδια όταν σε βλέπει, γιατί θα ξέρει ότι δε συγκρίνεσαι με καμία προηγούμενη. Εκείνον που θα καταφέρει να δει την καύλα στο βλέμμα σου. Εκείνον, που αρκετό καιρό μετά θα σε αναγκάσει να γράψεις κείμενο σαν γυναίκα.


Παρασκευή 24 Ιουνίου 2016

"Σ' αγαπάω" | Έβα Γκρην

Το επόμενο πρωί ξύπνησε κακόκεφος. Τι κι αν ένιωθε; Τι κι αν την αγαπούσε; Τι νόημα έχουν άραγε τα συναισθήματα όταν δε μπορείς να τα μοιραστείς; Το σπίτι έδειχνε άδειο χωρίς το γέλιο της. Και το σπίτι και η ζωή του. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και σύρθηκε ως το μπάνιο. Έριξε λίγο νερό στο πρόσωπο του για να συνέρθει. Κοίταξε το είδωλο του κλεφτά στον καθρέφτη και σκέφτηκε να το φτύσει. Ύστερα σκέφτηκε πόσο ανούσιο θα ήταν αυτό.
Κοίταξε το χώρο προσδοκώντας να βρει ένα σημάδι της παρουσίας της. Έβαλε στο pc να παίζει το αγαπημένο της τραγούδι. Κάπου στο σαλόνι βρήκε ένα διπλωμένο της t-shirt. Το έπιασε απαλά, λες και την κρατούσε. Το αγκάλιασε και το μύρισε. Τι σκεφτόμουν; Άρχισε να κλωτσάει τα έπιπλα με μανία, άρχισε να σπάει ότι έβρισκε μπροστά του. Δε μπορούσε τάχα να διανοηθεί πως την είχε αφήσει να φύγει. Όχι, όχι έτσι. Όχι, όχι, εκείνη.
Ξανάπεσε στο κρεβάτι απογοητευμένος. Κοιτούσε το ταβάνι χωρίς καμιά εγκαρτέρηση. Σκέφτηκε να βάλει και πάλι τα κλάματα, όμως τι νόημα θα χε; Έπιασε το κινητό να της στείλει. Και τι να της πει; Είχε φερθεί τόσο παθητικά το προηγούμενο  βράδυ που την περίμενε, που πια δεν έβρισκε τις λέξεις να χωρέσει ένα συγνώμη. Είχε φερθεί τόσο εγωιστικά. Έπειτα, κι αν εκείνη δεν ήθελε να τον δει;
Πήρε τα κλειδιά από το ξεχασμένο στο γκαράζ δίκυκλο, έβαλε ένα t-shirt και ένα τζιν και έτρεξε να τη βρει. Έπρεπε να της μιλήσει. Έπρεπε να της πει πως νιώθει. Έπρεπε να της είχε πει από την αρχή. Πόσο φοβόταν άραγε τον έρωτα; Πόσο εγωιστής είχε υπάρξει; Έπρεπε να της το χε πει. 
"Σ' αγαπάω".


"Σαγαπάω", γιατί μαζί σου χάνω τον έλεγχο. Χάνω τον εαυτό μου και χάνομαι. Χάνομαι μέσα μου και μέσα σου. "Σ'αγαπάω", γιατί όταν σε βλέπω μου κόβονται τα πόδια, το στόμα μένει μετέωρο και οι λέξεις αιωρούνται στον αέρα σε μια προσπάθεια να σου πουν. Τι να σου πουν γαμώτη σου που όλα μοιάζουν τόσο λίγα μπροστά σου; Ντρέπομαι τόσο ο ανόητος που δε μπορώ τάχα να βρω κάτι πιο καινούριο να σου πω. Ντρέπομαι που το "Σ' αγαπώ" μοιάζει τόσο συνηθισμένο μπρος σε κείνα που με κάνεις να νιώθω. 

Τετάρτη 22 Ιουνίου 2016

Νιώθω | Έβα Γκρην

Ήταν ένα βράδυ σαν όλα τα άλλα. Σαν όλα τα άλλα που περνούσε τάχα με φίλους και έκανε πως διασκέδαζε. Γούσταρε να είναι η ψυχή της παρέας. Να λέει πάντα τις μαλακίες του για να κάνει τον κόσμο να γελάει. Ιστορίες και ιστορίες είχε να διηγηθεί. Αληθινές και ψεύτικές. Απλά για να τους διασκεδάζει. Κι ας γελούσαν με την πάρτη του. Διόλου δε τον ένοιαζε. Εκείνο που χε σημασία ήταν ότι εκείνοι ήταν χαρούμενοι. Κι εκείνος παραμυθάς. Από εκείνους που θέλουν να βλέπουν τον κόσμο χαρούμενο, που θέλουν τάχα να κάνουν τον κόσμο να ξεχνά. Και να ξεχνιέται κι αυτός μαζί τους. Να χάνει τον εαυτό του και να χάνεται.
Ακόμα και εκείνη τη νύχτα. Εκείνη τη νύχτα που την περίμενε να έρθει. Είχε μαζέψει κόσμο σπίτι από νωρίς. Έλεγε, έλεγε. Και τι δεν έλεγε το στόμα του. Πόσες ιστορίες είπε για να ξεχάσει το πόσο ήθελε να την δει. Πόσες μαλακίες. Ύστερα, μόλις ο κόσμος έφυγε έμεινε στο πατζούρι να ακούει τα αμάξια να περνούν. Ήταν σίγουρος πως θα ερχόταν. Ήταν σίγουρος πως κι εκείνη ήθελε να τον δει. Ήταν σίγουρος… Όμως όχι. Τούτη του η σιγουριά γίνηκε απογοήτευση. Εκείνη τη νύχτα έκλαψε τόσο πολύ που δεν έμεινε στάλα δάκρυ στα βλέφαρά του. Που τάχα δεν έμεινε στάλα συναίσθημα για τίποτα. Έμπηξε τα νύχια στο δέρμα, ξέσκισε τη σάρκα του. Άδειασε. Γιατί κατάλαβε. Κατάλαβε. Εκείνη την νύχτα συνειδητοποίησε πόσο τάχα την αγάπησε. Και δεν ήταν τόσο το ότι δεν ήρθε. Ήταν πολύ περισσότερο που ένιωθε. Ένιωθε. Την αγαπούσε. Την αγάπησε.
Χρόνια και χρόνια πάσχιζε με τούτο το καταραμένο συναίσθημα. Χρόνια και χρόνια προσπαθούσε να το ξεράσει στην τουαλέτα σαν κάποια τάχα βλαβερή ουσία που χε φάει. Κι αυτό το γαμημένο δεν έλεγε να πεθάνει. Και αυτό εκεί. Να του τρώει μέρες και νύχτες. Και νύχτες.
Είχε χρόνια να νιώσει τόσο μαλάκας. Βαθιά μέσα του το γούσταρε που ένιωθε. Βαθιά μέσα του γούσταρε ακόμα και που πονούσε. Ο εγωισμός του τον είχε στήσει στον τοίχο τον έδειχνε και γελούσε. Και αυτός μέσα στην τόση του θλίψη γελούσε κι αυτός μαζί του. Νιώθω. Νιώθω. Επαναλάμβανε και γελούσε μέσα στην τόση του παραφροσύνη. Κι αν τάχα εκείνη δεν ήρθε, μάλλον δεν κατάλαβε. Τούτο τον έθλιβε λίγο. Μα ήξερε. Ήξερε πως οι άνθρωποι πάντα καταλαβαίνουν αυτά που θέλουν. Κι αν εκείνη δε κατάλαβε, ήταν που δεν ήθελε να καταλάβει.
Σκούπισε τα μάτια του - οι άντρες δε κλαίνε, γέλασε κρυφά. Μάζεψε τα γυαλιά από το σπασμένο ποτήρι, έριξε λίγο οινόπνευμα στις πληγές του, χαμογέλασε, και γέλασε. Γέλασε τόσο με τούτο το συναίσθημα. Ακόμα και αν έλειπε κάτι από την αγκαλιά του, ακόμα και αν τάχα εκείνη δεν ήταν εκεί, εκείνος είχε νιώσει. Και αυτό του ήταν αρκετό.




Τρίτη 21 Ιουνίου 2016

Συμβιβασμοί και άρνηση. | Έβα Γκρην

Η ώρα είναι μόλις δώδεκα. Για μένα είναι ακόμα μεσημέρι. Άλλη μία μέρα που ξύπνησα απόγευμα. Άλλη μία μέρα που όμως ξύπνησα με εσένα πλάι μου. Δε ξέρω πως να χωρέσω τα αντισυμβατικά μου συναισθήματα σε συμβατικές νόρμες. Δε ξέρω μήτε πως να χωρέσω τη σκέψη μου σε δαύτες. Είμαι περίεργο παιδί, στο ξανάπα. Υποχρεώσεις, λογαριασμοί, έξοδα να τρέχουν. Κι εμένα το μυαλό μου κολλημένο στη σκέψη σου. Κι εμένα το μυαλό μου να στροφάρει περίεργα και να βλέπει οράματα για όλα εκείνα που θέλω να κάνω μαζί σου.
Ώρες, ώρες τα θεωρώ ουτοπικά. Ξέρεις, νιώθω τόσο μικρός, τόσο ανούσιος. Ώρες-ώρες πάλι νιώθω πως μπορώ να κατακτήσω τον κόσμο, όταν τάχα με κοιτάζεις με αυτό το βλέμμα. Αυτό το βλέμμα της σιγουριάς που χαμογελάει, όποτε με βλέπει, που με θαυμάζει. Ξέρεις, πιότερο από το να απογοητεύσω εμένα, φοβάμαι μη σε απογοητεύσω. Μην τάχα προδώσω εκείνο το θαυμασμό σου. Και φτου και από την αρχή να σκέφτομαι μια τάχα γαμημένη ιδέα για να σου προσφέρω όλα εκείνα που τάχα έχω ονειρευτεί μαζί σου. Ύστερα με πιάνουν οι μαύρες μου. Τρώω τις φρίκες μου και σα κλασικό αρσενικό ξεκινάω να φυσάω και να ξεφυσάω δίχως να βγάζω λέξη. 
Δυστυχώς πάντα καταλαβαίνεις. Πάντοτε το μαντεύεις ότι κάτι έχω. Έρχεσαι και με παίρνεις αγκαλιά. Κι εγώ πάντα να προσπαθώ να σου ξεφύγω με μαλακίες και μισόλογα. Δε γουστάρω να σε βάζω στα προβλήματά μου. Δε σου αξίζει. Από την άλλη θέλω να τα παλεύουμε μαζί. Μαζί και στα δικά μου και στα δικά σου προβλήματα. Μαζί σε όλα.
Τι θα κάνω με τη γαμημένη τη ζωή μου; Τι στο διάολο συμβαίνει εκεί έξω; Τι θα κάνουμε;
Είναι φορές που θέλω απλά να κόψω την επικοινωνία με τον κόσμο. Να σε πάρω και να πάμε να ζήσουμε σε ένα νησί, σε ένα νησί γεμάτο αγάπη. Μόνο αγάπη. Να μην ακούω μήτε τη βουή του κόσμου, μήτε τη δική μου. Το 'χω σκεφτεί τόσες και τόσες φορές, όμως πάντα ύστερα το μετανιώνω. Όχι, όχι. Η παραίτηση δεν είναι λύση. Και η φυγή είναι παραίτηση.
Ξέρεις δε σου πα. Σήμερα έχω οργή μέσα μου. Όχι, όχι θλίψη. Μόνο οργή. Σήμερα διάβασα το βιβλίο ενός φίλου, το οποίο αποφάσισε να μη δώσει σε εκδοτικό και να το διαθέσει δωρεάν. - Και είναι το πιο όμορφο βιβλίο που 'χω διαβάσει τελευταία. Σκατά. Σκατά. Όλα τα κάναμε σκατά. Από την πένα του Καζαντζάκη ως της Μαντά, μια χούφτα χάπια δρόμος. - Χθες παρέδωσα μια ακαδημαϊκή έρευνα τζάμπα. Αύριο θα δώσω το κείμενο μου σε κάποιο site. Χθες χρειάστηκα μια μπύρα. Αύριο θα χρειαστώ τσιγάρα. Μεθαύριο θα έρθει η ΔΕΗ. Πρέπει να δω τι θα κάνω με τη ζωή μου. Πρέπει να... Ξέρεις. Εσύ περισσότερο από όλους το ξέρεις... είναι που ποτέ δε μπόρεσα να συμβιβαστώ. Είναι που δε θα το κάνω τώρα. Μεγάλωσα πια. Ότι συμβιβασμό ήταν να κάνω τον έκανα. 
Πάντα στη ζωή μας έχουμε την επιλογή. Είτε θα πάρουμε εκείνο το μονοπάτι με τους συμβιβασμούς, είτε θα μείνουμε ασυμβίβαστοι, αιώνιοι έφηβοι, πιστοί στα όνειρα και τις αξίες μας. Και είναι αργά. Είναι αργά για να αλλάζεις ζωή τώρα στα γεράματα. Άλλωστε, δε θα χε νόημα. Δε θα ήμουν εγώ. Κάθε μέρα να βρίσκεις πράγματα που να τραβούν το ενδιαφέρον σου και να σε κρατούν απασχολημένο. Κάθε μέρα να ζεις. Να ζεις λίγο περισσότερο από την προηγούμενη. Πάντα να ξεπερνάς τον εαυτό σου. Και να παλεύεις. Να παλεύεις με εκείνα που έρχονται, με τους δαίμονές σου, αλλά πολύ περισσότερο με το συμβιβασμό. Με το συμβιβασμό εκείνο που η κοινωνία έχει αποφασίσει για τον καθένα μας. Και να τον ξεπερνάς και δαύτον. Γιατί τούτο πιότερο από όλα σημαίνει να 'σαι ο εαυτός σου.