Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα συνέντευξη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα συνέντευξη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025

Καίτη Γκρέυ: Πέθανε η λαϊκή τραγουδίστρια - Οι θυελλώδεις έρωτες, η μητρική αγάπη και το πάλκο

Σε ηλικία 100 ετών έφυγε η Καίτη Γκρέι




Η Καίτη Γκρέυ νοσηλευόταν για μήνες στο νοσοκομείο μετά από από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη. Είχε πάρει εξιτήριο τον Οκτώβριο του 2024 και είχε επιστρέψει στο σπίτι της. «Έχει αρκετά προβλήματα και μπορεί να συμβεί οποιαδήποτε στιγμή το οτιδήποτε… ο Θεός μόνο ξέρει» είχε πει τότε, η εγγονή της, Αγγελική Ηλιάδη.

Έφυγε από τη ζωή σήμερα (19-01-2025) σε ηλικία 100 ετών, η Καίτη Γκρέυ. Η σπουδαία λαϊκή τραγουδίστρια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας τα τελευταία χρόνια και άφησε την τελευταία της πνοή στο σπίτι της.



Σύμφωνα με πληροφορίες η Καίτη Γκρέυ έφυγε από τη ζωή το πρωί της Κυριακής 19 Ιανουαρίου του 2025 στις 10:00 το πρωί. Η κηδεία της θα γίνει την Τετάρτη 22 Ιανουαρίου του 2025.

Η Καίτη Γκρέυ παντρεύτηκε και χώρισε σε νεαρή ηλικία. Ήταν για πέντε χρόνια αρραβωνιασμένη με τον Στέλιο Καζαντζίδη, και έπειτα με τον Ανδρέα Μπάρκουλη. Επίσης είχε δεσμό με τον εφοπλιστή Νίκο Λαιμό, αλλά και με τον ηθοποιό Κώστα Καρρά.

Παντρεύτηκε δύο φορές: με τον Νίκο Ηλιάδη, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, τον Φίλιππο (1947) και τον Βασίλη (1950–2021), και με τον χρυσοχόο Μιχάλη Παπαναστασόπουλο. Ζούσε μόνιμα στη Νέα Σμύρνη.



Τη δεκαετία του 1960 ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη τραγουδίστρια έχοντας ημερομίσθιο που ξεπερνούσε ακόμα και τις 8.000 δραχμές. Αυτό αναγνωρίστηκε και από τα ελληνικά δικαστήρια σε μια δικαστική μάχη που υπήρχε με ιδιοκτήτη νυχτερινού κέντρου της εποχής.

Ηχογράφησε περισσότερα από 1.500 τραγούδια, μέχρι και το 1996, οπότε και αποσύρθηκε από τη δισκογραφία και τα νυχτερινά κέντρα.

Το 1995 ο Κώστας Φέρρης υπογράφει συμβόλαιο με τον ΑΝΤ1 για τη μεταφορά της θρυλικής ζωής της στην μικρή οθόνη. Ωστόσο αυτό δεν έμελλε να επιτευχθεί εξολοκλήρου μιας και το κόστος του προϋπολογισμού δεν έφτασε και για τα 26 επεισόδια που είχε υπογραφεί η σύμβαση. Τα γυρίσματα έγιναν σε Ελλάδα, Τουρκία και Αίγυπτο ενώ το τραγούδι των τίτλων «Εγώ σε νίκησα ζωή» με ερμηνευτή τον Γιάννη Πάριο δε βγήκε ποτέ στη δισκογραφία.

Το 2006 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία της, με τίτλο «Έτσι όπως τα έζησα». Έπαιξε σε 19 ταινίες ως ηθοποιός και τραγουδίστρια.


Η πολυτάραχη ζωή της σπουδαίας τραγουδίστριας

Η Καίτη Γκρέυ, το πραγματικό της όνομα Αγγελική Καλαϊτζή γεννήθηκε στις 14 Μαΐου 1924 στο χωριό Μυτιληνιοί της Σάμου και είχε τρία αδέλφια. Υιοθετήθηκε από την οικογένεια Καλαϊτζή και μεγάλωσε στον Πειραιά.



Αρχικά έγινε ηθοποιός στα μπουλούκια της Ρίτας Τσάκωνα και αργότερα τραγούδησε ελαφρό τραγούδι με τον Γιάννη Βέλλα καθώς και άλλους καλλιτέχνες του είδους. Πρότυπό της υπήρξε ο Τζίμης Μακούλης. Το πρώτο της τραγούδι το ηχογράφησε το 1952 και ήταν η δημιουργία του Γιώργου Μητσάκη «Το μαράζι». Μετά την επιτυχία που σημείωσε, κατάφερε να γίνει το πρώτο όνομα στα μεγαλύτερα κέντρα της εποχής.

Με επιμονή και σκληρή δουλειά καταφέρνει να δώσει σάρκα και οστά σε μια σειρά από όνειρα. Να εκπληρώσει φιλοδοξίες και να γίνει από κάποια στιγμή και μετά, το όνομά της συνώνυμο της επιτυχίας.

 Με τη αυθεντική λαϊκή φωνή και το ανεπανάληπτο ταμπεραμέντο, η Καίτη Γκρέυ σφράγισε μια ολόκληρη εποχή. Οι μοναδικές ερμηνείες της σε διαχρονικές επιτυχίες, όπως «Το μαράζι», «Το βουνό», «Πήρα την στράτα και έρχομαι», «Μέσα στης ζωής τα μονοπάτια», «’Ανοιξε, άνοιξε», «Καλέ μάνα δεν μπορώ», «Αγγελοκαμωμένη μου», «Θέλω να είναι Κυριακή», «Τα ξένα χέρια», «Το πες και τό ‘κανες», «’Αναψε το τσιγάρο», «Μια γυναίκα μόνο ξέρει», «Βαθειά στη θάλασσα θα πέσω», άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι τους στο ελληνικό τραγούδι.

Ερμήνευσε τις πρώτες εκτελέσεις τραγουδιών συνθετών όπως: Μάρκος Βαμβακάρης, Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Μητσάκης, Χρήστος Κολοκοτρώνης, Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, Κώστας Βίρβος, Θόδωρος Δερβενιώτης, Μπάμπης Μπακάλης, Γιώργος Ζαμπέτας και Πάνος Τζαβέλλας.


Τι είχε εξομολογηθεί η Καίτη Γκρέι στον Αντώνη Μποσκοϊτη 

*το απόσπασμα από τη συνέντευξη που είχε δημοσιεύσει ο δημοσιογράφος στο Documento . 


Όταν ο Στέλιος Καζαντζίδης της ζήτησε να ξαναβρεθούν μαζί στο παλκο και ενώ εκείνη είχε δεσμό με τον εφοπλιστή Νίκο Λαιμό και εκείνος με τη Μαρινέλλα 

"Τέλος πάντων, κάνε ό,τι θες, σου έχω εµπιστοσύνη». Ξαναπαίρνει ο Καζαντζίδης και του λέω πως συµφωνώ να τραγουδήσουµε, µέσα µου όµως έβραζα: «Α ρε πούστη, θα δεις τι θα σου κάνω» έλεγα. Πάω στον µόδιστρό µου και του λέω: «Γιώργο, θέλω να µου ράψεις ό,τι πιο σεξουαλικό υπάρχει» κι αυτός µου κάνει: «Τι έπαθες µωρή, εσύ ούτε πλάτη δεν ήθελες έξω» (γέλια). Κάθισε ο άνθρωπος, κένταγε κι έραβε τις νύχτες και µου έβγαλε µέσα σε πέντε µέρες τρία διαφορετικά φορέµατα. Όταν µε είδε ο Στέλιος µου κάνει: «Βλέπω τα βγάλαµε όλα», αλλά του δείχνω τη Μαρινέλλα και του απαντάω: «Κουµάντο από κει, όχι σε µένα» (γέλια)."




Για το τραγούδι και για τη μητέρα της 

«Όταν ήμουν μικρή και μια κυρία μού έφερνε σοκολάτες και καραμέλες, ρωτούσα τη μητέρα μου ποια είναι αυτή η κυρία. Μου έλεγε ότι είναι μια θεία, που μας αγαπάει. Μεγάλωσα στα ξένα χέρια, αλλά αυτή η γυναίκα που με μεγάλωσε με λάτρεψε. Ήταν πραγματική μου μάνα. Μια μέρα, γυρνώντας από το νηπιαγωγείο, συνάντησα αυτή τη “θεία” στον δρόμο. Ήταν με έναν αστυνομικό και μόλις με είδε είπε “Να ‘το, να ‘το!”. Την είδα και τη ρώτησα, γιατί δεν έρχεται πια σπίτι μας. Μου είπε ότι δεν ήταν εδώ και έλειπε και μου είπε να πάω σπίτι της, να παίζω με τα παιδιά της», είχε πει.


«Και με πήρε σπίτι της και πέσανε τα αδέρφια μου – φυσικά ήταν αδέρφια μου – και εκείνη την ώρα μου είπε “Εγώ είμαι η σκύλα η μάνα σου, που σ’ έδωσα, γιατί δεν μπορούσα να σε ζήσω”. Της είπα ότι θέλω να κάτσω μαζί της και δεν θέλω να πάω στην άλλη. Μου είπε ότι, αν δεν πάω, θα τη βάλουν φυλακή. Η θετή μου μητέρα είχε καλέσει την αστυνομία και όταν πήγα σπίτι τής είπα: “Δεν είσαι εσύ η μαμά μου. Δώσε μου τα ρούχα μου, να πάω στην άλλη”. Είχα πολλές τέτοιες πικρίες στη ζωή μου», συμπλήρωνε η Καίτη Γκρέυ.


[...]


Τότε λοιπόν οι φωνοληψίες, όπως θα ξέρουνε οι παλιοί, δε γινόντουσαν όπως γίνονται τώρα, με ταινίες και τέτοια, με φίλτρα και με ένα σωρό πράγματα που τις μικρές φωνές τις κάνουν μεγάλες. Και τότε, μάλιστα, έπαιρνε και βραβείο όποιος χάλαγε τα λιγότερα κεριά στις φωνοληψίες. Κι απ’ ότι λέγανε, εγώ και ο Βαγγέλης ο Περπινιάδης, ήμασταν οι μοναδικοί τραγουδισταί που δε χαλάγαμε πολλά κεριά. Πηγαίναμε μια κι έξω. Τότε έπρεπε να είχες μέταλλο για να μπορέσεις να τραγουδήσεις στα μηχανήματα αυτά που είχανε. Πραγματικά, στήθηκα εγώ, το είπα το τραγούδι μια κι έξω.


Τρελαθήκανε όλοι γιατί, όπως μου εξήγησαν μετά, δίνανε βραβεία σ’ αυτούς που χαλάγανε τα λιγότερα κεριά, γιατί η φωνή γραφότανε πάνω σ’ ένα κερί. Μ’ αγκάλιασε ο Μητσάκης, με φίλαγε, κορίτσι μου, μπράβο, συγχαρητήρια, μιa κι έξω το πήγες το τραγούδι, δεν έπαθες καθόλου τρακ. “Ε, ας το κάνουμε άλλη μια φορά”, λέει ο κύριος Μηλιόπουλος κι ο κύριος Λαμπρόπουλος, “για να έχουμε κι ένα ρεζέρβα, γιατί μπορεί να χαλάσει το ένα κερί να έχουμε το άλλο”. Πραγματικά, το γύρισα άλλη μια φορά και γραμμοφώνησα το πρώτο μου τραγούδι με μεγάλη συγκίνηση», είχε αφηγηθεί στον Γιώργο Χρονά.


*Mε πληροφορίες από ladylike.gr, iefimerida και documento
















Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Νίκος Θεοχαρίδης | Είχα μάθει να μιλάω με εικόνες πριν αρχίσω να συγγράφω, “έντονα” | Συνέντευξη στην Κάλλια Βαβουλιώτη


Ένας νέος συγγραφέας,  ο Νίκος Θεοχαρίδης μας συστήνεται με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου "Vampire Road Story" (εκδ. Πηγή), το δεύτερο σε σειρά μετά το "Edelweiss" (εκδ. Κάκτος) και μας μυεί στον κόσμο της λογοτεχνίας του φανταστικού μέσα από το δικό του πρίσμα.Νεράϊδες, Ιερείς και άλλα ξεχωριστά πλάσματα με ισχυρούς συμβολισμούς βρίσκουν τη θέση τους, στον κόσμο του νέου συγγραφέα. Οι "αναποδιές" στο γύρισμα της πρώτης του ταινίας τον οδήγησαν στα ξεχωριστά μονοπάτια της συγγραφής, άλλωστε στον κόσμο του, "όλα είναι εικόνες". Ας τον γνωρίσουμε!


 Πότε ξεκινήσατε να ασχολείστε με τη συγγραφή ;


Κλισέ, απάντηση θα δώσω. Από πάντα. Από ένα σημείο και μετά έγινε όμως έντονο και άρχισαν να αντιδρούν τα δάχτυλα μου στη σκέψη.




Από το «εντελβαϊς» στο «Vampire Road Story” τι έχει μεσολαβήσει συγγραφικά για εσάς σε αυτό το διάστημα;

Δυο συνεργασίες με δυο εκδοτικούς οίκους. Ένας νέος κύκλος γόνιμων γνωριμιών, με ανθρώπους που υπάρχουν με ωραίους διαφορετικούς τρόπους. Συνειδητοποίηση. Φρόντίδα. Υπάρχουν ακόμα εκεί έξω.

 Με μία πρώτη ματιά στα βιβλία σας διαπιστώνει κανείς κάποιες επιρροές από beat generation . Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι να γράψει κανείς τη δεδομένη χρονική στιγμή beat διηγήματα στα ελληνικά; Είναι κάτι που γίνεται σκόπιμα ή συμβαίνει φυσικά; 

 Εγώ δεν θα μπορούσα ποτέ να αποδεχτώ πως γράφω Beat. Από ταπεινότητα. Πως θα μπορούσα να ταυτίσω εγώ ο ίδιος τον τρόπο γραφής μου με κάτι τόσο υπέροχο ;

Ο τρόπος γραφής μου είναι σκόπιμος και φυσικός. Επειδή ο σκοπός μου, δημιουργείται από φυσικές εσωτερικές ανάγκες. Είναι αρκετά εύκολο. Έρχεται εκείνη η ανάγκη να σώσεις τον κόσμο. Μετά η γνώση πως δεν θα το καταφέρεις μόνος. Ύστερα έρχονται οι ψιθυροι για ελευθερία ανεξαρτησία. Αλληλεγγύη και φυσικά ταξίδι. Ο δρόμος. Μέχρι να φτάσουμε σε εκείνες τις πραγματικότητες. Α . Να μερικά beat στοιχεία. Ναι τώρα το βλέπω.




Από που πηγάζει η έμπνευση σας; Υπάρχει το βιωματικό στοιχείο;


Πόνος. Υπέροχος πόνος. Υπαρξιακός πόνος. Φανταστικός πόνος. Ψεύτικος πόνος. Ο πόνος που σου προκαλούν οι άλλοι και ο πόνος που προκαλείς στον εαυτό σου. Ο πόνος της αγάπης και ο πόνος της ελπίδας. Ο πόνος του νου και ο πόνος του αποχωρισμού. Και χαρά. Υπέροχη χαρά. Υπαρξιακή χαρά. Φανταστική χαρά.Ψεύτικη χαρά. Η χαρά που σου προκαλούν οι άλλοι, η χαρά που προκαλείς στον εαυτό σου. Η χαρά της αγάπης και η χαρά της ελπίδας. Η χαρά του νου και η χαρά του αποχωρισμού. Και αγάπη. Όχι αγάπη. Ας είμαι ταπεινός μπροστά της. Τάση προς εκείνη.


 Πως έχουν επηρεάσει οι σπουδές σας στον κινηματογράφο την προσέγγιση της συγγραφής;

Κάποτε δεν μπόρεσα να γυρίσω μια ταινία. Για πρακτικούς λόγους. Τράβηξε πολύ αυτή ιστορία. Μέχρι να παραδεχτώ, πως η πραγματικότητα με είχε νικήσει για την ώρα. Αλλά της την έφερα. Την έκανα βιβλίο. Νομίζω αυτό είναι το πιο βασικό. Από εκδίκηση στην πραγματικότητα. Ο κινηματογράφος με έμαθε να μιλάω με εικόνες. Έρχονται στο χαρτί κάποιες φορές και γράφω σαν να τοποθετώ τη κάμερα. Κοντά η μακριά από την δράση. Με αργή κίνηση η όχι. Το κάδρο των λεπτομερειών. Κοντινό. Πολύ κοντινό. Μεσαίο. Σκιές φώτα. « Κάτι κινείται. Κάτι κινείται γρήγορα, εκεί. Δες ». Να όπως έγινε τώρα. Ίσως ο αναγνώστης κάτι είδε με το νου του διαβάζοντας, κάτι να κινείται, και μετά να κινείται γρηγορότερα. Μου λένε πως τα κείμενα μου είναι γεμάτα εικόνες. Είχα μάθει να μιλάω με εικόνες πριν αρχίσω να συγγράφω, “έντονα”. Η ταχύτητα του μοντάζ γίνεται ρυθμός πλοκής. Το σενάριο το ταξίδι των ηρώων. Είναι μεγάλες μητέρες και η συγγραφή και η σκηνοθεσία.


Οι ήρωες και οι ηρωίδες σας εντάσσονται περισσότερο στο πλαίσιο του φανταστικού ενώ συγχρόνως εμπεριέχουν αντιφατικά στοιχεία (πχ. μία νεραϊδα που συγκρούεται με έναν ιερέα). Ποια η διαδικασία για να χτίσετε έναν ήρωα συγγραφικά; 

 Έρχονται μόνοι τους. Ειλικρινά. Έρχονται ντυμένοι σαν σύμβολα, λίγο πιο έντονοι από τις ιδιότητες τους. Π.χ. Νεράιδα και Ιερέας. Έρχονται γεμάτοι υπονοούμενα και παραδοξότητες. Έρχονται από θρυλικές διηγήσεις, από λίμνες αρχετύπων. Από μύθους και παραμύθια. Εγώ είμαι απλά δεκτικός στην παρουσία τους. Τους αφήνω να πασπαλίσουν τα χέρια μου με νεραιδόσκονη και άμμο. Οπότε έχω προσπαθήσει να τους χειραγωγήσω δεν μου βγαίνουν τα κείμενα. Όμως έχουμε κάνει και κάποιες συμφωνίες. Δεν αφήνω καμία Νεράιδα μου να είναι απλά και μόνο Νεράιδα. Κανέναν Ιερέα να είναι απλά και μόνο Ιερέας. Πρέπει να μου φέρουν κάτι. Όχι από τον κόσμο τους. Από τον δικό μας.



Σε ποιον ήρωα ταινίας και σε ποιον βιβλίου θα βρίσκατε τον εαυτό σας/θα ταυτιζόσασταν και γιατί;


Δεν θα μπορούσα να απαντήσω. Αγαπώ όμως εκείνους. Εκείνους που είναι αστείοι και τραγικοί. Που τεντώνονται να φτάσουν κάτι που ξέρουν πως δεν θα φτάσουν. Εκείνους που στο τέλος γίνονται ασπρόμαυροι για λίγο, πριν λάμψουν, σε ένα φινάλε πανδαισίας χρωμάτων μέσα από την αυτοθυσία.

Αν και στα western κινηματογραφικά- που αγαπάτε γεγονός που φαίνεται τόσο από το εξώφυλλο αλλά και από την πλοκή του νέου σας βιβλίου- η έμφαση δίνεται περισσότερο στους αντρικούς χαρακτήρες (πιστολέρο κλπ), το βιβλίο σας εμπεριέχει τη γυναίκα ως «νεράιδα», «ιέρεια», «Μαμά Λεβάντα», «η πόλη των κοριτσιών» αποδίδοντας της μία εξέχουσα και ενδεχομένως ανώτερη θέση. Ισχύει αυτό; Πως αντιλαμβάνεται ο αφηγητής του «Vampire Road Story» τη θυληκή μορφή;

« Ήμαστε μια πόλη δίχως μανάδες και ερωμένες. Εκείνες είχαν το νοιάξιμο και τη φροντίδα. Την δύναμη και την αντοχή. Μείναμε μόνοι τώρα πια. Άσχημοι. Κακόγουστοι ». Η δύναμη η αντοχή η φροντίδα. Η ομορφιά. Για εμένα είναι θηλυκές ποιότητες. Είναι ουσιαστική, η δύναμη της παθητικής αγκαλιάς, που ενισχύει ζεσταίνει φροντίζει δυναμώνει και τελικά, ιεροποιεί, επειδή η ίδια είναι από τη φύση της ιερή, ότι διαλέγει για παιδί της, ερωμένο η εραστή της. Στο βιβλίο ακόμα και ο έρωτας είναι μια μορφή ίασης. Σωματικής και ψυχικής. Άλλωστε όπως διαπίστωσε κάποιος κάποτε για να τελειώνουμε με τα βαρετά ταμπού……… « Οι πόρνες, μπορούν να είναι το ίδιο αγνές με τις Νεράιδες. ‘Οσο και οι Ιέρειες ».

 Πείτε μου τρία βιβλία που υπάρχουν στο κομοδίνο σας και διαβάζετε αυτό τον καιρό.


Είναι τέσσερα. Βιογραφία Καρλ Γιούνγκ. Το Πέπλο Της Σκιάς. Άρης Γκρίμπας. Λευκή Σοκολάτα. Doninique Caulker. Τα Κανάλια Του Τρόμου. Αλέξανδρος Τριανταφύλλου.

Ένα μότο που σας αντιπροσωπεύει.

Στον δρόμο. Στον δρόμο της συνάντησης. Του αποχωρισμού και της ελπίδας, να βρεθούμε παρακάτω.



Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

Αργύρης Αγγέλου στο EVIA PRESS : Η Χαλκίδα για εμένα είναι τα πάντα, είναι στο DNA μου


& Κάλλια Βαβουλιώτη


Πηγή: Evia Press



 

Σαν τίτλος η “Αφροδίτη με τη Γούνα”  ιντριγκάρει όποιον τον διαβάζει ή τον ακούει και τον παραπέμπει σε μια παράσταση που οφείλει να τη δει. Σαν μοντέρνο έργο που δανείστηκε μικρά αποσπάσματα από το βιβλίο του γνωστού μυθιστοριογράφου Μαζόχ για να στήσει τους διαλόγους της παράστασης που σκηνοθετεί η Ρέινα Εσκενάζυ και θα παρουσιαστεί αύριο το βράδυ στο Θέατρο Παπαδημητρίου από τον Αργύρη Αγγέλου και τη Βαρβάρα Λάρμου, είναι μια τολμηρή κατάδυση στις ανθρώπινες σχέσεις, ανεξαρτήτως εποχής.

Ο Αργύρης Αγγέλου μιλάει με ανοιχτά χαρτιά στο Evia Press, αποκαλύπτοντας ότι το έργο αυτό είναι ένα λιθαράκι στην όλη υποκριτική του διαδρομή, ένα κλασικό και διαχρονικό έργο για τις ανθρώπινες σχέσεις.

Μετά από τον “Συλλέκτη”, μια παράσταση που προκάλεσε έντονη αίσθηση στο κοινό της Χαλκίδας και όχι μόνο, έρχεται να προβληματίσει, να αφηγηθεί ίσως με τον δικό του, ξεχωριστό τρόπο μια ιστορία, “ένα έργο μέσα στο έργο” όπως δηλώνει, για τα συναισθήματα που πολλές φορές μετουσιώνονται στο σκοτάδι της εμμονής και άλλων σκοτεινών παραγώγων της. Ο Χαλκιδέος ηθοποιός επιστρέφει για μία και μοναδική παράσταση στη γενέτειρά του, όπως επιστρέφει πάντα: Με τη φόρα του καλλιτέχνη που εκτιμάει και αγαπάει το κοινό που τον στηρίζει και του ενήλικα που αποζητάει πάντα το σημείο εκκίνησής του στον χώρο της Τέχνης.

Είχαμε παρακολουθήσει την προηγούμενη παράσταση σας “Ο συλλέκτης” πριν από τρία χρόνια στην πόλη μας. Προσωπικά διέκρινα ανάμεσα στις συμμετοχές σας σε γνωστά σήριαλ ότι το ψυχολογικό θρίλερ σας ταιριάζει, αν μπορώ να το αποκαλέσω έτσι. Θα εντάσσατε το έργο “Η Αφροδίτη με τη γούνα, σε κάτι παρόμοιο;

Καταρχάς θα ήθελα να σας πω ότι δεν έχω χειρότερο από το να κατατάσσω τις δουλειές μου  και τι θα ήθελα να κάνω. Το όνειρο μου ξεκινώντας και ο λόγος που αγαπάω αυτή τη δουλειά είναι ότι σου δίνει τη δυνατότητα να μην παγιώνεσαι και να μη βαλτώνεις σε τίποτα. Για εμένα αυτό είναι βασικό κριτήριο για να επιλέγω τις δουλειές. Φαινομενικά λοιπόν  ο”Συλλέκτης” όπως και είπατε που ήταν και μία παράσταση που φτιάχτηκε για τη Χαλκίδα ήταν όντως ένα ψυχολογικό θρίλερ , για την “Αφροδίτη με τη γούνα” θα μπορούσε να πει κανείς ότι έχει στοιχεία ψυχολογικού θρίλερ αλλά δεν έχει καμία σχέση με προηγούμενες πάραστάσεις στις οποίες έχω παίξει. “Η Αφροδίτη με τη γούνα” είναι ένα έργο αυτόνομο, ανεξάρτητο, μία νέα προσέγγιση είναι μία καινούρια συνεργασία και μία απόπειρα να βγάλω προς τα έξω στοιχεία του εαυτού μου που δεν είχαν τη δυνατότητα να εκφραστούν παλαιότερα . Είναι ένα λιθαράκι ακόμα σε αυτή την αναζήτηση, σε αυτό που κάνουμε σε αυτή τη δουλειά. Δε μπορώ να παραλληλίσω  αυτή την παράσταση με κάποια άλλη.

Πως είναι η συνεργασία σας με την κ. Εσκενάζυ; 

Με την κ. Εσκενάζυ είχα τη χαρά και τη τιμή να συνεργαστώ και στο παρελθόν, η πρώτη μας συνεργασία ήταν στο έργο “Δέκα μικροί νέγροι” της Αγκάθα Κρίστι, ξανασυνεργαστήκαμε μετά στους “Ξυπόλητους στο πάρκο” του Νηλ Σάιμον και βέβαια συνεργαστήκαμε πέρυσι σε μία από τις πιο ωραίες σειρές που έχει σκηνοθετήσει όπου συνυπήρξαμε και με την Καρυοφιλιά Καραμπέτη και τον Άρη Λεμπεσόπουλο στη σειρά “Φλόγα και Άνεμος” της ΕΡΤ1. Με μεγάλη μου χαρά τριτώνουμε τη θεατρική μας συνεργασία στην τωρινή παράσταση, της χρωστάω πολλά, είμαι ευγνώμων για τη γενναιοδωρία της, την αγαπάω τη στηρίζω και θα είμαι παρών  σε ό,τι  με αναζητήσει.

 

Η Χαλκίδα για σας είναι παρελθόν, παρόν ή και μέλλον;

Από το ’97 που έφυγα για να σπουδάσω και ουσιαστικά έφυγα για πάντα επαγγελματικά μιλώντας από τη Χαλκίδα, ονειρευόμουν κάποια στιγμή όταν άρχισαν να μου συμβαίνουν όλα αυτά τα υπέροχα πράγματα στην πορεία, να επιστρέψω και να φτιάξω μια παράσταση για την πόλη μου  όχι απλά να περάσω με μία περιοδεία . Ήθελα να φτιάξω μία παράσταση για την πόλη μου, να την παρουσιάσω στην πόλη μου και να πω ένα τεράστιο ευχαριστώ στους ανθρώπους εκεί για τη στήριξη τους και για την υπερηφάνεια που νιώθω ότι αισθάνονται για εμένα. Γι’αυτό έγινε και “ο Συλλέκτης” το ’18.

Η Χαλκίδα  λοιπόν, για εμένα είναι όλοι μου οι φίλοι, η εφηβεία, τα σχολικά μου χρόνια τα βιώματά μου, είναι τα πάντα μου. Είναι το σημείο που θα επιστρέψω μόλις νιώσω μπαϊλντισμένος για να ηρεμίσω.  Αυτή η πόλη στο παρελθόν έχει υπάρξει για εμένα όχι απλώς ένα αποκούμπι, αλλά όταν έπαθα ένα overdose και έπρεπε να σταματήσω από τα πάντα, ήταν το σημείο που κρύφτηκα γέμισα τις μπαταρίες μου και ανέκτησα τις δυνάμεις μου για να συνεχίσω. Χαίρομαι πολύ όταν φέρνω φίλους από Αθήνα και τους γνωρίζω τις ομορφιές της. Με συνδέει πάντα με την πόλη η οικογένεια μου που είναι εκεί και  αναζητώ ευκαιρίες και αφορμές για να επιστρέφω. Δεν μπορώ να πω αν είναι παρόν παρελθόν ή μέλλον. Η Χαλκίδα είναι τα πάντα για μένα. Είναι στο DNA μου η Χαλκίδα.

Σε μια εποχή που η βια κυριαρχεί σε πολλά επίπεδα ζωής μας, η παράσταση αυτή που βασίζεται στον γνωστό μυθιστοριογράφο Μαζοχ, εκτιμάτε οτι προσεγγίζει στοιχεία της ακραίας συμπεριφοράς  κάποιων  ανθρώπων;

Το έργο μας είναι γραμμένο το 2014 δεν είναι το αυθεντικό έργο του Μαζόχ. Το έργο του Μαζόχ είναι η αφορμή με την οποία έχει χτιστεί η θεατρική παράσταση. Δηλαδή ένας σκηνοθέτης που θέλει να ανεβάσει την “Αφροδίτη με τη γούνα” του Μαζόχ , ψάχνει την ιδανική πρωταγωνίστρια , ψάχνει την Αφροδίτη  και οργανώνει μία οντισιόν. Μετά από διάφορες αποτυχημένες  και απελπισμένες προσπάθειες διάφορων κοριτσιών που πέρασαν από αυτή την ακρόαση, περνάει μία κοπέλα η οποία προσπαθεί να τον πείσει ότι είναι η ιδανική πρωταγωνίστρια και εκεί ξεκινάει το έργο. Δανειζόμαστε λοιπόν κομμάτια του Μαζόχ που αποτελούν και την  αφορμή για να  πραγματοποιηθεί η δική μας παράσταση. Αυτό δηλαδή που κάνουμε είναι θέατρο μέσα στο θέατρο. Πρακτικά κάνουμε ένα έργο επίκαιρο, την Αφροδίτη του Μαζόχ που έχει γυρίσει και ο σκηνοθέτης Ρόμαν Πολάνσκι.

Θεωρείτε ότι τα πιο μοντέρνα έργα είναι και πιο επίκαιρα;

Επίκαιρα είναι τα θέματα που πραγματεύονται τα έργα. Δεν είναι ούτε τα σύγχρονα ούτε τα κλασσικά έργα και αν με ρωτάτε τα κλασσικά γι’αυτό το λόγο  θα είναι πάντα επίκαιρα γι’αυτό είναι και μοντέρνα γιατί πραγματεύονται θέματα που απασχολούν τους ανθρώπους διαχρονικά, όπως είναι ο έρωτας, ο θάνατος, η κατάθλιψη.

Το έργο μας είναι ένα κλασσικό έργο και είναι ένα έργο που θα μείνει γιατί πραγματεύεται τις ανθρώπινες σχέσεις και τα σκοτάδια που έχει ο καθένας μέσα του και αυτό είναι ένα θέμα που θα απασχολεί πάντα τους ανθρώπους. Δεν το καθιστά μοντέρνο ότι γράφτηκε το 14 αλλά το ότι το θέμα του είναι πάντα επίκαιρο.

 Αναφέρετε μεταξύ άλλων σε μία συνέντευξη σας ότι δεν ακολουθείτε την κλασσική μέθοδο που ο θεατής έρχεται να σας δει αλλά επιλέγετε να πηγαίνετε εσείς σε αυτόν. Στη γενέτειρα σας, την πόλη μας εισπράττετε αποδοχή; Τι χαρακτηρίζει στα μάτια σας το κοινό της Χαλκίδας;

Αυτό το είπα χάριν αστεϊσμού φέτος γιατί είναι η πρώτη φορά που έχουμε επιλέξει να κάνουμε περιοδεία το χειμώνα και όπως έχω πει “Φέτος δε θα με ρωτάτε που παίζετε για να έρθουμε” αλλά θα ρωτάω εγώ “που είστε για να έρθουμε εμείς”.

Συγκινούμαι πραγματικά κάθε φορά που παίζουμε στη Χαλκίδα.  Έχω έρθει αρκετές φορές με παράσταση στη Χαλκίδα σε καλοκαιρινή περιοδεία και με το “Συλλέκτη” με τον οποίο ήρθαμε για δύο εβδομάδες και καθίσαμε πέντε και το ’19 με τη “Μαρία την Πενταγιώτισσα” και τώρα με την “Αφροδίτη με τη γούνα”.Με συγκινεί γιατί από εκεί ξεκίνησαν όλα και με συγκινεί που βλέπω τους ανθρώπους που συγκινούνται. Δε νομίζω ότι μπορώ να το περιγράψω το συναίσθημα με λόγια.  Το κοινό στη Χαλκίδα έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου.  Δεν συγκρίνεται με καμία άλλη πόλη της περιοδείας που κάναμε φέτος. Περάσαμε πολύ ωραία σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας αλλά το συναίσθημα και η ενέργεια στη Χαλκίδα είναι κάτι το μοναδικό.

Έχοντας σήμερα μια μακρά πορεία στο θέατρο και την τηλεόραση πως επιλέγετε τόσο τα έργα στα οποία θα συμμετέχετε ως ηθοποιός, ποιους ρόλους επιλέγετε αλλά και στην αντίπερα όχθη  ποια είναι τα έργα που θα επιλέγατε να απολαύσετε ως θεατής;

Πλέον δεν αντιλαμβάνομαι τους ρόλους ως ρόλους αλλά ως συνεργασία και συνεργάτες.  Στην αρχή της πορείας  μου κυνήγαγα και με ενδιέφερε ο ρόλος, το έργο. Εξακολουθούν να είναι κριτήρια αυτά αλλά σήμερα με ενδιαφέρει και το πλαίσιο μία συνεργασίας. Επειδή είμαστε ένα επάγγελμα που καλείται να δουλέψει υπό αντίξοές συνθήκες, έχουμε μάθει σ’αυτό και καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε δύσκολες καταστάσεις-στο εξωτερικό αυτά τα ζητήματα είναι λυμένα- αλλά μετά από τόσα χρόνια έχω σκληραγωγηθεί κιόλας. Θέλω μεγαλώνοντας να περνάω και καλά στις συνεργασίες μου . Είναι το πρώτο πράγμα που ζητώ σήμερα. Θα δω ποιος σκηνοθετεί, ποιος κάνει την παραγωγή και μετά θα δω το έργο. Τα κριτήρια είναι τα ίδια απλά αναδιοργανώνονται οι προτεραιότητες.

Όσον αφορά το τι θα επιλέξω να δω, δεν έχω κάποιο μοτίβο. Για παράδειγμα θέλω να δω την ταινία του Λάνθιμου για την οποία έχω ακούσει τα καλύτερα και μου έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον, τα Χριστούγεννα ήθελα να χαλαρώσω γυρνώντας από ένα σερί δεκαπέντε παραστάσεων σε διαφορετική πόλη, είχα ανάγκη να δω το Ρατατούη που δεν έχει καμία απολύτως σχέση το ένα με το άλλο. Είναι αναλόγως τη στιγμή και την ανάγκη που έχω.

 Όσον αφορά πάλι την παράσταση “Η Αφροδίτη με τη γούνα” υπάρχουν στοιχεία που δανείζει ο Αργύρης στον σκηνοθέτη Τόμας, στον ήρωα δηλαδή που υποδύεστε;

Ειλικρινά δεν γνωρίζω. Για να είμαι ειλικρινής και να γνώριζα δεν ξέρω αν θα το μοιραζόμουν.

Αυτό που καταθέτεις στη σκηνή την ώρα της παράστασης και στην προετοιμασία  μιας παράστασης της είναι ένα πολύ προσωπικό κομμάτι και καμιά φορά δεν αποτυπώνεται κιόλας ακόμα και αν το θέλεις. Είμαι σίγουρος ότι έχω δανειστεί  στοιχεία του Αργύρη, έχω σκαλίσει σκοτάδια του Αργύρη, αλλά ειλικρινά δεν μπορώ να το προσδιορίσω σε ποιο βαθμό και ποια είναι.  Έχει να κάνει με το τι απαιτεί ο ρόλος, την καθοδήγηση του σκηνοθέτη και το γενικότερο πλαίσιο του έργου. Πάντως όλοι οι χαρακτήρες έχουν ένα κομμάτι του ηθοποιού που τους υποδύεται.

Το έργο άπτεται των ανθρωπίνων σχέσεων που κάποιες φορές γίνονται και κακοποιητικές. Πως αντιλαμβάνεστε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας; 

Είναι μία δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε όλοι. Είναι μία εποχή που ζούμε στα άκρα γιατί προφανώς είναι μία εποχή που κάτι πάει να αλλάξει είτε προς το καλό είτε προς το κακό και αυτό γίνεται βίαια.

Προσωπικά, ζω σε ένα περιβάλλον πολύ προστατευμένο και νομίζω ότι αυτό με σώζει. Πάντα ζούσα έτσι. Είμαι ένας άνθρωπος με όρια. Αγαπώ τα όρια, βάζω όρια και θεωρώ ότι έχω κρατήσει τους κινδύνους μακριά μου γι’αυτό το λόγο.

Είστε λοιπόν αισιόδοξος ή απαισιόδοξος;

Είναι αναλόγως πως θα ξυπνήσω, κάποιες μέρες είμαι αισιόδοξος και κάποιες μέρες ξυπνάω και αναρωτιέμαι πόσο μέτρα πρέπει να είναι ο τάφος. (γέλια)

***Η παράσταση “Η Αφροδίτη με τη γούνα” του Davis Ives, σε σκηνοθεσία Ρέινας Σ. Εσκενάζυ και πρωταγωνιστές τον Αργύρη Αγγέλου και την Βαρβάρα Λάρμου, έρχεται στη Χαλκίδα στο Δημοτικό Θέατρο Παπαδημητρίου Κυριακή 14/01 στις 19:30.

Το έργο του David Ives είναι ιδιαίτερο και πολύ τολμηρό. Ξεκινάει ως αισθηματική κομεντί και ολοκληρώνεται ως ένα έργο γεμάτο σκληρότητα – τη σκληρότητα που διακατέχει πολλές φορές τις ανθρώπινες σχέσεις. Οι ισορροπίες των ρόλων στους ερωτικούς δεσμούς, η εμμονή που μπορεί να αποκτήσει κανείς με το αντικείμενο του πόθου του, το παιχνίδι της γοητείας, το παιχνίδι της εξουσίας στις σχέσεις και στον εργασιακό χώρο, όλα αυτά μαζί με τις διαρκείς ανατροπές στους χαρακτήρες και τις καταστάσεις οδηγούν την ιστορία στο μη αναμενόμενο φινάλε της.

Στην ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΜΕ ΤΗ ΓΟΥΝΑ μια συμβουλή αποδεικνύεται πολύ χρήσιμη: ΝΑ ΠΡΟΣΕΧΕΙΣ ΤΙ ΕΥΧΕΣΑΙ… Η υπόθεση: Μόνος σε ένα θέατρο στο Παρίσι, μετά από μια εξοντωτική ημέρα γεμάτη οντισιόν, ο σκηνοθέτης, Τόμας, διαμαρτύρεται στο τηλέφωνο για τις ατάλαντες ηθοποιούς που είδε. Καμία δεν αξίζει να αναλάβει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στο θεατρικό του. Είναι έτοιμος να φύγει, όταν ξαφνικά, εισβάλλει η Βάντα. Αρχικά, φαίνεται να είναι ο,τι απεχθάνεται ο Τόμας, όμως τελικά την αφήνει να κάνει το δοκιμαστικό. Αρχικά, μένει έκπληκτος και στη συνέχεια, λίγο λίγο, μαγεύεται από τη μεταμόρφωσή της. Η Βάντα, όχι απλά ταιριάζει απόλυτα στον ρόλο, αλλά δείχνει να έχει μελετήσει το έργο μέχρι τελείας και να γνωρίζει όλους τους διαλόγους. Όσο όμως προχωράει η οντισιόν, ο Τόμας γοητεύεται και μετά περνάει από την έλξη στην εμμονή…

Η ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΜΕ ΤΗΝ ΓΟΥΝΑ γράφτηκε ως μυθιστόρημα το 1870 από τον Λέοπολντ Φον Ζάχερ-Μαζόχ, συνδέοντας για πάντα τον συγγραφέα με τα εγχειρίδια ψυχολογίας και τον ορισμό της ψυχοπαθολογίας της ηδονής μέσω του πόνου. Το έργο αποτέλεσε την έμπνευση για το θεατρικό του David Ives και έγινε ταινία από τον Ρομάν Πολάνσκι με τον Ματιέ Αμαλρίκ και την Εμανουέλ Σενιέ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ως θεατρικό, ανέβηκε αρχικά σε off Broadway σκηνές αλλά, λόγω της μεγάλης επιτυχίας του, συνέχισε σε μεγάλες σκηνές σε πολλές χώρες του κόσμου..

Κυριακή 9 Απριλίου 2023

Συνέντευξη | Γραφούλες: Μία κολλεκτίβα ποιητριών εκτάκτου ανάγκης- "Η ευαισθησία μας είναι η δύναμή μας"


Συνέντευξη στην Κάλλια Βαβουλιώτη

Μια ανάρτηση στο Facebook στάθηκε η αφορμή για να αναρωτηθώ, μα τι κάνουν τέλοσπάντων αυτές οι Γραφούλες και πως προέκυψε αυτό το ξεχωριστό όνομα ; Πρόκειται για μία κολλεκτίβα νέων ποιητριών με πολύ αγάπη και πολύ μεράκι για Ποίηση. Αφουγκράζονται τον παλμό της κοινωνίας και διοργανώνουν δράσεις - συχνά ξαφνικές - στο δρόμο με μέσο τι άλλο από τον γραπτό λόγο. Άλλωστε τι πιο αφυπνιστικό από ένα ποίημα γραμμένο μόνο για σένα; Οι Γραφούλες, λοιπόν είναι η Ιωάννα Λιούτσια, η Παυλίνα Μάρβιν, η Νάντη Χατζηγεωργίου, η Δανάη Σιώζου και η Ουίτσι!

Ας τις γνωρίσουμε!




 Πως ξεκίνησε η ιδέα για τις «Γραφούλες»;


Ι: Νομίζω πως η ιδέα υπήρχε λίγο αφηρημένα και συγκεχυμένα στο μυαλό μας καιρό. Αυτή η ανάγκη για κοινωνική παρουσία και δράση του ποιητή στον δρόμο, αυτή η πιο-άμεση-δε-γίνεται επαφή του με τον κόσμο, η προσπάθεια προσέγγισης του άγνωστου, του άλλου, η προσπάθεια γνωριμίας και συζήτησης. Τον Μάιο του ’22 ήμασταν με την Παυλίνα σπίτι μου προετοιμάζοντας την παρουσίαση της συλλογής μου και.. πώς το έφερε η κουβέντα Παυλίνα, θυμάσαι; Δεν θυμάμαι πώς ακριβώς αλλά ξαφνικά καταλάβαμε πως μοιραζόμασταν μια κοινή ιδέα. Πέρασαν μήνες μεν, αλλά.. το πρώτο βήμα έγινε!

Π: Επέλεξα να μοιραστώ την αρχική ιδέα με την Ιωάννα επειδή γνώριζα και εμπιστευόμουν, πέρα από την πορεία της στη λογοτεχνία, την εμπειρία της ως περφόρμερ στο δρόμο, κάτι που εγώ η ίδια θα δίσταζα να επιχειρήσω μόνη μου. Έπειτα προέκυψε στην κουβέντα και η κοινή μας αγάπη για τις γραφομηχανές ως εργαλείο με μεγάλη ιστορία, προσφορά και, βέβαια, ομορφιά. Οραματιστήκαμε τις 'γραφούλες' να αφουγκράζονται πληκτρολογώντας τον παλμό της πόλης στην οποία ζούμε, μεταδίδοντας ταυτόχρονα στίχους και μηνύματα, και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Με τη Δανάη, τη Νάντη και την Ουίτσι μοιραζόμαστε εδώ και χρόνια κόσμους ανάμεσα στην καθημερινή ζωή και τη δημιουργία, και καταλάβαινα πως είναι τα πλέον κατάλληλα πρόσωπα για τη διαμόρφωση της πυρηνικής ομάδας.

 Ποιος είναι ο σκοπός της ομάδας αυτής;

Π: Ο σκοπός της ομάδας είναι να ανταποκρίνεται στα καταιγιστικά προβλήματα της εποχής γράφοντας χειρόγραφα και σε γραφομηχανή με τον κόσμο και για τον κόσμο που ζει στη χώρα μας ή την επισκέπτεται, στο δρόμο, στις γειτονιές, σε διαφορετικά και ίδια σημεία, μεριμνώντας πάντοτε για την άμεση επαφή, φροντίζοντας την απρόσμενη συνάντηση, επιδιώκοντας το μοίρασμα, χαρίζοντας σε μοναδικούς αποδέκτες και αποδέκτριες ποιήματα και ιστορίες που γράφονται εκείνη τη στιγμή και δεν επαναλαμβάνονται, απευθύνοντας ερωτήματα και παρακινώντας τους ανθρώπους να μοιραστούν σκέψεις, να παραγγείλουν κείμενα με θέματα που τους απασχολούν, να δράσουν ενάντια σε ό,τι κρίνουν άδικο ή επιβλαβές.

Δ: Τα μέλη της ομάδας επιθυμούν να έρθουν σε επαφή με τους ανθρώπους που πηγαινοέρχονται στα διάφορα μέρη που επισκέπτονται με σκοπό να ανταποκριθούν με τον τρόπο που ξέρουν, γράφοντας δηλαδή ένα μοναδικό ποίημα για το κάθε άτομο ξεχωριστά, σε επιθυμίες, ανάγκες και επιτακτικά ή έκτακτα θέματα που τους απασχολούν, να μοιραστούν μαζί τους αγωνίες και ελπίδες καθώς και τρόπους δράσης και αλληλεγγύης στην καθημερινότητα.


 Πόσο εύκολο είναι να συνυπάρχουν ποιήτριες – λαμβάνοντας υπόψιν ότι πρόκειται για ανθρώπους που κατά γενική ομολογία δεν περιορίζονται και δρούν με γνώμονα την ελευθερία και την ευαισθησία τους.

Ο: Για αυτόν ακριβώς τον λόγο μπορούν και να συνυπάρχουν. Επειδή έχουμε τόσο έντονη την αίσθηση της ελευθερίας την αντιλαμβανόμαστε στην ουσία της. Κι η ουσία δεν έγκειται στο να κάνει κανείς ό,τι θέλει, αλλά να δρα με σεβασμό και αγάπη προς την ύπαρξη την ίδια, τη δική του και του δίπλα. Η ευαισθησία μας είναι η δύναμή μας. Ακούμε τις μικρές δονήσεις του κόσμου, των ανθρώπων. Ξέρουμε πότε να δίνουμε χώρο, πώς να εμπνεόμαστε και να εμπνέουμε μέσα στο σύνολο, με έναν τρόπο μοναδικό, ατομικό. Η καθεμία με τον δικό της τρόπο έκφρασης, με τις δικές της ακολουθίες λέξεων, συνθέτει και συμπληρώνει με αφετηρία τα ερεθίσματα του περιβάλλοντος, των άλλων ποιητριών και του εσωτερικού της κόσμου.

Δ: Μοιραζόμαστε κοινές αξίες και ιδανικά και βασιζόμαστε η μία στην άλλη, υπάρχει δηλαδή μία βάση εμπιστοσύνης και επικοινωνίας. Επιπλέον εμπνέουμε και στηρίζουμε η μία την άλλη έμπρακτα εντός και εκτός ομάδας. Τέλος, σε ότι αφορά τις γραφούλες, έχουμε ενώσει τις δυνάμεις μας σε έναν κοινό σκοπό.

 

Κατά την άποψη σας η ποίηση είναι ακτιβισμός;

Ο: Η ποίηση είναι από μόνη της επαναστατική. Χαλάς τη σύνταξη, τη φυσική ροή της γλώσσας, απορρίπτεις τους γραμματικούς κανόνες, δημιουργείς νέες λέξεις.

Όταν η ποίηση βγαίνει στους δρόμους, όταν μεταφράζεται σύμφωνα με τις ανάγκες της εποχής, όταν αντλεί τη θεματολογία της από την κοινωνία και τα σκοτάδια της, όταν παίρνει τα γεγονότα και τα μεταμορφώνει σε εικόνες και ρυθμούς για να περάσουν στους ανθρώπους μαλακότερα, βαθύτερα, όταν έχει στόχο να μας επιστρέψει απαλά στους εαυτούς μας, όταν οπλίζει και ενδυναμώνει την ύπαρξη, όταν μετακινεί έστω κι ένα απειροελάχιστο μόριο στο στομάχι, στα δάχτυλα, στο μάτι προς μια ουσιαστική κατανόηση του κόσμου και της ανθρωπότητας.

Τότε η ποίηση είναι ακτιβισμός.

Ν. Έχει σημασία τι εννοεί κανείς μ’ αυτό τον όρο. Η έννοια του ακτιβισμού δεν είναι κατ’ ανάγκη μια θετική έννοια ή μια έννοια που διασφαλίζει από μόνη της μια πολιτική ποιότητα, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον. Ακτιβισμό μπορεί να κάνουν και πολιτικές ομάδες εξαιρετικά εχθρικές προς το πνεύμα που διακρίνει τις «γραφούλες» ή εχθρικές προς τον άνθρωπο εν γένει. Με μια διευρυμένη έννοια, μπορεί ναι, στο βαθμό που πρόκειται για μια «δράση», δράση που αλληλεπιδρά με την εποχή της και τους ανθρώπους της.


Με αφορμή κάποιες δράσεις σας στην πλατεία Συντάγματος ποια ήταν η αντίδραση του κόσμου;

Ι: Αντιμετωπίσαμε ποικίλες αντιδράσεις στην πρώτη μας εμφάνιση ως Γραφούλες στην πλατεία Συντάγματος, που όλες όμως απέρρεαν από το ότι η δράση μας φαινόταν στους περαστικούς εντελώς απροσδόκητη. Ασφαλώς υπήρχαν πολλοί που δεν σταμάτησαν καν, κάποιοι που φοβούνταν ότι θέλουμε κάτι από αυτούς, ότι πουλάμε κάτι κλπ. Όμως υπήρχαν κι αρκετοί που ανταποκρίθηκαν πολύ θετικά, ακόμη και κάποιοι που στην αρχή ήταν διστακτικοί κι επιφυλακτικοί. Υπήρχαν άτομα που μας έγραψαν κι εκείνοι ποιήματα ως αντίδωρα – από παιδιά λυκείου μέχρι ηλικιωμένοι, κάποιος μας χάρισαν κέρμα της πατρίδας του ως γούρι και φυλαχτό, άλλοι μοιράστηκαν μαζί μας τις δύσκολες εμπειρίες που βίωναν εκείνη τη στιγμή, άλλοι μας τραγούδησαν δικές τους ραπ δημιουργίες και πόσα άλλα… Ήταν ένα τρίωρο γεμάτο ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία. Επικοινωνία με χαμόγελα σε σκυμμένα πρόσωπα που βρέθηκαν να διαβάζουν ποιήματα ένα πρωϊνό Δευτέρας.

Δ: Οι άνθρωποι ανταποκρινόντουσαν με όλους τους τρόπους από την άρνηση και την αδιαφορία μέχρι την ενθουσιώδη περιέργεια και συμμετοχή! Μέσα σε λίγες ώρες χαρίσαμε δεκάδες ποιήματα την πιο δύσκολη μέρα και ώρα της εβδομάδας σε μία πολυσύχναστη πλατεία, την οποία οι άνθρωποι διασχίζουν βιαστικά είτε για να πάνε στη δουλειά τους είτε για να συναντήσουν κάποιον λίγο παρακάτω. Επικοινωνήσαμε και μοιραστήκαμε πράγματα με ανθρώπους με διαφορετική ηλικία, υπόβαθρο, καταγωγή κλπ Πιστεύω ότι η παρουσία μας και ο συστηματικός τρόπος με τον οποίο δουλεύουμε μας επέτρεψε όχι μόνο να δράσουμε άμεσα και ακτιβιστικά, αλλά επιπλέον να θέσουμε σε λειτουργία την λυτρωτική λειτουργία της τέχνης, η οποία επιτρέπει στον άνθρωπο να βλέπει τον κόσμο και τον εαυτό του μέσα από νέες δυναμικές και πρωτότυπες οπτικές.



Τι αγγίζει τις «Γραφούλες» περισσότερο αυτό τον καιρό; Για ποια ζητήματα επιθυμούν να γράψουν;

I: Καταρχάς είναι σημαντικό να πούμε πως ως “γραφούλες”, ως ομάδα συγγραφέων εκτάκτου ανάγκης που βγαίνει στον δρόμο, δεν θέλουμε να γράψουμε μόνο σχετικά με ζητήματα που απασχολούν εμάς τις ίδιες, αλλά θέλουμε κατά βάση να συνομιλήσουμε με τους περαστικούς, να προσπαθήσουμε να συνδεθούμε μαζί τους έστω και μέσα από μια σύντομη κουβέντα και να γράψουμε για αυτό που απασχολεί τους ίδιους. Ως ενεργά μέλη της κοινωνίας, βέβαια, τα θέματα τα οποία απασχολούν τους τυχαίους περαστικούς συνδημιουργούς και αναγνώστες των ποιημάτων εκτάκτου ανάγκης, είναι θέματα που απασχολούν κι εμάς τις ίδιες. Στη δράση του Μαρτίου στο Σύνταγμα κυριαρχούσε το δυστύχημα με το τρένο στα Τέμπη ή μια διάχυτη αίσθηση αδιεξόδου, απαξίωσης και γενικευμένου φόβου. Παρόλα αυτά, υπάρχουν και θέματα στα οποία επιθυμούμε να δώσουμε περισσότερη ορατότητα μέσα από τα ποιήματα που μοιράζουμε. Τέτοια θέματα ήταν π.χ. η ιδιωτικοποίηση του Ογκολογικού Κέντρου Παίδων, η ιδιωτικοποίηση του νερού, το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022 που αφορά τα πτυχία των καλλιτεχνών κ.λπ. Δυστυχώς και σήμερα αν βγαίναμε στους δρόμους τα θέματα αυτά δεν θα είχαν εκλείψει, αντιθέτως θα είχαν προστεθεί και νέα.

 Θεωρείτε ότι «σπάτε» το στερεότυπο που θέλει τους συγγραφείς και τους ποιητές να γράφουν και να μιλούν για τα «κακώς κείμενα» από τη βολή τους με αυτό τον τρόπο;

Π: Υπάρχουν και υπήρξαν ποιητές και ποιήτριες που φυλακίστηκαν, εξορίστηκαν, αντιστάθηκαν και αντιστέκονται με πολλούς τρόπους. Δεν θεωρώ πως παίρνουμε κάποιο μεγάλο ρίσκο. Από την άλλη καταλαβαίνω πως ο τρόπος εργασίας που επιλέξαμε δεν είναι συνηθισμένος και αυτό από μόνο του ίσως αμφισβητεί τα όποια στερεότυπα.

Ν. Όπως σωστά αναφέρει παραπάνω η Παυλίνα, υπήρξαν ποιητές που το γράψιμο τους τους στοίχισε αν όχι τη ζωή, τουλάχιστον την ελευθερία τους. Εμείς στην πραγματικότητα δε ρισκάρουμε τίποτε πέρα από το πραγματικό ενδεχόμενο για ένα απαξιωτικό νεύμα, ένα ενδεχόμενο να βρεθούν τα στιχάκια μας στον επόμενο κάδο. Ο δρόμος είναι αμείλικτος ως προς αυτό και, από αυτή την άποψη, έχει το πιο ειλικρινές κοινό. Γι’ αυτό, άλλωστε, η ελάχιστη επιτυχία στη συνάντηση με τον περαστικό έχει μια μοναδική χαρά.


 Αν είχατε τη δυνατότητα να εντάξετε στις «Γραφούλες» ποιήτριες ανεξαρτήτου εποχής ποιες θα ήταν αυτές και γιατί;

Ν. Στις «γραφούλες» θα ήταν σίγουρα γυναίκες που υπήρξαν με τον τρόπο και τα μέσα τους «γραφούλες» της δικής τους εποχής. Γυναίκες που ξεστόμισαν στο δημόσιο χώρο στιχάκια άβολα ή ανακουφιστικά, τα χάραξαν σε τοίχο, τσιγαρόχαρτα ή τα ψιθύρισαν σε μια ουρά στην εφορία.

Ι: Θα ήθελα πολύ να είναι “γραφούλα” η Έμιλι Ντίκινσον. Νομίζω πως αυτή μου η επιθυμία πηγάζει από το γεγονός ότι έμεινε τόσα χρόνια κλεισμένη στο σπίτι της. Θα μου άρεσε να τη δω δίπλα μας στον δρόμο.

Δ: Κυρίως όλες αυτές που τα όνοματά τους δεν θα μάθουμε ποτέ, γιατί ανήκανε σε παλαιότερες εποχές, όχι πολύ μακρινές, που οι γυναίκες λόγω μισογυνισμού και πατριαρχίας αφενός, λόγω κοινωνικής τάξης αφετέρου δεν επιτρεπόταν να ασχοληθούν με τη λογοτεχνία μεταξύ άλλων πραγμάτων.



 Ποια είναι τα σχέδια σας για το μέλλον;


Π: Έχουμε αρκετά σχέδια. Θα θέλαμε να εργαστούμε σε διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας, με τον ίδιο σκοπό. Θα θέλαμε, ακόμα, να καταγράψουμε και να δημοσιεύσουμε ιστορίες ανθρώπων των οποίων η φωνή ακούγεται ελάχιστα ή καθόλου. Επίσης, υπάρχει στα σκαριά μια δράση που αφορά το μαθητικό κοινό όλων των ηλικιών.


Θα ήθελα να μοιραστείτε μαζί μας ένα ποίημα/ στίχο σαν μήνυμα για όσους διαβάσουν τη συνέντευξη.

Π: Υπάρχει ένας στίχος που ξεχωρίζω, από το ποίημα του Νάνου Βαλαωρίτη "Το χτύπημα". Λέει: "Για μια στιγμή ξεχάσαμε/ ποια ήταν η ερώτηση".


Ι: Θα ήθελα να μοιραστώ δυο δίστιχα. Το πρώτο είναι του T.S. Eliot “Lips that would kiss / form prayers to broken stone”. Το δεύτερο είναι του Μίλτου Σαχτούρη “Η κυρά Λένη όλη μέρα τραγουδάει / δεν το καταλαβαίνει ότι κλαίει”.

Δ: Θα μοιραστώ τρία δίστιχα, τριών διαφορετικών ποιητριών που αγαπώ:


“Τάχα δεν θα είναι φταίχτης, ποιον χτυπούν χωρίς να φταίξει;/

Και καλά του κάνουνε αφού ήθελε να παίξει με τους άρχοντες” (Ελένη Βακαλό, Πώς έγινε ένας κακός άνθρωπος)

“Να σας δείξουμε τις φωτογραφίες, είπα./ Εδώ που γελάω, έτρεμα απ’το φόβο μου.” (Ο οδοιπόρος είχε φύλλα στα μαλλιά του,Αλεξάνδρα Πλαστήρα)


“Έλα, η μέρα είναι τόσο ωραία – τα ποιήματα που αγαπώ θέλω να τα ζήσω μαζί σου.” (Έρως Μελαχρινός, Μάτση Χατζηλαζάρου)



Σας ευχαριστώ!







Παρασκευή 3 Μαρτίου 2023

Δημήτρης Ράπτης :Tο να γεννάται μια ιδέα που σχετίζεται με το εκάστοτε έργο είναι σαν να ανοίγεις ένα δωμάτιο στον χωροχρόνο που μόνο εσύ (για αρχή) έχεις τα κλειδιά.



Συνέντευξη στην Κάλλια Βαβουλιώτη



O Δημήτρης Ράπτης ένας ταλαντούχος χορογράφος, χορευτής και καθηγητής χορού όπως επίσης και σκηνοθέτης, έχει συνεργαστεί με το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης όπως επίσης και με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, έχει βραβευτεί στο εξωτερικό όπως και στην Ελλάδα-  αποτελεί έναν από τους συντελεστές της θεατρικής παράστασης ΣΟΥΕΛ του Θοδωρή Τσαπακίδη. 

Ας τον γνωρίσουμε...

Τι αποτέλεσε το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με τον χορό;

Το αρχικό ερέθισμα ήταν μια ταινία του 80 νομίζω σε ηλικία Τετάρτης Δημοτικού. Θυμάμαι ήταν μια χορεύτρια που δούλευε το Grand Jete (μεγάλο άλμα) και έπρεπε να αποφύγει, σε κάποια στιγμή της ταινίας, κάποιους “κακούς” της υπόθεσης. Την έσωσε το άλμα της περνώντας από τη μια πλευρά ενός βουνού στην άλλη. Έτσι και γω άρχισα να πειραματίζομαι στο χωλ του σπιτιού μου τα μεγάλα άλματα που είχα δει στην ταινία.

Θεωρείτε ότι οι τέχνες στην Ελλάδα έχουν τη θέση που τους αξίζει;

Οι τέχνες στην Ελλάδα έχουν την θέση τους ούτως ή άλλως, το θέμα είναι ποιος κάθεται σε θέσεις που έχουν τη δύναμη να εξυπηρετούν , υποστηρίζουν και προάγουν τις τέχνες.

Είστε χορογράφος ωστόσο σκηνοθετείτε επίσης, ποιο κοινό στοιχείο σας συναρπάζει σε αυτές τις δύο μορφές τέχνης και έκφρασης;

Η γέννηση. Και οι δυο αυτές προσεγγίσεις έργων, έχουν το στοιχείο της γέννησης. Το να γεννάται μια ιδέα που σχετίζεται με το εκάστοτε έργο είναι σαν να ανοίγεις ένα δωμάτιο στον χωροχρόνο που μόνο εσύ (για αρχή) έχεις τα κλειδιά.





Διαβάζοντας κανείς το βιογραφικό σας, δηλαδή την επαγγελματική ομάδα «Σώμα Ως» , το τμήμα «Art in Action» αντιλαμβάνομαι ότι έχετε δουλέψει σκληρά και ομαδικά για να φτάσετε σε ένα τόσο καλό επίπεδο. Ποιο είναι το μυστικό για να μπορείς να συνυπάρχεις και να συνεργάζεσαι με ομάδες καλλιτεχνών, τι αποκομίσατε από αυτές τις εμπειρίες ;

Το μυστικό μου είναι να παρατηρείς, να παραδέχεσαι και να δέχεσαι τα λάθη σου, να επικοινωνείς με ειλικρίνεια το οτιδήποτε και να μην ξεχνάς τον αρχικό στόχο. Δηλαδή την δημιουργία ή συνδημιουργία του έργου. Γιατί εν τέλει με τους συνεργάτες αυτή ήταν και η αφορμή συνύπαρξης εξ αρχής, το έργο.

ΣΟΥΕΛ: Από που πήρατε έμπνευση για τις χορογραφίες της παράστασης, τι θελήσατε να αποδώσετε κινησιολογικά σε σχέση με το έργο;

Η έμπνευση προέρχεται άλλοτε από τις λέξεις ενός έργου , την σημασιολογία τους δηλαδή και άλλοτε από το σύνολο του χαρακτήρα. Κινησιολογικά αποδόθηκε ο εγκλεισμός γύρω από το εγώ του χαρακτήρα, σηματοδοτώντας συγχρόνως και τον εγκλεισμό που θίγει το έργο, λόγω της καραντίνας που όλοι ζήσαμε.

Στην παράσταση υπάρχει ένα πλαίσιο περιορισμού – όπως αυτό που ζήσαμε λ.χ στην καραντίνα- εσείς πως βιώσατε αυτή την ιδιαίτερη συνθήκη εγκλεισμού τόσο σε ατομικό επίπεδο όσο και καλλιτεχνικά;

Σε ατομικό επίπεδο πέρασα υπέροχα. Έζησα ένα φρένο στην ταχύτητα όπου εξουθένωνε τον νου. Άρχισε να υπάρχει χρόνος αυτοπαρατήρησης και αφορμής για ένα restart. Αυτό πλαισιώθηκε με καθημερινούς ήσυχους περιπάτους στην πόλη της Αθήνας κάτι που όταν κινείσαι σε άλλες ταχύτητες καθημερινότητας δεν απολαμβάνεις. Ένα ξεσκαρτάρισμα δηλαδή παλιών και νέων πραγμάτων, γεγονότων και σχέσεων.  Όσο και να ακούγεται περίεργο μου άφησε μια υπέροχη γεύση εμπειρίας.

Καλλιτεχνικά υπέφερα όπως όλοι. Ειδικά η τέχνη του χορού “άνοιξε” αν θυμάστε, τελευταία.




Έχετε κάποια φιλοσοφία ζωής με την οποία πορεύεστε;

Ναι. Το βίωμα . Να βιώνεις αυτό που σκέφτεσαι , αισθάνεσαι ,φαντάζεσαι, ώστε η κατάληξη σου σε κάτι να ναι ύπο την σφραγίδα της εμπειρίας σου και όχι υπό την επήρεια φιλοσοφικών ρητών.

Πως είναι η συνεργασία με τους υπόλοιπους συντελεστές του ΣΟΥΕΛ, περιγράψτε μου μία στιγμή μαζί τους αστεία/συγκινητική που θα θυμάστε .

Όπως λέει κα μια ατάκα του έργου; Αγοράσατε αυτό το σπίτι, άρα έχετε σκοπό να μείνετε καιρό. Άρα θα γνωριστούμε,

όπου και γνωριστήκαμε σταδιακά με τους συντελεστές. Αφήσαμε χώρο ο ένας στον άλλον να συνυπάρξουμε, να πειραματιστούμε και να μπορέσουμε με έναν αλληλοσεβασμό να φτάσουμε στο αποτέλεσμα. Αυτό για μένα είναι στις μέρες μας είναι συγκινητικό.

Έχετε κερδίσει το πρώτο βραβείο ISTD (International Society of Typographic Designers-Αγγλία) ένα πρότζεκτ της Νταίζυ Σερδάρη, ως σκηνοθέτης, χορογράφος πως αισθάνεστε με αυτή τη διάκριση; Νιώσατε ότι ήταν ανταμοιβή για όλη τη δουλειά που έχετε κάνει μέχρι τώρα;

Εκείνη την περίοδο ήταν μια αναγνώριση όντως και για τη δουλειά μου.Ήταν και το αρχικό στάδιο της καριέρας μου, που όπως και να το κάνεις μια διάκριση είναι μια ώθηση για να πιστέψεις περισσότερο σε σένα και την τέχνη σου και να συνεχίσεις τη πορεία σου.

Υπάρχει κάτι που θα αλλάζατε στον χώρο του χορού ή των τεχνών γενικότερα;

Καληνύχτα Κεμάλ. Αυτός ο Κόσμος δεν θα αλλάξει ποτέ. Θα άλλαζα το Εγώ με το Εμείς.

 






Σάββατο 11 Φεβρουαρίου 2023

Vassilikos: «Οι πιο πλανεμένοι άνθρωποι στον πλανεμένο πλανήτη μας είναι οι πολιτικοί»


Γιώργος Σταυρακίδης




Ο σπουδαίος ερμηνευτής, μιλάει στην Parallaxi για την εποχή των Raining Pleasure, για το νέο του project, τον Παύλο Παυλίδη και όσα τον απασχολούν στην ελληνική κοινωνία.

Τον ακούσαμε (πολύ) την χρυσή εποχή των Raining Pleasure σε μπαρ, live, μέχρι και διαφημιστικά σποτάκια. Μετά, τον ακούσαμε (πιο πολύ) στο εμβληματικό “Vintage” όπου προσέγγισε με τη δική του οπτική κομμάτια τραγούδια, που έχουν αγγίξει το χρόνο, μεταμορφώνοντάς τα σε κάτι άλλο, εξίσου μαγικό.

Ο Vassilikos είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης όπου το μουσικό του σύμπαν δεν σταμάτησε ποτέ να μεταλλάσσεται σε κάτι καινούριο και κάπως έτσι, λίγα χρόνια αργότερα από το “Vintage”, συνάντησε τα τραγούδια του Βασίλη Τσιτσάνη σε εκείνο το εξαιρετικό άλμπουμ «Sunday Cloudy Sunday» που τότε χαρακτηρίστηκε τολμηρό και άνοιγε μία συζήτηση (που τελικά κάθε τόσο επανέρχεται) αν πρέπει να διασκευάζονται τραγούδια από το παρελθόν.

Τα επόμενα χρόνια, συνέχισε να γράφει και να τραγουδάει επιλογές τραγουδιών – δικών του ή συμμετοχές – που δύσκολα θα μπορούσα να τα κατατάξω σε ένα αυστηρά είδος κι αυτό, τον κάνει έναν πολυδιάστατο καλλιτέχνη που, με τον αέρα ενός διεθνούς μουσικού, συνεχίζει να διαγράφει μία λαμπερή διαδρομή (από την λάμψη των ματιών κυρίως, σε όλα εκείνα που αγαπάμε). 

Το “Amazing Grey” που ακολούθησε, είναι μία δουλειά διαμάντι που έφερε στην πορεία του ένα ακόμα (αλλιώτικο;) πρόσωπο για τον ίδιο. 

Το καινούργιο project του Vassilikos, «The Grand Duet» με τον Γιώργο Τριανταφύλλου, που παρουσιάζει τους τελευταίους μήνες, έρχεται και στη Θεσσαλονίκη για μία μοναδική βραδιά, την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου στο Rover Bar και αυτό, στάθηκε μία ωραία ευκαιρία να μιλήσουμε μαζί του για, τι άλλο; 

Πώς και πότε γεννήθηκε το project «The Grand Duet» και τι ακριβώς είναι; 

Η ιδέα στριφογύριζε στο μυαλό μου από το ‘19. Έλειπε μόνο να βρω τον κατάλληλο άνθρωπο, πράγμα πολύ δύσκολο. Έπρεπε να παίζει διάφορα όργανα σε πολύ καλό επίπεδο, να έχει μουσική εμπειρία και αισθητική κοινή με τη δική μου. Κάπου εκεί, σε ένα λάιβ στην Πάτρα είδα τον Γιώργο Τριανταφύλλου -παλιό γνωστό από την πόλη- να παίζει και ήξερα ότι είχα βρει τον άνθρωπό μου. Του μίλησα και πολύ άμεσα αρχίσαμε πρόβες. Λίγο καιρό μετά ξεκίνησε η όλη κατάσταση με τον covid και το όλο πράγμα αναγκαστικά μπήκε στην αναμονή. Πριν 10 μήνες περίπου το ξαναπιάσαμε και ξεκίνησαν οι συναυλίες. Πρόκειται για δύο ανθρώπους που χρησιμοποιούν διάφορα όργανα και έναν υπολογιστή που παίζει μαζί μας ένα backing track ειδικά φτιαγμένο και μιξαρισμένο για αυτό το σχήμα.



Μιλώντας λοιπόν για το δικό σου ρεπερτόριο, αντιλαμβάνεται κάποιος ότι χρονολογικά αν το δούμε, αλλάζεις πρόσωπα και διαθέσεις με τον καιρό. Από την άλλη, έχεις καταφέρει όλα αυτά να τα συνδυάσεις σε ένα κοινό live show και να είναι και ένα εξαιρετικό σύνολο πάντα. Είσαι έτσι ως άνθρωπος, εννοώ με πολλά ακούσματα, ή πιστεύεις πως ο καλλιτέχνης πρέπει να αλλάζει;

 Νομίζω και τα δύο που ανέφερες είναι εξίσου σημαντικά. Τα πρόσωπα είναι απαραίτητο να αλλάζουν αν είναι να διατηρηθεί κανείς φρέσκος και ειλικρινής. Γιατί έτσι κι αλλιώς αλλάζουμε, θέλουμε δεν θέλουμε. Και σε ένα άνοιγμα αρκετών χρόνων που κάνω εγώ μουσική, νομίζω θα είχα βαρεθεί να κάνω αυτό που έκανα στην αρχή. Τα ακούσματα είναι επίσης πολλά και διαφορετικά. Εκπαιδεύτηκα από πολύ μικρός στην κλασική μουσική και έχω ακόμα μια πολύ ιδιαίτερη σχέση μαζί της. Πρωτοσυγκινήθηκα σαν παιδάκι με την ντίσκο των 70s και λίγο μετά με την ποπ των 80s. Λίγο μετά μπήκαν στη ζωή μου οι κιθάρες, και σαν άκουσμα αλλά και κυριολεκτικά και έφυγα βόλτα σε όλη την κιθαριστική μουσική, από τους Beatles, τους Pink Floyd και τους Led Zeppelin μέχρι τους Smiths, τους U2, τους Radiohead και διάφορες άλλες μπάντες που αποτέλεσαν σοβαρότατη επιρροή. Στο σπίτι ακούω jazz, ηλεκτρονική διαφόρων εποχών και πάω με τις διαθέσεις της κάθε φάσης μου.

 

Φωτογραφίες: Ευτυχία Βλάχου

 

Από τα χρόνια με τους Raining Pleasure τι έχεις κρατήσει;

Ήταν μια τελείως διαφορετική εποχή από αυτή που ζούμε τώρα. Όχι καλύτερη ή χειρότερη, απλά διαφορετική. Είχε μεγάλες δόσεις από περιπέτεια και εκπλήξεις. Ανακαλύπταμε μαζί τον κόσμο και τους εαυτούς μας. Είμαι πολύ ευγνώμων για όλα εκείνα τα χρόνια, για αυτά που ζήσαμε μαζί, αυτά που κάναμε. Οι σχέσεις είναι ακόμα υπαρκτές και ζεστές ανάμεσα στα μέλη του πυρήνα της μπάντας. Δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Πολύ δύσκολα ζουν κοινή ζωή σε τόση ένταση και για τόσα χρόνια οι άνθρωποι. Θυμάμαι τον καιρό του «Play» με την Έλλη Πασπαλά, ότι είχα διαβάσει κάπου πως είσαι ο καλύτερος ερμηνευτής της γενιάς σου και γενικότερα, γνωρίζω πως το κοινό συμφωνεί με αυτό για εσένα. 

Πώς το αντιλαμβάνεσαι εσύ όλο αυτό και αν σου προσθέτει και μία ευθύνη παραπάνω μία τέτοια ετικέτα; 

Δεν ξέρω, ούτε τώρα, ούτε ήξερα ποτέ ακριβώς ποια είναι η εικόνα μου στον κόσμο. Όταν αλλάζει τόσο η εικόνα μου για τον εαυτό μου, είναι πολύ δύσκολο να έχω αίσθηση του πώς με βλέπουν οι άλλοι. Αυτό που ξέρω είναι στο λάιβ. Αυτό που συμβαίνει εκεί με κάποιους ανθρώπους αγγίζει τα όρια του μεταφυσικού. Μερικές φορές νιώθω και ότι τα ξεπερνάει. Είναι μια μορφή σύνδεσης και επί τόπου συντονισμού σε ένα επίπεδο που δεν είναι καθόλου συνηθισμένο στην καθημερινότητα. Νιώθω μια σιγουριά για αυτό που θα βγει από μέσα μου γιατί ξέρω και νιώθω ότι θα βρει δέκτες. Είναι πάρα πολύ δύσκολο να το περιγράψω, οι λέξεις δεν είναι φτιαγμένες για τέτοια νοήματα. Αλλά όσοι έχουν βρεθεί εκεί, είμαι σίγουρος ότι καταλαβαίνουν τι προσπαθώ να περιγράψω.


Επιστρέφεις συχνά σε τραγούδια άλλων εποχών, ακόμα και δισκογραφικά. Αυτό γίνεται επειδή νιώθεις μία σύνδεση με εκείνες τις εποχές ή τα τραγούδια ή το σημερινό πλαίσιο δεν προσφέρει τα ίδια μουσικά μεγέθη ώστε να το ψάξεις περισσότερο;

 Τα μουσικά μεγέθη υπάρχουν ακόμα και με κάποιο τρόπο θα υπάρχουν πάντα. Τώρα θέλει πολύ ψάξιμο από τον ακροατή για να τα βρει και αυτή είναι η βασική διαφορά. Ή, για να το θέσω αλλιώς, θέλει πάρα πολλή δουλειά για να κάνει κανείς στην άκρη την τεράστια ποσότητα ηχητικών σκουπιδιών που υπάρχουν, μέχρι να φτάσει σε κάποια ουσία. Ή να έχει φίλους που το έχουν κάνει και μπορούν να τους γλιτώσουν χρόνο. Ο λόγος που επιστρέφω εγώ στο παρελθόν είναι κυρίως λόγω της βιωματικής σχέσης με παλιότερα ακούσματα.

Θυμάμαι πριν μερικά χρόνια πως σε είχε καλέσει ο Δήμαρχος Πατρέων για να συμβάλεις στην ανάδειξη πολιτιστικών χώρων της περιοχής και είχες ανταποκριθεί. Είναι λοιπόν η πολιτική – σε όποιο τομέα εσύ επιθυμείς ενδεχομένως – κάτι που σε ενδιαφέρει γενικότερα, τώρα ή στο μέλλον;

Νομίζω πως οι πιο πλανεμένοι άνθρωποι στον πλανεμένο πλανήτη μας είναι οι πολιτικοί. Και αυτό γιατί επάγγελμά τους είναι η διαχείριση της ροής των γεγονότων και της ζωής. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη πλάνη από την πεποίθηση ότι κινούμε εμείς τα πράγματα και τις εξελίξεις της ζωής. Κάποιος που το πιστεύει αυτό και μπαίνει και στην σχετική μπίζνα, έχει πολύ σκατό να φάει (pardon my French) μέχρι να δει την απόλυτη απροβλεψιμότητα που είναι το βασικό υλικό της ζωής. Νομίζουμε ότι σκεφτόμαστε και πράττουμε, ότι αποφασίζουμε και κάνουμε επιλογές. Η πραγματικότητα είναι εντελώς αλλού και αλλιώς. Και όσο κι αν φαίνεται βαρύ αυτό που λέω, είναι το πιο ελαφρύ πράγμα που υπάρχει. Και η χαρά που δίνει σε αυτόν που το συνειδητοποιεί, δεν έχει προηγούμενο. Ούτε επόμενο. Με άλλα λόγια, όχι. Δεν θα έχανα ποτέ το χρόνο μου στην πολιτική. Δεν θα ενδιαφερόταν έτσι κι αλλιώς κανείς για την προσφορά μου. Ποιος θα ήθελε στην πολιτική έναν άνθρωπο που ζει χωρίς να προγραμματίζει σχεδόν τίποτα, άλλωστε;

 


Επειδή έχεις ζήσει για χρόνια στο εξωτερικό, πώς βλέπεις την ελληνική αλλά και την διεθνή δισκογραφία τα τελευταία χρόνια; Έχει αλλάξει από παλιότερα;

Έχει αλλάξει πολύ αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Αν κάτι με δυσαρεστεί προσωπικά, είναι ότι πια δεν αγοράζει μουσική ο περισσότερος κόσμος και όλη η δουλειά που κάνουμε εμείς που φτιάχνουμε και παράγουμε μουσική, είναι στην ουσία δωρεάν και αυτό δεν είναι καλό για κανέναν. Πέρα από αυτό όμως, η ευκολία που έχει προσφέρει η τεχνολογία μάς έχει δώσει τη δυνατότητα να ακούσουμε καλλιτέχνες που δεν θα ακούγαμε ποτέ. 

Έχοντας ανοίξει πια μία μεγάλη συζήτηση γύρω από τις τέχνες, είναι η Ελλάδα τελικά μία χώρα που στηρίξει τους καλλιτέχνες της ή ό, τι καλό γίνεται έχει να κάνει σε προσωπικές πρωτοβουλίες των ανθρώπων; 

Οι άνθρωποι στη χώρα, νοιάζονται, νιώθουν, αναγνωρίζουν. Κάποιοι, τέλος πάντων. Έστω και πολύ λίγοι. Αλλά σε επίπεδο θεσμών, δε νομίζω ότι ποτέ στην ιστορία μας ήταν χαμηλότερο το επίπεδο. Είναι άλλο να μην νοιάζεσαι ιδιαίτερα για τις τέχνες και τη σημασία που έχουν στις ζωές και την εξέλιξη των ανθρώπων και άλλο να μην ντρέπεσαι καθόλου γι’ αυτό. Κι ακόμα χειρότερα, να νομίζεις ότι τα περί τέχνης είναι υποκριτικές και δήθεν αναφορές κάποιων ονειροπαρμένων.

Μία δεύτερη συζήτηση, είναι γύρω από τις διασκευές με αφορμή το πρόσφατο άλμπουμ του Παυλίδη με τραγούδια του Γιάννη Μαρκόπουλου που πολλοί λένε πως δε πρέπει να υπάρχουν τόσο έντονες παρεμβάσεις στα «μεγάλα» τραγούδια. Ποια είναι η δική σου άποψη σε αυτό;

Να υπάρχουν. Και σε όποιον δεν αρέσουν, να μην τα ακούνε. Δουλίτσα τους. Τα ίδια είχαν γίνει το ‘13 όταν κυκλοφόρησα εγώ το Sunday Cloudy Sunday σε διασκευές Τσιτσάνη. Αλλά είναι τόσο δυνατός ο φόβος των ανθρώπων για το άλλο, που δουλειά όποιου κάνει τέχνη είναι να αναστατώνει όποτε του βγαίνει. Όταν κάνεις έρευνα τι θέλει ο κόσμος πριν φτιάξεις κάτι, τότε συμβάλλεις δραματικά στην κοινωνία άβουλων ηλιθίων. Καλά έκανε ο Παύλος. Αυτό ένιωσε. Μακάρι να ένιωθαν όλοι τόσο βαθειά και δημιουργικά όσο νιώθει αυτός. Κι ας γκρεμίζονταν όλα.

 Τι ακούς αυτό τον καιρό στο σπίτι ή στο αυτοκίνητο σου;

Αυτή τη στιγμή παίζει Mozart – Symphony No 38. Αναφέρθηκα κάπως σε αυτό νωρίτερα. 




Πηγή: Parallaxi 


Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022

Νέοι Ποιητές | Έλενα Κτενοπούλου | Ένα ποίημα μπορεί να είναι σαν ένα πυροτέχνημα: σου παίρνει δύο λεπτά να το διαβάσεις αλλά σε καθηλώνει

 

Συνέντευξη στην Κάλλια Βαβουλιώτη

Διαβάζω τα γραπτά της πριν πάρουν σάρκα και οστά με μυρωδιά και υφή χαρτιού, έχω ξεχωρίσει την φρέσκια ματιά της , την ελευθερία με την οποία χειρίζεται τις λέξεις - πράγμα καθόλου εύκολο αν με ρωτάτε ακόμα και για νέους ποιητές που συνήθως μέσα τους η εγκράτεια τους  και η ανασφάλεια που προκαλεί η έκθεση των λέξεων συχνά τους κρατά πίσω από την ουσιαστική έκφραση.  Έχω αγαπήσει τις εικόνες που οικοδομεί μέσα στα ποιήματα της, την σπιρτόζικη ειρωνία  και τον ρομαντισμό που έρχεται σε δόσεις να ολοκληρώσει όλα όσα έχει η Έλενα Κτενοπούλου να πει. Με αφορμή την πρώτη της ποιητική συλλογή "Αυτά που έριξα στο μπλε"  από τις εκδόσεις Ιωλκός, αποφασίσασμε να την γνωρίσουμε καλύτερα. 



 Πως ξεκίνησε η διαδικασία της συγγραφής;

Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να το ορίσω γιατί δεν ξεκίνησα συνειδητά. Άρχισα να γράφω παραμύθια όταν ήμουν 8 χρονών, στη δευτέρα δημοτικού. Δηλαδή, αμέσως μόλις έμαθα πως να φτιάχνω προτάσεις. Πριν απ’ αυτό, δημιουργούσα ιστορίες με εικόνες.

Ήταν κάτι που έκανα μέσα στη μέρα μου, το οποίο δεν είχε ορισμένο χρόνο ή αρχη-μέση-τέλος. Μπορεί να ξεκινούσε από μία σημείωση και να κατέληγε θεατρικό έργο ή να ξεκινούσε από μία σημείωση και να κατέληγε στα σκουπίδια. Για αυτό έχω πειραματιστεί και με πολλά είδη γραφής.

Το μόνο που μπορώ να ορίσω πότε άλλαξε μέσα στα χρόνια ήταν το πότε μου γεννήθηκε η ανάγκη να μοιραστώ αυτά που έγραφα. 

  Γιατί ποίηση και όχι πεζογραφία;

Δεν είναι ότι δεν γράφω πεζά κείμενα, απλά έτυχε η περίοδος κατά την οποία αισθάνθηκα έτοιμη να τα μοιραστώ αυτά που γράφω, να είναι περίοδος ποίησης για μένα. Έτσι προέκυψε μια ποιητική συλλογή, χωρίς να σημαίνει αυτό ότι κλείνω την πόρτα σε άλλα είδη γραπτού λόγου.

Η ποίηση έχει ιδιαιτερότητες και χαρακτηριστικά που ταίριαζαν, ίσως, καλύτερα σε αυτό που ήθελα να εκφράσω τη δεδομένη στιγμή. Ένα ποίημα μπορεί να είναι σαν ένα πυροτέχνημα: σου παίρνει δύο λεπτά να το διαβάσεις αλλά σε καθηλώνει. Έχει ενδεχομένως μικρή έκταση αλλά χωράει χίλια νοήματα. Κρατάει λίγο αλλά φέρει μέσα του πάρα πολλά. Και μέσα σε όλη αυτή την έλλειψη κανόνων της σύγχρονης γραφής, τελικά, επιτρέπει κάπως τη δημιουργία ενός δικού σου κόσμου, δικών σου κανόνων.

Η ποίηση στο μυαλό μου είναι μία φωτογραφία αυτού που δεν μπορεί ποτέ να φωτογραφηθεί, ενός συναισθήματος, που φυσικά διαρκεί μόνο μία στιγμή. Δηλαδή, σαν μία προσπάθεια να το κρατήσεις αυτούσιο, να το αποτυπώσεις κάπου. Τα ποιήματα είναι σαν μνημεία στιγμών, όχι όμως όπως αυτές μοιάζουν στα μάτια μας. Όχι μια αποτύπωση στιγμής εξωτερικά, αλλά εσωτερικά.

Ο ποιητής γεννιέται ή γίνεται;

Δεν ξέρω. Η γραφή είναι κάτι πολύ προσωπικό και ο καθένας έχει σίγουρα το δικό του ταξίδι.

Υποθέτω πως γεννιέσαι με την ανάγκη να γράφεις, άσχετα αν αυτό θα καταλήξει στην έκδοση ή σε συρτάρια γεμάτα τετράδια. Οπότε, ναι, σε ένα βαθμό «γεννιέσαι». Θεωρώ πως δεν μπορείς να γράψεις αν δεν ζητάει κάτι μέσα σου να γραφτεί. Θα είναι μάλλον μια βαρετή και ανούσια διαδικασία. Εγώ τουλάχιστον δεν μπορώ να το φανταστώ.

Η δικιά μου εμπειρία είναι πως όταν θέλω να γράψω, οι λέξεις ξεχειλίζουν, δεν το σκέφτομαι και δεν το επιλέγω. Φυσικά, μετά επιστρέφω στα γραπτά και τα βλέπω με πιο καθαρό και όσο γίνεται αντικειμενικό μάτι αλλά αυτό είναι μια άλλη διαδικασία σε δεύτερο χρόνο.

Το να γίνεις καλύτερος, να βρεις το ύφος σου και τη φωνή σου, γίνεται και σίγουρα δε γίνεται μόνο του. Θέλει δουλειά, διάβασμα, γράψιμο, σβήσιμο, αυτοκριτική και αυτοαποδοχή. Είναι ένα ταξίδι.

Γιατί γράφετε;

Γιατί δεν ξέρω πώς να μη γράφω. Μάλλον θα έσκαγα.

Η γραφή αποτελεί δομικό στοιχείο της καθημερινότητας μου από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου.



Γνωρίζοντας τις σπουδές σας Royal Central School of Speech & Drama αν είχατε να διαλέξετε ανάμεσα στην υποκριτική και την ποίηση , τι θα διαλέγατε; 

Δεν σπούδασα υποκριτική στο Central αλλά Δραματοθεραπεία (Drama and Movement Therapy). Έκανα πολλά σεμινάρια υποκριτικής εκεί αλλά δεν ήταν οι κύριες σπουδές μου. Δε νομίζω ότι τίθεται θέμα σύγκρισης μέσα μου. Από την άλλη όμως, δεν νομίζω πως υπάρχει και ανάγκη επιλογής ανάμεσα σε δύο τέχνες ακόμα κι αν εγώ έχω επιλέξει τη μία, που είναι η ποίηση σε αυτή την περίπτωση. Όταν έχεις πράγματα να εκφράσεις, αυτό μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους.

Γενικά, δυσκολεύομαι πολύ να περιορίσω τον εαυτό μου στο εύρος μιας ταμπέλας. Οι περισσότεροι άνθρωποι που ξέρω και εκτιμώ δεν κάνουν μόνο ένα πράγμα, είναι ανήσυχα πνεύματα που αναζητούν το δρόμο τους και περνούν από χίλια μονοπάτια. Μπορεί να φοβούνται αλλά δοκιμάζουν. Καμιά φορά τα χόμπι μας είναι πιο αντιπροσωπευτικά του ποιοι είμαστε σε σχέση με το επάγγελμά μας.  

Γιατί «αυτά που έριξα στο μπλε» και όχι κάποιο άλλο χρώμα; 

Ομολογώ ότι δεν είχα ιδέα πώς να ονομάσω τη συλλογή. Οπότε στράφηκα στα ίδια τα ποιήματα για την απάντηση. Υπάρχει ένα ποίημα στη συλλογή που λέει:

Έριξα στο μπλε όσα δε σου ‘πα

κι έβαψα τον ουρανό που είχε αρχίσει να ξεθωριάζει απ’ τη σιωπή.

Αν κοιτάξεις πάνω

μπορεί και να τ’ ακούσεις.




Αυτό μου έδωσε τον τίτλο. 

Πιστεύετε ότι η ποίηση για να είναι αξιόλογη πρέπει να είναι και βιωματική;


Νομίζω ότι δεν γίνεται η ποίηση να μην είναι βιωματική.

Μπορεί για παράδειγμα, να γράψω ένα ποίημα για τον θάνατο εξαιτίας του φόβου του θανάτου που αισθάνομαι. Μπορεί να μην υπάρχει ο θάνατος σαν βίωμα όμως η υπάρχει σαν βίωμα ο φόβος του.

Ακόμα και αν γράψω ένα ποίημα αφορμόμενη από κάτι που συμβαίνει σε έναν άλλο άνθρωπο και πάλι υπάρχει βίωμα εφόσον αυτό το θέμα με απασχολεί. Είμαι φυσικά καταδικασμένη σε αυτή την περίπτωση πάντα να γράφω το ποίημα από τη δική μου σκοπιά και ποτέ να μην καταφέρω να αποτυπώσω ακριβώς την οπτική του ανθρώπου που βρίσκεται μέσα στην κατάσταση αλλά αυτό δεν μειώνει, κατά τη γνώμη μου, με κανένα τρόπο το λογοτεχνικό αποτέλεσμα που μπορεί να προκύψει.

Δεν νομίζω ότι κάποιος θα πιάσει να γράψει ένα ποίημα για ένα θέμα που δεν τον αγγίζει με κανένα τρόπο και δεν απασχολεί τη σκέψη του ακόμα και αν αυτό είναι έμμεσα. Γιατί να το κάνει;

 


Το ποιητικό σας αντικείμενο μοιάζει άκαμπτο ακόμα και στην ρομαντική ειρωνία του ποιητικού σας υποκειμένου. Τελικά για εκείνον που γράφει η ποίηση ως «γέννα» τι πραγματώνει;



Όσο κι αν τα ποιήματα ακούγονται σαν να έχουν συγκεκριμένη απεύθυνση, στην πραγματικότητα δεν έχουν, τουλάχιστον με τη στενή έννοια. Αυτό που εννοώ είναι πως ένα ποίημα είναι ένα ποίημα και όχι ένα γράμμα που γράφεται με σκοπό να διαβαστεί από ένα συγκεκριμένο ζευγάρι μάτια παρόλο που μπορεί να αφορμάται από ένα συγκεκριμένο ζευγάρι μάτια. Το ποιητικό αντικείμενο δηλαδή, όπως το ορίζετε, είναι περισσότερο η αφετηρία παρά ο προορισμός του ποιήματος, αφού η ποίηση δεν αποτελεί ένα διάλογο ανάμεσα σε δύο πρόσωπα αλλά έναν εσωτερικό διάλογο ανάμεσα σε δύο ή περισσότερες πλευρές του εαυτού.

Αυτό το συνειδητοποιώ κι εγώ καθώς σας απαντώ στην ερώτηση διότι το μόνο πράγμα που πραγματικά ήταν άκαμπτο κατά την περίοδο της συγγραφής των περισσότερων από τα ποιήματα, ήμουν εγώ. Άρα ίσως, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως όσο πανανθρώπινα και αν είναι τα θέματα της ποίησης γενικότερα, όσες κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις κι αν παίρνουν, είναι πάντα μία εσωτερική μάχη στο μυαλό ενός ανθρώπου που έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του.

Ακόμη και αν πάρουμε ως παράδειγμα ποιήματα με αμιγώς πολιτικό χαρακτήρα, ακόμα και τότε, που φυσικά μπορούμε να εντοπίσουμε μια απεύθυνση στο κοινωνικό σύνολο, αυτή δεν θα υπήρχε αν ένα κομμάτι του εαυτού του ποιητή δεν εναντιωνόταν σε ένα άλλο κομμάτι το οποίο καλείται να υποταχθεί σε ένα σύστημα που δεν του ταιριάζει. Είναι ακριβώς αυτή η ενδότερη σύγκρουση που αγγίζει τον αναγνώστη τόσο πολύ, που τελικά καταλήγει να γίνει όντως ένα πολιτικό σύμβολο.

Δεν θα έλεγα ακριβώς πως το ποιητικό υποκείμενο και το ποιητικό αντικείμενο, όπως ορίζονται εδώ, ταυτίζονται. Θα έλεγα όμως πως ακόμα και το ποιητικό αντικείμενο, αναγκαστικά ιδωμένο μέσα από τα μάτια του ποιητή, άρα υποκειμενικά δοσμένο μέσα στο ποίημα, είναι μέχρι ένα σημείο μια άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.

Καθώς ανήκετε στη νέα γενιά, θεωρείτε ότι οι νέοι διαβάζουν; Ασχολούνται με την τέχνη γενικότερα ;



Ζούμε σε καιρούς μεγάλης κοινωνικής και πνευματικής κρίσης. Σε κάθε περίοδο κρίσης ο άνθρωπος τείνει να στρέφεται στην τέχνη. Πάντα υπάρχουν άνθρωποι που ασχολούνται περισσότερο ή λιγότερο με το διάβασμα ή με την τέχνη. Δεν ξέρω αν διαβάζουν όλοι οι νέοι, ξέρω ότι πολλοί από εμάς το κάνουμε. Είμαι σίγουρη ότι υπάρχουν πολλά αξιόλογα δημιουργικά μυαλουδάκια ανάμεσά μας. Έχω όμως πολλές αμφιβολίες σχετικά με το αν υπάρχουν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε να ανθίσουν και να έχουν την ευκαιρία να δείξουν τι μπορούν να κάνουν.

Προσωπικά, δεν με προβληματίζει καθόλου το ερώτημα αν οι νέοι ασχολούνται με την τέχνη, αλλά το αν οι νέοι που ασχολούνται με την τέχνη έχουν την ευκαιρία να εξελιχθούν σε αυτό, να αναπτύξουν τα ταλέντα τους, να αντιμετωπιστούν όπως τους αρμόζει από τους θεσμούς και να εξασφαλίσουν ότι θα μπορούν να συνεχίσουν να κάνουν αυτό που αγαπούν. 

  Με αφορμή το εισαγωγικό σας σημείωμα – αντιλαμβάνομαι ότι οι έννοιες της αλήθειας και του ψέματος είναι δύο αντίρροπα που σας απασχαλούν ιδιαίτερα. Η ποίηση είναι αλήθεια ή ψέμα; 

  Η αλήθεια είναι μια εξαιρετικά περίπλοκη έννοια που δύσκολα ορίζεται. Νομίζω ότι πάντα όταν μιλάμε για τέχνη μπορούμε να μιλάμε μόνο για υποκειμενική αλήθεια. Είναι η αλήθεια της στιγμής. Όταν η τέχνη είναι διαχρονική, είναι μάλλον γιατί κατάφερε να προσεγγίσει πανανθρώπινες αλήθειες.

Θεωρείτε πως έχει και πολιτικό ρόλο ακόμα και αν είναι αμιγώς ερωτική;

Είναι τρελή παραξενιά αλλά όσο δυσκολεύομαι να βάλω ταμπέλα στον εαυτό μου άλλο τόσο δυσκολεύομαι να βάλω και στα ποιήματα. Εγώ δεν χαρακτηρίζω «αμιγώς ερωτική» την συλλογή, αυτό φυσικά είναι στην κρίση του κάθε αναγνώστη να το κάνει και προφανώς όλες οι γνώμες είναι σεβαστές. Προσωπικά, θα αισθανόμουν ότι αδικώ πολλές πτυχές της έτσι και πολλά ποιήματα και για αυτό δεν το κάνω.

Νομίζω πως κάθε πράξη δημιουργίας έχει πολιτικό χαρακτήρα με ένα τρόπο. Ακόμα και αν για ένα ποίημα είναι αφορμή ο έρωτας, η μοναξιά, η αναζήτηση νοήματος, ένα ταξίδι ή απλά το πέταγμα ενός πουλιού, η διαδικασία αναστοχασμού της οποιασδήποτε εμπειρίας, η επεξεργασία της, η δημιουργία και τελικά η δημοσιοποίηση, πώς θα μπορούσαν να μην είναι πολιτική πράξη;

Το να μοιράζεσαι δημόσια τον τρόπο σκέψης σου ενδέχεται να προβληματίσει και να διαμορφώσει τον τρόπο σκέψης άλλων. Μπορεί και να μη γίνει ποτέ αλλά μπορεί και να γίνει άσχετα αν αυτό τελικά θα έχει αρνητικό ή θετικό πρόσημο. Οτιδήποτε γίνεται δημόσια έχει μια πολιτική διάσταση διότι μοιραζόμαστε την κοινωνική μας πραγματικότητα και αναπόφευκτα ο ένας επηρεάζει τον άλλον λιγότερο ή περισσότερο.

Σας ευχαριστώ θερμά, για την ενδιαφέρουσα συζήτηση!

Σας ευχαριστώ κι εγώ πάρα πολύ.


*

H Έλενα Κτενοπούλου γεννήθηκε στην Πάτρα, καλοκαίρι του ’95. Από τότε θέλει να γράφει και να ταξιδεύει. Ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών το 2018 και αναχώρησε ευθύς για το Λονδίνο την ίδια χρονιά. Έζησε εκεί για δύο χρόνια και επέστρεψε στην Ελλάδα μετά την ολοκλήρωση των μεταπτυχιακών της σπουδών με αντικείμενο τη Δραματοθεραπεία στο το Royal Central School of Speech and Drama. Λέει, ότι τα μικρά καφέ του Λονδίνου την ενέπνευσαν να γράψει ποίηση. Μπορεί και να λέει ψέματα.