Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ντέπη Φαρκάτση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ντέπη Φαρκάτση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

Η νύχτα του ποιητή & Η δίψα | Ντέπη Φαρκάτση



Η νύχτα του ποιητή

Σε βλέπω να υποχωρείς σαν λαμπάδα αναστημένη μπρος του θανάτου τη θύμηση,
Σε βλέπω να φεύγεις, να φεύγεις να χάνεσαι
Να κρύβεσαι σαν αχινός κάτω από πέτρες και κοράλλια που κολυμπούν στραβά
Σε βλέπω να βουτάς μέσα στο γαλάζιο φόντο του πίνακα
Και να κρατιέσαι από ένα σύννεφο ακατοίκητο,
Σε βλέπω να γραπώνεσαι από την σπιτική σιωπή σαν να ήταν κάτι πολύτιμο
Και αφού αισθάνθηκες την πνοή των αέρινων βελών σε βλέπω να τρέχεις να τρέχεις
Και έπειτα να ξεφεύγεις από τη συνήθεια της ζωής

Σε βλέπω, σε βλέπω να πολεμάς τα στοιχειά πίσω από την πόρτα με φωνήεντα βουβά
Σε βλέπω να βρυχάσαι καθώς το σώμα σου ανοίγει όπως ανοίγει ο νυχτερινός Ουρανός με την πρώτη ηλιαχτίδα φωτός

Σε βλέπω, σε παρατηρώ
Μα εσύ δεν απαντάς ούτε παραδίνεσαι ούτε πολεμάς
Μονάχα τα χείλη σου συνομιλούν με τα αστέρια σε μια γλώσσα ακατανόητη
Οι λέξεις βγαίνουν με κόπο από τα σφιγμένα σου χείλη

Ο πρωινός αέρας δροσίζει το ιδρωμένο σου μέτωπο,
Και το παραζαλισμένο σου εγκέφαλο
τα χέρια σου τρέμουν ακόμη,
Καλή σου μέρα ποιητή



Η δίψα

Όταν θα σε φιλήσω είμαι σχεδόν σίγουρη ότι θα ξεδιψάσω από την δίψα,
Τη δίψα που στεγνώνει το φως στις φλέβες μου

Ίσως να ξεδιψάσω τόσο πολύ
Που να μην ξαναπεινάσω,
Που να μην ξαναφυτέψω μηλιές στη γαλαζοπράσινη θάλασσα,
Θα μασουλήσω το στόμα σου και θα χορτάσω

Αυτό Το φαγητό τόσα χρόνια,
Το σιχάθηκα,
παραήταν ανθρώπινο για μένα

Τρίτη 12 Μαΐου 2020

Φίλος ουρανός | Ντέπη Φαρκάτση



Ο γκρίζος ουρανός είναι φίλος μου,
συνηθίζουμε να συνομιλούμε τα βράδια λίγο πριν κοιμηθώ
και μέρα με τη μέρα έρχεται ένα βήμα πιο κοντά μου,
κάθε φορά που μου δανείζει ένα αστέρι τον αφήνω να με σκεπάσει
με μία σκουρόχρωμη κουβέρτα φτιαγμένη από προσευχές.

Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Διαβάσαμε | Το στρίψιμο της βίδας | Ντέπη Φαρκάτση



‘Το στρίψιμο της βίδας΄ γράφτηκε το 1898 από τον Henry James, ο οποίος εκτός από την αυτοβιογραφία του, τα θεατρικά έργα και διηγήματα έγραψε περίπου είκοσι μυθιστορήματα ξεκινώντας το 1875 με το ‘Ρόντρικ Χάντσον’.



Από τότε οι αναγνώστες του βιβλίου χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες: αυτούς που μυήθηκαν στο υπερφυσικό του ύφος ικανοποιώντας την ανάγκη τους για την αναζήτηση ενός άλυτου μυστηρίου και αυτούς που το αντίκρισαν σαν ένα διήγημα με περιττές σκηνές σύγχυσης και ενός μη ικανοποιητικού τέλους. Όπως και να έχει, ο τίτλος που φέρει δίκαια, είναι μια πρόκληση για ένα ανάγνωσμα που θα κλονίσει από λίγο εώς πολύ τα νεύρα σας.

Από τις πρώτες κιόλας σελίδες ακολουθούμε μια νεαρή γκουβερνάντα στην αποστολή της να αναλάβει την ανατροφή δύο αδελφών σε ένα απομονωμένο εξοχικό κάστρο στα προάστια της Αγγλίας. Ήδη το περιβάλλον αρχίζει να φαντάζει εχθρικό.

Τα δύο αδέλφια η μικρή Φλώρα και ο Μάιλς εμφανίζονται ‘θεικά’ στην ομορφιά, εξαιρετικά γλυκά, έξυπνα και καλοσυνάτα σαν ‘Χερουβίμ’. Πολλές φορές μέσα στο βιβλίο ο H.James δεν διστάζει να μας τονίσει την πηγαία καλοσύνη τους και την αγνότητα του μυαλού τους,θέλοντας σχεδόν να μας πείσει για την ποιότητα της αθωότητάς τους.

Η πρωταγωνίστρια μας ευχαριστιέται να διδάσκει στα παιδιά μαθήματα και μουσική και μένει έκπληκτη από την ευστροφία τους. Καθώς περνάνε οι μέρες προσαρμόζεται στο παγερό περιβάλλον του κάστρου και πλέον θεωρεί κύριο καθήκον της όχι μόνο προς το θείο των παιδιών αλλά θα λέγαμε και προς τον κόσμο τον ίδιο την ανατροφή αυτών των δύο ‘πριγκιπόπουλων’.

Όλα φαίνονται να κυλούν αρμονικά εώς ότου η βοηθός της στην έπαυλη, η Κ.Γκρόουζ της εμφανίζει ένα γράμμα από το σχολείο από το οποίο απέβαλλαν τον Μάιλς. Παρατηρούμε από μια ‘γωνιά’ τις γυναίκες να μένουν εμβρόντητες διαβάζοντας τους λόγους για τους οποίους ο Μάιλς απεβλήθη. Ο πρώτος γρύφος μόλις ξεκίνησε να ‘στρίβει’ το μυαλό μας, αφού φυσικά σ’όλη την διάρκεια του βιβλίου πολλές φορές βλέπουμε τις δύο γυναίκες να μένουν δύσπιστες μπρος σ’αυτή την κατηγορία προς τον Μάιλς, αλλά χωρίς να μαθαίνουμε ποτέ το λόγο.

Μετά από αυτό το γεγονός η ατμόσφαιρα του βιβλίου αρχίζει να γίνεται πιο βαριά και σκοτεινή και η πρωταγωνίστριά μας όλο και πιο καχύποπτη. Φαντάσματα από το παρελθόν και οπτασίες οδηγούν την γκουβερνάντα σε οπτικές συγχύσεις , και ύστερα, μέρα με τη μέρα τη βλέπουμε να προσπαθεί να φιλτράρει γεγονότα, συμβάντα και πρόσωπα με τη λογική της, που ολοένα λιγοστεύει. Η επιρροή της καλά’ καμουφλαρισμένης’μοχθηρίας αυτού του κάστρου έρχεται σε τόση μεγάλη αντίθεση με τα καλοσυνάτα και πανέμορφα πρόσωπα αυτών των δυό παιδιών-αγγέλων.

Την παρακολουθούμε να αμφισβητεί την ίδια της την κρίση και την αντίληψη των γεγονότων, του μυαλού της και ακόμη και των ίδιων της των αισθήσεων. Την βλέπουμε να τρομάζει από μια αντρική φιγούρα στο παράθυρο και έπειτα να αναιρεί την λογική της προσπαθώντας να διαφυλάξει το πρώτιστο καθήκον της( την ασφάλεια και ανατροφή των παιδιών)οδηγούμενη σε νευρικό κλονισμό.

Τα παιδιά με την υπερφυσική τους ομορφιά και καλοσύνη μας κερδίζουν κάθε φορά. Και κάθε φορά που είμαστε σίγουροι πως η πρωταγωνίστριά μας, είναι ξεκάθαρη για αυτά που βλέπει, αισθάνεται και μας περιγράφει, τα ‘αγγελικά’ τους πρόσωπα μας χαμογελούν επιβεβαιώνοντας πως δεν υπάρχει κανένα στοιχειό στο πλατύσκαλο της σκάλας και κανένας απολύτως λόγος ανησυχίας.

Η αντίληψη του χρόνου ‘μας παρατάει’ πολλές φορές και οι στιγμές γίνονται διάπλατα
δωμάτια γεμάτα φαντάσματα που έρχονται για εκδίκηση, για να βλάψουν τα αξιολάτρευτα
παιδιά, για να μιλήσουν μαζί τους. Έτσι τα όρια μεταξύ λογικής και παρανόησης λεπταίνουν και συνεχώς ξεπερνιούνται οδηγώντας τον αναγνώστη σε ένα στοιχειωμένο λαβύρινθο.Το βιβλίο έχει μεταφερθεί και στην μεγάλη οθόνη πολλές φορές.

Τρίτη 27 Ιουνίου 2017

Η αποκάλυψη | Ντέπη Φαρκάτση



Η αποκάλυψη που φοβόσουν ήρθε μες τη νύχτα


με το πρώτο φύσημα του αγέρα,


και με βήματα αργά σαν φάντασμα δειλό



ήρθε μέσα από τα αστέρια


με ματωμένα γόνατα, με κομμένη την ανάσα


και ανάκατα μαλλιά,


σαν όραμα, σαν κυνηγημένο αρπαχτικό


σαν λέξη απαγορευτική





ήρθε μέσα από το λευκό και υπομονετικό φως του φεγγαριού


σαν μήνυμα θανάτου μυστικό,


ήρθε με τον πρώτο χτύπο του αρχαίου ήλιου της καρδιάς μας,


που ενώνει τα χέρια μας σε ένα δωμάτιο σκοτεινό





και τότε ήσουν εσύ ένα πλάσμα μαγικό


κάτω από τον βαρύ γκρίζο βραχίονα του ουρανού,


τα βράδια με πανσέληνο οι σκέψεις μου κάλπαζαν σαν μανιασμένα άλογα


μέχρι τα μάτια σου να κλείσουν, μέχρι το μέτωπό σου να γίνει ένα ιπποδρόμιο μικρό



και έτσι η αποκάλυψη ήρθε μέσα από ένα κήπο μυστικό


με την ένταση του φιλιού της εξιλέωσης,


ήρθε, αγνή σαν λευκό περιστέρι,


και ταραγμένη σαν τον αγωνιώδη παλμό του σημαδεμένου με ένα αστέρι χρυσό