Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Silver Screen. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Silver Screen. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 9 Φεβρουαρίου 2020

Silver Screen | Φιλοξενούμενος ο Δημήτρης Τζέτζας

Γράφει ο Δημήτρης Τζέτζας.
Φωτογράφος: Θοδωρής Μάρκου
Βιογραφικό:
Ο Δημήτρης Τζέτζας είναι επαγγελματίας σκηνοθέτης και μοντέρ. Έχει μαθητεύσει δίπλα σε καταξιωμένους αμερικανούς μοντέρ όπως οι Michael Kahn, Mark Goldblat, David Brenner και William Goldenberg και έχει σκηνοθετήσει την ελληνική μεγάλου μήκους ταινία The Republic καθώς και πολλά μουσικά βίντεο και διαφημιστικά. 

The Republic Redux:


Πίσω από κάθε πετυχημένο σκηνοθέτη, βρίσκεται ένας δυναμικός μοντέρ!

Γράφοντας αυτό το άρθρο αναρωτήθηκα τι καινούργιο θα μπορούσα να πω για το μοντάζ στην εποχή του ίντερνετ; Όλοι πλέον μπορούμε να αντιληφθούμε ένα προϊόν μοντάζ αλλά πόσο εμφανής είναι ο ρόλος του μοντέρ στην ταινία που τελικά βλέπουμε;  

Οι μοντέρ και οι βοηθοί τους αρχίζουν να δουλεύουν από την πρώτη μέρα γυρίσματος μέχρι την παράδοση της τελικής ολοκληρωμένης κόπιας και μαζί με τον σκηνοθέτη, είναι οι μακροβιότεροι συντελεστές μιας ταινίας. Από την πρώτη μέρα βλέπουν, αξιολογούν και κατηγοριοποιούν τα άψυχα κομμάτια του παζλ καθώς φτάνουν από το γύρισμα και κατόπιν αρχίζουν να τα διαμελίζουν και να τα ενώνουν ξανά σε ποικίλους συνδυασμούς λαμβάνοντας υπ όψιν πολλές πληροφορίες, επιλογές και περιορισμούς σε σχέση με την πλοκή και τους χαρακτήρες. Η δουλειά τους είναι να δώσουν με τα χέρια τους πνοή στο όραμα του σκηνοθέτη και είναι συνυπεύθυνοι για την αίσθηση που αφήνει η ταινία στον θεατή. Δεν αμείβονται για να «κόβουν» αλλά για να κάνουν επιλογές. Δεν είναι τυχαίο ότι κάποιοι σκηνοθέτες είναι “παντρεμένοι” με τους μοντέρ τους. 

Τέτοιες είναι οι συνεργασίες όλων των φετινών υποψηφίων με τους σκηνοθέτες τους. Ο Martin Scorsese και η Thelma Schoonmaker είναι άλλωστε από τα πιο μυθικά μονταζιακά δίδυμα του παγκόσμιου σινεμά. Στον αντίποδα, είναι παράδοξο αλλά και ενδεικτικό ότι ενώ ο Tarantino μας παραδίδει μια από τις καλύτερες ταινίες του, δεν είναι υποψήφιος στην κατηγορία μοντάζ. Όσοι αντιλαμβανόμασταν τη συμβολή της Sally Menke στο έργο του, ξέραμε ότι ο αγαπημένος μας σκηνοθέτης έχασε κάτι ανεκτίμητο την ημέρα που αυτή έφυγε από τη ζωή το 2010. Αν κάποιοι νιώθουν ότι τους λείπει κάποιο σημαντικό ταραντινικό στοιχείο από το Django και μετά, αυτό είναι το μοντάζ της Sally Menke. Τόσο επηρεάζει και συμπληρώνει ένας μοντέρ τον σκηνοθέτη του, όταν βρουν ο ένας τον άλλον.  

Οι φετινές ταινίες καταπιάνονται σε μεγάλο βαθμό με κοινωνικά και ταξικά θέματα που  μεταδίδουν μηνύματα - ως επί το πλείστον αμερικανικά καμωμένα - γύρω  από τη σύγχρονη πραγματικότητα: δυο φίλοι με όραμα και άδειες τσέπες προσπαθούν να πετύχουν το ακατόρθωτο, ένα παιδί σε έναν κόσμο γεμάτο μίσος καλείται να αποδεχτεί το διαφορετικό, ένας ψυχικά ασθενής μεταμορφώνεται από θύμα κοινωνικής αδικίας σε σύμβολο βίαιης επανάστασης, μια άπορη οικογένεια συνωμοτεί για να επιβιώσει μπαίνοντας στην υπηρεσία μιας εύπορης, ένας blue collar worker γίνεται εκτελεστής της μαφίας και μάρτυρας της βίαιης ιστορίας της μεταπολεμικής Αμερικής. Επειδή δεν γίνεται να μιλήσουμε για το μοντάζ των ταινιών χωρίς να αναφερθούμε σε λεπτομέρειες, προειδοποιώ για spoilers στην περίπτωση που δεν έχετε δει κάποια από τις ταινίες.


Parasite
Μοντέρ: Yang Jin-mo

Δομή: 5/5

Ρυθμός: 5/5

Ανάπτυξη Χαρακτήρων: 5/5

Πρωτοτυπία: 5/5

Ο ρηξικέλευθος μονταζιακός ρυθμός των Παρασίτων είναι αναπόσπαστο στοιχείο της επιτυχίας τους. Οι περισσότερες σκηνές είναι montages, έχουν δηλαδή μουσικό χαρακτήρα και μη γραμμική αφήγηση. Οι επιλογές στις ερμηνείες των ηθοποιών και στις στιλιζαρισμένες κινήσεις της κάμερας χτίζουν μια υποδόρια ένταση που για το πρώτο μισό της ταινίας φτάνει αλλά δεν ξεπερνάει τα ταξικά όρια που χωρίζουν τις δυο οικογένειες, πράγμα πολύ σημαντικό για τον κύριο Παρκ. Το παράλληλο μοντάζ χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την ανάπτυξη πλοκής και χαρακτήρων υπογραμμίζοντας συχνά με νόημα τις δυναμικές μεταξύ τους (η παλιά οικονόμος ξερνάει μέσα στην τουαλέτα του υπογείου κατά τη διάρκεια της πλημμύρας ενώ η τουαλέτα του υπογείου των Κιμ “ξερνάει” τα νερά του υπονόμου). Δημιουργώντας ένα γεωμετρικό κολάζ εικόνων από πολλές διαφορετικές λήψεις, Bong και Υang Jin-mo υφαίνουν τον υπνωτιστικό  ρυθμό της ταινίας χωρίς να γίνει ούτε ένα από τα πάμπολλα jump cuts αντιληπτό καθώς ο θεατής είναι γραπωμένος από καταστάσεις και χαρακτήρες γεμάτους ανατροπές. Ο Yang Jin-mo παραδίδει ένα πρωτότυπο μονταζιακό κομψοτέχνημα, άξιο της κορεατικής κινηματογραφικής παράδοσης και το πιο πολυσυζητημένο της χρονιάς. Ωραιότερη μονταζιακή στιγμή: το “belt of trust”, η σκηνή όπου τα μέλη της οικογένειας Κιμ ξεφορτώνονται την παλιά οικονόμο από την οικία των Παρκ.

Ford v Ferrari
Μοντέρ: Michael McCusker & Andrew Buckland

Δομή: 3/5

Ρυθμός: 4/5

Ανάπτυξη Χαρακτήρων: 3/5

Πρωτοτυπία: 2/5

Κάθε ταινία με αγώνες αυτοκινήτων είναι αναμενόμενο να έχει πολλά κοψίματα, γρήγορο ρυθμό, μουσική και ηχητικά εφέ που ανεβάζουν την αδρεναλίνη του θεατή μέσα στην κινηματογραφική αίθουσα. Εκτός από χολιγουντιανή φινέτσα, οι McCusker και Buckland δίνουν φρεσκάδα στο κλασικό αμερικάνικο στόρι δύο φίλων που θα τα καταφέρουν ενάντια σε προγνωστικά και εμπόδια και ίσως για αυτό το λόγο η ταινία θεωρείται φαβορί. Δομικά χωρισμένος ανάμεσα στην κόντρα μεταξύ των δύο μεγάλων βιομηχάνων, στη φιλία του Μάιλς με τον Σέλμπυ, στον δρόμο για την πίστα Λα Μανς και στην οικογενειακή ζωή του Κεν Μάιλς, ο ρυθμός της ταινίας αυξομειώνεται οργανικά με βάση την ενότητα στην οποία βρισκόμαστε. Η ταινία δεν αποφεύγει μονταζιακά κλισέ όπως π.χ. τις παράλληλες σκηνές όπου η οικογένεια του Μάιλς ακούει συγκινημένη τους αγώνες του στο ραδιόφωνο, είναι όμως χορταστική όταν ο Μαιλς κάθεται πίσω από το τιμόνι ή όταν εμφανίζεται ο Έντζο Φεράρι. Ωραιότερη μονταζιακή στιγμή: όταν ο Σέλμπυ πηγαίνει βόλτα τον Χένρυ Φορντ με το πρωτότυπο G40 προκειμένου να νιώσει τι αίσθηση ταχύτητας δίνουν 9 εκατομμύρια δολάρια. 

Jojo Rabbit
Μοντέρ: Tom Eagles

Δομή: 3/5

Ρυθμός: 3/5

Ανάπτυξη Χαρακτήρων: 4/5

Πρωτοτυπία: 3/5

Ο Tom Eagles ορίζει τον ρυθμό, το ύφος και το χιούμορ της ταινίας από την πρώτη σκηνή καθώς μας συστήνει τον δεκάχρονο Τζότζο και τον φαντασιακό κολλητό του, τον Χίτλερ, που τον ενθαρρύνει να είναι καλός ναζιστής. Στη συνέχεια ο Τζότζο τρέχει χαρούμενος στους πολύχρωμους δρόμους του Τρίτου Ράιχ φωνάζοντας “χάιλ Χίτλερ” ενώ το μοντάζ αντιπαραβάλλει τη σκηνή με τον “Θρίαμβο της Θέλησης” της Λένι Ρίφενσταλ υπό τους ήχους των Beatles στα γερμανικά, δημιουργώντας έτσι την πιο προβοκατόρικη εισαγωγή ταινίας των φετινών Όσκαρ. Με επιρροές από τον “Μικρό Τυμπανιστή” τον “Μεγάλο Δικτάτορα” και το στιλ του Γουές Άντερσον, οι Eagles και Waititi ακολουθούν την προοπτική του μικρού Τζότζο με μουσική, ήχους και χιουμοριστικά κοψίματα καθώς η ιστορία και οι περιφερειακοί χαρακτήρες ξεδιπλώνονται. Ο ρυθμός αλλάζει όταν ο Τζότζο ανακαλύπτει την Έλσα, την έφηβη Εβραιοπούλα που κρύβει η μητέρα του, Ρόζι, στο πατάρι του σπιτιού, σηματοδοτώντας έτσι την αρχή της δικής του αλλαγής. Καθώς ο Τζότζο και η Έλσα έρχονται πιο κοντά και η Ρόζι ασκεί κρυφή αντικαθεστωτική δράση, ο ρυθμός ανεβαίνει ακροβατώντας μεταξύ κωμωδίας και δράματος. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, η ταινία βρίσκει εν τέλει τον πραγματικό της χαρακτήρα. Ωραιότερη μονταζιακή στιγμή: τα 42 χάιλ Χίτλερ και τα 38 περίπου κοψίματα όταν η Gestapo έρχεται να ψάξει το σπίτι του Τζότζο. 

Joker
Μοντέρ: Jeff Groth

Δομή: 5/5

Ρυθμός: 5/5

Ανάπτυξη Χαρακτήρων: 5/5

Πρωτοτυπία: 4/5

Χρησιμοποιώντας την εμπειρία του από τον χώρο του ντοκιμαντέρ, ο Todd Phillips δίνει χώρο στον Joaquin Phoenix να εξερευνήσει τον ρόλο του. Σκηνοθετεί πότε από κοντά και πότε από απόσταση με την κάμερα στρατηγικά ανά χείρας. Η ένωση των λεπτομερειών αυτής της μεθόδου σε ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο είναι πολύ δύσκολη υπόθεση. Από τους πειραματισμούς τους ο Jeff Groth πλάθει έναν απροσδόκητα ανθρώπινο χαρακτήρα και μας βυθίζει στον ρυθμό του παρανοϊκού κόσμου του. Phillips και Groth παίζουν διαρκώς με την πραγματικότητα όπως την αντιλαμβάνεται ο Άρθουρ αλλά και με τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον Άρθουρ ο θεατής, σβήνοντας με ακρίβεια κάθε διαχωριστική γραμμή μεταξύ αλήθειας και τρέλας έως την τελευταία σκηνή. Καθώς οι διαδηλωτές τον ηρωοποιούν, βλέπουμε τον Άρθουρ από δύο γωνίες, στην μπροστινή είναι όπως τον γνωρίσαμε στην ταινία: χαρούμενος, ευαίσθητος, εύθραυστος, όταν όμως το πλάνο κόβει πίσω από τη σιλουεταρισμένη πλάτη του, έχει μεταλλαχτεί πλήρως στον μυθικό τρελό εγκληματία που αγαπήσαμε στο πρόσωπο του Jack Nicholson και του Heath Ledger. Το Joker είναι μάλλον η πιο πλήρης μελέτη χαρακτήρα της χρονιάς και η σκοτεινή γοητεία του είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το δεξιοτεχνικό μοντάζ του Groth όσο και με τη καθηλωτική ερμηνεία του Joaquin Phoenix. Ωραιότερη μονταζιακή στιγμή: η αρχή της μεταμόρφωσης του Άρθουρ μετά τους πρώτους φόνους στο τρένο. 

The Irishman
Μοντέρ: Thelma Schoomaker

Δομή: 5/5

Ρυθμός: 5/5

Ανάπτυξη Χαρακτήρων: 5/5

Πρωτοτυπία: 4/5

Αμφότεροι σινεφίλ, Scorsese και Schoonmaker έχουν δημιουργήσει μαζί μονταζιακές στιγμές ιστορικής σημασίας με τα γνωστά βίαια montages του Οργισμένου Ειδώλου και των Καλών Παιδιών να είναι τα πρώτα που ανακαλεί κανείς όταν σκέφτεται την πολυετή συνεργασία τους. Κρατώντας απόσταση από τη συνταγή Καλών Παιδιών/Καζίνο/Λύκος της Γουόλ Στριτ και θυμίζοντας περισσότερο τον εσωτερικό ρυθμό του Οργισμένου Ειδώλου και του Τελευταίου Πειρασμού, η Θέλμα και ο Μάρτυ κατεβάζουν την προσδοκώμενη ταχύτητα και μας αφηγούνται με μη γραμμικό τρόπο πέντε δεκαετίες αμερικανικής ιστορίας όπως τις θυμάται ο Φρανκ Σίραν, ένας φορτηγατζής βετεράνος πολέμου που μπήκε στους κόλπους της μαφίας του Ράσελ Μπαφαλίνο και αναγκάστηκε να σκοτώσει τον καλύτερο του φίλο, τον Τζίμι Χόφα. Η ταινία χωρίζεται σε τρία δομικά μέρη, το πρώτο εστιάζει στο ποιος είναι ο Φρανκ και πώς μπήκε στη μαφία, το δεύτερο στην ιστορία του Χόφα και τις σχέσεις του σωματείου του με τη μαφία και το ομοσπονδιακό κράτος, και το τρίτο στην ενοχή του Φρανκ για το έγκλημα που διέπραξε. Καθώς τα χρόνια περνούν όλοι οι χαρακτήρες φεύγουν από τη ζωή αφήνοντας τον Φρανκ τελευταίο του είδους του και μοναδικό μάρτυρα του μυστικού του. Χωρίς να λείπουν τα κρεσέντο βίας και μερικά “σκορτσεζικά" montages, η Schoonmaker και ο Scorsese τοποθετούν μία μία τις ψηφίδες του Ιρλανδού, μετατρέποντας τις ερμηνείας των πρωταγωνιστών - μεγαθηρίων σε μια φιλμική μελέτη για τη φιλία,τον θάνατο και την ενοχή. Κάποιοι ίσως υποθέσουν ότι η διάρκεια των 3:30 ωρών σημαίνει ότι ο ρυθμός της ταινίας είναι αργός. Θα ήθελα εδώ να πω ότι ο ρυθμός μιας ταινίας και η διάρκειά της συνδέονται έμμεσα και όχι άμεσα. Ο ρυθμός κρίνεται από την αίσθηση που αφήνει η ταινία στον θεατή καθώς την βλέπει. Αν είναι πιο γρήγορος από όσο χρειάζονται οι χαρακτήρες για να ωριμάσουν τότε αδυνατούμε να νιώσουμε ταύτιση, αν είναι πιο αργός τότε νιώθουμε ότι κάνει κοιλιά. Στον Ιρλανδό η ταύτιση με τους χαρακτήρες και τα διλήμματά τους είναι με μαεστρία συγχρονισμένη στο περίπλοκο τέμπο που επιβάλλει το σενάριο του Steve Zailian και το όραμα του Scorsese. O μονταζιακός χαρακτήρας του έργου δεν είναι ανιχνεύσιμος μέσα από μια μόνο σκηνή, αλλά από το σύνολό του (και τις 3:30 αυτές ώρες) όπου η Schoonmaker - συχνά μόνο με δύο πλάνα και ένα κόψιμο - παραδίδει το πιο ώριμο μοντάζ των φετινών Όσκαρ και ολόκληρης της φιλμογραφίας της στο πλευρό του μεγάλου δασκάλου.
 
 
 

Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου 2020

Silver Screen | Jojo Rabbit/Αποκρυπτογράφηση | Πάνος Λιάκος

Γράφει ο Πάνος Λιάκος.
Jojo Rabbit
Scarlett Johansson and Roman Griffin Davis in Jojo Rabbit (2019)
   
Πρώτη φορά που ερχόταν το κορίτσι στο εργένικο διαμέρισμά μου. Ήθελα να τα έχω όλα στην εντέλεια. Έβαλα ρολόι από τις έξι και μισή μήπως και μπορέσω να σουλουπώσω κάπως τα πράγματα. Μπουφάν και παπούτσια που ήταν πεταμένα στην είσοδο μαζεύτηκαν. Τασάκια άδειασαν. Μπουκάλες ουίσκι πετάχτηκαν. Άλλαξα και το χώμα του γάτου. Έπειτα ψέκασα για να μυρίζει θεϊκά. Αυτά μπροστά. Γιατί στο γραφείο μου, με τόσα βιβλία, τετράδια και χαμό δεν προλάβαινα να βάλω μια σειρά.

Το κουδούνι χτύπησε τις 20:20 ακριβώς. Μια τελευταία γενική ματιά. Σπρώχνω κάτι κάλτσες κάτω από τον καναπέ. Εκείνη ανεβαίνει με το ασανσέρ. Της ανοίγω, φιλιόμαστε, νιώθει οικεία αμέσως και κάθεται στον καναπέ. Ήρθε και ο γάτος από μέσα και έπιασε να γουργουρίζει. Να μην της έδειχνα και το υπόλοιπο σπίτι; Γραμμή για το γραφείο. Παντού στοίβες με βιβλία. «Θα με διώξουν καμιά μέρα τα βιβλία από δω μέσα», της λέω. Το μάτι της πέφτει σε μια από τις στοίβες. Δυο τεύχη του New Yorker, ένας τόμος του Γιούγκερμαν του Καραγάτση, ένας τόμος της Taschen για το φιλμ νουάρ, το Καζίνο του Μάρτιν Σκορσέζε (τι δουλειά έχει το DVD εδώ;) και τρία Moleskine τετραδιάκια. Πιάνει το πρώτο από τα τρία- ωχ, κάνε να μην ανοίξει εκείνο από το ταξίδι στην Αμερική, σκέφτομαι. 



-Ταινίες! Τι άλλο;, μου λέει. Εδώ κρατάς τις σημειώσεις σου; 

-Σωστά! Για πήγαινε στην τελευταία γραμμένη σελίδα. 

-Jojo Rabbit.

-Πολύ ωραία. Τώρα προσπάθησε να αποκρυπτογραφήσεις και τη γραμμική μου Β’. 

-Θα προσπαθήσω. Λοιπόν…(Αρχίζει να διαβάζει από μέσα) Υποψήφ.2020: ταινίας, Β’ γυναικείου (Γιόχανσον), σεναρίου εκ δ. (Τάικα Γουαιτίτι), κοστούμια, σκηνογραφία, μοντάζ (Τομ Ήγκλς). Καλά τα πάμε μέχρι στιγμής. Αλλά τι είναι αυτό το σενάριο εκ δ. ; 

-Χα χα, πολλά τα γράφω έτσι σύντομα για να κερδίζω χώρο. Αυτό σημαίνει σενάριο εκ διασκευής- όπως το λέει και ο δάσκαλος Τιμογιαννάκης. Είναι δηλαδή ένα σενάριο που βασίζεται σε κάποιο βιβλίο, θεατρικό έργο ή κόμικς. Αυτό το σενάριο του τύπου που σκηνοθέτησε κιόλας την ταινία, του Τάικα Γουαιτίτι, είναι από βιβλίο.

-Κατάλαβα. Έχω δει τη διαφήμιση για την ταινία στην τηλεόραση. Τι παίζει ακριβώς; 

-Είναι μια αντιναζιστική σάτιρα. Είναι δηλαδή μέσα στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήρωας είναι ένα παιδάκι όπου έχει φάει κόλλημα με το Χίτλερ και θέλει να γίνει ο πιο πιστός του ακόλουθος. Σε μερικές σκηνές τον δείχνει να συνομιλεί μαζί του, στη φαντασία του. 

-Ενδιαφέρον ακούγεται. Έχω δει το La vita è bella με εκείνον εκεί τον ιταλό τον καραφλούλη που κι αυτό σάτιρα ήταν. 

-Ακριβώς. Γενικά το Jojo Rabbit δεν με ενθουσίασε τόσο όσο η ταινία του Μπενίνι που λες, αλλά σίγουρα παρακολουθείται με περιέργεια, με ευχαρίστηση ενώ έχει και πλούτο συναισθημάτων. 

-Μάλιστα! Για να δούμε παρακάτω τι λες… Σύ-σ-παση χαρ/α ΑΜΕΣΩΣ.

-Για να δω, για να δω (Την πιάνω από τη μέση ενώ ρίχνω ματιά στο τετραδιάκι). Όχι σύσπαση, μωρό μου. Σύσταση γράφω. 

-Τι εννοείς; 

-Εννοώ ότι αμέσως μαθαίνουμε ποιος είναι ο χαρακτήρας, το παιδάκι δηλαδή, και το κόλλημά του με το Χίτλερ. Κι αυτό είναι και ένδειξη πολύ καλού σεναρίου. Σε βάζει αμέσως στο πλαίσιο. Για συνέχισε…

-Λες Επιδείξεις και ΣΚΗΝΗ ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

-Α, ναι. Και πάλι με το σενάριο έχουν να κάνουν αυτά. Δείχνει ότι στα παιδικά ναζιστικά τάγματα αυτοί οι γελοίοι έκαναν επιδείξεις πολεμικού οπλισμού στα παιδιά, ασκήσεις αποφυγής Εβραίων και άλλες τέτοιες κατηχήσεις. Είναι σάτιρα, οπότε τους παρουσιάζει γελοίους όλους αυτούς τους ναζιστές. Ο Σαμ Ρόκγουελ παίζει ένα ναζιστή λοχαγό. Τον ξεφτιλίζει τόσο υπέροχα το έργο. Κι ο ίδιος που είναι θαυμάσιος στους β’ ανδρικούς ρόλους πατάει πάνω σε αυτό το σενάριο και το υπονομεύει κι άλλο αυτό το καθίκι. Τον κάνει όμως και ανθρώπινο, όχι καρικατούρα. Αλλά του έχει και μια τελική σκηνή ο Γουαιτίτι το κάτι άλλο. Το άλλο που λέω περί σκηνής αιτιολόγησης… εννοώ την αιτιολόγηση του τίτλου της ταινίας. Δηλαδή υπάρχει μια σκηνή που μας δείχνει πώς το παιδάκι πήρε το παρατσούκλι Rabbit

-Κατάλαβα. Τώρα λες Πρώτη σκηνή Σκάρλετ-Τζότζο. Ενδυματολογία.
 
-Α, ναι. Η Σκάρλετ Γιόχανσον δίνει μια τρομερή ερμηνεία εδώ. Γι’ αυτό πήρε και υποψηφιότητα για Όσκαρ υποστηρικτικού γυναικείου ρόλου. Πρόσεξα ότι σε μια από τις πρώτες σκηνές που έχει με το γιο της, τον πρωταγωνιστή, φορούν και οι δύο πιτζάμες του ιδίου χρώματος και έτσι όπως τον αγκαλιάζει είναι σαν να γίνονται ένα. 

-Αχ, τι γλυκό αυτό! Έχει αρχίσει να με ενδιαφέρει τρελά αυτή η ταινία. Και τώρα λες Αγωνία: Πρώτη σκηνή με ΕΒΡΑΙΑ

-Πρόσεξε. Όλοι οι δάσκαλοι του σεναρίου λένε ότι ένα καλό σενάριο, ανεξαρτήτως είδους, θα πρέπει να βασίζεται στο μυστήριο ώστε να θέλει ο θεατής να παρακολουθήσει τη συνέχεια. Ε, λοιπόν, ο τρόπος όπου με τη σύμπλευση σεναριακής γραφής και μοντάζ μεταφέρεται σε εμάς η ένταση του πρωταγωνιστή κατά την πρώτη συνάντηση με την Εβραία που η μητέρα του κρύβει στο σπίτι είναι εξαιρετικός. Κόβει την ανάσα. Θρίλερ σχεδόν. Απόλαυσα τα γυρίσματα αυτής της ταινίας. Μια στιγμή χιούμορ, την επόμενη θρίλερ, την άλλη κλαις.

-Έκλαψες κιόλας, αγάπη μου;

-Διάβασε την πιο κάτω σημείωση και θα σου εξηγήσω…

-Εκεί που υποδύεται ΚΑΙ τον πατέρα/ «Η αγάπη είναι το πιο δυνατό πράγμα στον κόσμο».

-Πω, δυο σκηνάρες. Και πάλι με τη Σκάρλετ. Με έκανε να κλάψω, ίσως και η πιο μεστή ερμηνεία της στη μέχρι τώρα καριέρα της. Διδάσκει στο γιο της και σε εμάς αγάπη. Ντύνεται τα ρούχα του πατέρα του, τον υποδύεται και τον κάνει να φανταστεί ότι εκείνος θα έλεγε «να την προσέχεις, είσαι ο άνδρας του σπιτιού». Παίζει στο γήπεδό του η μάνα, στο γήπεδο της φαντασίας- γιατί μην ξεχνάς ότι αυτό το μουρλό νομίζει ότι μιλάει με τον Αδόλφο… μέχρι να έρθει ο έρωτας για τη μικρή Εβραία. Το δεύτερο που σημείωσα είναι ατάκα της μάνας. Ίσως η ουσία του ρόλου της Σκάρλετ. Τώρα που το σκέφτομαι, και στο La vita è bella η ουσία βρισκότανε σε αυτή τη λέξη. " L'amor che move il sole e l 'altre stelle".
 
-Τελευταία σημείωση… Μια χαρά δεν τα πηγαίνω; 

-Περίφημα τα πήγες μέχρι εδώ. 

-ΕΠΙΛΟΓΟΣ- ΠΡΟΛΟΓΟΣ-ΑΝΤΙΘΕΣΗ

-Αχά. Κι αυτή είναι η ουσία ενός σεναρίου με αρχή, μέση και τέλος που θέλει να κινείται πάνω στα αριστοτελικά διδάγματα. Δηλαδή ο ήρωας του έργου, μετά την περιπέτεια που έχει περάσει να βγει εντελώς διαφορετικός. Κι εδώ αφήνει πίσω του το Χίτλερ και ασπάζεται ξεκάθαρα τα διδάγματα της μητέρας του. Αφήνεται, χορεύει, αγαπά. Κι ας πάνε τα καθάρματα οι ναζί στην κρεμάλα. 

-Θέλω να το δω, μωρό μου! 

-Θα πάμε. Μαζί. Έχω τόσο καιρό να φάω ποπ-κορν. Θέλω οπωσδήποτε κιόλας να ξαναδώ αυτή την ερμηνεία της Σκάρλετ. Αυτή μού έμεινε πιο πολύ. Αυτή η αιθέρια μάνα. 

-Να πάμε, αγάπη μου! (Κλείνει το τετραδιάκι και το αφήνει πίσω στη στοίβα. Πάλι καλά που δεν πέτυχε τα διηγήματα που έγραφα πριν δυο χρόνια στην Ουάσινγκτον. Τη φιλάω. Κοιτώ αυτά τα πράσινα μάτια!). Πείνασες, ε; Πάμε να βάλουμε τα μακαρόνια να γίνονται;

-Swell

Για να δείτε πού παίζεται η ταινία πατήστε εδώ