Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρόη Ωλήν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ρόη Ωλήν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 6 Ιουλίου 2017

Άτιτλο | Ρόη Ωλήν

Έξω ο αέρας που φυσά…
Kαι εμείς εδώ,
με τα παραθυρόφυλλα μισάνοιχτα και τον γλυκό καπνό να μας θυμίζει τη ζωή που ξεχάσαμε ξοπίσω μας.
Τη ζωή που έχει εδώ και καιρό έχει λύσει τα κορδόνια του παρόντος και ετοιμάζεται για τον μέλλοντα εραστή της.
Και αν την ρωτήσεις, πόσο ανυπομονεί να τον βρει θα σου πει
Και αν με ρωτήσεις, πως ξέρω πως θα τον προδώσει θα σου πω.

Τα χέρια μυρίζουν γλυκό καπνό που θυμίζει τη ζωή που γυροφέρνει όλο και πιο μακριά μας.
Μυρίζουν κούραση, και φόβο,
και ντροπή για τον φόβο αυτόν, και οργή για την ντροπή αυτήν, και κούραση για την οργή αυτήν.
Και ο χρόνος μάς παραβγαίνει στον αγώνα δρόμου για ζωή. Με τα κορδόνια λυμένα,  σιγανά παρακαλάμε να μπερδευτεί σε αυτά και να σκοτωθεί μέσα στους γκρεμούς του μυαλού μας. Να μας αφήσει ήσυχους…
Και όταν η κάθε εποχή γίνει αιώνες, και τότε θα αργεί η καθεμιά να αρχίσει και να τελειώσει και να ξαναρχίσει και να ξανατελειώσει , αυτό θα είναι το βάλσαμο του δικού μου πόνου.
Σε θυμάμαι σε κάθε καλοκαίρι που τελειώνει , σε κάθε άλλο που αρχίζει. Σε κάθε άνοιξη που ξεκινά και κάθε μια που με το τέλος της προμηνεύει το καλοκαίρι που μπαίνει. Σε κάθε λυπηρό φθινόπωρο και σε κάθε νέο έτος.
Σε κάθε κατάλευκο φεγγάρι, νύχι που τρυπά το άγνωστο, και σε κάθε πανσέληνο, όμορφη και υπερήφανη, έτοιμη να χαθεί και να αναδυθεί ξανά.

Αν γκρεμίσουμε το χρόνο, θα ξεχνάμε ευκολότερα
Όχι να ξεχάσουμε τις αναμνήσεις μας, απλά να τις θυμόμαστε πιο σπάνια.
Θα κοιτάμε το παρόν, χωρίς να παρακαλάμε να επιστρέψει ή να ξεκουμπιστεί το παρελθόν. Γιατί να το κοιτάμε το παρελθόν, αν δεν έχει τίποτα να μας προσφέρει για το μέλλον;
Μπορείς εσύ;>>

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Καντόρος

Κυριακή 25 Ιουνίου 2017

Η αλλαγή | Ρόη Ωλήν


Δεν αλλάζεις επειδή σηκώθηκες ένα πρωί και το αποφάσισες ή έμεινες ξάγρυπνος ένα βράδυ αναλογιζόμενος το λάθος που δεν μπορείς να πάρεις πίσω ή εξαιτίας ενός αποχωρισμού, μιας δεύτερης ευκαιρίας… Όλα παίζονται στο υποσυνείδητό σου, εκεί φωλιάζεις και αυτό καταμετρά.

Περνάνε οι μέρες και παρατηρείς ξαφνικά πως φτιάχνεις κάτι σενάρια άθελά σου, βαδίζοντας προς το τρένο ή προς το σπίτι σου, και συνειδητοποιείς πως πρόκειται για κάτι ιστορίες κακόβουλες και άχρηστες. Ξυπνάς τα χαράματα, λαχανιασμένος μετά από κάτι όνειρα, ξένα και απόμακρα. Χωρίς καμιά σύνδεση με σένα. Συμβολίζουν ένα υποσυνείδητο άγνωστο. Το δικό σου δεν ήταν έτσι. Δεν έκανες ποτέ τέτοιες σκέψεις πόσο μάλλον τέτοια όνειρα. Και όμως… Συρρέουν μέσα σου τόσα πολλά, μέρα με τη μέρα, αυτή η ζήλια που είχες ορκιστεί πως ποτέ δεν είχες, αυτή η ανασφάλεια και ο φόβος να χάσεις, να μισηθείς, να μείνεις πίσω και να ξεχαστείς. Σε όλα εθελοτυφλείς, και αυτά μπαίνουν μέσα, προχωράνε και πέφτουν στα βαθιά, εκεί μέσα στα σκοτάδια σου. Με μια Ενέργεια όμως που συνεχώς τα σπρώχνει να βγουν στο συνειδητό, στην πραγματικότητά σου. Έτοιμα όλα να αναδυθούν και να σε ξεμπροστιάσουν. Να σου δείξουν και να σου θυμίσουν ποιος τελικά πραγματικά είσαι.

Και όσο λες ‘’εγώ δεν είμαι έτσι ή αλλιώς’’, η ζωή θα στα φέρει έτσι, για να σου αποδείξει πως μόνο αυτό είσαι. Θα σε κάνει δυνατό ή θα σε κάνει κομμάτια. Η άβυσσός σου σε καθορίζει, αυτό το άπειρο και αόριστο μέσα σου, δίνει πνοή στην υπόστασή σου. Δίνει πνοή στο τέρας που κρύβεις μέσα σου. Εσύ το ζεις, το θρέφεις. Ηθελημένα, με κάθε κλάμα και παράπονο, με κάθε βρισιά που ξεστομίζεις, σε κάθε υποχώρηση, με κάθε ψεύτικο χαμόγελο και κάθε συναίσθημα που πνίγεις και κάθε σκέψη που τσαλαπατάς, με κάθε λεπτό που τον άλλον τον αδικείς , με κάθε άρνηση... Προσθέτεις και ένα κύτταρο στο τέρας σου. Και το μυαλό σου μικραίνει.

Οι εποχές περνάνε… Όμως εγώ, με κάθε άμυνα που φτιάχνω για να προστατεύσω το Εγώ μου, χάνω την ουσία· αλλάζω. Και έχω κάτι να σου πω .Αυτό το τέρας είναι βασισμένο σε αυτά που ζω. Είναι βίωμα, και πρέπει να το αποδεχτείς, αν όχι ως πραγματικότητα, έστω σαν πεποίθηση. Γιατί όλες αυτές οι αρνήσεις και οι διαχωρισμοί και οι απομονώσεις με κρατάνε ζωντανό. Πως πονώ, πως κάνω λάθη, πως βρίσκω τα αδιέξοδά μου και πως έχω το κουράγιο να γυρνάω πίσω κάθε φορά και να ακολουθώ άλλη πορεία. Αυτά είμαι. Αλλάζω, και πάντα θα αλλάζω. Και πάντα θα είμαι διαφορετικός από αυτό που θα θέλω ή αυτό που θα περιμένεις. Και πάντα θα αλλάζω και σένα. Φεύγεις ή μένεις? Στον ίδιο βαθμό θα αλλάξω, ό,τι και να κάνεις. Πάντοτε θα καίγομαι στις αδυναμίες μου . Και εσύ είσαι η πρώτη από αυτές. Θα με καις, μέχρι να μην αφήσεις τίποτα. Και είναι μαγεία η ύπαρξη αυτής της δύναμής σου.

Το ζήτημα είναι εγώ τι είμαι ικανή να κάνω σε (για) σένα. Γιατί «όταν λείπει το μυαλό, το αντικαθιστά ο διάβολος». Το ξέρεις.

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Άτιτλο | Ρόη Ωλήν




«Μια τόσο εύγλωττη σιωπή πώς να περάσει απ’ των ματιών τις διατριβές,
πώς να διαβεί του νου τις σιδερόφραχτες πύλες; »

Τα αστέρια είναι έτοιμα να πέσουν στο πηχτό σκοτάδι,                                                                                                                  να γίνουν θρύψαλα και να σκορπίσουν σαν να μην υπήρχαν ποτέ.
Το φεγγάρι μοιάζει απόψε ακόμη πιο μακρινό,                                                                                                                              λαβωμένο, και κουρασμένο να ακολουθεί  κάθε βράδυ την ίδια αναπόφευκτη πορεία. Όπως και εγώ.
Και ο ορίζοντας, τρεμοπαίζει δειλά και αναποφάσιστα…
Σβήσε να τελειώνουμε, να κοιμηθούμε!Ο αέρας κατάχλωμος, γεμάτος βρωμιές και με όλους τους αναστεναγμούς της μέρας που τελειώνει,                                                                                                            γρατζουνά ό,τι έχει απομείνει όμορφο και αθώο, ενώ σμιλεύει τις ασχήμιες των βρεγμένων δρόμων και των φιγούρων που περιφέρονται εδώ και εκεί.
Σε ακούω!
Λυσσομανάει μέσα στ αυτιά μου. Άραγε εμένα πώς με αλλάζει;                                                                                                                        

Και σαν ξαφνικά, να τες οι φωνές, θρασύτατες, που μπουκάρουν και αρχίζουν να μου θυμίζουν ένα-ένατα λάθη της ημέρας. Τις επιλογές που αρνήθηκα, την αγάπη που δεν έδειξα, την αλήθεια που δεν είπα, τη ζήλια που σιχάθηκα, τα πρόσωπα  που δεν κοίταξα κατάματα, τους διαβόλους μου που δεν κράτησα με νύχια και με δόντια, της ψυχής μου τις σκιές που σφίγγω μέσα μου ακόμα. Την αδυναμία μου για μια ακόμη μέρα να συνδυάσω τον κατάλληλο Χρόνο κάτω από τις κατάλληλες Συνθήκες και με τους κατάλληλους Ανθρώπους, για το σωστό Λόγο και με το σωστό Τρόπο.
Πέρασε μια ακόμη μέρα, και ο τ έ λ ε ι ο ς  άνθρωπος δεν έγινα. Ούτε καν πλησίασα.                                                  Δεν μπόρεσα. Αγάπησα, βοήθησα, σκέφτηκα, πόνεσα, λυπήθηκα, αλλά μίσησα και θύμωσα, ζήλεψα, αφέθηκα, βγήκα εκτός εαυτού, βαρέθηκα. Αλλά όλα αυτά τα έκανα σε έναν κόσμο βάρβαρο, ασύλληπτα άπληστο, ψεύτικο, απροσάρμοστο, μετέωρο, αλλοπρόσαλλο, ανελέητο.
Ο κόσμος είναι έτσι. Ο κόσμος είσαι εσύ και εγώ. Καθόλου μα καθόλου τέλειος. Και στο πέρασμα των χρόνων, όλο και πιο ατελής και ανεπαρκής θα γίνεται.Και εμείς θα ακολουθούμε, θα συνεχίζουμε έτσι.
Ποιος (θα) φταίει, αυτός, εγώ ή εσύ;

Νόμιζα πως κάποια στιγμή η ενθαλπία θα έφτανε ένα βήμα πιο κοντά στο να υπάρξει. Αλλά ξέχασα, πως δεν πρόκειται να υπάρξει ποτέ…
Πώς να υπάρξει ισορροπία ανάμεσα σε στοιχεία που είναι ανισσόροπα;



Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Χωρίς τίτλο | Ρόη Ωλήν.

Έξω ο αέρας που φυσά…
Kαι εμείς εδώ,
με τα παραθυρόφυλλα μισάνοιχτα και τον γλυκό καπνό να μας θυμίζει τη ζωή που ξεχάσαμε ξοπίσω μας.
Τη ζωή που έχει εδώ και καιρό έχει λύσει τα κορδόνια του παρόντος και ετοιμάζεται για τον μέλλοντα εραστή της.
Και αν την ρωτήσεις, πόσο ανυπομονεί να τον βρει θα σου πει
Και αν με ρωτήσεις, πως ξέρω πως θα τον προδώσει θα σου πω.

Τα χέρια μυρίζουν γλυκό καπνό που θυμίζει τη ζωή που γυροφέρνει όλο και πιο μακριά μας.
Μυρίζουν κούραση, και φόβο,
και ντροπή για τον φόβο αυτόν, και οργή για την ντροπή αυτήν, και κούραση για την οργή αυτήν.
Και ο χρόνος μάς παραβγαίνει στον αγώνα δρόμου για ζωή. Με τα κορδόνια λυμένα,  σιγανά παρακαλάμε να μπερδευτεί σε αυτά και να σκοτωθεί μέσα στους γκρεμούς του μυαλού μας. Να μας αφήσει ήσυχους…
Και όταν η κάθε εποχή γίνει αιώνες, και τότε θα αργεί η καθεμιά να αρχίσει και να τελειώσει και να ξαναρχίσει και να ξανατελειώσει , αυτό θα είναι το βάλσαμο του δικού μου πόνου.
Σε θυμάμαι σε κάθε καλοκαίρι που τελειώνει , σε κάθε άλλο που αρχίζει. Σε κάθε άνοιξη που ξεκινά και κάθε μια που με το τέλος της προμηνεύει το καλοκαίρι που μπαίνει. Σε κάθε λυπηρό φθινόπωρο και σε κάθε νέο έτος.
Σε κάθε κατάλευκο φεγγάρι, νύχι που τρυπά το άγνωστο, και σε κάθε πανσέληνο, όμορφη και υπερήφανη, έτοιμη να χαθεί και να αναδυθεί ξανά.

Αν γκρεμίσουμε το χρόνο, θα ξεχνάμε ευκολότερα
Όχι να ξεχάσουμε τις αναμνήσεις μας, απλά να τις θυμόμαστε πιο σπάνια.
Θα κοιτάμε το παρόν, χωρίς να παρακαλάμε να επιστρέψει ή να ξεκουμπιστεί το παρελθόν. Γιατί να το κοιτάμε το παρελθόν, αν δεν έχει τίποτα να μας προσφέρει για το μέλλον;
Μπορείς εσύ;