Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σεφέρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σεφέρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 13 Μαρτίου 2018

Ένας από τους ιδρυτές της "ελληνικότητας" γεννήθηκε σαν σήμερα | Κατερίνα Καλαμπάκα




Ο Γεώργιος Σεφέρης ή αλλιώς Γεώργιος Σεφεριάδης, ήταν κατά πολλούς ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας, που του δόθηκε βραβείο Νόμπελ, το 1963. Τον ακολούθησε σ' αυτή την πορεία ο Οδυσσέας Ελύτης το 1979. 

Γεννήθηκε στη Σμύρνη, σαν σήμερα, το 1900. Παίρνει τις βασικές γνώσεις στο Λύκειο Χ. Αρώνη και σε όλο εκείνο το διάστημα πειραματίζεται με γραφή ξεδιπλώνοντας τις σκέψεις του πάνω σε στιχάκια. Λόγω πολέμου μεταναστεύει μαζί με τους γονείς του και μετά από μερικά χρόνια εγγράφεται στη Νομική Σχολή Αθηνών. Έπειτα, θα μετακομίσει στην Γαλλία λόγω οικογενειακών επαγγελματικών υποχρεώσεων και κατά την παραμονή του εκεί μοιάζει να βρίσκει καταφύγιο στην λογοτεχνία προσπαθώντας να φουντώσει μέσα του τη φλόγα, που τον έκαιγε με μεταφράσεις, αναγνώσεις Γάλλων κλασικών και συγγραφή ποιημάτων. 

Αποφοίτησε από τη Νομική 1921. Έπειτα πηγαίνει στο Λονδίνο με σκοπό την ολοκλήρωση των σπουδών του στην Αγγλική Γλώσσα μ' αφορμή τις εξετάσεις που έπρεπε να δώσει στο Υπουργείο Εξωτερικών. Τον Φεβρουάριο του 1925 επιστρέφει στην Αθήνα και το 1927 διορίζεται στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ως ακόλουθος πρεσβείας. Το 1933 ο πατέρας του εκλέγεται Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και εγγράφεται ως μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. 

Τον Ιούλιο του 1928 δημοσιεύει στη Νέα Εστία, μετάφραση ενός έργου του Βαλερί. Τον Μάιο του 1931 εκδίδεται με το ψευδώνυμο Γ. Σεφέρης η "Στροφή". Μετά από μερικό καιρό ξεκινά και η πορεία του στα “Νέα Γράμματα”

Ο Σεφέρης κατά την φάση ψηφοφορίας για το λογοτεχνικό βραβείο Νόμπελ, λέγεται, πως επικράτησε στις τελικές απόψεις μεταξύ του Ουίσταν Ώντεν και του Πάμπλο Νερούδα Ο γραμματέας της επιτροπής, Österlund, υποστήριξε πως η επιλογή Σεφέρη υπήρξε “μια ευκαιρία να αποδώσουν έναν θαυμάσιο φόρο τιμής στη σύγχρονη Ελλάδα, μια γλωσσική περιοχή που περίμενε πάρα πολύ καιρό για μια βράβευση σε αυτό το επίπεδο.” 

Στις 22 Ιουλίου 1971 εισήχθη στο νοσοκομείο με συμπτώματα έλκους. Πέθανε την Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου της ίδιας χρονιάς. Η νεοελληνική γραμματεία αναγνωρίζει έναν από τους κλασικούς του 20ου αιώνα. 

Εκείνη η εποχή, που ο Γιώργος Σεφέρης όπως και πολλοί άλλοι γνωστοί Έλληνες ποιητές ξεκίνησαν να γράφουν και όχι μόνο ξεχώρισαν, αλλά γράφτηκαν με χρυσά γράμματα στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, υπήρξε μία εποχή μεγάλων αναταραχών στον ελληνικό κόσμο, μα περισσότερο στο ζήτημα της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού στόχου. Υπάρχει ένα γενικότερο πρόβλημα στα ερωτήματα της εθνικής αυτογνωσίας, της έντασης μεταξύ Ελλάδας-Δύσης, της αστικοποίησης και της μετανάστευσης, 

Οι Έλληνες διανοούμενοι και λογοτέχνες αναγνωρίζουν την όλη αυτή κατάρρευση του οράματος της Μ. Ιδέας. Σταδιακά, αρχίζει να επικρατεί μία στάση εσωστρέφιας και προβληματισμών (εθνικών και μη) κι αυτό περνά και στη λογοτεχνία, που έχουμε μετάβαση από την συλλογική ζωή της ηθογραφίας ή παραδοσιακής ποίησης στην αστική ζωή, που συνοδεύεται από την ατομικότητα. Όλη αυτή η τροπή, που πηγάζει από το ερώτημα του πως ορίζεται η εθνική ταυτότητα, την αίσθηση της συνέχειας και διάφορων οραμάτων, που οδήγησε στην γέννηση της γενιάς του '30, 

Η γενιά του '30 (που μέσα της βρίσκεται ο πρωταγωνιστής της παρούσας αρθογραφίας) έφερε την "ελληνικότητα", η οποία εμπεριέχει όλα τα παραπάνω ενδεικτικά. Απαρτίζονταν από ανθρώπους αστικής καταγωγής, ευρωπαϊκής παιδείας, κοσμοπολίτες και απόγονοι του δημοτικισμού και γι' αυτό άλλωστε μέσα από τα Νέα Γράμματα προβάλλουν τον Κ. Παλαμά κι απορρίπτουν (τουλάχιστον στην αρχή) το λογιωτατισμό του Κ.Π. Καβάφη και τον πεσιμισμό του Κ. Καρυωτάκη. 

Σύμφωνα με τον Mario Vitti (Ιταλός ερευνητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας) η ελληνικότητα εκδηλώνεται ως άμυνα απέναντι στην εισβολή ξένων ιδεών και μορφών. Οι ίδιοι οι λογοτέχνες έθεσαν στον εαυτό τους το ζήτημα της εθνικής ταυτότητας, αμυνόμενοι κι αυτοί απέναντι στους κινδύνους, που οι ίδιοι ενσυνείδητα είχαν δημιουργήσει. Συγγραφείς της γενιάς του '30 αναζητούν στην παράδοση πρότυπα για την προβολή της ελληνικότητας. 

Κατασκεύσαν μία “σύγχρονη” παράδοση, που προσπάθησαν να την προσαρμόσουν στο μοντέρνο. Συμβίβασαν τον μοντερνισμό τους με την λαϊκίστικη ελληνικότητα του δημοτικισμού με αποτέλεσμα η νεοτερικότητα και το διαφορετικό, που δημιούργησαν συγγραφείς όπως Καρυωτάκης και Καβάφης να καταρρεύσουν περιμένοντας την πρώτη μεταπολεμική γενιά να έρθει να τους αναστήσει. 

Ας μη ξεχαστεί, άλλωστε, το ότι απέφυγαν να ακολουθήσουν τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό και δεν ήθελαν να έχουν πάνω τους τη στάμπα του μαρξιστή -στην Ευρώπη ο μοντερνισμός ήταν μαζί την μαρξιστική ιδεολογία- στην τότε Ελλάδα και περισσότερο μάλιστα δεν ήθελαν για τις θέσεις, που κατείχαν, σε πολιτική και διπλωματία.  

Η συμβολή της γενιάς του '30 και του Γιώργου Σεφέρη, χωρίς αμφιβολία, ήταν καθοριστική και σημαντική για την ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όμως, δεν απέβαλαν το παραδοσιακό στοιχείο, το οποίο κάλυψαν με την τάση της ελληνικότητας. Αυτό είναι η απόδειξη πως μία ζωή αυτός ο λαός (ή τουλάχιστον κάποιοι μέσα σ΄αυτόν) όσο “σπουδαίος” ή “διανοούμενος” είναι δεν θα καταφέρει να αφήσει το παλιό και να πιάσει νέο. Αυτά τα δύο θα συγκρούονται και θα μας πάνε πίσω κάθε φορά, που φοβόμαστε να πούμε την αλήθεια στους άλλους, στον εαυτό μας και να δοκιμάσουμε να ακούσουμε μία διαφορετική φωνή μέσα μας, που μπορεί να μας βάλει να κολυμπήσουμε σε ένα νερό άγνωστο, μπορεί και βαθύ, αλλά θα κόψει κάθε σχοινί, το οποίο μας τραβούσε πίσω. 



     Το παρών άρθρο έχει ως σκοπό να ενημερώσει με βάση επιστημονικές μελέτες κι όχι να υποτιμήσει συγγραφικό έργο ή προσωπικότητες


Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

Το ποίημα της ημέρας | Άρνηση | Γιώργος Σεφέρης



Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι.
μα το νερό γλυφό.
Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της..
ωραία που φύσηξε ο μπάτης
και σβήστηκε η γραφή.
Με τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε την ζωή μας.• λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή





Πέμπτη 30 Μαρτίου 2017

Ο Αύγουστος του Σεφέρη | Δημοτικό Θέατρο Πειραιά



O Αύγουστος του Σεφέρη στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.


Παρασκευή 31 Μαρτίου & Σάββατο 1 Απριλίου στις 21:00 | Κεντρική Σκηνή


ΘΟΔΩΡΗΣ ΓΚΟΝΗΣ

Προς τον κύριο Φράνκλιν Α. Φορντ, 27/12/67



Παράσταση με τέσσερις ηθοποιούς κι έναν χορευτή επί σκηνής.


Η θέση μιας άρνησης.


Η παράσταση ξεκινά με ένα όχι. Μια άρνηση. Ένα όχι και τόσο γνωστό γράμμα του


Σεφέρη, απάντηση στον Κοσμήτορα της Σχολής Τεχνών κι Επιστημών του


Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Φράνκλιν Α. Φορντ, όπου αρνείται να αποδεχτεί έναν


ετήσιο διορισμό ως καθηγητής της ποιήσεως της έδρας Charles Eliot Norton για το


ακαδημαϊκό έτος 1969-1970 με μισθό 28.000 δολάρια.


Ο Σεφέρης σπεύδει να δηλώσει με τη στάση του ότι δε θεωρεί την ποίηση μια


«ιδιωτική υπόθεση» αλλά ακριβώς το αντίθετο. Μια «δημόσια υπόθεση».


Αυτό ακριβώς είναι που μας ενδιαφέρει.


Πάνω σ’ αυτή του τη θέση εργαστήκαμε μέσα από τα κείμενά του- ημερολόγια


ιδιωτικά και πολιτικά, Δοκιμές, αλληλογραφία αλλά και την ποίησή του. Η


παράσταση κρατιέται μακριά από αδικαιολόγητες βιογραφικές περιέργειες.


Ενδιαφέρεται όμως, εκεί που το θεωρεί αναγκαίο και απαραίτητο για τα βιώματα


που αποτελούν αναφορά αναπόσπαστη από το έργο του.





Δραματουργική επεξεργασία/Κείμενο παράστασης: Θοδωρής Γκόνης-Ελένη Στρούλια


Σκηνοθεσία: Θοδωρής Γκόνης


Σκηνικά-κοστούμια: Ελένη Στρούλια


Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας


Μουσική επιμέλεια: Αλέξανδρος Γκόνης


Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Συμεωνίδου


Στην παράσταση συμμετέχει ο χορευτής Δημήτρης Σωτηρίου



Παίζουν οι ηθοποιοί: Δημήτρης Κοντός, Κατερίνα Πατσιάνη, 


Παύλος Σταυρόπουλος, Κατερίνα Συμεωνίδου



*** 





ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ ΠΕΙΡΑΙΑ


Ηρώων Πολυτεχνείου 32, Πειραιάς


τηλεφωνικό κέντρο: 210 4143310 | e-mail: info@dithepi.gr




Πωλήση: στα ταμεία του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά (Πανεπιστημίου 39, 210 7234567)


Ώρες ταμείου: Δευτέρα ΑΡΓΕΙ
Τρίτη έως Σάββατο: 10.00-14.00 και 18.00-21.00 | Κυριακή: 15.00-21.00


Πρόσβαση: 040 - από Σύνταγμα στάση Δημοτικό Θέατρο
X96 - από Αεροδρόμιο στάση Δημοτικό Θέατρο | Ηλεκτρικός - Τερματικός Σταθμός Πειραιά


Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2017

Πρωτοχρονιά του ‘37 | απόσπασμα | Από την αλληλογραφία του Σεφέρη στην Μάρω



Για την ώρα υπάρχουν τα χαρτιά μου, η υπηρεσία μου, οι επαρχιώτες μου. Είναι σαν τα σιδερένια κάγκελα που σε εμποδίζουν να γκρεμιστείς. Για την ώρα, δε μπορώ να σε ξαναϊδώ, γιατί δεν θα μπορέσω να σε ξαναφήσω. Αγάπη μου, αν σου ζητώ κάτι αυτή τη στιγμή είναι να με βοηθήσεις. Άφησε με να σε φιλήσω.

Παμ! παραπάμ! Αγάπη, σήμερα το πρωί σηκώθηκα με ένα απέραντο κέφι. Το κακό έκανε τον κύκλο του. Έφυγε. Σηκώθηκα φορτωμένος όνειρα σαν ένα μεγάλο δέντρο με καινούργια φύλλα. Κάτω από το douche ξεχάστηκα. Ξύπνησα μόνο όταν άρχισε να κρυώνει το νερό.


Ό,τι θέλεις, όπως θέλεις κι όσο θέλεις. Αλλά θα σε εκδικηθώ όταν γυρίσω (μαζεύω τις εκδικήσεις μου). Για την ώρα ανεξικακία! Τι με ρωτάς τι σκοπούς έχω; Σ’ αγαπώ (μου επιτρέπεις;) και τίποτα δε μπορεί να σταματήσει αυτή την αγάπη εκτός από σένα, και πάλι είναι ζήτημα. Το μόνο κακό που μπορείς να μου κάνεις είναι να σταματήσεις να μου γράφεις. Τι με ρωτάς αν ξέρω και τα λοιπά. Ξέρω, δυστυχώς. Άστα να πάνε. Ας μη κουρελιαζόμαστε, όπως λες. Άμα τα σκεφτώ αυτά τα πράγματα ζαλίζομαι. Αυτά είναι τα νέα μου. Θα είναι τα ίδια για δυο τρεις μήνες. Ένα ραδιόφωνο στο πάνω πάτωμα με ενοχλεί με ένα ναπολιτάνικο τραγούδι. Μοιάζει με την αισθηματικότητά μου. Η χαρά είναι δύσκολη υπόθεση. Ίσως γι αυτό να ’χει αξία. Βέβαια ό,τι χάνουμε σε διάρκεια το έχουμε σε ένταση. Κι επειδή ξέρω τι θα πει ταραχή πολύ περισσότερο από πολλούς έξαλλους κατοίκους της Αττικής, γι αυτό δε ζήτησα τίποτα περισσότερο στη ζωή μου παρά την ισορροπία. Στο σπίτι θα σου στέλνω γράμμα κάθε βδομάδα, αλλά θα πρέπει να με βοηθάς κι εσύ. Σε κάτι θα πρέπει να απαντώ.

Δεν απελπίζεται η ζωή όσο υπάρχει, κι ας απελπίζεται ο άνθρωπος. Συλλογιζόμουν εσένα, ζωή μου. Λογαριάζω το κόστος της ευτυχίας κι έπειτα: «Ας γίνει ό,τι γίνει» έτσι τελειώνω πάντα άμα έρθω σε αναπαράσταση μαζί σου.

Εσύ ήσουν που με μακάριζες που έχω τη δουλειά μου; Μπορεί να έχεις δίκιο. Κι όμως, μια δουλειά που έχει για υλικό τη ζωή, πώς να γίνει χωρίς ζωή; Θυμώνεις κιόλας άμα σου γράφει κανείς στεγνά. Λίγο ν’ άφηνα τον εαυτό μου θα σε τρέλαινα, και, βλέπεις, έχω αναλάβει την υποχρέωση, όσο κρατάει αυτό το τωρινό σπορ, να ’ρχομαι κοντά σου πατώντας στην άκρη των ποδιών, σα να σε σφίγγει κανένας μεγάλος πονοκέφαλος. Υπάρχουν δύο ράτσες εδώ πέρα: οι ζευγαρωμένοι και οι αζευγάρωτοι. Δύο διαφορετικές πλήξεις. Οι πρώτοι έχουν την πλήξη του συντρόφου τους. Οι δεύτεροι μαζεύουν την πλήξη απ’ τον εαυτό τους.

Δε θα γράφεις, όταν δεν έχεις κέφι χρυσό μου κορίτσι, ούτε όταν δεν έχεις τίποτα να πεις. Δε θα ήταν καλό να βάλουμε στη ζωή μας καταναγκαστικά έργα, όσο μικρά και να ’ναι.
Μολονότι είναι η πρώτη φορά που χιόνισε τόσο, ένοιωθε κανείς την άνοιξη κάτω απ’ το χιόνι και η λάσπη ήταν χρυσή καθώς βασίλευε ο ήλιος.

Μη συλλογίζεσαι πότε θα ιδωθούμε. Θα ιδωθούμε μία μέρα ξαφνικά, όπως και το μήνυμα του χωρισμού ήρθε ξαφνικά. Μην απελπίζεσαι. Αν έχεις απελπισία, δώσε μου την απελπισία σου, όπως μου δίνεις τόσες φορές τη χαρά σου. Δώσε μου ό,τι έχεις και ό,τι μπορείς. Μα κατάλαβε επιτέλους ότι δε γυρεύω τίποτε άλλο. Μία άνοιξη κλειστή, μουδιασμένη, γεμάτη υγρασία. Και ο παντοτινός κύκλος των βουνών. Σου γράφω γκρινιάρικα και μονότονα. Δεν αξίζει ο κόπος να προσέχεις. Το ραδιόφωνο στο πάνω πάτωμα παίζει ένα ταγκό, καταλαβαίνω πώς είμαι «στουπί», όπως έλεγαν με κάποιο περιφρονητικό τόνο οι συμπαθητικές μου κυρίες της Αθήνας.

Κι αν είναι η νύχτα τούτη μια νύχτα μοίρας, ας είναι ευλογημένη ώσπου να ’ρθει η αυγή. Σ’ αγαπώ. Δηλαδή θέλω, αυτό που είμαστε μαζί, να είναι ένα δικό μας πλάσμα - δικό μας κι ανεξάρτητο από μας, όχι μία κατάσταση .

Μου είναι ακατανόητα όλα αυτά. Όταν είμαι τόσο κοντά σου, να μένει αποχωρισμένο το κομμάτι εκείνο της ζωής που είναι το ευκολότερο να μην είναι αποχωρισμένο. Η υλική παρουσία.
Βροχή, υγρασία και πλήξη. Απ’ όλα. Απροσάρμοστος. Βλέπεις έχω αυτή την άτυχη ιδιότητα να μπορώ να κοιτάξω σαν από μικροσκόπιο τους ανθρώπους που με ενδιαφέρουν, με τον ίδιο τρόπο που είμαι ολωσδιόλου αδιάφορα τυφλός για τους άλλους.

Πίνω τον μεσημεριανό καφέ. Έφαγα, όπως παίρνει κανείς χάπια. Κάποτε έχω την εντύπωση ότι σαν είμαστε χωρισμένοι, δεν είμαστε εμείς, αλλά κάτι ίσκιοι που κάνουν μηχανικές κινήσεις. Κι αυτό με κουράζει, να κάνω τον ίσκιο.

Πόσο καιρό θα ζούμε ακόμη με τη φαντασία; Πηγαίνω να πιστέψω πως το χειρότερο ελάττωμα μου είναι η υπομονή.

Χωρίς εσένα έχω πάντα μία λόγχη στο πλευρό.
Γύρισα χθες εδώ και βρήκα το γράμμα σου.
Δεν πιστεύω πια.
Πολλά πράγματα καταστράφηκαν τον τελευταίο καιρό.
Ας μην τα πειράξουμε, ας μην τα εξευτελίσουμε.

Έχε γεια
Γιώργος