Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαρία Φραντζεσκάκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαρία Φραντζεσκάκη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018

To μάθημα | Mαρία Φραντζεσκάκη

Το κουδούνι χτύπησε παρατεταμένα. Σ'εκείνο το σπίτι πολλές φορές το κουδούνι χτυπούσε παρατεταμένα. Όλοι ήταν τόσο πολυάσχολοι.  Και το τηλέφωνο, δε σταματούσε ποτέ. Ίσως γι'αυτό και η Μαρίνα όσο και αν αγαπούσε εκείνες τις ώρες απύθμενης ησυχίας όπως μετά τα μεσάνυχτα που άνοιγε εκείνος ο ξεχωριστός κόσμος με τις μουσικές και με τα βιβλία, ήξερε να είναι παρούσα εξίσου και στις απαιτήσεις της μέρας. Mαθήματα, για να μπορέσει να πετύχει την επιθυμία της να μπει στην ιατρική, παράλληλα χορός  για να φεύγει το μυαλό της.Η ιατρική ήταν το πάθος της. Έλεγε από παιδί μάλιστα ότι θα ήθελε να φύγει με τους γιατρούς κάποιων μκο στο εξωτερικό, σαν άλλη γιατρός χωρίς σύνορα.



-Εγώ μαμά θέλω να πάω στην Αφρική.
-Να πας καρδούλα μου.
-Θέλω να σώσω τον κόσμο.
-Να τον κάνεις μια μεγάλη αγκαλιά και ίσως σωθεί.

Κανείς ποτέ δεν της είπε όχι. Από παιδί ακόμα. Κανείς. Γι'αυτό μάλλον και έγινε τόσο ανεξάρτητη. Γι'αυτό και τόσο αγύριστο κεφάλι.

-Μαρίνα, ήρθε ο καινούργιος καθηγητής σου για τα μαθηματικά. Πρόλαβες να ετοιμαστείς;
-Ναι, Σόνια,  άνοιξε του και πες του να έρθει στο γραφείο.

Η Σόνια πήγε να ανοίξει την πόρτα. Την είχαν χρόνια στο σπίτι σχεδόν από κοριτσόπουλο. Είχε έρθει στην Αθήνα έφηβη από τη Ρόδο όταν έμεινε ορφανή. Ο πατέρας της χάθηκε ένα βράδυ που πήγε για ψάρεμα με την βάρκα. H μητέρα της μεγαλώνοντας κουραζόταν εύκολα, βαριά γυναίκα. Δεν είχε επιλογή, άφησε το νησί και ήρθε στην Αθήνα να δουλέψει. Δεν σπούδασε, δεν παντρεύτηκε. Θαρρείς πως έχει για παιδιά της τα μέλη της οικογένειας. Καλός άνθρωπος και τίμιος η Σόνια. Κουρασμένο πρόσωπο από όλα όσα έζησε. Μα το χαμόγελό της ζεστό και δοτικό.

-Καλησπέρα σας, Ελάτε περάστε. Η Μαρίνα σας περιμένει στο γραφείο.
- Ευχαριστώ

Τον καθοδήγησε. Ανέβηκαν την επιβλητική ξύλινη σκάλα. Το βήμα του κάπως αμήχανο. Πάντα σε κάθε πρώτο μάθημα.

-Καλησπέρα, είμαι η Μαρίνα, σε εμένα θα κάνεις μάθημα.
- Δημήτρης, χάρηκα.
- Έλα στο γραφείο, θέλεις να σου φτιάξει καφέ η Σόνια;
- Όχι όχι ευχαριστώ είμαι εντάξει.
-Σίγουρα;
-Σίγουρα.
-Έλα να καθίσουμε.
-Μου είπαν οι γονείς σου ότι δυσκολεύεσαι κυρίως στην Άλγεβρα.
-Ναι έτσι, είναι, αλήθεια δε μου αρέσουν καθόλου τα μαθηματικά.
-Χμμ, άρα το στοίχημα είναι να σου αλλάξω γνώμη και να γίνεις πραγματικά πολύ καλή.
-Δύσκολο το έργο που έχεις αναλάβει, δε νομίζω να τα καταφέρεις.

Έβγαλε τα τετράδια της, κάθισε δίπλα του. Το πρώτο μάθημα πάντα είναι το δυσκολότερο γιατί εκτός από το να βολιδοσκοπήσει κανείς το επίπεδο γνώσεων του μαθητή πρέπει να αντιληφθεί και την ψυχολογία του για να δει πως θα τον προσεγγίσει για να αγαπήσει το μάθημα. Γιατί αν δεν αγαπήσεις κάτι, αν δεν το οικειοποιηθείς με κάποιον τρόπο είναι αρκετά δύσκολο να το κάνεις αρκετά καλά.

-Λοιπόν, βλέπω εδώ τα τετράδια σου, νομίζω πρέπει να πιάσουμε την ύλη από την αρχή και να κάνουμε εντατικά μαθήματα.
-Ωραία, οπότε προτείνεις να κάνουμε μάθημα τρεις με τέσσερις φορές την εβδομάδα;
-Ναι, θα ήταν πολύ χρήσιμο.
-Ωραία λοιπόν!

Αφού ξεκίνησαν να βλέπουν από την αρχή την ύλη και αφού ήδη είχε περάσει μια ώρα τους διέκοψε ένα τηλεφώνημα.

-Παρακαλώ.
-Σας έχουμε καλέσει από την μεταφορική εταρία Speedy, το δέμα με τα βιβλία που είχατε παραγγείλει έχει φτάσει.
-Ξέρετε, τώρα βρίσκομαι σε μάθημα όμως, αύριο... τι ώρα μπορώ να περάσω να το παραλάβω;
- Είμαστε ανοιχτά από τις 9 το πρωί εώς τις 18:00.
-Ωραία, σας ευχαριστώ.

-Συγνώμη για την διακοπή.
-Όχι μην ανησυχείς, καταλαβαίνω... Φαντάζομαι πόσα βιβλία θα έχεις σπίτι σου... Σίγουρα όλα για μαθηματικά!

Αυτός ο ενικός ήταν αρκετός για να μπορέσει να πάρει τα κουρασμένα από τους αριθμούς μάτια του και να τα σηκώσει για να την προσέξει.

Η Μαρίνα, ήταν ένα κορίτσι στις παρυφές της ενηλικίωσης , μια ανάσα πριν γίνει γυναίκα. Είχε μια ανεμελιά , μια υποψία ότι θα έμενε πάντα νεαρή στην όψη, στην καρδιά και στον χαρακτήρα. Δεν ήταν εξαιρετικά ψηλή, ήταν μελαχρινή με πλούσια μαλλιά ,μάτια καστανά σαν μικρά σπουργίτια και γλυκά χαρακτηριστικά στο πρόσωπο. Ήταν έξυπνη. Αλλά λίγο ανοργάνωτη σχεδόν στα πάντα, εκτός από όσα αγαπούσε υπερβολικά.

Αφού έλυσαν κάποιες ασκήσεις, ήρθε η ώρα να φύγει.

-Λοιπόν, θα τα πούμε αύριο.Να έχεις διαβάσει όσα είπαμε.
-Εντάξει.

Του άνοιξε την πόρτα και τον χαιρέτησε. Πρέπει να ήταν από τις λίγες φορές που είχε αποφασίσει να μην πάει αμαχητί η προσπάθεια με τα μαθηματικά. Εκείνη ήταν παιδί των λέξεων και όχι των αριθμών. Ήθελε να διαβάσει διεθνές δίκαιο και να συνεισφέρει με τις γνώσεις της στην βελτίωση αυτού του κόσμου. Ουτοπίστρια σε ανησυχιτικό βαθμό, μα μόνο έτσι έγινε καλύτερος ο κόσμος. Δεν την συγκινούσαν οι επιχειρήσεις ή τα οικονομικά, αλλά ήξερε πόσο σημαντικά ήταν και εκείνα στον ρου αυτού του πλανήτη. Ήξερε πως η ζωή είναι ρεαλιστική, ακόμα και αν εκείνη είχε άλλο προσανατολισμό σαν άνθρωπος.

Ίσως έτσι να συμβαίνει με όλους όσους δεν έχουν βιοποριστικά προβλήματα. Έχουν την πολυτέλεια να έχουν πιο ιδεαλιστικές απόψεις. Άλλωστε και ο Μαρξ, αν δεν ήταν οικονομικά ασφαλής πως θα μπορούσε να αναπτύξει τις θεωρίες του;

Την επόμενη μέρα ο Δημήτρης, ήρθε δέκα λεπτά νωρίτερα. Η Σόνια είχε ένα πολύ άσχημο κρυολόγημα και παρά το γεγονός ότι τους φρόντιζε τόσα χρόνια δίχως σταματημό, ο κύριος Χριστοφόρου της είπε να ξεκουραστεί 4 μέρες και να μην κάνει καθόλου δουλειές στο σπίτι. Άλλωστε όλοι έλειπαν πολλές ώρες. Εκτός από τη μικρή, που τα απογεύματα διάβαζε.

-Επ, δέκα λεπτά νωρίτερα σήμερα! (κοίταξε το ρολόι της)
-Πάντα έρχομαι λίγο νωρίτερα σε όλα τα μαθήματα! Θέλω να είμαι συνεπής.

Εκείνη πάντα μιλούσε σαν να της ανήκε ο κόσμος. Ήταν πραγματικό ταλέντο αυτό, το να κάνει ακόμα και τον πιο δυσπρόσιτο να αισθάνεται οικειότητα. Ακόμα και αν γνωρίζονταν πρώτη φορά. Εκείνος, ήταν αρκετά αγχωμένος. Ήταν αρκετά έμπειρος, είχε διαβάσει πολύ, είχε περάσει πρώτος στο Πανεπιστήμιο και όπως όλα τα παιδιά των μεσαίων προς χαμηλών κοινωνικά στρωμάτων είχε παλέψει αρκετά για να σπουδάσει και να καταφέρει κάτι καλύτερο από τους γονείς του. Τα χέρια του είχαν ιδρώσει, γιατί ήταν η πρώτη φορά που αναλάμβανε να διδάξει την κόρη κάποιου τόσο ευκατάστατου άνδρα. Έπρεπε να είναι ο καλύτερος, να κατορθώσει τα ακατόρθωτα ακόμα και αν η μικρή δεν τα έπαιρνε. Η αμοιβή ήταν πολύ καλή για να μην ανταποκριθεί στις προσδοκίες των γονιών της. Ευτυχώς η Μαρίνα, δεν ήταν κακομαθημένη όπως τα περισσότερα πλουσιοκόριτσα.

-Η Σόνια είναι άρρωστη! Να σου φτιάξω καφέ ή κάποιο τσάι;
- Όχι Μαρίνα, σ'ευχαριστώ, έλα να ξεκινήσουμε.
- Λοιπόν έχεις μία ακόμα ευκαιρία, καφέ ή τσάι;
-Ένα μαύρο τσάι με λίγο μέλι.
-Πάω να φέρω το τσάι μαζί με τον καφέ μου.
-Θες να καθίσεις λίγο στο σαλόνι και να ανέβουμε μαζί;
-Εντάξει.

Όση ώρα έφτιαχνε τον καφέ  και το τσάι του καθηγητή της, του έριχνε κλεφτές ματιές. Η Μαρίνα είχε την πεποίθηση ότι πολλές φορές το physique ενός ανθρώπου μας λέει πράγματα και για τον χαρακτήρα του.

Ο Δημήτρης ήταν γεροδεμένος. Είχε δυνατά χέρια, ήταν ψηλός  με σκούρα μαλλιά και μελί μάτια. Κάποιες μέρες φορούσες γυαλιά, κάποιες όχι.Είχε δει αρκετά, ήταν πεισματάρης πολύ και εκπληκτικά έξυπνος. Πρόσφατα μάλιστα, κάποια μεγάλη εταιρία του πρότεινε να εργαστεί στο οικονομικό τμήμα της. Τα μάτια του είχαν μια σπιρτάδα και είχε μάθει - παρά το γεγονός ότι κάποτε υπήρξε θερμοκέφαλος- να είναι πλέον αρκετά υπομονετικός.

-Λοιπόν έλα να ξεκινήσουμε!
-'Ελυσα τις εξισώσεις αλλά δεν ξέρω αν είναι σωστές.
-Για να τις δω!
-Οι δύο είναι σωστές, αλλά όχι η τελευταία.

Της εξήγησε όσα έπρεπε. Τα μαθήματα συνεχίστηκαν για καιρό. Η Μαρίνα βελτιωνόταν όλο και περισσότερο. Ίσως ήταν η χημεία που είχαν μεταξύ τους, ίσως το γεγονός ότι δεν είχε βρει πριν τον Δημήτρη κάποιον να της εμφυσήσει τον ενθουσιασμό για τα μαθηματικά. Σε κάποιο μάθημα μάλιστα μέσα στην οικειότητα που είχαν αναπτύξει εκείνη του είπε "Μαθηματικέ πολύ σε πάω, γιατί δε με πιέζεις."

Ο Δημήτρης άρχισε με τον καιρό να νιώθει κάπως ανεξήγητα. Περνούσαν πολλές ώρες μαζί, εκείνη ήταν πραγματικά σαν μικρό παιδί, εντελώς έξω καρδιά και εκείνος κάπου άρχισε να αγχώνεται για το πως πρέπει να το διαχειριστεί. Ο τρόπος που του μιλούσε εκείνη, ήταν γοητευτικός. Είχε έναν ανεξήγητο μαγνητισμό .

Αλλά και εκείνη τον εκτιμούσε. Ο Δημήτρης είχε κρατήσει τις αποστάσεις του. Δεν της έδειξε ενδιαφέρον πολύ εύκολα. Ούτε ξεπέρασε ποτέ τα όρια. Της άρεσε πολύ που ήταν μετρημένος απέναντί της. Είχε αντιληφθεί καλά το παιχνίδι των δύο φύλων και της άρεσε ο σεβασμός που της έδειχνε. Το γεγονός ότι δεν τον ένοιαζε η καταγωγή ή τα υπάρχοντα του πατέρα της αλλά μονάχα το μυαλό της.

Ένα πρωινό ο Δημήτρης έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον πατέρα της Μαρίνας.

-Καλησπέρα, είμαι ο Δάνης Χριστοφόρου, ο πατέρας της Μαρίνας.
-Καλησπέρα σας.
-Πήρα πραγματικά να σε ρωτήσω με απορία, πως την έκανες να αγαπήσει τα μαθηματικά. Ήμουν με τον μαθηματικό που έχουν στο σχολείο και μου είπε τα καλύτερα για τις επιδόσεις της.
-Αλήθεια;
-Ναι παιδί μου, γι'αυτό και θέλω να λάβεις ένα "δώρο" .
-Τι εννοείτε;
-Κάποια εξτρά χρήματα.
-Όχι, δεν χρειάζεται σας ευχαριστώ. Απλά τη δουλειά μου έκανα.
- Σε παρακαλώ, δε δέχομαι κουβέντα! Τα αξίζεις.
-Καλύτερα όχι, σας παρακαλώ.
-Ωραία, όμως θα έρθεις για φαγητό απόψε το βράδυ.
-Νομίζω πως αυτό μπορώ να το δεχτώ .
-Σε περιμένουμε στις 21:00.

Ο Δημήτρης απεχθανόταν την φιλοσοφία κάποιων πολύ ευκατάστατων ανθρώπων που θεωρούν ότι αγοράζουν τα πάντα με τα χρήματά τους. Γι'αυτό και δεν ήθελε να δεχτεί το "δώρο" του κυρίου Χριστοφόρου. Αλλά ένα δείπνο, εντάξει δεν θα ήταν τόσο επιλήψιμο. Στις 21:00 ήταν και πάλι έξω από την πόρτα του επιβλητικού σπιτιού με τη μεγάλη αυλή και τον σεκιούριτι που έλεγχε τα πάντα σαν να είχε πιει ωστόσο το αμίλητο νερό.

-Άνοιξε Σόνια ήρθε.
-Χαίρετε.
-Καλώς τον! Έλα πέρασε..
-Ευχαριστώ! (Και με μία κίνηση έβγαλε το παλτό του)΄.
-Έλα έλα να κάτσουμε. Λοιπόν εσύ είσαι πολύ μικρός, σχεδόν νεαρός! Νόμιζα ότι θα ήσουν αρκετά μεγαλύτερος για να βγάλεις άκρη με το μαϊμουδάκι μας.
- Μα τι λες βρε αγάπη μου στον άνθρωπο, η Μαρίνα πια είναι σχεδόν γυναίκα.
- Ναι αλλά ακόμα είναι ένα τρελό παιδί.
-Μην αγχώνεστε δεν παρεξηγώ. Αλήθεια η Μαρίνα;
-Πάνω είναι, έρχεται.

Λίγο μετά την είδε να κατεβαίνει από την ξυλόγλυπτη σκάλα και για μια στιγμή σάστισε. Φορούσε ένα μαύρο στενό φόρεμα, είχε πιάσει τα μαλλιά της πίσω και είχε τονίσει τα μάτια της που σε μαγνήτιζαν σα να είχαν περάσει από χίλια σκοτάδια. Κίρκη κανονική θα την έλεγες και εκείνος, Οδυσσέας στα δίχτυα της.

-Μα παιδί μου, που είσαι έχει έρθει εδώ και πόση ώρα ο κύριος καθηγητής σου!
-Ετοιμαζόμουν μαμά.
-Τι λέτε να περάσουμε στο τραπέζι;
-Όπως θέλετε.

Τους σερβίρισε η Σόνια. Το φαγητό ήταν νόστιμο και "μαμαδίσιο". Του είχε λείψει καθώς οι γονείς του βρίσκονταν στην επαρχία. Όλο το βράδυ δε μπόρεσε να πάρει τα μάτια του από πάνω της. Ήξερε ότι αυτό ήταν λάθος, αλλά δεν μπορούσε να το ελέγξει.

-Λοιπόν να ξέρεις έχω διαβάσει τα πάντα για αύριο, έχω βάλει στόχο να σας βγάζω ασπροπρόσωπους και εσένα και τους γονείς μου !
- "Αυτό έλειπε να μην είχες διαβάσει" της είπε γελώντας.

Ο κύριος Χριστοφόρου ύψωσε το ποτήρι του και είπε "Ας πιούμε στην πρόοδο της Μαρίνας και στην υγειά του Δημήτρη φυσικά"!

Ο ταλαντούχος μαθηματικός από τη μία ένιωθε άβολα από την άλλη ήταν ευχαριστημένος που είχε την εκτίμηση ενός τόσο επιφανούς άνδρα.

Συζήτησαν για πολλά, για τους Pink Floyd που είναι η αγαπημένη του μπάντα και για εκείνο το σόλο στο Comfortably numb που είναι το αγαπημένο του, για τους γονείς του στο νησί, για τον Μπερτολούτσι και καθώς εκείνος ανοιγόταν και μιλούσε για διαφορετικά πράγματα πέραν των εξισώσεων , η Μαρίνα ενθουσιαζόταν όλο και περισσότερο. Παράλληλα ο Δάνης, σκεφτόταν πως αν όντως ο Δημήτρης είναι τόσο "διάνοια" όσο φαίνεται θα έπρεπε να τον λάβει σοβαρά υπόψη για να τον φέρει στο οικονομικό τμήμα της δικής του επιχείρησης.

[Συνεχίζεται....]


Κυριακή 17 Ιουνίου 2018

Επιμύθιο | Μαρία Φραντζεσκάκη


Ίσως να μην πρέπει ποτέ να ξεχνάς. Ίσως πρέπει μόνο να προχωράς. Βασανισμένοι από το δρόμο εκτιμάμε τον χρόνο. Βασισμένοι  σε γκρεμισμένους μαρμάρινους στύλους, μάθαμε να εκτιμάμε όσα έπρεπε και γίναμε ό,τι αντιμετωπίσαμε. Στιγματίζομαι θα πει πηγαίνω μπροστά. Φεύγω απ΄όσα ήμουν γιατί δεν ήταν αρκετά για μένα. Γράφω τις λέξεις ασυναίσθητα και όμως λέω την αλήθεια. Το υποσυνείδητο είναι σαν ένα άφιλτρο τσιγάρο, σε φέρνει πιο κοντά στην ουσία του καπνού και πιο κοντά στον θάνατο.

Εγώ όμως θωρακίστηκα. Έμαθα να μη φοβάμαι γιατί κάποτε πέθαινα κάθε μέρα. Κάποτε με σκότωναν πολλαπλά σαν ψάρι που ενώ το έπιασαν με αγκίστρι το καμακώνουν κιόλας για επιβεβαίωση ότι δεν θα αντιδράσει. Υπήρξε ανελέητος όμως ο παράδεισος των στιγμών. Είδα ανθρώπους να μεταμορφώνονται σε ό,τι σιχαίνονταν και άλλους να ξεφεύγουν από ό,τι μισούσαν. Είναι στιγμές που σκέφτομαι ότι είναι κάποιου είδους Αποκάλυψη - το να βιώνεις την αλλαγή. Πιο μυστηριακή και πιο σημαντική από το αυγουστιάτικο φεγγάρι - συντελείται κάποιας μορφής μαγεία. Και στο λέω εγώ που κάποτε έμενα στο μπαλκόνι μέχρι το ξημέρωμα απλά για να βλέπω τ'άστρο.

Ψυχογράφοι και γρίφοι και αινίγματα, όσο και αν αρέσκομαι σε σαδομαζοχιστικό εκστασιασμό όταν παίζω τον ντετέκτιβ η αλήθεια είναι Άγια ακόμα και αν είναι εις βάρος μας. Τα κορμιά είναι επίσης άγια και το να ζείς είναι το μεγαλύτερο δώρο. Το να μισείς δηλητηριάζει εσένα πρώτα, γι'αυτό και κοίτα να τα έχεις καλά με ό,τι ονομάζεις εαυτό. Με τον ελάχιστο και τον μείζονα.Οι λέξεις μου ασυνάρτητες και θυμίζουν νύχτα. Εγώ έχτισα την αυτάρκεια και την δύναμή μου με χέρια μαχαιράκια και λόγια θηλιές γι'αυτό και δεν πονάω πια.

Πλέω σε στιγμές αναζητώντας, ψάχνω, βιώνω και δεν μετανιώνω. Δεν φοβάμαι και δεν μοιρολογώ - έχω απομυθοποιήσει τους άλλους και μυθοποιήσει τη ζωή. Γιατί μονάχα αυτή είναι ότι μας κάνει στιγμιαία αθάνατους.

Γελάω ειρωνικά και αθεόφοβα όταν με δοκιμάζουν.

Και αυτό είναι η μεγαλύτερη κατάκτηση μου πια.





Παρασκευή 21 Ιουλίου 2017

Έρωτας στη Σαντορίνη | Μαρία Φραντζεσκάκη


Το ξυπνητήρι ξύπνησε την Τίνα σχεδόν ξημέρωμα. Την προηγούμενη μέρα δούλευε μέχρι αργά στο γραφείο. Τόσες άλυτες υποθέσεις, τόσο διάβασμα. Τόσα δικαστήρια. Και όλοι να ζητούν  την πολυπόθητη ελευθερία είτε την αξίζουν είτε όχι. Πάντα υπήρξε άριστη μαθήτρια. Τελείωσε την Νομική Αθήνας με άριστα, ειδικεύτηκε  στο ποινικό. Το αστικό δίκαιο πάντα της φαινόταν βαρετό. Το εργατικό πολύ συνηθισμένο. Και εκείνη πάντα έψαχνε την περιπέτεια. Αν δεν είχε γίνει δικηγόρος - σίγουρα θα ήθελε να είναι πολεμική ανταποκρίτρια στην πιο εκρηκτικά εμπόλεμη ζώνη. Αλλά όλα αυτά δεν είχαν καμία σημασία σήμερα. Τα "αν" είναι τόσο ανούσια την δεδομένη ημέρα.

 Μεστός Ιούλιος σαν φωτιά . Η εποχή που ο ερωτικός οίστρος των ανθρώπων ξεπερνάει τα πιο κτηνώδη ένστικτα των ζώων. Ετοιμάζοντας, την βαλίτσα της, σχεδόν τρέχοντας θυμάται εκείνο τον φίλο της που ζούσε στο εξωτερικό και της έλεγε " εγώ τέσσερις μήνες ζευγαρώνω οι υπόλοιποι είναι για χειμερία νάρκη" . Ένα κόκκινο φουστάνι, ένα σορτσάκι, μαγιώ  και όλα τα απαραίτητα. Έκλεισε βιαστικά την πόρτα πίσω της - αφού φρόντισε να βάλει τροφή στην γάτα . Πειραιάς. Λιμάνι. Το λιμάνι που δε θα βρει ποτέ της - γιατί αποδέχθηκε την μοναξιά από την κοιλιά της μάνας της. Τότε που λίγο πριν την γεννήσει Ιούλη σχεδόν διάβαζε Ρίτσο κάτω από μια σκιά στην αυλή του εξοχικού τους. Επιβιβάστηκε στο πλοίο. Μόνη. Σχεδόν ιδανικά χαμένη. Ηρεμία πια. Μακριά από δικογραφίες, πελάτες και εκείνον τον ρόλο που δεν απαιτούσε μόνο σικάτο ντρέσκοουντ αλλά και σοβαροφάνεια, σκληράδα σε κορμοστασιά και πρόσωπο.

Θα έφτανε στο νησί απόγευμα. Πάντα αγαπούσε το ταξίδι με το πλοίο. Δίνει μία τρομακτική αίσθηση ελευθερίας το να πλέεις. Η θάλασσα πνίγει τη σκέψη. Φέρνει ομορφιά. Ο αέρας σε τσιμπάει.Και η περιπέτεια καραδοκεί σχεδόν με την θυσία να βουτήξεις στο μπλε. Το πλοίο είχε πάρα πολύ κόσμο. Όπως πάντα πήρε το βιβλίο της , κάθισε στο κατάστρωμα αφού για αρκετή ώρα χάζεψε τον ορίζοντα και απόλαυσε το ταξίδι. Διάβαζε την "αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι" του Μίλαν Κούντερα και σχεδόν επαναλαμβανόμενα το απόσπασμα για τον μοιρασμένο ύπνο. Βαριόταν τόσο εύκολα τους άντρες.Είχε απογοητευτεί πολύ από τους περισσότερους γιατί ήταν προβλέψιμοι. Λες και ο έρωτας ήταν ένα στρατηγικό παιχνίδι που πάντα ήξερε καλύτερα. Όσοι ήταν βαρετοί ήταν πιστοί αλλά την έκαναν δυστιχισμένη καθώς δεν της προκαλούσαν κανένα ενδιαφέρον, όσοι ήταν έξυπνοι ήταν ανικανοποίητοι όσες γυναίκες και αν είχαν να τους αγαπάνε και όπως πάντα  όσοι την παίδευαν τους αγαπούσε πιο πολύ. Είχε αποφασίσει να ζήσει ευτυχισμένη και μόνη . Ελεύθερη από κάθε άνθρωπο που την ήθελε δέσμια . Όχι πια έρωτες που λένε και οι Κόρε Ύδρο. Μόνο διακοπές, φίλοι, γέλια , ποτά.




Σάββατο 1 Ιουλίου 2017

Συναυλία | Μαρία Φραντζεσκάκη


Λένε πως μόνο το παράδοξο  και το απροσδόκητο μπορεί να σε οδηγήσει στην ευτυχία , το πιστεύεις , μέχρι να ακούσεις μια μέρα ίσως μια πιο ενδιαφέρουσα άποψη και να αναθεωρήσεις. να καταρρίψεις το παλιό, αυτό που σκέβρωσε μέσα σου από την πολύ βροχή σαν τα σοκάκια της Κέρκυρας τον χειμώνα.

 Απροσδόκητα ξεκίνησαν και αυτοί οι δύο την γνωριμία τους σε ένα live  κοινών γνωστών τους , σε κάποιο μικρό μα ζεστό ροκάδικο από εκείνα που όλοι γίνονται μια παρέα στο τέλος. Εκείνη είχε το χούι από μικρή  να πηγαίνει πάντα κοντά στην σκηνή όταν πήγαινε σε συναυλία για να αισθάνεται την αύρα των καλλιτεχνών, εκείνος στ'αριστερά της  μπροστά μπροστά επίσης. Ο καλύτερός του φίλος ήταν ο κιθαρίστας της μπάντας.

Τον είχε δει κλεφτά, με την άκρη του ματιού της. Εκείνος έβλεπε περισσότερο τα μαλλιά της παρά το πρόσωπό της. Ίσως οι συνθήκες παραήταν ιδανικές . Eκείνος , φανταζόταν τις γωνίες του προσώπου που εναρμονίζονταν με τα γυαλιστερά μαγουλά της και τα μεγάλα της ματοτσίνορα. Οι στίχοι που αντηχούσαν ήταν των Cure. "However far away, I will always love you." Ο φωτισμός χαμηλωμένος, αχνός. Όσο πρέπει για να αρχίσουν οι αισθήσεις σου να γίνονται πιο επιρρεπείς. Πιο επιρρεπείς σε αυτό που ξέρεις ότι πάντα θα σε πονάει , γιατί αυτή είναι η πληγή από γεννησιμιού σου.

Ήταν στριμωγμένοι. Βρέθηκαν δίπλα δίπλα. Τον έσπρωξαν . Την πάτησε χωρίς να το θέλει.

-Συγνώμη, σε πόνεσα;
-Τα άρβυλα ευτυχώς αντέχουν. Θα μπορούσες να είσαι πιο προσεκτικός όμως.
-Ηρέμησε. Σε συναυλία βρίσκεσαι.
-Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να προσέχεις που πατάς.
-Σταμάτα πια. Χάνουμε αυτό το υπέροχο τραγούδι.
-Δίκιο έχεις, είναι και το αγαπημένο μου. Αλλά φρόντισες να καταστρέψεις την στιγμή.
- Τι κρίμα να μοιράζομαι το ίδιο αγαπημένο τραγούδι μαζί σου.

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2016

Εξόρμηση | Μαρία Φραντζεσκάκη


Ο Χειμώνας
θα είναι η φυγή μας 
από κάθε πραγματικότητα
*
θα τρώμε παγωτό μεσάνυχτα
Δεκέμβρη 
και τα στόματα θα πλάθουν
λυρικές εξάρσεις
*
θα πηγαίνουμε για μπάνιο 
στις τρείς το μεσημέρι
ενώ δίπλα μας θα χιονίζει
*
το βράδυ το πιάνο θα μελωδεύει
χωρίς ν'αγγίζεται
και το τζάκι θα σιγοκαίει
μονάχα για να μας βλέπει 
να κάνουμε έρωτα 
με τα μάγουλα κοκκινισμένα 
και τα μάτια 
πονηρεμένα
*
το κρασί
θα μας ζαλίζει 
όσο πρέπει για να λησμονούμε
τα σκοτεινά σοκάκια
του νου
*

παρ'όλ'αυτά κανένας ρομαντισμός
μόνο εικόνες
καμία αλήθεια
μόνο στοίχημα.




Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

Σταυροδρόμι | Μαρία Φραντζεσκάκη



Η ζωή μοιάζει με καρδιογράφημα. Γραμμές που κατεβαίνουν και γραμμές που ανεβαίνουν. Κορυφές και χαράδρες ουσία και συνηθισμένοι περαστικοί. Άνθρωποι τριγύρω , οι περισσότεροι σχεδόν πεθαμένοι με την σάρκα να σαπίζει εκ των έσω ενώ απ'έξω λάμπει. Άνθρωποι που δεν αντέχουν να ζουν σκλάβοι μέσα στο ίδιο τους το δέρμα, ανασφάλειες και για μοναδική γκόμενα ένα τσιγάρο αλλιώτικο. Σπασμένα βάζα , κλάμματα, καβγάδες και φωνές . Δράματα που προβλέψαμε εξαρχής. Για πόσο ακόμα θα επιβεβαιωνόμαστε σωστοί; Για πόσο ακόμα οι άνθρωποι θα είναι απογοητευτικοί; Για πάντα.. Αλλά πλέον για  φυλαχτό να μάθεις να έχεις την στιγμή. Και να προχωράς. Να φεύγεις. Η φυγή είναι η λύση των δυνατών. 

Ποτέ δεν άντεξα τα δράματα  και τα μίση Φραντς. Το μίσος, δηλητηριάζει πρώτα τον συναισθανόμενο. Και έπειτα ζητάει εκδίκηση για να θρέψει λίγο τον εγωισμό. Έπεσες και εσύ στην παγίδα  Φραντς , σ'αυτή την μοίρα σου που σε θέλει πάντα νικητή και μόνο. Βολεμένο στην μιζέρια και την νίκη μα μόνο. Θρίαμβος δεν νομίζεις; Πόσα έχεις να μάθεις ακόμα Φραντς και ανάθεμα και αν γνώριζες ποια φίδια κοσμούν τους ώμους σου.

Προχωράω. Ο Γιόχαν, μου διαβάζει τα πρωινά που με ξυπνάει έχοντάς με αγκαλιά και από ένα ερωτικό τετράστιχο. Τα μαλλιά μου το πρωί, σαν κάποιος σίφουνας να περνάει από πάνω μου κάθε βράδυ. Χαϊδεύει τον λαιμό μου τρυφερά και η ηλιαχτίδα μας τρυπάει τα μάτια . Φιλάω το γυμνασμένο στέρνο του, και τα πλευρά του. Μου γλείφει όλο το πρόσωπο και έπειτα με γδύνει για να γευτεί όλο το χάος μου. Τους δύο αντικρουόμενους κόσμους μου που αποδέχεται όπως είναι. Πιάνει πάντα την κιθάρα και τραγουδάει ενώ φτιάχνω καφέ. Πολλές φορές χύνουμε τον καφέ. Πολλές φορές  αφήνει την κιθάρα στριμώχνει εμένα στο τραπέζι της κουζίνας και γράφει τις μελωδίες πάνω μου . Kάποιες φορές θέλει να με σκοτώσει - όπως και εσύ κάποτε- και για να σου πω την αλήθεια Φραντς, πολύ θα ήθελα να το κάνει. Θα ήθελα να με ρίξει από το μπαλκόνι αφού θα είχαμε κάνει πρώτα έρωτα χυδαία. Θα ήθελα να με ρίξει στα δόντια του ανθρωποφάγου οδοστρώματος και να πάω να κάτσω σε μία στρογγυλή τράπεζα  συζήτησης με τις Αγίες μου.

Τον αγαπώ τον Γιόχαν. Όλους όσους έρχονται τους αγαπώ , τον καθένα για το διαφορετικό δράμα του και την μοναδικά δυσλειτουργική ψυχολογία του. Για το παρελθόν και το παρόν τους. Για το μέλλον δεν υπόσχομαι. Ο Γιόχαν έχει το σύνδρομο της λύπης στο πλήθος. Πόσο ν'αντέξεις να είσαι στο κοστούμι της τελειότητας; Πόσο να αντέξεις να χαμογελάς και να φλερτάρεις ;Πόσο ν'αντέχεις συνέχεια να κρύβεις την θλίψη σου; Με αριστοτελική λογική και μαθηματική ακρίβεια η υπερβολή χαράς  ή έστω placebo χαράς σε κάνει δυστυχισμένο. 

Με πλατωνικά ιδεαλιστικούς συναισθηματισμούς ο έρωτας και η αγάπη είναι η μόνη πανάκεια.





Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Η ειλικρίνεια της ασχήμιας | Μπαντιέρα Ρόσσα



Tον αντίκρυσε μετά από πολύ καιρό στην αίθουσα αναμονής του αεροδρομίου. Επιστροφή από το εξωτερικό. Πτήση μονάχα για εκείνον. Ταξίδι αποκλειστικά επισφραγισμένο  με το όνομά του στα χείλη και τα πόδια της- που την κάνουν να χύνει μέλι. Αρνείται να πιστέψει στον έρωτα και όμως πιστεύει στην ιαματική δύναμη της αγάπης. Βλέμμα σαν εκείνο που της πρωτοέριξε στο υπόγειο δισκάδικο με τους punk δίσκους.

 Του δίνει φιλί αθυρόστομο και συνάμα καθαρό. Γλώσσα με γλώσσα και δύο εκ διαμέτρου διαφορετικοί και αντίθετοι κόσμοι να βρίσκονται σε συγχορδία . Ο χρόνος είναι βασανιστής. Κι ο έρωτας είναι πάνω απ'όλα μουσική.

Φεύγουμε από το αεροδρόμιο. Θέλω προστυχιά και τρέλα του λέω. Γιατί δεν χτυπάς εσύ; Γιατί δεν με πονάς; Γιατί δεν πίνεις αίμα από τις πληγές μου και δεν δένεις τον λαιμό μου με σχοινί και θάνατο; Έλα έλα. Μην είσαι αλλιώτικος εσύ. Θέλω να ταΐσεις τόσο  άρρωστα την επιβεβαίωση των πεποιθήσεων μου. Θέλω να μη με διαψεύσεις σε όσες αντιλήψεις έχτισε το παρελθόν μου. Είμαι εκείνος ο ακατάλληλος για τρυφερότητα άνθρωπος που έλεγε ο Χριστιανόπουλος. Γιατί εσύ δείχνεις να με νοιάζεσαι και γιατί θέλεις να δεθώ; Πάρε ένα ξυράφι και μάτωσέ μου τα γόνατα. Έτσι αιματοβαμμένη έμαθα από καταβολής γεννήσεως να υπάρχω και ο νους μου να γίνεται ένα μαύρο χάος . Δεν με φοβάσαι; Γιατί δεν φεύγεις; Μη γελάς. Είμαι το θηρίο της Βαβυλώνας και οι δέκα πληγές του Φαραώ βαλμένες σε άνθρωπο. Στον ύπνο μου μιλάω τραυματικά με τον Bugs Bunny ενώ έχει πάρει lsd . Θέλω και εγώ του λέω. Η κανονικότητα του κόσμου μου είναι αρρωστημένη. Η Λόλα καλό μου κουνέλι τα έφτιαξε με την φίλη της και εσύ μένεις μόνος να χαπακώνεσαι lsd.

Στον κόσμο μου  δεν υπάρχει θάλασσα και απογευματινός ήλιος που δεν τυφλώνει. Ούτε και άστρο του πρωίου που ποτίζει την ατμόσφαιρα γιασεμί. Δεν υπάρχει ομορφιά γιατί αυτή είναι ξεπεσμένη πόρνη χωρίς καμία αρετή. Δεν έχω να σου δώσω τίποτα παρά απελπισία και ιδρώτα.Θυμό , οργή και κάβλα. Δεν έχω να αποδεχτώ τίποτα παρά το σπέρμα σου στο στέρνο μου και το σάλιο σου στο λαιμό μου.

Μίλα μου για ειλικρίνεια όσο πιο χυδαία μπορείς.
Μίλα μου για την ειλικρίνεια της ασχήμιας.

Και εγώ σου υπόσχομαι να μην φύγω.