Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βράδυ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βράδυ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 14 Ιουνίου 2016

Μερικές γραμμές για τον έρωτα. | Μαρία Βασιλάκη

Τα βράδια μου λείπεις περισσότερο.
Είναι η παρουσία σου αυτή που γέμιζε τον χώρο, τη συνήθισα τόσο πολύ που πια δεν μπορώ μακριά της. Η μορφή σου στο σκοτάδι, τα χέρια σου που με αγκάλιαζαν σφιχτά και ενοχλητικά πολλές φορές μέσα στη μέρα, τα φιλιά που ακουμπούσαν κάθε ίντσα, κάθε σπιθαμή του κορμιού μου και μου υπενθύμιζαν το λόγο για τον οποίο σε λατρεύω διακαώς.
Αλλά πέρα απ'τη σάρκα, μου λείπει το χαμόγελό σου,  η έκφραση που έπαιρνες όταν νευρίαζες και άλλα τόσα ακόμη που είναι μοναδικά για εμάς. Μου λείπει ακόμα, να σου χαϊδεύω τα μαλλιά, το πρόσωπό σου και ο στήθος σου και να σε βλέπω να απολαμβάνεις κάθε δευτερόλεπτο αυτής της ιερής πράξης.
Μα πιο πολύ μου λείπει το μυαλό σου και η σπίθα στα μάτια σου. Το πάθος σου και η γνώμη σου για τα πάντα ήταν που με κέρδισε απ΄την πρώτη στιγμή.  Οι συζητήσεις που ξεκινούσες και που μαζί τους ταξίδευα, όλα εκείνα τα λόγια που με βοήθησαν να γίνω αυτό που είμαι σήμερα.  Όλες εκείνες οι παροτρύνσεις, όλα εκείνα τα πειράγματα και τα γέλια μας. Όλες εκείνες οι ιστορίες για τα παιδικά σου χρόνια, για το πώς άλλαξες, για εσένα. Βλέπεις πάντα ήμουν περίεργη και ήθελα να ξέρω τα πάντα για σένα.
Μία μέρα που'χεις φύγει και νιώθω πως πέρασε καιρός. Πολύς καιρός που σαν αναίσχυντος απλά πέρασε και χάθηκε στο χρόνο. Τι άτιμος αυτός ο έρωτας, τι παιχνίδια σου παίζει, τι βασανιστήρια περνάς για το άτομο που αγαπάς. Υποφέρεις αλλά ταυτόχρονα λυτρώνεσαι. Και είναι η πιο γλυκιά λύτρωση και η πιο γλυκιά σωτηρία μαζί.  Δεν ξεφεύγεις απ'τη δίνη του αλλά ούτε θες και να ξεφύγεις. Στέκεσαι εκεί απλά και τον ζεις. Σαν να μην υπάρχει τέλος, σαν να είστε αδελφές ψυχές που τόσο καιρό έψαχνε η μία την άλλη, τον ζεις σαν να ξέρεις πως δεν θα πληγωθείς και πως η ιστορία σας θα καταλήξει με happy end. Ελπίζεις και έτσι ζεις ολοκληρωτικά.
Να πετύχουμε το ακατόρθωτο. Το μαζί αλλά και το ο καθένας ξεχωριστά.  Δύο οντότητες μοναδικές και διαφορετικές που συνθέτουν το τέλειο, την τόσο διαφορετική και ξεχωριστή σχέση που όλοι ζηλεύουν . Μαζί με όλη την έννοια της λέξης. Το απόλυτο μαζί. Κι όμως, δεν απέχουμε τόσο πολύ απ'αυτό. Έχουμε ήδη φτάσει, αγάπη μου.  Τα καταφέραμε.


Παρασκευή 13 Μαΐου 2016

Στιγμές - της Μπαντιέρα Ρόσσα


Όλες οι συναντήσεις είναι διαφορετικές. Όλες αξίζουν να συμβούν. Συμβαίνουν τα πραγματικά και εμείς μένουμε να ονειρευόμαστε , να φανταζόμαστε όσα μένουν να κρύβονται. Ίσως όμως και το όνειρο, η φαντασία να μας κρατούν ζωντανούς. Οι μνήμες και οι φωνές. Η Λήθη είναι αλήτισσα δεν μας κάθεται για ένα βράδυ. Εύκολα. Πάντα θύμησις. Ασταμάτητη σκέψη. Η σκέψη η δική σου. Σκέψη λέω και χτυπάει το τηλέφωνο.

  Με ρωτάς "τι κάνεις". Δεν κάνω είμαι. Είμαι αφηρημένες έννοιες. Είμαι ποίηση, είμαι ζωγραφική, είμαι μουσική. Είμαι Αμηχανία. Η αμηχανία της επικοινωνίας. Eίμαι ένα αισθησιακό τραγούδι Σειρήνας που σιγοψιθυρίζεις όλη την μέρα. Είμαι Κίρκη. Είσαι το θύμα μου. Λένε πως τα θύματα, κάποτε όταν οι ουρανοί δεν είναι μπλέ βαθύ και γίνουν κόκκινοι, θα γίνουν θύτες να πάρουν την εκδίκησή τους. Όχι χαιρέκακα, αλλά γιατί τους αξίζει να ζήσουν. Ποιος ασκεί την εξουσία και σε ποιον αρέσει να είναι εξουσιαστής και ποιος εξουσιαζόμενος; Είμαστε όλοι θύματα μιας Τέχνης που μαθαίνεται μόνο με τόλμη και χυμούς. Είμαστε δύο εγκέφαλοι που βράζουν μαζί και αποβάλλουν χυμούς.Είμαστε ένας  χορός σε μία κουβανέζικη pub. Πάμε για μια μπύρα, είπες . Δεν θα βάλω εισαγωγικά, εισαγωγικά φορούν οι δήθεν φράσεις. Κάτσε σου είπα μωρέ, καλά τα λέμε. Όλα φωνή και αναπνοές. 

Η φωνή σου γίνεται ο γητευτής μου. Είμαι ένα απείθαρχο ον στο οποίο πρέπει να επιβληθείς, να  κυριεύσεις. Είμαι ένας αχόρταγος για μυαλά δαίμονας που η πείνα του για πνεύμα και ουσία δεν σταματάει ποτέ. Με νιώθεις. Η φωνή σου κάνει το σώμα να μουδιάζει από τα δαχτυλάκια τον ποδιών μέχρι τα μαλλιά. Ένα ρίγος σαν ηλεκτρισμός με διαπερνά. Είσαι ένας βρυκόλακας λες. Είσαι και κόλακας πανάθεμά σε. Θέλεις να κόψεις ένα κομμάτι από το δέρμα μου, με τα δόντια σου,για να το θυμάσαι. Την υφή, την μυρωδιά, την γεύση. Θέλεις να βυθίσεις την γλώσσα σου στα πόδια μου και να αγγίξεις κάθε καμπύλη του κορμιού μου. Θέλεις να σου αντισταθώ.Θέλεις να δεις ένα βλέμμα ηδονής και οδύνης στα μάτια μου , όσο βρίσκεσαι από πάνω μου.Θα ήθελες να βάλεις το δάχτυλό σου στο στόμα μου.Θα σου γρατζουνούσα την πλάτη, με τα νύχια μου μέχρι να βγεί αίμα, για να έχω και γω κάτι δικό σου. Το φιλί θα ήταν υγρό και με διάρκεια,να σε καίει. Να παίρνει κάθε φορτίο και κάθε θλίψη που έχεις μέσα σου.Θα μου έδινες ένα χαστούκι. Θα σε φιλούσα με περισσότερο πάθος να φυλακίσουμε την στιγμή.Στιγμές που θα γίνονταν ταχυπαλμία και θα τις σκεφτόμαστε με κομμένη την ανάσα ίσως κάποια πρωινά κοιτώντας την πόλη να ξημερώνει και αυτός ο μικρόκοσμος να μπαίνει πάλι σε πρόγραμμα. Ίσως , με ένα τσιγάρο στο χέρι. Ίσως με μια κούπα καφέ και τα μάτια νυσταγμένα. Ίσως με την φωνή αισθησιακά βραχνή. Πάντα ίσως και πάντα νομίζω.

Χορτάσαμε και οι δύο το τέρας της μοναξιάς μας σήμερα. Και η φωνή του εγωισμού έπαψε για λίγο να γκρινιάζει.

Ευτυχώς προλάβαμε ,να εξουσιάσουμε εμείς τον χρόνο για λίγο.
Ευτυχώς , είχαμε μια στιγμή.
Ελπίζω να ξέρεις. 
Είμαστε οι στιγμές μας.
  


Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Μια συνουσία καθημερινή, με μοιρασμένο ύπνο. - Μπαντιέρα Ρόσα

Kάποιοι συνηθίζουν να λένε πως η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας είναι αυτή του πρώτου ενθουσιασμού όταν ερωτευόμαστε. Δεν μπορώ να αποφασίσω αν είναι όντως αλήθεια, όπως δεν μπορώ να αποφασίσω αν όντως υπάρχει και έρωτας μα σίγουρα αυτοί οι δυο είχαν καλή χημεία.
 Μόλις είχε γυρίσει σπίτι από την καθημερινή πρωινή της τελετουργία. Μυρωδάτος, φρέσκοφτιαγμένος καφές στο χέρι , γρήγοροι δρασκελισμοί μέχρι το περίπτερο όπου χάζευε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και έπειτα σαν ήρωας σε μάχη διάλεγε την εφημερίδα-λάφυρο. Κάθε μέρα και διαφορετική. Καθόταν έχοντας τα γόνατα για ασπίδες στο πάτωμα. Και είχε απλώσει  τις παλιές της εφημερίδες στο τραπεζάκι του σαλονιού. Εκείνος ήταν απών. Έλειπε. Όπως πάντα λείπει τα πρωινά. Aλλά η απουσία σε κάνει να ποθείς με μεγαλύτερη  μανία τον άλλον. Σε κάνει να επιθυμείς τον ιδρώτα στα χέρια του αρρωστημένα. Το δάγκωμα στα χείλη.
Ακόμα απών εκείνος. Έκοβε αποκόμματα άρθρων από εφημερίδες. Άρθρα πολιτικά κυρίως ή άλλα ενδιαφέροντα.  Καθείς με τα ενδιαφέροντά του. Καθείς με τις λόξες του. Και θυμήθηκε τώρα εκείνον τον τύπο που κάποτε της τα 'ριχνε και επειδή την έβλεπε που παθιαζότανε όταν συζητούσαν πολιτικά της έλεγε "Όλα καλά. Όμορφη είσαι , έξυπνη είσαι, με την πολιτική γιατί μπλέκεις; " Και τότε την έχανε αυτομάτως. Κανείς δεν μπορούσε να την δεχτεί. Και εκείνος που μπορούσε να την δεχτεί δεν ήθελε να την καταλάβει. 
   Η ώρα είχε περάσει. Το ρολόι στον τοίχο να συνεχίζει ακάθεκτο την πορεία του.6 και 30. Πάντα επέστρεφε την ίδια ώρα .
- Πως πέρασες την μέρα σου;
-Συνηθισμένα.
-Δεν βγήκες καθόλου;
-Όχι .
-Διάβασες τίποτα ενδιαφέρον;
-Τίποτα καινούριο. Η ελπίδα ήταν ανέκαθεν νεκρή.
- Θέλω να πάμε ένα ταξίδι.
-Δεν με νοιάζει που .
Γέλασε. Πάντα γελάει συγκρατημένα,φοβισμένα μη και το μετανιώσει το γέλιο του. Πιότερο παιδί είναι.
-Κάνε μου έρωτα .
-Αν θέλω.
-Και δεν θέλεις;
Χαμογέλασε και πάλι. Αυτό το αινιγματικό του χαμόγελο. Οι προσταγές της για έρωτα. Μια βελούδινη μαύρη κουρτίνα να ξεσκονίζει το πάτωμα και να εξοστρακίζει κάθε ακτίνα φωτός που μπορεί να ήθελε να κλέψει λίγη από την ζωή τους μέσα στο σπίτι.
Δεν της έδωσε σημασία. Άνθρωπος που έμοιαζε ξερός σαν ξύλο, επειδή κουραζόταν εκτός σπιτιού. Κατάλαβε ότι δεν θα την ικανοποιούσε και ότι η μέρα θα συνέχιζε βαρετά. Χωρίς πάθος, χωρίς ένταση. Απλά, βαρετά.
Πήγε να πιει λίγο νερό στην κουζίνα. Εκείνος την ακολούθησε. Την έπιασε από την μέση. Ήταν πίσω της. Το σώμα του κολλητά με το δικό της. Ένιωθε πιο σκληρός από ποτέ. Οι φλέβες του έμοιαζαν έτοιμες να εκραγούν από την ένταση. Όσο κουρασμένος και να ήταν, είχε ανάγκη εκείνο το ξέρασμα ανδρισμού για να ξαλαφρώσει. Στο πικάπ έπαιζε το comfortably numb των pink floyd.
 Την απομάκρυνε από την κουζίνα. Με μια κίνηση του χεριού του την πέταξε στο κρεβάτι. Άρχισε να την γδύνει. Έσκισε βίαια το φόρεμά της. Και άρχισε να την φιλάει ασταμάτητα στο λαιμό. Η γλώσσα του είχε γίνει ένα με τα δυο νεανικά της στήθια, ενώ προσπαθούσε να κατέβει ακόμα πιο χαμηλά. Ένιωθε μια πύρινη λαίλαπα να τρέχει ανάμεσα στα πόδια της. Του έσκισε το πουκάμισό του. Τον φίλησε με πάθος. Την σήκωσε στα χέρια του.  Η πλάτη της βρέθηκε με μιας στον τοίχο. Κι εκείνος να μπαίνει μέσα της. Ασταμάτητα. Έντονα. Ρυθμικά όπως τα ντραμς κρατούν το τέμπο. Και οι κραυγές να δένουν άρτια με το σόλο του κομματιού. Έρωτας σαν Τέχνη. Σαν ένα όμορφο τραγούδι ταυτόχρονα με έναν όμορφο χορό. Σαν την τελευταία πράξη πριν πέσει η αυλαία.
  Τον έριξε κάτω. Στο πάτωμα. Ανέβηκε πάνω του. Τον έκανε να αισθάνεται σαν ένας νεανίσκος που τώρα ανακάλυπτε τον έρωτα. Πήγε πάλι να της επιβληθεί. Την έπιασε από τα μαλλιά. Κι ύστερα, την γύρισε στο πλάι πιασμένος από το στήθος της. Εκείνη άρχισε να τρέμει, να έχει σπασμούς. Και μετά από λίγο και εκείνος. Κατάφεραν να αγγίξουν για μια στιγμή την αιωνιότητα.  Ξάπλωσαν ανάσκελα, κοιτάζοντας το ταβάνι, ή και όχι. Καμία σημασία δεν είχε ούτε αυτό εκείνα τα λίγα λεπτά.
Εκείνος έπιασε την χρυσή κασετίνα Καρέλια που συνήθιζαν να καπνίζουν. Κάπνισαν το τσιγάρο τους χωρίς να μιλάνε. Εκείνος έπεσε για ύπνο απευθείας. Εκείνη σκέφτηκε λίγο και έπειτα κοιμήθηκε και αυτή. Κοιμήθηκαν μαζί.. Κάποιος σοφός έχει γράψει πως ο κοινός ύπνος είναι ιερός. 
 Ένα γρήγορο γαμήσι, μια ξεπέτα δεν περιλαμβάνει κοινό ύπνο. Ίσως γι αυτό.  Γιατί στον κοινό ύπνο συνομιλούν τα όνειρα και οι άνθρωποι χωρίς να έχουν επίγνωση ότι αυτό συμβαίνει. Και έτσι δένονται περισσότερο. 

Δυστυχώς , δεν μπορείς να φτιάξεις τον έρωτα όπως τον θες. Παρά μόνο στο μυαλό σου. Τι άσχημο πράγμα η πραγματικότητα. Τι επικίνδυνο πράγμα το μυαλό.