Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταινίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταινίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

THE BLIND MAN - Μία ταινία γυρισμένη στα σοκάκια της Άνω Πόλης στη Θεσσαλονίκη



Το “The Blind Man” είναι μία ταινία μικρού μήκους η οποία γυρίστηκε το 2018 και έχει ως βασικό άξονα την αναπάντεχη σύγκρουση με το άγνωστο που πολλές φορές μοιάζει μοιραίο.



Φόβος είναι η φυσιολογική αντίδραση στην προσέγγιση της αλήθειας.”

Pema Chödrön



Μία μυστηριώδης φιγούρα καταδιώκει μία νεαρή κοπέλα στα σοκάκια της πόλης και την οδηγεί σε ένα μονοπάτι αρχαιότερο και από τον ίδιο το χρόνο.


Μία διαδρομή που ορίζεται και καθορίζεται από το φόβο και το άγνωστο, σε καλεί να αποφασίσεις αν θα έρθεις αντιμέτωπος με αυτό και αν θα κατακτήσεις ή θα κατακτηθείς.


Πρωταγωνιστούν: Έλλη Πράντζου, Βαγγέλης Μάγειρος, Άννα-Μαρία Ιακώβου, Αλέξανδρος Καλτζίδης


Σκηνοθεσία/Εικονοληψία/Μοντάζ: Αστέριος Γούσιος


Σύλληψη ιδέας: Βαγγέλης Μάγειρος


Unmask films 2018


Η ταινία εδώ:

 




Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021

5+1 ταινίες που επαναπροσδιόρισαν την άποψή μας για τη ζωή | Σοφία Σοφιανίδου

 Όσο παράξενο και να μας φανεί δεν είναι μόνο οι συναναστροφές μας με έμψυχα όντα που μάς κάνουν να βλέπουμε καταστάσεις και πράγματα διαφορετικά έτσι ώστε να αλλάζουν οι σταθερές μας ή ο τρόπος που βλέπουμε και αντιμετωπίζουμε ό,τι ζούμε εμείς ή οι άλλοι,  κάποιες φορές. Είναι τόσα πολλά τα ερεθίσματα και οι παρεμβολές που δεχόμαστε καθημερινά όπου ακόμα και οι στίχοι ενός τραγουδιού ή η ανάγνωση ενός βιβλίου θα μας βάλουν σε σκέψεις, αν όχι να μάς προβληματίσουν, με αποτέλεσμα να μεταβληθούν -έστω κι ελάχιστα- κάποια πιστεύω μας, ίσως αλλάξουν κάποια θέλω μας αλλά μπορεί και να επηρεαστούμε σε κάποια «πράττω» μας.


Ιδιαίτερα η τέχνη, σε οποιαδήποτε μορφή της, μπορεί να διαμορφώσει γενικότερα τον τρόπο που βλέπουμε τη ζωή γενικότερα. Θα ήταν λίγο ψέμα αν υποστηρίζαμε πως δεν ανοίγουν ορίζοντες όταν παρατηρούμε έναν πίνακα ζωγραφικής ή ένα γλυπτό. Ποιος δεν χόρεψε έστω και με τη σκέψη του με μια παράσταση χορού και ποιος δεν ταξίδεψε με κάποιο τραγούδι ή βιβλίο σε άλλες εποχές και πότε μια ταινία μας άφησε εντελώς ανεπηρέαστους ακόμη κι αν δεν μας άρεσε καθόλου;


Ειδικά οι ταινίες έχουν άμεση επιρροή στην ψυχολογία μας και αν είναι από εκείνες που εισβάλλουν στις σκέψεις μας θα διαπιστώσουμε ότι υπάρχουν κάποιες που μπορεί να μας κάνουν να επαναπροσδιορίσουμε την άποψή μας για τη ζωή γενικότερα. Κάποιες τέτοιες ταινίες θα δούμε παρακάτω τις οποίες βλέπουμε με ευχαρίστηση ξανά και ξανά αφού κάθε φορά ανακαλύπτουμε κάτι καινούργιο το οποίο δεν είχαμε διακρίνει τις προηγούμενες φορές που τις παρακολουθήσαμε.


1.      Ο κύκλος των χαμένων ποιητών (Dead Poets Society)


Μια διαχρονική ταινία του 1989 όπου ο Ρόμπιν Ουίλιαμς σε ρόλο ενός οραματιστή καθηγητή Αγγλικών, σε μια συντηρητική εποχή, θα μυήσει τους αριστοκράτες μαθητές της Ακαδημίας Γουέλτον στη άτυπη «Μυστική Λέσχη Λογοτεχνίας» και θα τους διδάξει ποίηση με έναν μοναδικό τρόπο όπου θα συντελέσει στη διαμόρφωση των χαρακτήρων των μαθητών του με διαφορετικό τρόπο για τον καθένα ανάλογα τον χαρακτήρα του. Θα τους δείξει τον τρόπο και θα τους προτρέψει -αν και όταν θέλουν- να πάνε κόντρα στο συντηρητικό τρόπο ζωής και στο σύστημα γενικότερα να χρησιμοποιούν σαν όπλο το μυαλό τους και τη σκέψη τους και να μην ενεργούν παρορμητικά. Θα τους παρακινήσει να μάθουν να ζουν για την αγάπη, την ποίηση και τον ρομαντισμό. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την τελευταία σκηνή της ταινίας με τους μαθητές ανεβασμένους στα θρανία να απαγγέλουν στον καθηγητή τους  “Oh Captain! My Captain”. Μια ταινία που μας δείχνει ότι μόνο με παιδεία και οράματα προοδεύουν οι άνθρωποι και κατ’ επέκταση οι κοινωνίες προς το καλύτερο.




2.      Η ζωή είναι ωραία (La Vita è Bella)


Ήταν το 1997 όταν πρωτοείδαμε αυτή την υπέροχη Ιταλική ταινία με τον Ρομπέρτο Μπενίνι όπου μας δείχνει πως η αγάπη και η δύναμη της ψυχής μπορεί να μετατρέψει ακόμη και τις πιο δύσκολες καταστάσεις σε ένα «παιχνίδι» για να μην απελπιζόμαστε τόσο εύκολα. Στην Ιταλία την εποχή της γερμανικής κατοχής ο Ιταλό-Εβραίος βιβλιοπώλης ήρωας ερωτεύεται μια πανέμορφη αριστοκράτισσα και μαζί αποκτούν έναν γιο. Σύντομα εκείνος και ο γιος τους βρίσκονται σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης Εβραίων και απαγορεύεται στην σύζυγο και μητέρα να τους επισκέπτεται αφού η γνήσια Ιταλική καταγωγή της το απαγορεύει κατά τους Γερμανούς. Είναι τότε που ο πατέρας σκαρφίζεται ένα παιχνίδι για τον γιο του, μέσα στο στρατόπεδο, για να μην καταλάβει το παιδί την κρισιμότητα της κατάστασης και πανικοβληθεί ή ζητήσει την μητέρα του, πείθοντάς το πως οι Γερμανοί είναι οι κακοί χαρακτήρες του παιχνιδιού και πως όσο πιο ήσυχο και «αόρατο» μείνει τόσες περισσότερες πιθανότητες έχουν αν κερδίσουν ένα τανκς. Ένα έργο που σε κάνει να κλαις και να γελάς ταυτόχρονα αφού ο μοναδικός Μπενίνι καταφέρνει να μας δείξει ότι η αγάπη, η ψυχραιμία και η προσαρμοστικότητα ακόμη και στα πιο δύσκολα μπορούν να καταφέρουν τα πάντα.


3.      Οι άθικτοι (The Intouchables)

Ένα γαλλικό φιλμ του 2011 που βασίζεται στην πραγματική ιστορία του Philippe Pozzo di Borgo όπου μετά από ένα σοβαρό ατύχημα που προήλθε από πτώση αλεξίπτωτου ο αλαζόνας αριστοκράτης πρωταγωνιστής -όπου απεχθανόταν τον οίκτο- καταλήγει με μια πολύ σοβαρή μορφή τετραπληγίας. Και σαν να μην έφτανε αυτό χάνει και τη γυναίκα του τρία χρόνια μετά από καρκίνο. Με σκοπό να βρει έναν έμπιστο άνθρωπο -να δουλεύει γι’ αυτόν και να τον βοηθάει- ο πρώην κατάδικος Abdel μοιάζει να είναι η καλύτερη αλλά και η πιο ιδιαίτερη επιλογή. Μια ταινία που μας δείχνει μια μοναδική φιλία να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας και την καθημερινότητα δύο αντρών να μεταμορφώνεται μέρα με τη μέρα σαν να ήταν από πάντα φίλοι. Ένα έργο που ενώ μοιάζει με κωμωδία έχει μεγάλη δόση δράματος αφού οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και οι δύο πρωταγωνιστές, από τη μεριά του ο καθένας αλλά και οι δύο μαζί, μερικές φορές μοιάζουν ανυπέρβλητες.


4.      Ο γιος του Σαούλ (Son of Saul)

Ταινία του 2015 που μας μεταφέρει στο Άουσβιτς. Πρωταγωνιστής και στον ρόλο του Εβραίου κρατούμενου Σαούλ ένας ποιητής -και όχι ηθοποιός- ο Γκέζα Ρέρινγκ. Όλα εκτυλίσσονται μέσα στο στρατόπεδο με τους κρατούμενους να πιστεύουν πως ξεντύνονται για να πάνε να κάνουν ντους έτσι ώστε μετά να επιλεχθούν για διάφορες εργασίες ανάλογα με τα προσόντα του ο καθένας. Και ο Σαούλ, έχοντας συνειδητοποιήσει πως ό,τι καλό υπήρχε χάθηκε για πάντα επιλέγει τον πιο νέο που άντεξε περισσότερο στους θαλάμους αερίων σαν γιο του για να τον βοηθάει να μεταφέρει πτώματα και να θάβει τους νεκρούς. Μια ταινία που ενώ αφήνει όλα να εννοηθούν σου δίνει μια γερή γροθιά στο στομάχι για το τι γινόταν μέσα στο Άουσβιτς όπου όλοι έχουμε ακούσει ιστορίες. Μια ταινία που σου δείχνει πως μερικές φορές ακόμη κι αν δεν ελπίζει σε τίποτα πια πρέπει να αντιδράς και να μην υποκύπτεις ακόμη κι αν χάσεις κάποια εξευτελιστικά προνόμια. Μια ταινία όπου ο φόβος κυριαρχεί και η επικέντρωση σε κάτι που μπορεί να δίνει κάποιο φως στο μαύρο τούνελ δίνουν κουράγιο για να συνεχίζεις. Μια ταινία που η σκηνοθεσία και οι ερμηνείες μένουν χαραγμένες στο μυαλό σου για πάντα.



5.      Οι Τρεις Πινακίδες Έξω από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι (Three Billboards Outside Ebbing, Missouri)

Κυκλοφόρησε το 2017 και μιλάει για τις απέλπιδες προσπάθειες μια μητέρας να βρει τον βιαστή και δολοφόνο της κόρης της, αφού η αστυνομία δεν κάνει κάτι γι’ αυτό. Νοικιάζει τρεις πινακίδες που βρίσκονται πάνω στον κεντρικό αυτοκινητόδρομο όπου οδηγεί στην πόλη που ζει και ανεβάζει μηνύματα προσβλητικά για την αστυνομία -και όχι μόνο- που αδρανεί στο να εξιχνιάσει την υπόθεση. Μια ταινία που μιλάει για τον ανείπωτο πόνο να πεθαίνει αβοήθητο και υποφέροντας το παιδί σου ενώ παράλληλα δείχνει την απάθεια της κοινωνίας να βοηθήσει να βρεθεί ο ένοχος. Μια πόλη που στρέφεται εναντίον της μητέρας και όχι μόνο δε βοηθάει αλλά κάνει και ό,τι μπορεί να κατέβουν οι πινακίδες, αφού θεωρούν πως κάτι τέτοιο προσβάλει τον τόπο τους, με αποτέλεσμα να τη σπρώχνει να προσπαθεί να πάρει τον νόμο στα χέρια της. Σενάριο βασισμένο στην αληθινή ιστορία του Τζέιμς Φάλτον όπου έχασε την κόρη του με παρόμοιο τρόπο και αν και έχουν περάσει τριάντα χρόνια ακόμη δεν έχει βρεθεί ο ένοχος.



+1 Παράσιτα (Parasite)


Στην Κορέα και συγκεκριμένα στη Σεούλ μας μεταφέρει αυτή η ταινία όπου η τετραμελής οικογένεια των Κιμ ζει σε ένα υπόγεια κάτω από άθλιες συνθήκες και με μικροκομπίνες και εξευτελιστικά μεροκάματα ελπίζουν σε ένα καλύτερο αύριο. Σε μια πλούσια συνοικία οι αψεγάδιαστοι οικογένεια των Παρκ απολαμβάνει κάθε είδους πολυτέλεια στο υπερσύγχρονο και πανάκριβο σπίτι τους μέχρι που ο γιος των Κιμ αναλαμβάνει να κάνει μαθήματα αγγλικών στο παιδί τους. Έτσι σιγά-σιγά όλη η οικογένεια των Κιμ εκμεταλλεύεται την κατάσταση και βρίσκεται να ζει εκεί εν απουσία των οικοδεσποτών. Ένα σενάριο που οι καλοί και οι κακοί εναλλάσσονται αφού διαπιστώνουμε πως η ψαλίδα των κοινωνικών τάξεων δεν έχει να κάνει μόνο με την οικονομική ευμάρεια αλλά και με τους χαρακτήρες των προσωπικοτήτων. Μια ταινία που κάνει ξεκάθαρο ότι το χρήμα, όντως, επηρεάζει, χτίζει και αποδομεί προσωπικότητες αλλά ταυτόχρονα δίνει το στίγμα των ταξικών αντιθέσεων με πολύ μεγάλη έμφαση.

Φυσικά για τον καθένα από εμάς μπορεί να είναι κάποια διαφορετική αλλά παίρνοντας σαν δεδομένο ότι η ταινία που θα μας επηρεάσει είναι εκείνη που θα μας μιλήσει για κάτι όπου είχαμε μια συγκεκριμένη άποψη και ξαφνικά κλονίστηκε -από λίγο έως πολύ- ή δεν είχαμε καθόλου γνώμη και ξαφνικά μπήκαμε στη διαδικασία να σκεφτούμε τι θα κάναμε εμείς αν είμασταν στη θέση των πρωταγωνιστών και πώς θα ενεργούσαμε αν συνέβαινε, στην πραγματικότητα, κάτι παρόμοιο.

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

Fragmenta : μια ταινία μικρού μήκους για την γυναικεία φύση


Tα “Fragmenta”  («Αποσπάσματα») εἰναι  μια ταινία μικρού μήκους για τη  γυναικεία φύση από την παιδική ηλικία μέχρι την ενήλικη ζωή.




Σύνοψη

Μια γυναίκα έχει ένα σοβαρό ατύχημα με το ποδήλατο της και μεταφέρεται εσπευσμένα στο νοσοκομείο. Μέσα από μια αλληλουχία παραισθήσεων επέρχεται η πάλη των συναισθημάτων και των επιθυμιών, η πάλη της ζωής με τον θάνατο.




Σκηνοθεσία-Σενάριο :Ηλίας Χαρίσης
ArtDirector&D.sart (digitalscenography): Ευθύμης Αργυράτος
Παίζουν: Ισμήνη Σακελλαροπούλου, Κωνσταντίνος Κάππας, Δημήτρης Γεωργαλάς, Άννα Παπαγεωργίου και η μικρή Ιωάννα Λιαρομμάτη
Εμφανίζονται: Δημήτρης Σπανός, Αναστασία Χαλκοματά, Αγγελική Τσεκλένη και οι διασώστες/εκπαιδευτές του ΕΚΑΒ  Παναγιώτης Μικές, Αντώνης Κωστάντης
Βοηθός Σκηνοθέτη: Δήμητρα Κουτροπούλου
Ενδυματολόγος: Άντρη Αναστασίου
Μakeupartist& Special effects: Vera Davidova
Μουσικήσύνθεση: Βαγγέλης Γιαλαμάς (Fragilestudios)
Φωτογράφος πλατό: Δήμητρα Ρουγκάλα
Βίντεο γυρισμάτων:Γιώργος Μαγεράκης
Producer: A films
Ευχαριστίες στον κ. Μαλαμή ,στη Διοίκηση , στο Ιατρικό και Νοσηλευτικό προσωπικό  του  Γενικού  Νοσοκομείου Πατρών «ο Άγιος Ανδρέας»  καθώς και στο ΕΚΑΒ για την άψογη συνεργασία.



Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

"Δε λες κουβέντα" | Μια ταινία για το Ρεμπέτικο

Ο Ιταλός παραγωγός  Thomas Kunstler, εμπνευσμένος για μια ακόμη φορά από την ελληνική ιστορία και τη μουσική, δημιουργεί μια υπέροχη ταινία μικρού μήκους γυρισμένη με την τεχνική του stop motion, στην οποία και ειδικεύεται .Με την συντροφιά του Μίλτου Κουτρούμπα να ενορχηστρώνει και να απογειώνει με την σειρά του αυτήν την εξαιρετική παραγωγή. Μια ταινία ντυμένη με ατόφια ιστορία, πόνο και σεβασμό για το ρεμπτέτικο. Πρωταγωνιστές της ταινίας; Ιδιαίτερες κούκλες που ζωντανεύουν τους ήρωες του μεσοπολέμου, ερωτεύονται, τραγουδούν και πονούν. Αδιαμφισβήτητα έξι λεπτά χαρακτήρα και μεστής δημιουργίας.



Καλησπέρα παιδιά και καλώς ήρθατε στην σελίδα μας. Πριν επεκτείνουμε παραπάνω θα ήθελα να μου μιλήσετε λίγο για εσάς, να μου δώσετε την δικιά σας μίνι αυτοβιογραφία. Ποιοι είστε, με τι ασχολείστε, ποια η ιδέα πίσω από αυτή την όμορφη δουλειά;

Μ.Κ: Καλησπέρα Γιώτα, ευχαριστούμε για την φιλοξενία απόψε και που μας προσέγγισες έτσι ζεστά και όμορφα. Εμένα με λένε Μίλτο Κουτρούμπα, κλείνω τα 23 όπου να’ναι, γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα και μένω στην Νέα Φιλαδέλφεια όπου και έχω περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Την αγαπάω την πόλη μου, είναι κομμάτι μου, παρ’όλες τις ανασφάλειες και τις τάσεις φυγής που μπορεί να έχει ένας νέος άνθρωπος. «Ο τόπος σου είναι η μοίρα σου» λέει ένας φίλος μου σε ένα τραγούδι του και τα λέω όλα αυτά γιατί φιλοδοξώ να γίνω ένας αξιόλογος μουσικός και η δημιουργία, η μουσική σύνθεση, συνδέεται έντονα με την καταγωγή, το βίωμα και τον αέρα που ανασαίνεις, όπως καταλαβαίνεις. Πέρα από τις φιλοδοξίες, δουλεύω σε έναν πολύ όμορφο καλλιτεχνικό χώρο ως δάσκαλος πιάνου, χορωδιών και μουσικοκινητικής, το Μουσικό Παράθυρο και παράλληλα συνεχίζω τις σπουδές μου πάνω στην σύνθεση, στον ίδιο χώρο. Για το τελευταίο που ρώτησες, καλύτερα να απευθυνθείς στον φίλο μου, μιας και δικιά του ήταν η όλη πρωτοβουλία.

T.K: Γεια σας, είμαι ο Thomas Είμαι 24 και κατάγομαι από την Ιταλία. Τελείωσα το γυμνάσιο στη χώρα μου και μετακόμισα στην Αγγλία όπου σπούδασα BA Film Production στο Πανεπιστήμιο για τις δημιουργικές τέχνες της Farnham, εστιάζοντας στο ντοκιμαντέρ. Στα τελευταία 2 χρόνια μου στο Πανεπιστήμιο γνώρισα 2 Έλληνες που μου σύστησαν σιγά-σιγά την ελληνική κουλτούρα, τη μουσική, το φαγητό. Από τότε πηγαίνω στην Αθήνα πολύ συχνά, έμαθα λίγο την ελληνική γλώσσα και πλέον η Αθήνα είναι το δεύτερο μου σπίτι.

Thomas θα θέλαμε να μάθουμε για την τέχνη του stop motion. Μια τεχνική που καταγράφεται στην κινηματογραφική παραγωγή σου.

T.K: Ξεκίνησα να κάνω τα πρώτα μου plastiline stop-motion βίντεο με κινούμενα σχέδια όταν ήμουν 14 χρονών. Για την ακρίβεια κοιτώντας πίσω στα παλιά μου βίντεο φτιαγμένα στην αψίδα των 10, βλεπω τον εαυτό μου να μεγαλώνει μέσα από αυτά. Τα πρώτα μου βίντεο ήταν αρκετά καρτουνίστικα και σιγά-σιγά έγιναν πιο ουσιαστικλα, εσωστρεφής και ας το πούμε πιο dark. Αντανακλούν έτσι κάθε στάδιο της ζωής μου. Με το πέρασμα του χρόνου το stop-motion έγινε κυρίως κάτι θεραπευτικό για μένα. Κάθε φορά που δεν αισθάνομαι καλά, συγκαλύπτω όλα τα συναισθήματά μου σε ένα βίντεο.


Γιατί κούκλες και όχι άνθρωποι;

T.K: Η πιο εύκολη απάντηση θα ήταν ο χρόνος και το χρήμα. Αν ήθελα  δηλαδή να κάνω το «Δε λες κουβέντα»  με αληθινούς ηθοποιούς θα μου κόστιζε μια μεγάλη ποσότητα χρημάτων και φυσικά χρόνου, τον οποίο δεν έχω.  Απλά σκέψου τα κοστούμια, τους κομμωτές, τον φωτισμό... Με αυτό τον τρόπο, η παραγωγή κούκλων, όλο το σετ, είναι πάνω στο γραφείο μου και μπορώ να κάνω τα πάντα από μόνος μου από το να πάω να αγοράσω πλαστελίνη για το τελικό μοντάζ..

Τι αντιπροσωπεύει για εσένα μια σημαντική περίοδος της Ελλάδας όπως αυτή του μεσοπολέμου και η απαρχή του Ρεμπέτικου, πως επεμβαίνετε και καταγράφετε την «πραγματικότητα» μέσα από την κίνηση και την θέαση αναπαραστατικών κούκλων.

Τ.K: Διάλεξα την συγκεκριμένη ιστορική περίοδο επειδή η ιστορία με ανάγκασε.  Ήθελα πολύ ο κύριος χαρακτήρας μου να είναι ένα παιδί στην Σμύρνη το 1922. Ως εκ το ύτου θα ήταν στα μέσα του 30’ την περίοδο του μεσοπολέμου. Στην ιστορία δεν υπάρχει παραλληλισμός με τη σημερινή Ελλάδα, με τους Σύριους πρόσφυγες η κάτι τέτοιο, φυσικά καταλαβαίνω ότι μπορεί να είναι αρκετά κοντά και να γίνεται εύκολα αυτή η σύγκριση. Αλλά ειλικρινά ο μοναδικός συμβολισμός είναι ανάμεσα στην ιστορία καθ΄ αυτή και στην δική μου προσωπική ζωή.

Θεωρείτε ότι στην χώρα μας ως θέαμα, είναι «υποβαθμισμένη και μη βιώσισ χόην Ελλάδα; ή να ανθοένη» και μη βιώσιμη η παραγωγή ταινιών μικρού μήκους;

Τ.K: Δυστυχώς, δεν ξέρω τίποτα για την κατάσταση των ελληνικών ταινιών μικρού μήκους.

M.K: Θα σου πω τι γίνεται με αυτού του είδους τις ταινίες και θα σου μιλήσω ως ένας μέσος Έλληνας σινεφίλος, που ούτε είναι σχετικός με αυτόν τον χώρο, ούτε θα απορρίψει κάτι εύκολα πριν το δει. Δεν θυμάμαι ποτέ να έχω δει μικρού μήκους ταινία, και μάλιστα ελληνική, πέρα από αυτές που έχω γράψει μουσική. Δηλαδή, θέλω να πω πως άμα δεν είσαι παθιασμένος με τον κινηματογράφο, δεν υπάρχει εύκολα η προοπτική να δεις κάτι τέτοιο, γιατί δεν θα το προωθήσει κανείς. Επίσης, έχω πολλούς λόγους να πιστεύω πως οι άνθρωποι που φτιάχνουν μικρές ιστορίες και τις χωράνε σε 6 ή σε 10 λεπτά, δεν έχουν όνειρα να κάνουν αυτό ακριβώς. Οι περισσότεροι είναι φιλόδοξοι σκηνοθέτες που, όπως και να το κάνουμε τους λείπει το κεφάλαιο για μια καλή παραγωγή και αναγκάζονται να περιοριστούν σε κάτι φθηνό που ίσως να μπορούν να δημιουργήσουν εξ’ολοκλήρου μόνοι τους. Και μην νομίζεις πως οποιοσδήποτε απ’αυτούς εισπράττει έστω και 1 ευρό για τον κόπο του, τους αρκεί η καλλιτεχνική ικανοποίηση. Θα στο επιβεβαιώσει και ο Τόμας.


Θα σας ενδιέφερε κάποιο φεστιβάλ κινηματογράφου μετά από αυτή την ιδιαίτερη νέα δουλειά;

Τ.K: Φυσικά, θα μας ενδιέφερε, αλλά το πρόβλημα είναι ότι μόλις αυτά τα βίντεο δημοσιοποιούνται είναι πολύ δύσκολο να γίνουν δεκτά σε τέτοια φεστιβάλ. Ωστόσο αποφάσισα τις δουλειές μου να τις απελευθερώνω στο διαδίκτυο καθώς πιστε
.K: ﷽﷽﷽﷽﷽ο νεμπιάς μου μέσα απ΄δ ύω
.K: ﷽﷽﷽﷽﷽ο νεμπιάς μου μέσα απ΄δ ότι σε αυτό το στάδιο θα μπορούσα να έχω ένα καλύτερο αποτέλεσμα εξάπλωσής της μέσα από πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης. Επίσης εκτός Ελλάδας πολλοί άνθρωποι δεν γνωρίζουν για το Ρεμπέτικο και το νόημά του.

M.K: Η αλήθεια είναι πως στην αρχή σκοπεύαμε να το στείλουμε σε κάποια ελληνικά και κάποια ιταλικά φεστιβάλ, αλλά αποφασίσαμε τελικά να το επικοινωνήσουμε ιντερνετικά στον κόσμο. Έχω ξαναστείλει μουσική μου σε φεστιβάλ και έχω την αίσθηση πως αυτές οι διοργανώσεις έχουν μια τάση εσωστρέφειας. Νομίζω δηλαδή πως σε κάθε άλλη περίπτωση, ίσως να μην είχε τέτοια αποδοχή το φιλμ και ίσως να μην κάναμε αυτήν την συνέντευξη τώρα.

Ο κόσμος του θεάματος, για να επιβιώσει, θεωρείτε πρέπει ν' αλλάζει, να ανθίζει;

Τ.Κ: Και πάλι, παρά την αγάπη μου για την Ελλάδα και τον ελληνικό πολιτισμό δεν είμαι σε θέση να κρίνω την κατάσταση. Θα μπορούσα να σας πω για την ιταλική σκηνή και νομίζω ότι το επίπεδο είναι πολύ χαμηλό, απλά κοιτάξτε την γενική τηλεόραση, αυτό είναι ενοχλητικό. Είμαστε έτη φωτός μακριά από χώρες όπως η Αγγλία.

M.Κ: Άμα εννοείς την βιομηχανία του θεάματος νομίζω πως το μόνο που δεν κάνει είναι να ανθίζει.Να αλλάζει? Ναι, σύμφωνοι. Η αλήθεια είναι πως πρέπει να επιβιώσει, γιατί μιλάμε για επιχειρήσεις, αλλά προκειμένου να γίνει αυτό πρέπει να βρει ένα μέσο να μιλήσει στον θεατή του σήμερα, για του οποίου το γούστο και την αισθητική αμφιβάλλω λίγο. Δες ας πούμε πόση ζεστασιά βγάζανε οι ταινίες του 80 και του 90, οι Χολιγουντιανές, και δες τι υπερπροσπάθεια γίνεται σήμερα για να φτιαχτεί ένα ζεστό σκηνικό. Βέβαια, το καλό είναι πως ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος είναι αξιόλογος και σήμερα και πρωτοπορεί ακόμα.




(…)Αλλά, πόσο Ρεμπέτικο έχει η παράδοσή μας; Αν παράδοση είναι αυτό που έχουμε να παραδώσουμε, ελάχιστο. Κι έχουμε να παραδώσουμε ελάχιστο ρεμπέτικο, όχι σαν επιστημονική, εθνομουσικολογική, ή δισκογραφική καταγραφή, ούτε σαν μια μουσική που μέχρι σήμερα θα ‘πρεπε να παίζει ίδια κι απαράλλαχτη (τέτοιες αδιαλλαξίες ποτέ δεν ευδοκίμησαν εδώ), αλλά σαν ζωντανό φως που συνεχίζει μέσα σ’ ένα δρόμο αλήθειας να εξηγεί το σύμπαν με κραυγές. (Τα ρεμπέτικα, ένα ταξίδι στο λαϊκό, αστικό τραγούδι των Ελλήνων, Παναγιώτης Κουνάδης). Ποια είναι η δίκια σας άποψη;

Τ.Κ: Φυσικά, αν με τον όρο Ρεμπέτικο αναφερόμαστε στoυς Μάγκες που τρέχουν από την αστυνομία μεταφέροντας πάνω τους ένα μικρό Μπαγλαμά κάτω από το σακάκι, το κάπνισμα χασίς και ηρωίνης, τότε αυτό είναι αρκετά μακριά από την σημερινή κοινωνία.  Και η ίδια η μουσική όταν ασχολείται με ορισμένα θέματα Ρεμπέτικου, τα αποτελέσματα είναι το ίδιο μακριά. Θα μπορούσαμε να κατανοήσουμε το θέμα αλλά προφανώς δεν μπορούμε να σχετιζόμαστε με αυτό. Παρ 'όλα αυτά το πόσο μακριά στον χρόνο είναι τα ελληνικά παραμύθια; Χιλιάδες χρόνια, αλλά ακόμα και σήμερα μπορούμε να κατανοήσουμε το περιεχόμενο και τα συναισθήματα πίσω από την ιστορία του Ενδυμίωνα και της Σελήνης.

Το Ρεμπέτικο ασχολείται με τα διαχρονικά συναισθήματα επίσης. Αυτή η «γλυκιά» απόγνωση που βγάζει .

Προσωπικά πιστεύω ότι αντανακλά το πολύ περίεργο ελληνικό δώρο του αισθήματος χαράς στον πόνο. Δεν κάνω τα βίντεό μου απλά για να περάσει η ώρα. Κάνω τα βίντεο μου επειδή έχω ένα μεγάλο βάρος στο εσωτερικό μου. Μου αρέσει να τα σκέφτομαι σαν  το Ζεμπέκικο. Η όλη διαδικασία του είναι καθαρτική, είναι ένας τρόπος για να καθαρίσει τον εαυτό μου για όλη τη θλίψη που αισθάνομαι και τη στιγμή που τα εξεφράζω, είναι σαν να στέκονται όλοι όρθιοι στη μέση της ταβέρνας και  να χορεύουν το δικό μου ζεμπέκικο, δείχνοντας έτσι σε όλους τον εσωτερικό μου κόσμο. Αυτό παραμένει το Ρεμπέτικο του 2016.

M.K: Δεν έχει και άδικο και είναι απόλυτα υγιές να έχει τέτοια πορεία μια μουσική που σταμάτησε να ανασαίνει σαν ζωντανός οργανισμός πριν από 60 χρόνια. Το στίγμα του όμως έχει διασωθεί πεντακάθαρα σε κάθε είδους ελληνική μουσική και ίσως να είναι αυτός ο αυτοσκοπός του Ρεμπέτικου. Φαντάσου πόσο παράλογο θα ήταν να βιώναμε αυτήν την μουσική ακόμα, ίδια και απαράλλαχτη τόσα χρόνια. Έχει την ομορφιά του κάτι να γεννιέται, ν’ανθίζει και να πεθαίνει...

Ποιά η Ελλάδα του τότε και ποια του τώρα;

T.K: Είναι πολύ δύσκολο να απαντήσω σε αυτό το ερώτημα  χωρίς να πέσω σε στερεότυπα και φράσεις που ακούγονται εδώ και εκεί. Δεν νομίζω ότι η γνώμη μου θα είχε σημασία ή να προσθέσω κάτι σημαντικό σε ένα τέτοιο περίπλοκο θέμα ...
Μετά από όλα είμαι Ιταλός, αυτό θεωρώ,  σπίτι μουα  την αψίδα των 10, βλεπωότι θα μπορούσε να είναι ένα θέμα για έναν φοιτητή κοινωνιολογίας.
                                                                                                                                                
Μ.Κ: Η Ελλάδα του Μεσοπολέμου είναι πονεμένο κεφάλαιο της σύγχρονης ιστορίας και μετά ήρθαν και χειρότερα. Ο κόσμος τότε είχε γονατίσει, ήξερε τι σημαίνει πάτος. Εθνικός διχασμός, Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μικρασιατική καταστροφή, Ά Παγκόσμιος κτλ. Εμείς σήμερα δεν περνάμε εύκολα ως οι παρακατιανές κατσαρίδες-πειράματα της Ευρώπης (αν και πάντα τέτοια θέση κατείχαμε στην υδρόγειο), αλλά είμαστε πολύ μακρυά από το να φτάσουμε στην εξαθλίωση του τότε, να πεινάσουμε πραγματικά. Και μην ξεχνάς πως ρεμπέτικο υπήρχε και μέχρι τα μέσα του 50, ώσπου εξελίχθηκε σε αρχοντορεμπέτικο και έπειτα σε λαϊκό, και σε αυτές τις εποχές υπήρχε κάτι χειρότερο από την εξαθλίωση. «Έλληνες να τουφεκάνε Έλληνες». Τα περισσότερα θύματα από πόλεμο η Ελλάδα τα είχε στον Εμφύλιο, μιλάμε για εθνικό τάφο. Όπως καταλαβαίνεις σήμερα έχει ακόμα αντοχές ο Έλληνας και δυστυχώς δεν είμαι ο μόνος που το συνειδητοποιεί ... Πέρα απ’αυτά, αρκεί μια  τυχαία ασπρόμαυρη φωτογραφία από καμιά γειτονιά της τότε Αθήνας ή ένα τραγούδι του Αττίκ για να φουσκώσεις από Ελλάδα. Με συγκινεί αφάνταστα η απλότητα, η ομορφιά και η ελληνικότητα του τότε που με τίποτα δεν μπορώ να ισοσκελίσω σήμερα.



Πάμε να μιλήσουμε όμως για την εξαιρετική μουσική ενορχήστρωση της ταινίας και παραδίδω τα ηνία στο μαέστρο. Όταν σου έγινε πρόταση για την σύνθεση της ταινίας, αλλά πρωτίστως όταν άκουσες την όλη ιδέα της ταινίας πως αντέδρασες;

Μ.Κ: Το αστείο της υπόθεσης είναι πως δεν ακολουθήθηκε η συνηθισμένη λογική διαδικασία που φαντάζεσαι. Ο Τόμας δεν μου πρότεινε ποτέ να συνθέσω μουσική για την ταινία. Είχε έρθει ως συνήθως στην Ελλάδα να το παίξει τουρίστας και είχαμε κατέβει στο κέντρο να πιούμε ούζα, στην Πλάκα. Στο τέταρτο καραφάκι, μου εκμυστηρεύτηκε ότι είχε στο μυαλό του να φτιάξει μια δεύτερη ταινία για μια ρεμπέτικη ιστορία (γιατί έχει φτιάξει κι άλλη) και μου άρεσε τόσο πολύ η ιδέα, που του δήλωσα πως θα έφτιαχνα την μουσική με το έτσι θέλω. Ενθουσιάστηκε και αυτός, τσουγκρίσαμε  και έτσι έγινε.

Ταπεινή μου γνώμη έχοντας στα χέρια σου μια τεράστια μουσική ιστορία, σχολείο για τον άνθρωπο, κατάφερες να την αποδώσεις και να την συνθέσεις τόσο περίτεχνα και ανάλαφρα που η αίσθηση και το άκουσμα του τότε πήρε σάρκα και οστά μέσα από την παραγωγή του Thomas.

Μ.Κ: Ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια Γιώτα. Η αλήθεια είναι πως ήταν η πρώτη φορά που προσπαθούσα να γράψω κάτι σε τέτοιο ύφος. Δεν έχω ασχοληθεί πολύ με την αρμονία των λαδικών και ρεμπέτικων δρόμων, αλλά με κέρδιζε πάντα αυτός ο κόσμος. Πάντως, μουσικά δεν ακολούθησα ιδιαίτερα τα δικά τους κλισέ, ίσως γιατί όπως σου είπα δεν ήξερα ακριβώς. Η μελωδία αυτούσια ίσως να ήταν περισσότερο στα γούστα του Ξαρχάκου ή του Μίμη Πλέσσα, παρά του Παπαϊωάννου και του Μπαγιαντέρα. Παρ’όλα αυτά, ήμουν τυχερός γιατί έτυχε να γνωρίζω ένα πολύ αυθεντικό τρίχορδο μπουζούκι και πολύ ζεστό άνθρωπο, τον Ζαχαρία Γερασκλή, που αποτύπωσε με ρεμπετοπρεπή τρόπο την μελωδία και σε συνδυασμό με την απλή ενορχήστρωση (κιθάρα-μπουζούκι)  βγήκε το αποτέλεσμα που άκουσες.

Θεωρείτε ότι η τέχνη μπορεί να ποιήσει την πραγματικότητα, να επικοινωνήσει τα μηνύματά της, να ταράξει τις αισθήσεις και τα αισθήματα;

T.K: Πιστεύω ότι η τέχνη πρέπει να είναι το πιο  απώτατο πράγμα από την πραγματικότητα. Η τέχνη είναι κάτι ατομικό, η πραγματικότητα διαστρεβλώνεται από τον κάθε καλλιτέχνη. Μετά, αν ο δικός του τρόπος εσωτερίκευσης για τον κόσμο γύρω του είναι παρόμοιος ή τουλάχιστον κατανοητός από κάποιους άλλους ανθρώπους, τότε καλώς. Πάρτε κινούμενα σχέδια μου, δεν ισχυρίζομαι ότι αναπαράγουν την πραγματικότητα ή ακόμα και να είναι ιστορικά ακριβής. Τα βίντεό μου είναι μόνο τα αποτελέσματα της προσωπικής ζωής, ώρες που ξοδεύω να ακούω μουσική, μερικά βίντεο αναφοράς και πολλά τσιγάρα και ρακί καθισμένος σε ένα βρώμικο μπαρ του κέντρου με τον Μίλτο μέχρι το φως του ήλιου.

M.K: Η τέχνη είναι η απόλυτη αλήθεια,η έκθεση, το ξεμπρόστριασμα κάποιου σε μια στιγμή μεγάλης ευτυχίας ή θλίψης. Άμα τα συναισθήματα που είχε την ώρα που δημιουργούσε ήταν ειλικρινή δεν νομίζεις ότι αυτός που θα βιώσει το αποτέλεσμα (αν έχει την παραμικρή ευαισθησία) θα νιώσει ενθουσιασμό ή και δέος?



Τι επιφυλάσσει το μέλλον;

Τ.Κ: Εύχομαι να μπορούσα να έμενα στην Ελλάδα και να είμαι ευτυχισμένος. Ακούγεται πολύ απλό αλλά δεν είναι.

M.K: Έρωτα ελπίζω και πολύμηνα ταξίδια στην Ασία και την Ν. Αμερική. Θέλω να το παίξω μποέμης χίπης και να γυρίζω τον κόσμο μέχρι τον Ιούνιο και μετά να γυρίζω Ελλάδα για τα καλοκαίρια. Στην πραγματικότητα βέβαια δεν υπάρχει προοπτική ούτε μέχρι την Βουλγαρία να πάω για τα επόμενα χρόνια, οπότε θα τα ξαναπούμε σε επόμενη τυχόν καλή μικρού, και όχι μόνο, μήκους ταινία!


Ευχαριστώ πολύ παιδιά για την αποδοχή αλλά και για την όμορφη συζήτηση. Εύχομαι να χαρίζετε στον κόσμο τόσο όμορφες δουλειές σαν και αυτήν. 



Δείτε την ταινία εδώ: https://vimeo.com/150590247