Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νινέτα Πλυτά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νινέτα Πλυτά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2023

Βιβλιοκριτική | Elizabeth Strout- Όλιβ Κίττριτζ | Νινέτα Πλυτά




Ξενόγλωσσος Τίτλος: Olive Kitteridge 
Εκδόσεις: Άγρα
Μεταφράστρια: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου
Χρονολογία έκδοσης: 2020
Αριθμός σελίδων: 368

Ζώντας σε μια μικρή κοινωνία, αυτό το βιβλίο με άγγιξε. Τόσο απλό αλλά και τόσο σημαντικό ταυτόχρονα. Οι άνθρωποι φαίνονται καθημερινοί και συνηθισμένοι. Μέχρι που αποκαλύπτεται ότι δεν είναι έτσι ακριβώς. Όλοι έχουν τις δικές τους ιδιαιτερότητες και παραξενιές, τα δικά τους μυστικά. Τους βλέπουμε να μεγαλώνουν, να εξελίσσονται, να βαραίνουν συναισθηματικά  και να ανέχονται την αδιακρισία του κόσμου. "Ο κόσμος έχει παρατηρήσει μια αλλαγή στον Χένρυ" είπε η Σύνθια Μπίμπερ.  "Αλλά και σ' εσένα. και ίσως η συμβουλευτική κρίσεων να είχε βοηθήσει είναι κι αυτό μια σκέψη. Ίσως μπορεί ακόμα και τώρα να βοηθήσει" (άνετα θα της πετούσα το βιβλίο στο κεφάλι της μαντάμ αλλά για καλή της τύχη είμαι κατά της βίας).

Ενδιαφέρουσα είναι και η επιλογή της πρωταγωνίστριας: μία συνταξιούχος καθηγήτρια που άλλοτε μπαίνει στις ζωές των προσώπων και άλλοτε τους παρακολουθεί από μακριά. Τους περισσότερους όμως τους γνωρίζει προσωπικά: είτε ως πρώην μαθητές/τριες της είτε ως γείτονες. Η ίδια δεν είναι και ο πιο συμπαθής άνθρωπος. Είναι δύσκολος χαρακτήρας, ιδιότροπος (όλοι όμως δεν είμαστε ως έναν βαθμό; ). Οι ιδιότητές της ως μητέρα και σύζυγος είναι αυτές που την απασχολούν περισσότερο, όχι όμως με τον αναμενόμενο τρόπο. Δεν υπερκαλύπτουν την υπόλοιπη προσωπικότητά της. Όσο περνάνε τα χρόνια τη βλέπουμε να αναλογίζεται όσα έζησε, και κυρίως τη σχέση με τον γιο της. Το πώς καταλήγει αυτή η σχέση είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα επίσης ενδιαφέρον κομμάτι της ιστορίας, ρεαλιστικό, χωρίς ωραιοποιήσεις για να μη μας χαλάσει τη μέρα. 

Κάτι που ίσως έχω ξαναπεί είναι ότι μου αρέσει που η στροφή της εποχής μας προς την ψυχολογία του ατόμου αποτυπώνεται και στη Λογοτεχνία (πώς όχι άλλωστε; ). Η πραγματικότητα δεν είναι πια τόσο γυαλιστερή και ήρεμη. Τα "κάτω απ' την επιφάνεια" που είναι κοινά μυστικά αλλά κρυμμένα στους 4 τοίχους αποκαλύπτονται. Αυτό νομίζω κρατάω εγώ απ' αυτό το βιβλίο.

Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2023

Βιβλιοκριτική | Beth O' Leary - Οι συγκάτοικοι | Νινέτα Πλυτά




Ξενόγλωσσος Τίτλος: The Flatshare
Εκδόσεις: Πατάκης
Μεταφράστρια: Ειρήνη Αποστολάκη
Χρονολογία έκδοσης: 2020
Αριθμός σελίδων: 496


Αγαπητή κυρία Ο' Λίρυ, 

Το βιβλίο σας ήταν καταπληκτικό! Δεν πρόκειται για μία απλή ρομαντική-κοινωνική ιστορία. Για μένα ήταν ένα βιβλίο με επίκαιρα μηνύματα, που θα σύστηνα σε κάθε άνθρωπο, οποιασδήποτε ηλικίας. Μπορεί η συναισθηματική κακοποίηση στο βιβλίο να γινόταν από άντρες προς γυναίκες αλλά στην πραγματικότητα μπορεί να συμβεί σε όλους, ανεξαρτήτως φύλου. 

Για μένα, αυτό το βιβλίο δεν ήταν μόνο μία αστεία ιστορία συγκατοίκησης (παρεμπιπτόντως πολύ έξυπνη ιδέα η μοιρασιά του κρεβατιού. Ό,τι πρέπει για να ελαφρύνει το κλίμα). Ήταν μια ιστορία για τη συναισθηματική κακοποίηση, τόσο φανερή στους άλλους αλλά τόσο καλά κρυμμένη απ' το ίδιο το θύμα. Παρακολουθούμε την Τίφφυ να περνά από όλα τα στάδια της συνειδητοποίησης (φόβος, στεναχώρια, αμφιβολία, πόνος, θυμός, οργή) την ίδια ώρα που η κακοποίηση συνεχίζεται. Πόσες και πόσες τέτοιες συμπεριφορές δεν έχουμε ζήσει ή ακούσει; Ίσως και να τις έχουμε εκδηλώσει εμείς οι ίδιοι, δεν αποκλείεται. Δίπλα στην Τίφφυ όμως βρίσκεται ο Λίον, ο λιγομίλητος και εσωστρεφής Λίον, με τα δικά του οικογενειακά προβλήματα. Ο Λίον όμως έχει και έναν άσσο στο μανίκι του: έχει γίνει μάρτυρας μιας τέτοιας συναισθηματικής κακοποίησης, έχει δει τι κάνει στους ανθρώπους και πόσο τους στιγματίζει, και γι' αυτό είναι σε θέση να σταθεί σαν ακλόνητος βράχος δίπλα στην διαλυμένη Τίφφυ.  

Ο λόγος που σχολιάζω τόσο βαθιά την πλοκή, με τον κίνδυνο να προβώ σε spoilers, είναι ότι αυτό το βιβλίο μάς ανοίγει τα μάτια σχετικά με 3 τύπους ανθρώπων: του θύτη- κακοποιητή, του θύματος και αυτών που στάθηκαν δίπλα στο θύμα (πέρα απ' τον Λίον,  η Τίφφυ είχε κοντά της και την παρέα της). Βλέπουμε δηλαδή τις κακοποιητικές συμπεριφορές που μπορεί να στιγματίσουν κάποιον, τις συνέπειες αυτών αλλά και τους τρόπους με τους οποίους μπορούμε να βοηθήσουμε το θύμα, πρώτα να συνειδητοποιήσει κι έπειτα, με τον καιρό, να ανακάμψει. 

Συγκλονιστικό βιβλίο, κυρία Ο' Λίρυ! Τόσο ρεαλιστικά δοσμένο
 
το πόσο έβρισα τον Τζάστιν δε λέγεται. Γέλασα όμως και αρκετά. Αλλά κυρίως προβληματίστηκα. 

                                                                                                Νινέτα, xx

Υ.Γ.1 Η μορφή επιστολής εμπνευσμένη απ' τα post-it της ιστορία.

Υ.Γ.2 ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ.

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2023

Βιβλιοκριτική | Βίβιαν Στεργίου - Δέρμα | Νινέτα Πλυτά



Εκδόσεις: Πόλις
Χρονολογία έκδοσης: 2022
Αριθμός σελίδων: 360

Δεν συνηθίζω να διαβάζω διηγήματα. Είμαι περισσότερο της πλοκής και του <<και μετά; και μετά;>>. Παρόλα αυτά απόλαυσα πολύ αυτή τη συλλογή!

Επέλεξα να διαβάσω το συγκεκριμένο βιβλίο μετά από διάφορα αποσπάσματα και συνεντεύξεις της συγγραφέως που μου άρεσαν. Με κέρδισε ήδη απ' το πρώτο κείμενο αλλά είχα την αγωνία αν θα συνεχίσει να με ενθουσιάζει <<και μετά>>. Τελικά συνέχισε. Και θα σας πω γιατί. 

Αρχικά, λατρεύω αυτό το στιλ γραφής που θίγει επίκαιρα κοινωνικά ζητήματα με ειρωνεία και σαρκασμό. Το ύφος αυτό επιτυγχάνεται άλλοτε με τριτοπρόσωπη άλλοτε με πρωτοπρόσωπη αφήγηση (καμιά φορά ακόμη και με δεύτερο πρόσωπο) και με τον personal favorite μου ελεύθερο πλάγιο λόγο. Όλα αυτά δεν τα αναφέρω επειδή είμαι φιλόλογος και θέλω να κάνω επίδειξη γνώσεων αλλά επειδή θεωρώ ότι στη μικρή φόρμα παίζουν μεγάλο ρόλο στην αναγνωστική απόλαυση. Τουλάχιστον αυτό συνέβη μ' εμένα. 

Επίσης, θα έλεγα ότι το ύφος δοκιμιο-φέρνει (και το αγάπησα γι' αυτό). Αν ήμουν Γ' Λυκειου θα το κατέτασσα στο λογοτεχνικό-στοχαστικό δοκίμιο. Οι ιστορίες έχουν πλοκή, που όμως διακόπτεται από τους εκτενείς συνειρμούς - παρεκβάσεις του αφηγητή ή της αφηγήτριας, οι οποίοι μου θυμίζουν περισσότερο άρθρα με καταγγελτικό τόνο παρά αποσπάσματα από διηγήματα (για τη συγκεκριμένη παρατήρηση άφησα την φιλολογική μου ιδιότητα και τα συγγράμματα με τα χαρακτηριστικά του διηγήματος στην άκρη και μίλησα ως αναγνώστρια). Και αυτός ο μακροπερίοδος λόγος που ξεπερνά του Θουκυδίδη και μπορεί να βρεις τελεία μετά από μία σελίδα αλλά αποδίδει ακριβώς αυτό τον ασθματικά γρήγορο ρυθμό που γίνονται όλα ή το άγχος που νιώθουν οι άνθρωποι, των οποίων τα πτυχία βρίσκονται σ' ένα σκονισμένο συρτάρι ενώ οι παραγγελίες έρχονται ασταμάτητα και τα έξοδα τούς κατατρέχουν; Κι αυτόν τον αγάπησα θα ήταν ωραίο παράδειγμα στο μάθημα της Έκθεσης για το πώς ο τρόπος που γράφουμε συμβάλλει στη δημιουργία ατμόσφαιρας. Κι έπειτα επιστρέφουμε και πάλι στην ιστορία, εν είδει αποφόρτισης από την ένταση των συνειρμών. Μέχρι την επόμενη αφορμή. 

                                               

Ενδιαφέρον είναι και ο τρόπος που επιλέγει η συγγραφέας να δομήσει τη συλλογή: τα διηγήματα σχετίζονται ανά δύο και οι ιστορίες κάθε ζεύγους αλληλοσυμπληρώνονται είτε άμεσα είτε έμμεσα. Το αγαπημένο μου ήταν το ζευγάρι με το νούμερο Εφτά.

Ως προς τα θέματα, τα διηγήματα με άγγιξαν πολύ γιατί θίγουν ζητήματα που με έχουν απασχολήσει αρκετά το τελευταίο διάστημα. Πέρα από τα κοινωνικά, όπως η θέση της γυναίκας, η πατριαρχία, η σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο της εργασίας και του Πανεπιστημίου, η θέση των social media στη ζωή μας, το body shaming κ.ά., θίγονται ταυτόχρονα και θέματα ακαδημαϊκά, όπως η αντίληψη των -πρακτικών- Ελλήνων για τους θεωρητικούς <<που λένε ότι είναι θεωρητικοί σαν ν' απολογούνται>> ερευνητές, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι φοιτητές, οι οποίοι καλούνται να εργάζονται ταυτόχρονα για να βιοποριστούν αλλά και εκείνοι που έχουν το προνόμιο να διαβάζουν χωρίς να εργάζονται. Τα πιο αγαπημένα μου, προφανώς, είναι αυτά που αφορούν τους νέους. Πέρα απ' τα ακαδημαϊκά, υπάρχουν ολόκληρα διηγήματα που αναφέρονται στις εργασιακές συνθήκες στην Ελλάδα, το brain drain, τη νεανική ανεργία, τους digital nomads ή expats, όπως τους αναφέρει η συγγραφέας. 

Ομολογώ ότι αναρωτιόμουν μήπως τα θέματα που θίγονται αφορούν τους λίγο μεγαλύτερους από εμένα, τη γενιά των 30+, που γεννήθηκαν σε μια εποχή που όλα φαίνονταν εφικτά και κατέληξαν να προσπαθούν να σταδιοδρομήσουν σε αυτή που ζούμε σήμερα. Τελικά διαψεύστηκα. Τα κείμενα αυτά με αφορούν και, δυστυχώς, μάλλον θα αφορούν τους νέους για αρκετά χρόνια ακόμα. 

Συμπέρασμα: Ως μία 26χρονη που «ζει το μπέρδεμα από γεγονότα που σε χτυπάνε κατακέφαλα χωρίς να βγάζουν απολύτως κανένα νόημα, πέρα απ' το ότι απλώς σε οδηγούν στο μέλλον σου εντελώς ξαφνικά» έχω να πω το εξής: η Στεργίου καταφέρνει τον στόχο της, να εκπροσωπήσει τη νέα γενιά στη λογοτεχνία, και αυτός είναι ο λόγος που συνιστώ να διαβάσετε αυτό το βιβλίο, είτε είστε νέοι που παλεύετε να ορθοποδήσετε, είτε όχι.

Υ.Γ. Εξοπλιστείτε με μολύβι, θα σας χρειαστεί. 

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2023

Βιβλιοκριτική | Μεταξία Κράλλη- Σύρα Σάκρα | Νινέτα Πλυτά



Εκδόσεις: Ψυχογιός 
Χρονολογία έκδοσης: 2022
Αριθμός σελίδων: 734

«Άραγε υπάρχει ερωτική ευτυχία σ' αυτόν τον κόσμο;» Το ερώτημα αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να συνοψίσει τις ιστορίες που περιλαμβάνονται μέσα σ' αυτό το βιβλίο. 3 βασικές ιστορίες γύρω απ' τις οποίες εκτυλλίσονται κι άλλες, λιγότερο βασικές. Μέσα από αυτές τις ιστορίες η Μεταξία Κράλλη μάς ταξιδεύει στη Σύρο του 19ου αιώνα aka την αγαπημένη μου εποχή από την ιστορία του νησιού μου. Αγαπώ αυτή την εποχή καθώς τότε ήταν που η Σύρος άνθισε οικονομικά και πολιτισμικά. Το βιβλίο όμως δεν δίνει τόσο έμφαση σε αυτούς τους τομείς όσο στον θρησκευτικό, ο οποίος έχει εμπνεύσει αρκετούς συγγραφείς τα τελευταία χρόνια λόγω της συνύπαρξης καθολικών και ορθοδόξων.

Στην εποχή που διαδραματίζεται η ιστορία, καθολικοί και ορθόδοξοι δεν είχαν τόσο καλές σχέσεις. Ήταν χωροταξικά διαχωρισμένοι (Άνω Σύρος και Ερμούπολη αντίστοιχα) και απέφευγαν τους γάμους μεταξύ τους. Φέρνοντάς το στο σήμερα, με χαρά σας πληροφορώ ότι, ευτυχώς, δεν υπάρχουν πια οι διακρίσεις με βάση το δόγμα. Ακόμα μπορεί κανείς να καταλάβει το δόγμα με βάση τα επίθετα, αν και οι καθολικοί είναι φανερά λιγότεροι απ' ό,τι ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της Σύρου. Επίσης γίνονται και μεικτοί γάμοι (εγώ π.χ. είμαι απόγονος ενός τέτοιου γάμου, όπως και πολλοί άλλοι).

Το βιβλίο μού άρεσε πολύ. Παρόλο που ήταν αρκετά εκτενές, δεν μπορούσα να το αφήσω απ' τα χέρια μου. Η γιαγιά μου, που το διάβασε πρώτη, είπε ότι την μπέρδεψαν και την κούρασαν τα πολλά ονόματα. Δεν την αδικώ σ' αυτό. Κι εγώ, αν δεν το διάβαζα όλο σε μερικές μέρες, ίσως να μπερδευόμουν. Τα δευτερεύοντα ονόματα, όμως, έκαναν φανερή, κατά τη γνώμη μου, την ενδελεχή έρευνα της συγγραφέα για την ιστορία του νησιού. Τα περισσότερα απ' αυτά τα γνώριζα, πολλά απ' αυτά αποτελούν ονόματα οδών πλέον (κι ας μην τα πηγαίνουμε καλά με τις οδούς εδώ στη Σύρο).

Είναι ωραία εμπειρία να πλάθεις στο μυαλό σου τις εικόνες που περιγράφει ένας συγγραφέας -με μία μεγάλη δόση αυθαιρεσίας, εννοείται, η νέα γενιά δεν τα πάει καλά με τις περιγραφές. Είναι όμως ακόμη πιο ωραία εμπειρία οι εικόνες αυτές να παίρνουν μορφή στο μέρος που γεννήθηκες και μεγάλωσες. Οι ήρωες έκαναν βόλτα στην πλατεία κοντά στο σπίτι μου, τηρώντας τις κοινωνικές συμβάσεις που έχω ακούσει απ' τη γιαγιά μου, παρακολουθούσαν θεατρικές παραστάσεις εκεί που παρακολουθώ κι εγώ σήμερα, εκκλησιάζονταν στον ναό του οποίου την καμπάνα ακούω κάθε μέρα να σημαίνει την ώρα. Αν δεν είναι αυτό μία δυνατή εμπειρία, τότε τι ειναι; 

Όσοι έχετε επισκεφτεί ήδη τη Σύρο, σας συνιστώ να διαβάσετε αυτό το βιβλίο. Όσοι δεν το έχετε κάνει ακόμη, πάρτε το πλοίο, πάρτε και το βιβλίο κι ελάτε. Σας περιμένουμε! (not sponsored)

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Βιβλιοκριτική| Annie Ernaux - Ο τόπος | Νινέτα Πλυτά

 


Ξενόγλωσσος Τίτλος: La place
Εκδόσεις: Mεταίχμιο
Μεταφράστρια: Ρίτα Κολαΐτη 
Χρονολογία έκδοσης: 2022
Αριθμός σελίδων: 107

Ο Τόπος είναι το πρώτο βιβλίο της Ernaux που διαβάζω. Δεν το επέλεξα τόσο λόγω του Νόμπελ που πήρε αλλά επειδή χαζεύοντας σ' ένα βιβλιοπωλείο, μου κίνησε την περιέργεια το θέμα. Η σχέση πατέρα-κόρης και η απόκλιση στις αντιλήψεις που προκύπτει απ' την είσοδο της στο πανεπιστήμιο και ταυτοχρόνως σε μια άλλη ζωή. 

Το θέμα μού φάνηκε πολύ ενδιαφέρον και στην αρχή θεώρησα ότι είναι κάτι πολύ κοινό, με την έννοια ότι μπορεί να συμβεί στον καθένα μας. Διαβάζοντας όμως την ιστορία κατέληξα ότι δεν είναι τόσο κοινό όσο νόμιζα. Σίγουρα η απόσταση μεταξύ πατέρα και κόρης είναι κάτι που όντως μπορεί να συμβεί στον καθένα. Αλλά οι λόγοι που συνέβη αυτό στην συγκεκριμένη ιστορία δεν είναι τόσο κοινοί. Η είσοδος της κόρης στο πανεπιστήμιο είναι (πλέον) κάτι σχετικά σύνηθες. Η είσοδος της κόρης στο πανεπιστήμιο σε μία εποχή που ακόμη η αγροτική οικονομία ήταν στο φόρτε της, που η αστική τάξη δεν είχε αναπτυχθεί τόσο, δεν ήταν κάτι τόσο σύνηθες. Ή ακόμη κι αν ήταν, μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλες αποκλίσεις λόγω του διαφορετικού τρόπου ζωής. Ας μην ξεχνάμε ότι το βιβλίο γράφτηκε το 1983 υπό διαφορετικές κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η συγγραφέας, ο πατέρας της οποίας προερχόταν από αγροτική οικογένεια, <<Κάθε φορά που μου μιλούσαν γι' αυτόν (εννοεί τον παππού της), άρχιζαν λέγοντας "δεν ήξερε μήτε να διαβάζει μήτε να γράφει", θαρρείς και τούτη η αρχική δήλωση ήταν αναγκαία για να εξηγήσει τη ζωή και τον χαρακτήρα του>> .

Από το πού δίνει έμφαση η ηρωίδα στην διήγηση της ιστορίας του πατέρα της φαίνεται ότι κατά τη γνώμη της η αιτία της απόστασης μεταξύ πατέρα και κόρης οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην κοινωνική τάξη, στην ταπεινή καταγωγή του, η επίγνωση της οποίας πολλές φορές τον κρατούσε πίσω στις συζητήσεις, στην επαγγελματική ανάπτυξη κλπ.. Για εκείνον όλα είχαν να κάνουν με την οικονομική ευχέρεια, στο μυαλό του δεν ήταν όλα για όλους. 

Με τη σειρά της και η κόρη επιβεβαιώνει ότι δεν έμεινε ανεπηρέαστη απ' τις διαφορές μεταξύ κοινωνικών τάξεων που είχαν αρχίσει να γίνονται ορατές: <<Ενέδωσα στην επιθυμία του κόσμου που ζω, ενός κόσμου που σε υποχρεώνει να λησμονήσεις τις αναμνήσεις μιας ταπεινής ζωής θαρρείς και ήταν κάτι που πρόδιδε κακό γούστο>>.

Γιατί τα αναφέρω όλα αυτά; Γιατί ίσως όλα αυτά στάθηκαν εμπόδιο στο να ταυτιστώ με την ηρωίδα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μου άρεσε το βιβλίο. Ίσα ίσα, ήταν κι ένα άγνωστο σε μένα βίωμα που με βοηθάει να κατανοήσω προηγούμενες γενιές. Ή τώρα που το καλοσκέφτομαι, δεν είναι και τόσο μακρινό αλλά μπορεί να περιγράψει τη σχέση γιαγιάδων/παππούδων με τα εγγόνια τους και την απόκλιση ως προς τον τρόπο ζωής και τις αντιλήψεις. Κι αν το σκεφτώ λίγο παραπάνω, ίσως να καλύπτει και ανθρώπους που ζουν στην επαρχία, όπου η ζωή δεν είναι τόσο έντονη όσο στις μεγάλες πόλεις, κι έτσι μπορεί να υπάρξει απόκλιση ως προς τις αντιλήψεις. Ειδικά όταν ένα νέος φεύγει από την επαρχία για να πάει να σπουδάσει. Σε αυτή την περίπτωση, παρόλο που δεν ζούμε στο 1980, θα συναντήσουμε διαφωνίες τόσο κατά τη διάρκεια των σπουδών και πολύ περισσότερο αργότερα, που οι ορίζοντες έχουν διευρυνθεί και ο άνθρωπος έχει μάθει κι άλλα πράγματα, είτε πάνω στο αντικείμενο σπουδών είτε όχι.

Τέλος, αναφορικά με τον τρόπο γραφής, νομίζω ότι η συγγραφέας πέτυχε να αποδώσει αυτή την απόσταση που ένιωθε. Όπως επισημαίνει η ίδια, περιγράφοντας γεγονότα, συγκεντρώνοντας λόγια, χειρονομίες και γενικά τα αντικειμενικά σημάδια της ύπαρξης του πατέρα της, χωρίς λυρικές αναπολήσεις, θριαμβευτική επίδειξη ειρωνείας αλλά με έναν ακύμαντο τρόπο γραφής, όπως απευθυνόταν στους γονείς της όταν τους έγραφε γράμματα. Σαν εξωτερικός παρατηρητής, σαν η ζωή να μην ήταν δική της. Αυτό ίσως να προβληματίσει τον αναγνώστη. Ομολογώ ότι κι εγώ περίμενα εσωτερικούς μονολόγους, πρωτοπρόσωπη αφήγηση, έντονα συναισθήματα απογοήτευσης, ίσως και κατηγορίες προς τον πατέρα. Συνειδητοποίησα όμως ότι αυτές οι αναγνωστικές προσδοκίες έχουν να κάνουν και με την εποχή μας, η οποία έχει στραφεί περισσότερο στην ψυχολογία του ατόμου και στην έκφραση των ανείπωτων. Ακόμη δηλαδή και οι συγγραφικές επιλογές σχετίζονται με την χρονική περίοδο συγγραφής, χωρίς φυσικά αυτό να μειώνει την αναγνωστική εμπειρία. Απλώς μας φέρνει σε επαφή με κάτι διαφορετικό, το οποίο όμως μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε κάποιες πτυχές του δικού μας εαυτού. Ακόμη και το ότι εγώ προσωπικά περίμενα πιο προσωπική γραφή δείχνει κάτι για μένα ως άνθρωπο. Γιατί αυτό είναι η λογοτεχνία: ένα παράθυρο στον εξωτερικό αλλά και στον εσωτερικό μας κόσμο, μια ευκαιρία να γνωρίσουμε τον εαυτό μας μέσα από τις εμπειρίες των άλλων.


Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Βιβλιοκριτική | Ζοζέ Σαραμάγκου - Περί τυφλότητος | Νινέτα Πλυτά

 



Ξενόγλωσσος Τίτλος: Ensaio sobre a cegueira
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Μεταφράστρια: Αθηνά Ψυλλιά
Χρονολογία έκδοσης: 2010
Αριθμός σελίδων: 384

Μια επιδημία λευκής τυφλότητας χτυπάει σταδιακά όλους τους ανθρώπους μιας πόλης. Οι αρχές, στην προσπάθεια τους να περιορίσουν τη διασπορά, κλείνουν τους πρώτους τυφλούς σε ένα εγκαταλελειμμένο φρενοκομείο χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, χωρίς βοήθεια και πολλές φορές χωρίς τρόφιμα. Ο αναγνώστης παρακολουθεί τη ζωή των τυφλών τροφίμων του φρενοκομείου που μοιάζει με μια μικρογραφία κοινωνίας υπό κατάρρευση, την οποία ο Ζοζέ Σαραμάγκου έχει υπολογίσει <<με γραφειοκρατική ακρίβεια>>.

Όταν δεν μπορείς να καλύψεις τις βασικές ανάγκες της τροφής, της καθαριότητας, του ύπνου. Όταν οι αισθήσεις αχρηστεύονται γιατί δε θες να ακούς, να μυρίζεις, να γεύεσαι αυτό που υπάρχει γύρω (να το βλέπεις δεν υπάρχει έτσι κι αλλιώς σαν επιλογή). Όταν κάθε έννοια οργάνωσης και πολιτισμού έχει χαθεί, τότε ποια είναι η διαφορά του ανθρώπου απ' τα ζώα;

Το βιβλίο αυτό μου φάνηκε (δυστυχώς) πιο επίκαιρο από ποτέ: από τη μία η καραντίνα και ο φόβος μετάδοσης αυτής της άγνωστης αρρώστιας που θυμίζει τα τελευταία δύο χρόνια αλλά και οι εικόνες των τελευταίων ημερών από τη Σαγκάη, από την άλλη η εξαθλίωση της ανθρώπινης ύπαρξης που θυμίζει ειδήσεις από την Ουκρανία, με έκαναν να αναρωτηθώ (ίσως με κάποια υπερβολή, ίσως και όχι): τελικά πόσο μακριά βρισκόμαστε από αυτόν τον "επιστημονικής φαντασίας" κόσμο που περιγράφει ο Σαραμάγκου;

 «[...] κατεβήκαμε όλα τα σκαλοπάτια της αναξιοπρέπειας, όλα, μέχρι που φτάσαμε στην εξαχρείωση [...]. Διαβάζοντας το παραπάνω απόσπασμα σκέφτηκα ότι οι άνθρωποι αυτοί έφτασαν στο κατώτατο σκαλί της αξιοπρέπειας γιατί κάπως έπρεπε να ζήσουν. Για εμάς σήμερα ποια είναι η δικαιολογία που ενώ βλέπουμε επιλέγουμε να μη δούμε; Η σκέψη αυτή με τρόμαξε. Θυμήθηκα τον Πρωταγόρα και την σύσταση των πρώτων κοινωνιών: «[...] αναζητούσαν λοιπόν να συγκεντρώνονται και να διασώζονται χτίζοντας πόλεις·κάθε φορά λοιπόν που συγκεντρώνονταν, αδικούσαν ο ένας τον άλλο, επειδή πράγματι δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη, με αποτέλεσμα πάλι να διασκορπίζονται και να αφανίζονται ».

Εδώ αντί της πολιτικής τέχνης δεν κατείχαν την όρασή τους, χωρίς την οποία δεν ήταν πια οι ίδιοι. Κι έτσι η κοινωνία που με τόσο κόπο είχαν συστήσει καταστράφηκε «σαν κάστρο από τραπουλόχαρτα ».

Και μέσα σε όλον αυτό τον χαμό, έρχεται το μεγάλο ερώτημα: Σε έναν κόσμο τυφλών, τι θα έκανες αν έβλεπες;

Δε θα κρύψω ότι σε κάποια σημεία βρήκα το βιβλίο πολύ σκληρό, μπήκα στον πειρασμό να το παρατήσω αλλά ήθελα τόσο να μάθω τη συνέχεια που τελικά έφτασα ως το τέλος. Με έκανε όμως να αναλογιστώ για πρώτη φορά το ενδεχόμενο να υπάρχει trigger warning στα βιβλία. Όσο για την ταινία, δε νομίζω ότι θα τη δω. Αρκετές εικόνες έχω ήδη.

Τρίτη 26 Απριλίου 2022

Βιβλιοκριτική | Tzvetan Todorov - Η λογοτεχνία σε κίνδυνο | Νινέτα Πλυτά



Ξενόγλωσσος Τίτλος: La litterature en péril
Εκδόσεις: Πόλις
Μεταφράστρια: Χρύσα Βαγενά
Χρονολογία έκδοσης: 2013
Αριθμός σελίδων: 120

Το συγκεκριμένο βιβλίο το διάβασα σε μία μέρα τόσο λόγω έκτασης (120 σελίδες) όσο και λόγω ενδιαφέροντος. O Τodorov μιλώντας απλά και κατανοητά, χωρίς ακαδημαϊκές εξάρσεις και ορολογίες, εξηγεί πώς φτάσαμε στη σημερινή κατάσταση της σχολικής λογοτεχνίας (και ό,τι αυτή συνεπάγεται) προκειμένου να προτείνει μία λύση προς βελτίωσή της. Υποστηρίζει ότι η λύση βρίσκεται στην αλλαγή της αντίληψης για τη λογοτεχνία, <<η γνώση της οποίας δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά μια από τις βασιλικές οδούς που οδηγούν στην ολοκλήρωση του καθενός>>, καθώς η έμφαση που δίνει το σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα στην δομική κυρίως επεξεργασία του λογοτεχνικού κειμένου δεν αφήνει τους μαθητές να συνειδητοποιήσουν ότι η λογοτεχνία είναι ένας λόγος για τον κόσμο μέσα απ' τον οποίο θα γνωρίσουν τον εαυτό τους αλλά και τους γύρω τους.

Έτσι, κάνει μία διάκριση μεταξύ του τι πρέπει να γνωρίζουν οι μαθητές και τι οι καθηγητές τους: <<Στην ανώτατη εκπαίδευση είναι νόμιμο να διδάσκονται (επίσης) οι προσεγγίσεις, οι αντιλήψεις που εφαρμόστηκαν στα έργα, οι τεχνικές. Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, που δεν απευθύνεται στου ειδικούς της λογοτεχνίας αλλά σε όλους, δεν μπορεί να έχει το ίδιο αντικειμενο: είναι η ίδια η λογοτεχνία που προορίζεται για όλους, όχι οι λογοτεχνικές σπουδές>>.

Η συνολική πρόταση του Todorov για μία διαφορετική προσέγγιση της λογοτεχνίας γίνεται σε πνεύμα πλήρους επίγνωσης της δύσκολης θέσης στην οποία βρίσκονται οι εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας, οι οποίοι έχουν το βαρύ καθήκον να εσωτερικεύσουν όσα έμαθαν στο πανεπιστήμιο αλλά να τα επαναφέρουν στην κατάσταση ενός αοράτου εργαλείου 
την ώρα της διδασκαλίας.

Ένα από τα πιο αγαπημένα μου σημεία ήταν εκείνο στο οποίο αναφέρεται στη διάκριση μεταξύ λογοτεχνίας της μάζας και  λογοτεχνίας της ελίτ, ένα θέμα που απασχολεί πολλούς βιβλιόφιλους σήμερα, μεταξύ αυτών κι εμένα (βλ. στο τέλος της σελίδας). Η διάκριση αυτή ξεκίνησε στις αρχές του 20ου αιώνα όταν και <<δημιουργείται μια άβυσσος μεταξύ της [...] λαϊκής παραγωγής που βρίσκεται σε άμεση επαφή με την καθημερινή ζωή των αναγνωστών της, και της λογοτεχνίας της ελιτ, που διαβάζεται από επαγγελματίες -κριτικούς, καθηγητές, συγγραφείς- που δεν ενδιαφέρονται παρά μόνο για τα τεχνικά επιτεύγματα των δημιουργών τους. Από τη μια πλευρά η εμπορική επιτυχία, από την άλλη η καθαρά καλλιτεχνική ποιότητα.>> Ως προς αυτό το ζήτημα, ο Todorov καταλήγει ότι <<"η λογοτεχνία δολοφονείται" [...] όχι όταν στο σχολείο διδάσκονται "μη λογοτεχνικά κείμενα", αλλά όταν περιγράφουμε τα έργα ως απλές απεικονίσεις μιας φορμαλιστικής ιδέας για τη λογοτεχνία>>.

Συμπερασματικά, ο Todorov υποστηρίζει ότι ο τρόπος για να διασωθεί <<η λογοτεχνία που βρίσκεται σε κίνδυνο>> είναι να την αγαπήσουν οι μαθητές. Κι αυτό δε θα γίνει μέσα από μία εξαντλητική ανάλυση των εσωτερικών στοιχείων των κειμένων αλλά μέσα από την γνωριμία με τους κόσμους των κειμένων, τις ιδέες τους, τους ήρωες τους, τα οποία θα εμπλουτίσουν τις εμπειρίες των μαθητών, συμβάλλοντας στην καλύτερη κατανόηση των ανθρώπων αλλά και του ίδιου τους του εαυτού. Όλα αυτά, βέβαια, με την υποστήριξη των διάφορων θεωριών και μεθόδων επεξεργασίας των κειμένων, τα οποία όμως θα λειτουργούν ως υποστηρικτικά εργαλεία κι όχι ως αυτοσκοπός.

Προσωπικά, η παραπάνω άποψη του Todorov σε συνδυασμό με την έμφαση στην ερμηνεία έναντι της εξήγησης, την αναγνώριση της ύπαρξης πολλών οπτικών και αναγνώσεων, την αμφισβήτηση της μίας και μοναδικής αλήθειας (με τα οποία ήρθα σε επαφή σε μεταπτυχιακό επίπεδο) άλλαξαν τον τρόπο που βλέπω τον κόσμο, τους ανθρώπους και εννοείται τη λογοτεχνία. Ξαφνικά τα βιβλία δεν είναι ενδιαφέροντα μόνο επειδή έχουν μία καλή πλοκή αλλά επειδή θίγουν ζητήματα επίκαιρα ή και διαχρονικά, τα οποία προσεγγίζουν με ιδέες ή λογοτεχνικά τεχνάσματα που τους δίνουν έναν άλλο αέρα.

Ένα απ' τα πολύ θετικά στοιχεία του βιβλίου είναι <<η απλότητα και η διαύγεια της γραφής του>>, όπως αναφέρει και ο Νάσος Βαγενάς στο εισαγωγικό σημείωμα. Άλλωστε ο ίδιος ο Todorov,  σε συνέντευξή του αναφέρει ότι <<η μέγιστη καθαρότητα στην έκφραση είναι θέμα ηθικής, σεβασμού προς τον αναγνώστη. Η καλλιέργεια της σκοτεινότητας πολύ λίγο με ενδιαφέρει>>.

Τέλος, ενδιαφέρον έχει και η προσωπική του ιστορία, και κυρίως η μετακίνησή του από τη σοβιετική Βουλγαρία στη Γαλλία, τον καθοριστικό ρόλο της οποίας στη διαμόρφωση της άποψής του για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας αναγνωρίζει και ο ίδιος στον πρόλογό του παρόντος βιβλίου.

Με λίγα λόγια: το συγκεκριμένο βιβλίο το προτείνω σε κάθε λάτρη της λογοτεχνίας αλλά και εκπαιδευτικό που θέλει να συμβάλει στη γνωριμία των μαθητών του με τον κόσμο των βιβλίων αλλά και στο <<να ανταποκριθούν καλύτερα στην κλίση τους να είναι ανθρώπινοι>>.

Υ.Γ. Το βιβλίο αυτό είναι εξαντλημένο και δεν επανεκδίδεται. Αν κάποιος ενδιαφέρεται να μαζέψουμε υπογραφές για να επανεκδοθεί, εγώ είμαι μέσα 😂.


Διαβάστε ακόμη: 

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022

Βιβλιοκριτική | Alejandro Zambra - Η ιδιωτική ζωή των δέντρων | Νινέτα Πλυτά




Οπισθόφυλλο
Κάθε Κυριακή, ο Χουλιάν αφιερώνει χρόνο στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος. Και κάθε βράδυ, αυτοσχεδιάζει και αφηγείται στη θετή του κόρη, Ντανιέλα, λίγο πριν αυτή κοιμηθεί, πρωτότυπες ιστορίες με δέντρα.
Όμως, το αποψινό βράδυ δεν είναι σαν τ' άλλα: η Βερόνικα, γυναίκα του Χουλιάν και μητέρα της Ντανιέλας, καθυστερεί ανεξήγητα να γυρίσει σπίτι.
Κι όσο η νύχτα προχωρά και η Βερόνικα δεν επιστρέφει, ο Χουλιάν αναπολεί τη ζωή τους και φαντάζεται τι σκέψεις μπορεί να κάνει για το μυθιστόρημά του η Ντανιέλα καθώς θα μεγαλώνει... χωρίς μητέρα.

Ξενόγλωσσος Τίτλος: La vida privada de los arboles
Εκδόσεις: Ίκαρος
Μεταφραστής: Αχιλλέας Κυριακίδης
Χρονολογία έκδοσης: 2017
Αριθμός σελίδων: 100

Το συγκεκριμένο βιβλίο ήταν πρόταση μίας φίλης, όπως και όλα του Zambra. Είναι το δεύτερο δικό του που διαβάζω. Το πρώτο ήταν το <<Τρόποι να γυρίζεις σπίτι>> (για το οποίο δεν έχει ανέβει ακόμη η άποψή μου), που μου άρεσε αρκετά ώστε να με κάνει να βάλω στη λίστα τα άπαντα του συγγραφέα. 

Το μυστήριο γύρω απ' το οποίο εκτυλίσσεται η  ιστορία (όπως προκύπτει και απ' το οπισθόφυλλο) έχει να κάνει με την ανεξήγητη καθυστέρηση της Βερόνικας, η οποία πήγε στο καθιερωμένο της μάθημα ζωγραφικής αλλά δεν έχει επιστρέψει ακόμη. Άραγε γιατί καθυστερεί η Βερόνικα; Ο Χουλιάν γνωρίζει κάτι επ' αυτού; Κι αν ναι, τι; 

Η αφήγηση της ιστορίας γίνεται με συνεχείς μεταπηδήσεις στον άξονα του χρόνου, απ' το τότε στο τώρα και απ' το τώρα στο τότε, που ενδέχεται στην αρχή να μπερδέψουν τον αναγνώστη. Μόλις όμως μπει στο κλίμα της ιστορίας, θα νιώσει (τουλάχιστον με εμένα αυτό συνέβη) ότι αυτά τα πισωγυρίσματα προσδίδουν ρεαλιστικότητα στη συνειρμική γραφή. 

Η ρεαλιστικότητα επίσης ενισχύεται μέσω των συλλογισμών που μένουν ατελείς, καθώς το μυαλό προχωρά στο επόμενο σενάριο, συχνά διαφορετικό απ' το προηγούμενο ως προς την αιτία της απουσίας αλλα και την κατάληξη της ιστορίας, και μέσω των παραστατικών εικόνων που μας προσφέρουν την ευκαιρία να δούμε μέσα απ' τα μάτια του ήρωα και να νιώσουμε μαζί του αυτόν τον καταιγισμό συναισθημάτων: ανησυχία, πανικός, φόβος, θυμός, οργή, προδοσία, ηρεμία, και πάλι πίσω. 

Όσο προχωρά η ιστορία, η αγωνία κορυφώνεται: πού είναι η Βερόνικα; Τι της συνέβη; Θα γυρίσει; Και τι θα απογίνουν η μικρή Ντανιέλα και ο Χουλιάν; 

<< [...] Καμιά φορά το ξημέρωμα τον έβρισκε ν' αναμοχλεύει όποιες λύσεις είχε σκεφτεί για το μυθιστόρημά του που, έτσι κι αλλιώς, δεν ήταν ακριβώς μυθιστόρημα, αλλά ένα βιβλίο με αποσπάσματα και σημειώσεις. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήθελε να γράψει μυθιστόρημα· ήθελε απλώς να βρει μια ζώνη νεφελώδη και συμπαγή για να στοιβάξει τις αναμνήσεις του. Ήθελε να βάλει τη μνήμη σ' ένα σάκο και να κουβαλήσει αυτόν το σάκο ώσπου το βάρος του να του τσακίσει τη ράχη. >> (σελ.38) Άραγε το έγραψε το μυθιστόρημα που ήθελε; Και ποια είναι η σχέση του με αυτό που κρατάμε στα χέρια μας; 

<< [...] Κι αυτο δεν είναι προφητεία (ο Χούλιο δεν διαθέτει αυτό το χάρισμα), μα ούτε εκατό τοις εκατό επιθυμία, αλλά κάτι σαν σχέδιο, σαν σενάριο αγρυπνίας, γραμμένο στο πόδι, υπαγορευμένο απ' την απελπισία. Θέλει να διαβλέψει ένα μέλλον που ν' αντιπαρέρχεται το παρόν· τακτοποιεί τα γεγονότα όπως του αρέσει, όπως θέλει, με αγάπη, έτσι ώστε να προφυλάξει απ' το παρόν το μέλλον.>> (σελ.65)
πόσες φορές έχουμε κάνει κάτι αντίστοιχο; 

Ένα βιβλίο που, κατά τη γνώμη μου, μιλά για τη διαχείριση του φόβου κατά την αναμονή των μελλούμενων ή αλλιώς της συνέχειας του μυθιστορήματος που λέγεται ζωή.

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

Χριστουγεννιάτικο Αφιέρωμα | Μαρία Χατζηχριστοδούλου - Το άστρο των Χριστουγέννων


Η φωτογραφία είναι ασπρόμαυρη.
Μια φάτνη με την Παναγία και το θείο βρέφος κούκλα σκεπασμένη με την κουβερτούλα της.
Έξω από τη φάτνη στημένο σαν φρουρός το αστέρι των Χριστουγέννων, λευκή στολή και κοντάρι ξύλινο με το χάρτινο ασημένιο άστρο στην κορφή.
Μουτρωμένο το αστέρι· η μνήμη με περιγελά με τρυφερότητα.


Τετάρτη δημοτικού και η δασκάλα είχε πει θα φτιάξουμε μεγάλη φάτνη, θα είστε όλοι στην αναπαράσταση. 
Η Παναγία, ο Ιωσήφ, βοσκοί, μάγοι, προσκυνητές. Μια ολόκληρη τάξη για τη ζωντανή φάτνη, ενθουσιασμός και παιδική ανυπομονησία.
Με λένε Μαρία, είμαι η μόνη Μαρία, θα είμαι σίγουρα η Παναγία, η χαρά παίζει κρυφτό με την αγωνία.
Ο Ιωσήφ βρέθηκε αμέσως, είναι ο Μανώλης.
Η δασκάλα μάς κοιτάζει με βλέμμα βιαστικό εμάς τα κορίτσια, με προσπερνά σα να μη με λένε Μαρία.
Λενιώ, εσύ θα ντυθείς Παναγία. Κόκκινα φουσκωτά μάγουλα, φεγγάρι το πρόσωπο, μαύρα στρογγυλά μάτια, έτσι θα ήταν η Παναγία, αναγεννησιακή, με τη μαντίλα της τυλιγμένη.


Αχ γιαγιά, καλά μου τα έλεγες, φάε παιδάκι μου, σαν της Μπιάφρας* τα καημένα είσαι, τρώγε όλο το φαΐ σου, δεν βλέπεις το Λενιώ πώς μπουκώνει τους κουραμπιέδες δυο δυο;
Άσε το παιδί, μάνα, μια χαρά είναι, δεν χρειάζεται να γίνει φραντζολίτσα.
 
Τώρα η φραντζολίτσα καμαρώνει Παναγία με την κούκλα της αγκαλιά κι εγώ απέξω, ακίνητη, το πιο θυμωμένο αστέρι των Χριστουγέννων.
 
Γιαγιά, καλά τα έλεγες, ήξερες εσύ, οι καλοταϊσμένοι πάντα μέσα στις φάτνες, οι άλλοι απέξω.


*Μπιάφρα : νεοσύστατο κράτος της Αφρικής που  τη δεκαετία του '70 έγινε συνώνυμο των παιδιών που λιμοκτονούσαν.



Επιμέλεια κειμένου: Νινέτα Πλυτά

Βιογραφικό της συγγραφέα

Η Μαρία Χατζηχριστοδούλου γεννήθηκε το 1965 και μεγάλωσε στην Κάλυμνο, όπου επιστρέφει κάθε καλοκαίρι. 
Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ έχοντας επιλέξει το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας και εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. 
Αγαπά τη ζωγραφική όσο και τη λογοτεχνία και συχνά η πρώτη γίνεται πηγή έμπνευσης και για τη δεύτερη.
Από τις εκδόσεις Σμίλη κυκλοφορεί το πρώτο της βιβλίο, μια εφηβική νουβέλα (Αθήνα, 2019) με τίτλο «ο Κάβος του φεγγαριού» ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησε και το δεύτερό της βιβλίο με μικρά πεζά από τις εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος (Αθήνα, 2021) με τίτλο «Ο Κήπος της μνήμης». Αρθρογραφεί στο ηλεκτρονικό έντυπο Artinews συμμετέχοντας με μικρά πεζογραφήματα.
Είναι μητέρα μιας υπέροχης κόρης.

Σάββατο 4 Δεκεμβρίου 2021

Νέες Κυκλοφορίες | Μαρία Χατζηχριστοδούλου - Ο Κήπος της μνήμης | Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ


Από τις εκδόσεις ΗΛΙΑΣ Ι. ΜΠΑΡΤΖΟΥΛΙΑΝΟΣ, κυκλοφόρησε το βιβλίο:

Ο Κήπος της μνήμης

Μικρά πεζά

 


Η συγγραφέας

Η Μαρία Χατζηχριστοδούλου γεννήθηκε το 1965 και μεγάλωσε στην Κάλυμνο, όπου επιστρέφει κάθε καλοκαίρι.

Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ έχοντας επιλέξει το τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας και εργάζεται ως εκπαιδευτικός στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Αγαπά τη ζωγραφική όσο και τη λογοτεχνία και συχνά η πρώτη γίνεται πηγή έμπνευσης και για τη δεύτερη.

Από τις εκδόσεις Σμίλη κυκλοφορεί το πρώτο της βιβλίο, μια εφηβική νουβέλα (Αθήνα, 2019) «ο Κάβος του φεγγαριού».

Αρθρογραφεί στο ηλεκτρονικό έντυπο Artinews συμμετέχοντας με μικρά πεζογραφήματα.

Είναι μητέρα μιας υπέροχης κόρης.

 

Το έργο:

«Αφήνω να μπαίνει το φως της θύμησης, ναι, το φως που με κάνει ν’ αναγνωρίζω το πρόσωπο που μου χάρισε ο Πόνος, ο Χρόνος, ο Έρωτας, η Χαρά. Κοιταζόμαστε στον καθρέφτη με αυτό το πρόσωπο και χαμογελάμε η μια στην άλλη».

Ο Πόνος, ο Χρόνος, ο Έρωτας διατρέχουν τις μικρές και μεγάλες ιστορίες αυτού του βιβλίου που η συγγραφέας επιλέγει να παρουσιάσει σε τρεις ενότητες υπαγορευμένες από τη φωνή της αφηγήτριας, μιας αφηγήτριας η οποία τις νύχτες στον Μυστικό της κήπο κρυμμένη διατρέχει τον δικό της Χρόνο.

Με αντίστροφη πορεία ανασύρει συναισθήματα, μνήμες και σκέψεις ξεκινώντας ως ώριμη γυναίκα για να καταλήξει στην κοριτσίστικη εσωτερική της φωνή, έτσι ώστε στην τελευταία ιστορία ν’ αποκαλύπτει ένα μυστικό «τόσο αδιανόητα σημαντικό, που για χάρη του αλλάζει η ροή του κόσμου».

Ένα τρυφερό βιβλίο αφιερωμένο στις γυναίκες, στα κορίτσια που θα γίνουν γυναίκες και στους άντρες που τις αγαπούν.

 

Α’ Έκδοση 2021

Τίτλος: Ο Κήπος της μνήμης

Μικρά πεζά

 

Συγγραφέας: Μαρία Χατζηχριστοδούλου

Πίνακας Εξωφύλλου: Γεύσω Παπαδάκη

Επιμέλεια: Νινέτα Πλυτά

ISBN: 978-618-5587-06-2

Σχήμα: 14 x 21

 

ΗΛΙΑΣ Ι. ΜΠΑΡΤΖΟΥΛΙΑΝΟΣ

Εκδόσεις

Τηλ. 210 38 35 421

e-mail: info@bartzoulianos.com

Facebook: Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος

Instagram: bartzoulianos_editions

Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

Βιβλιοπαρουσίαση | Μάνος Ελευθερίου - Μαλαματένια Λόγια | Νινέτα Πλυτά



Χτες κυκλοφόρησε στα βιβλιοπωλεία από τις εκδόσεις Μεταίχμιο ένα σημαντικό αυτοβιογραφικό κείμενο για τον Μάνο Ελευθερίου...
...τον ποιητή, τον στιχουργό, τον λογοτέχνη, μα για μένα πάνω απ' όλα τον μεγάλο Συριανό του οποίου η αγάπη για τη γενέτειρά του επηρέασε όλες τις πτυχές του έργου του.
Για τους περισσότερους είναι ένας μεγάλος καλλιτέχνης που με τα κείμενα και τους στίχους του συντροφεύει πολλούς ανθρώπους ακόμη και μετά την αναχώρηση του για "των αγγέλων τα μπουζούκια".
Για τους Συριανούς όμως είναι και κάτι παραπάνω: ένα φωτεινό παράδειγμα ανιδιοτελούς προσφοράς στον γενέθλιο τόπο. Μιας προσφοράς που πήγαζε από την γνήσια αγάπη για τη Σύρα του, μια αγάπη που δεν κατάφεραν να διαβρώσουν ούτε ο χρόνος ούτε η μακροχρόνια διαμονή του στην πρωτεύουσα.
Η προσφορά αυτή θέτει τα θεμέλια για μας, τις επόμενες γενιές, να συνεχίσουμε το πολιτιστικό του έργο, να προσφέρουμε ο καθένας με τον τρόπο του στο νησί μας και στην ανάδειξη της ιστορίας του και να αποδείξουμε ότι το σπίτι ίσως και να μη γέμισε με λύπη γιατί οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχνάμε. Και η Σύρος δεν προτίθεται να ξεχάσει τον Μάνο Ελευθερίου.

Υ.Γ. Δεν ξέρω για εσάς αλλά εγώ επισκέφτηκα ήδη το βιβλιοπωλείο. Μάρτυς μου η φωτογραφία. 😊

Περιγραφή βιβλίου

Η ιδέα να συγγράψουμε, συνομιλώντας με τον Μάνο Ελευθερίου, τη βιογραφική (μυθ)ιστορία του μας ήρθε όπως έρχονται οι ωραίες ιδέες. Τυχαία, μια αυγουστιάτικη βραδιά στις κοινές μας διακοπές, το 2010. Τον γνωρίζαμε ήδη μερικά χρόνια, έχοντας αναπτύξει μια φιλική σχέση. Τον ξέραμε όμως καλά, πολλά χρόνια πριν από αυτή τη γνωριμία, μέσα από το έργο του, που είχε σημαδέψει τη νεότητά μας. Όταν του αποκαλύψαμε, Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου, τις προθέσεις μας, δεν απάντησε τίποτα σαφές. Είπε μόνο: «Σας περιμένω την Κυριακή στις 10.30». Έτσι, για τα επόμενα τρία χρόνια συναντιόμασταν τα κυριακάτικα πρωινά, στο σπίτι του στο Νέο Ψυχικό, και εκείνος, καθισμένος στην πολυθρόνα του, ορμώμενος από τις ερωτήσεις μας, άφηνε αβίαστη τη μνήμη του να κυλάει σε τόπους
όπου τον πήγαινε η ανάμνηση και το συναίσθημα.

Θυμάμαι ότι έφευγα από το σχολείο και πήγαινα σπίτι μου για να γράψω το ίδιο ποίημα εκατό φορές. Είχα ανακαλύψει πώς να γράφω το ίδιο πράγμα με διαφορετικούς τρόπους, κάτι που μου έμεινε σε όλη μου τη ζωή.

Η έκδοση περιλαμβάνει σπάνιο αρχειακό υλικό.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το βιβλίο εδώ


Τα τραγούδια που αναφέρονται παραπάνω:

Στων αγγέλων τα μπουζούκια - Νικολόπουλος & Ασλανίδου (Στην υγειά μας, Alpha)


Ρημαγμένοι Κήποι (Το σπίτι γέμισε με λύπη) - Μανώλης Μητσιάς



Μαλαματένια Λόγια - Νταλάρας, Πασχαλίδης, Μακεδόνας,
Μπάσης, Στρατηγού, Καρακώστα, Νικολαΐδου (Στην υγειά μας, Alpha)




Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2021

Mε αφορμή ένα ντοκιμαντέρ "αναζητήσαμε" τον Καζαντζάκη | Νινέτα Πλυτά


Από μικρή μού άρεσε πολύ το διάβασμα. Διάβαζα τα πάντα: βιβλία, εφημερίδες, περιοδικά. Ακόμα και το επόμενο κείμενο στο βιβλίο των αγγλικών. Κι όμως, όταν άρχισα να διαβάζω ‘’κλασική’’  ελληνική λογοτεχνία,  απέρριψα έναν συγγραφέα:  τον Καζαντζάκη.



Κάποτε στο σχολείο κάναμε ένα απόσπασμα του Καζαντζάκη απ’ τη σειρά Ταξιδεύοντας  (ν α σημειωθεί ότι, μάλλον, ήταν στο μάθημα της Έκθεσης, δεν δινόταν δηλαδή έμφαση στον Καζαντζάκη ως λογοτέχνη, τον οποίο δε διδάχτηκα ποτέ στα σχολικά μου χρόνια, οπότε  το κείμενο λειτουργούσε βοηθητικά). Το κομμάτι που διάβασα μου άρεσε κι έτσι έπιασα ένα βιβλίο απ’ αυτή τη σειρά.  Δεν θυμάμαι ακριβώς την εντύπωση που μου άφησε.  Θυμάμαι όμως ότι μου φάνηκε δύσκολο κι έτσι το σταμάτησα στις πρώτες σελίδες (παρόλο που δεν συνηθίζω να αφήνω ένα βιβλίο στη μέση).  Από τότε,  ο Καζαντζάκης κατέλαβε στο μυαλό μου τη θέση του δυσνόητου και άρα μη προτεινόμενου.

Έφτασα στο 4ο έτος της Φιλολογίας για να ξαναέρθω σε επαφή με τον Καζαντζάκη (πέρα απ’ την καθημερινή οπτική επαφή με την μπορντό σκληρόδετη έκδοση κάποιων έργων  του στη βιβλιοθήκη του σπιτιού μου που παρέμενε τυπική και από απόσταση). Στο πλαίσιο του μαθήματος της Λογοτεχνίας, παράλληλα με κάποια αποσπάσματα που διδαχτήκαμε,  ακούσαμε  πληροφορίες για την πολυταξιδεμένη  ζωή του και το εκτενέστατο αλλά και πολυμεταφρασμένο έργο του.  Από τότε,  άρχισα να τον βλέπω με άλλο μάτι. Ξαφνικά τα κείμενα δεν έμοιαζαν  τόσο δυσνόητα και οι εκτενείς και συναισθηματικά φορτισμένες περιγραφές του έγιναν ευπρόσδεκτες. Όλα αυτά με οδήγησαν στον κινηματόγραφο Δαναό όπου παίχτηκε για 4 παραστάσεις το ντοκιμαντέρ  Αναζητώντας τον Καζαντζάκη   (που αποτελεί και την αφορμή αυτού του κειμένου), το οποίο μου επιβεβαίωσε ότι ο Καζαντζάκης είναι, χωρίς υπερβολές,  απ’ τα must της ελληνικής λογοτεχνίας (αν όχι της παγκόσμιας).

Στο, διάρκειας 93 λεπτών,  ντοκιμαντέρ μίλησαν ακαδημαϊκοί, μεταφραστές, ηθοποιοί, ποιητές και άλλοι που γνώριζαν  τον συγγραφέα είτε αυτοπροσώπως είτε μέσα απ’ τη μελέτη του έργου του ενώ διαβάστηκαν και αποσπάσματα απ’  τα έργα του με φόντο εικόνες απ’ τα μέρη που επισκέφτηκε και έζησε. Στη συνέχεια του παρόντος κειμένου  θα εστιάσω στα στοιχεία που μ’ έκαναν να αλλάξω γνώμη τόσο απότομα και ριζικά για τον συγκεκριμένο συγγραφέα .

Αρχικά, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει τη μεγάλη απήχηση που είχε (και συνεχίζει να έχει)  το έργο του παγκοσμίως και συνεπώς οδηγεί στην εύλογη απορία: γιατί οι Έλληνες τον αντιμετωπίζουν με τόση επιφυλακτικότητα ενώ οι ξένοι τον εκτιμούν και με το παραπάνω; Τίτλοι όπως: Ασκητική, Ο Χριστός ξανασταυρώνεται, Ο Τελευταίος Πειρασμός, Αναφορά στον Γκρέκο  κ.ά. είναι γνωστοί ακόμη και σε μη αναγνώστες του. Ειδικά το έργο του Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά  (το οποίο μεταφράστηκε σε 50 γλώσσες), μέσα από την κινηματογραφική μεταφορά του Μιχάλη Κακογιάννη  συνέδεσε έντονα τους Έλληνες με το συρτάκι και τον λεγόμενο Χορό του Ζορμπά στη συνείδηση των ξένων  (ίσως λανθασμένα κατά τη γνώμη των ομιλητών του ντοκιμαντέρ ).

Ο Καζαντζάκης κατηγορήθηκε για έλλειψη ενότητας στη σκέψη του καθώς επηρεαζόταν από κάθε είδους θεωρία, πολιτική/οικονομική/θρησκευτική, π.χ. τον Μαρξισμό και τον Βουδισμό. Οι ομιλητές αναγνωρίζουν ως λογική αυτή την ‘’κατηγορία’’  αλλά ερμηνεύουν τη στάση του συγγραφέα υποστηρίζοντας ότι αγαπούσε πολύ τον άνθρωπο και είχε θέσει ως στόχο του να βρει μέσα απ’ το έργο του την ιδεολογία εκείνη που θα τον καθιστούσε υπεύθυνο της μοίρας του.  Απώτερος στόχος δηλαδή αυτής της συνεχούς πνευματικής μετανάστευσης,  που αποτελούσε υπαρξιακή αγωνία και του ίδιου, ήταν η ανακάλυψη του τρόπου που θα οδηγήσει τον άνθρωπο στην ελευθερία, κάτι που δεν βρήκε σε μία μόνο θεωρία και γι’ αυτό επέλεξε να κατασκευάζει ένα ψηφιδωτό  από κομμάτια θεωριών το οποίο ανανεωνόταν συνεχώς.

Επιπλέον, μέσα από το ντοκιμαντέρ  μαθαίνουμε για τη φιλία του Καζαντζάκη με τον Άγγελο Σικελιανό η οποία προέκυψε από ένα κοινό τους όραμα: να ιδρύσουν μια νέα θρησκεία. Παρά την αμοιβαία πνευματική τους έλξη οι δρόμοι τους χώρισαν καθώς, όπως είπε ο Σικελιανός, εκείνος σκεφτόταν με το συναίσθημα ενώ ο Καζαντζάκης με τη λογική. Μαθαίνουμε ακόμη  για την αγάπη του Καζαντζάκη για τη γλώσσα και την ευθύνη που είχε απέναντι στη γραφή του. Μάλιστα,  στο ντοκιμαντέρ αναφέρεται ένα περιστατικό όπου ο Καζαντζάκης έτρεχε αλλόφρων στο λιμάνι του Ηρακλείου και όταν ερωτήθηκε από περαστικό που τον αναγνώρισε αν του συμβαίνει κάτι, η απάντηση που έλαβε ήταν << Ψάχνω μια λέξη>>. Τέλος, αρκετός λόγος γίνεται για την κινηματογραφική μεταφορά του Τελευταίου Πειρασμού απ’ τον Σκορτσέζε και τη στάση της Εκκλησίας απέναντι σ’ αυτήν (στην Ελλάδα σταμάτησε να προβάλλεται  στους κινηματογράφους λόγω των διαμαρτυριών που προκλήθηκαν) ενώ τονίζεται ότι ο Καζαντζάκης δεν αφορίστηκε ποτέ (εν αντιθέσει με τη γενικότερη πεποίθηση) παρά το γενικότερο εχθρικό κλίμα εναντίον του. Μάλιστα,  η ιδέα του να παρουσιάσει το Χριστό πάνω στο Σταυρό να φαντάζεται πώς θα ήταν αν ζούσε μια φυσιολογική ανθρώπινη ζωή θεωρήθηκε απ’ τους μελετητές μια έξυπνη ιδέα για να γίνει αντιληπτό στο αναγνωστικό κοινό το δίλημμα μεταξύ σάρκας και πνεύματος.

Τα παραπάνω, νομίζω, επαρκούν  ως αντεπιχειρήματα στην αρκετά διαδεδομένη άποψη ότι ο Καζαντζάκης ήταν ένας άθεος και δύστροπος συγγραφέας. Κάθε συγγραφέας έχει τη μοναδικότητά του τόσο ως προς το χαρακτήρα του όσο και ως  προς τον τρόπο γραφής  του. Ο Καζαντζάκης  μέχρι και σήμερα προβληματίζει τους μελετητές της λογοτεχνίας στο να τον κατατάξουν σε μια συγκεκριμένη κατηγορία λόγω της ποικιλομορφίας του έργου του, τόσο ως προς τον όγκο όσο και ως προς τις ιδέες. Αυτός είναι ο λόγος που στην αρχική μου αναφορά στην κλασική ελληνική λογοτεχνία,  ο όρος κλασική μπήκε σε εισαγωγικά. Αυτός όμως είναι και ο λόγος που τον καθιστά τόσο αγαπητό παγκοσμίως!

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το ντοκιμαντέρ: εδώ.

(Το ντοκιμαντέρ αυτό αποτελεί ένα μέρος της συνολικής παραγωγής που προβλήθηκε σε 3 επεισόδια στο COSMOTE TV.)

Και κάποιες ρήσεις του μεγάλου συγγραφέα:
  • Ό,τι δεν συνέβη ποτέ, είναι ό,τι δεν ποθήσαμε αρκετά.
  • Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα.
  • Ο σωστός δρόμος είναι ο ανήφορος.
  • Μια αστραπή η ζωή μας... μα προλαβαίνουμε



Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2021

Γρηγόριος Ξενόπουλος: Ο αισθαντικός Ζακυνθινός μυθιστοριογράφος | Νινέτα Πλυτά


Σαν σήμερα το 1951 πεθαίνει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, "ο αγαπημένος μου κλασικός" όπως τον λέω συχνά. Τον γνώρισα μέσα από το βιβλίο της Λένας Μαντά "Έρωτας σαν βροχή", το οποίο αξιοποιεί με αρκετά ευρηματικό τρόπο την πλοκή της "Αναδυομένης" του Ξενόπουλου, που ήταν και το πρώτο βιβλίο του που διάβασα.

Για μένα ο Ξενόπουλος είναι ο πρόδρομος των σημερινών κοινωνικών μυθιστορημάτων, που συχνά λαμβάνουν τον χαρακτηρισμό "γυναικεία λογοτεχνία" κυρίως γιατί έχουν ερωτικό περιεχόμενο (και -ως γνωστόν- το ερωτικό περιεχόμενο θεωρείται ελαφρύ και συνεπώς γυναικείο -no further comments). Μάλιστα, είχε κατηγορηθεί και ο ίδιος ότι γράφει ελαφρά κυρίως γιατί έγραφε πολύ και συχνά (έγραψε πάνω από 80 μυθιστορήματα και πλήθος διηγημάτων), δίνοντας αφορμή στους λογοτεχνικούς του εχθρούς να του ασκήσουν κριτική. Το γεγονός ότι διαφορετικά έργα του δημοσιεύονταν ταυτόχρονα σε πολλές εφημερίδες, και μάλιστα σε συνέχειες, ενίσχυε αυτό τον ισχυρισμό όπως και το ότι βιοποριζόταν απ' αυτά (γεγονός κατακριτέο για έναν λογοτέχνη που σεβόταν τον εαυτό του).

Στην κριτική που του ασκήθηκε απαντούσε με ποικίλους τρόπους: ένας ήταν με τους ιδιαίτερους προλόγους που έγραφε στα μυθιστορήματά του, στους οποίους εξηγούσε το πώς και το γιατί γράφει. Ένας ακόμη είναι μέσα από την μυθιστορηματική αυτοβιογραφία του "Η ζωή μου σαν μυθιστόρημα" όπου σκιαγραφεί αρκετά παραστατικά την εποχή και τα αίτια που οδήγησαν στην κριτική ενώ δεν διστάζει να εντοπίσει και δικά του μειονεκτήματα.

Ένας ακόμη λόγος που αγαπώ τον Ξενόπουλο είναι η θέση της γυναίκας στα έργα του. Με μια γρήγορη ματιά στην εργογραφία του γίνεται φανερό ότι αρκετοί τίτλοι είναι γυναικεία ονόματα ή επίθετα θηλυκού γένους. Οι γυναίκες στα μυθιστορήματά του όχι μόνο έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο αλλά πολλές φορές επαναστατούν (που ακούστηκε κάτι τέτοιο για εκείνη την εποχή;). Οι ηρωίδες του είτε δεν διστάζουν να αντιδράσουν απέναντι στα ήθη της εποχής είτε παρουσιάζονται ως μοιραίες δίνοντας στο ανδρικό φύλο το ρόλο του δευτεραγωνιστή. Μάλιστα, ο τρόπος που σκιαγραφεί ο Ξενόπουλος τη σχέση των δύο φύλων τον καθιστά προσφιλή επιλογή για τη διδασκαλία της Λογοτεχνίας στην Α Λυκείου στον θεματικό κύκλο "τα φύλα στη Λογοτεχνία".

Τέλος, θεωρώ ότι λόγω της κατανοητής του γλώσσας, των αρκετά εκσυγχρονισμένων για την εποχή του ιδεών και της έντονης δράσης τα έργα του μπορούν να αποτελέσουν ενδιαφέροντα αναγνώσματα για μικρούς (πέρα από  μεγάλους)  και ίσως έναυσμα για βαθύτερη ενασχόληση με τη λογοτεχνία. Άλλωστε ο Ξενόπουλος είχε εμπειρία στην δημιουργία στενών σχέσεων με παιδιά μέσω της γραφής ήδη από το περιοδικό "η Διάπλασις των Παίδων", όπου έγραφε μέχρι τα 80 του χρόνια με την υπογραφή ''Σας ασπάζομαι, Φαίδων''.

Για ένα σύντομο βιογραφικό του Γρηγορίου Ξενόπουλου πατήστε εδώ.



Με δικά του λόγια:

  • "Ίσως υπάρχουν γυναίκες που υποπτεύονται ότι δεν είναι ωραίαι, αλλά δεν υπάρχει ποιητής που να μην έχη την βεβαιότητα ότι είναι μεγάλος."
*
  • "Μα έτσι εύκολα αλλάζουν οι άνθρωποι τις ιδέες τους; Κι από τις ιδέες πάλι του κόσμου, μόνο τις πιο σωστές, τις πιο λογικές πρέπει να κοιτάμε και να σεβόμαστε; Ή και τις πιο δυνατές, τις βαθιά ριζωμένες; Μα την αλήθεια, αυτές καμιά φορά απαιτούν σεβασμό μεγαλύτερο…"

Υ.Γ. Τα μυθιστορήματα του Ξενόπουλου κυκλοφορούν αυτό το διάστημα στα περίπτερα με μία από τις κυριακάτικες εφημερίδες!

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Βιβλιοκριτική | Τσαρλς Ντίκενς - Μια Χριστουγεννιάτικη Ιστορία | Νινέτα Πλυτά


Ο σελιδοδείκτης της φωτογραφίας 

      (που είναι και ένας από τους αγαπημένους μου) 

  είναι φτιαγμένος από την @bookish.jasmine.


Από την ίδια εφημερίδα που πήρα τα χριστουγεννιάτικα διηγήματα του Τσέχοφ πήρα και τη συγκεκριμένη έκδοση της "Χριστουγεννιάτικης Ιστορίας" του Τσαρλς Ντίκενς. Διπλή η χαρά λοιπόν, όχι μόνο γιατί είναι δύο βιβλία αλλά επειδή, πρώτον, είναι δύο βιβλία χριστουγεννιάτικα και δεύτερον... Το δεύτερο θα σας το πω ευθύς αμέσως.

Ανοίγω λοιπόν την πρώτη σελίδα αυτού του μικρού αλλά πανέμορφου (δείτε εξώφυλλο!!!) βιβλίου, ξεκινάω να διαβάζω και μια σκέψη με χτυπά κατακούτελα: είναι η πρώτη φορά που διαβάζω αυτή την ιστορία! Εγώ, μια λάτρης των βιβλίων και των Χριστουγέννων, να μην έχω διαβάσει την πιο γνωστή χριστουγεννιάτικη ιστορία! Αφήνω στην άκρη τους αναστοχασμούς και τις διερωτήσεις σχετικά με τις αιτίες αυτού του κακού και πέφτω με τα μούτρα στο διάβασμα. 

Η ιστορία είναι, φαντάζομαι, σε όλους γνωστή γι' αυτό θα εστιάσω στις σκέψεις που μου προκάλεσε η ανάγνωσή της. Και λέω η ανάγνωση γιατί όπως προανέφερα, δεν είχα ποτέ διαβάσει την ιστορία αλλά τη γνώριζα όπως οι περισσότεροι από τις άπειρες μεταφορές της στη μικρή και μεγάλη οθόνη καθώς και από την παράσταση του Εθνικού Θεάτρου που είδα πέρσι.

Αρχικά, θα ήθελα να σχολιάσω το είδος του αφηγητή που επιλέγει ο συγγραφέας, όχι επειδή είμαι φιλόλογος αλλά επειδή έχει μεγάλη σημασία για τα συναισθήματα που μου προκάλεσε αυτό το βιβλίο (ξανατονίζω βιβλίο, γραπτό κείμενο, όχι εικόνες σκηνοθετημένες, επιτυχώς μεν αλλά προκαθορισμένες από άλλους). Ο αφηγητής εδώ είναι μεν τριτοπρόσωπος και παντογνώστης αλλά είναι και συναισθηματικά παρών στην ιστορία μέσα από τα εύστοχα σχόλιά του. Μου άρεσε πολύ ο σαρκασμός του προς την κοινωνία και τα κακώς κείμενα γενικότερα αλλά και προς τον τσιγκούνη, γκρινιάρη Σκρουτζ ειδικότερα. Μάλιστα, πολλές φορές απευθύνεται και στον ίδιο τον αναγνώστη, μετατρέποντας την αφήγηση σ' έναν εν δυνάμει διάλογο... με την καρδιά και τα συναισθήματα του αναγνώστη θα έλεγα. Μου άρεσε τόσο πολύ αυτή η επιλογή, η οποία έκανε κάπως πιο ανάλαφρο το κείμενο, παρά τις μεγάλες, και όχι πάντα τόσο ευχάριστες, αλήθειες που θ' ακολουθούσαν. Και εκεί ήταν που πρόσεξα ότι αυτή η επαφή με τους θεατές λείπει μερικές φορές από μια οπτική μεταφορά του βιβλίου είτε λόγω δραματουργικών συμβάσεων είτε χάριν συντομίας. Γι' αυτό και συνιστώ ανεπιφύλακτα να διαβάσετε ΚΑΙ το βιβλίο.

Κάτι που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν η εμφάνιση του Πνεύματος των Παρόντων Χριστουγέννων, το οποίο φαίνεται σαν ηλικιωμένος αλλά με νεανική μορφή. Ο αφηγητής αυτό το αποδίδει έμμεσα στην πνευματική γαλήνη του Πνεύματος, η οποία και φαίνεται να εξασθενεί προς το τέλος, λόγω του ότι έχει μοιράσει το φως που διαθέτει. Το επισημαίνω αυτό γιατί κάτι ανάλογο διάβασα και στο ''Άλεφ'' του Coelho πρόσφατα (η άποψή μου γι' αυτό θα ανέβει αργότερα). Είναι αυτό που λέμε συχνά για την παιδική ψυχή και την παιδική λάμψη που μπορεί να 'χει ένας ενήλικας που αγαπά τη ζωή και τους γύρω του.

Ακόμη, αναρωτήθηκα κάτι σχετικά με το Πνεύμα των Μελλοντικών Χριστουγέννων: γιατί επιλέγεται να είναι σκοτεινό, τρομακτικό και σιωπηλό; Γιατί να μην είναι φωτεινό και πρόσχαρο όπως το Πνεύμα των Παρόντων Χριστουγέννων; Αυτά τα ερωτήματα δεν τα θέτω στον Ντίκενς γιατί καταλαβαίνουμε όλοι τι ήθελε να υποδηλώσει. Τα θέτω σ' εσάς και σ' εμένα.

Διαβάζοντας το κεφάλαιο του τελευταίου Πνεύματος συνειδητοποίησα και κάτι άλλο: το τρομερό σασπένς και την αγωνία που βιώνει ο Σκρουτζ μέχρι να καταλάβει ποιος είναι ο νεκρός που βλέπει μπροστά του. Περνάνε κάμποσες σελίδες (22 για την ακρίβεια, στη συγκεκριμένη έκδοση) και τότε είναι που βλέπει το όνομά του στην ταφόπλακα και τρομοκρατείται. Όλο αυτό το σασπένς εμείς το ζήσαμε την πρώτη φορά που είδαμε την ταινία. Δεν θυμάμαι πόσο διαρκούσε η αναμονή αλλά φαντάζομαι ότι το βιβλίο θα χρειαζόταν περισσότερο χρόνο που συνεπάγεται μεγαλύτερη κορύφωση της αγωνίας και άρα μεγαλύτερη κατανόηση του αναγνώστη για τον πρωταγωνιστή (κατά τη γνώμη μου πάντα).

Τέλος, κλείνοντας το βιβλίο δεν μπόρεσα να μην αναλογιστώ τη βαρύτητα όλων όσων θίχτηκαν, που γράφτηκαν κοντά 2 αιώνες πριν κι όμως είναι ακόμα τόσο επίκαιρα. Αφενός αυτό με κάνει ν' αγαπήσω περισσότερο τη Λογοτεχνία και τη δύναμή της αφετέρου λυπάμαι που αυτή η δύναμη δεν είναι αρκετή να εξαλείψει όλα αυτά που κατακρίνει ο Ντίκενς, τόσο τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά όσο και τα κοινωνικά προβλήματα. Δυστυχώς, όπως είχε πει κι ο Θουκυδίδης, όσο η ανθρώπινη φύση μένει ίδια, κάποιες καταστάσεις θα επαναλαμβάνονται (προσαρμοσμένες στις εκάστοτε συνθήκες βέβαια). Νομίζω όμως ότι με αυτή του την προσφορά στην παγκόσμια λογοτεχνία (γιατί περί παγκόσμιας εμβέλειας μιλάμε) ο Ντίκενς συνέβαλε με τον τρόπο του στην ευαισθητοποίηση των ανθρώπων, έστω κι αν για πολλούς ισχύει μόνο κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων, έστω κι αν διαρκεί όσο μια ταινία ή ένα βιβλίο 134 σελίδων. 

Σχόλια για την έκδοση: Αγάπησα το εξώφυλλο! Γραμματοσειρά σε κανονικό μέγεθος, σελίδες 134, εννοείται πως η ιστορία είναι τόσο για παιδιά όσο και για ενήλικες.

Αγαπημένα αποσπάσματα (σκέφτηκα να τα παραλείψω λόγω έκτασης του άρθρου αλλά θέλω να σας δώσω μια ιδέα από το κείμενο οπότε σας παραθέτω 5 αποσπάσματα που επέλεξα (όσα και τα κεφάλαια του βιβλίου)):
  • Σε αυτό εδώ το βιβλιαράκι με τα Πνεύματα επιχείρησα να γεννήσω το Πνεύμα μιας Ιδέας που δεν θα φέρει δυσθυμία στους αναγνώστες μου ούτε προς τον εαυτό τους τον ίδιο, ούτε προς τον συνάνθρωπο, ούτε προς τις ημέρες αυτές, ούτε προς εμένα. Είθε να στοιχειώσει τα σπιτικά τους ευχάριστα και κανείς να μη θελήσει να το χαλάσει. 
Ο πιστός Φίλος και 
Υπηρέτης τους, 
Τσαρλς Ντίκενς
Δεκέμβριος, 1843

  •   [...] θα μ' ευχαριστούσε, πραγματικά το ομολογώ, να είχα έστω και την ελάχιστη ελευθερία ενός παιδιού αλλά να ήμουν όσο άντρας χρειάζεται για να ξέρω την αξία της. (εύστοχο απόσπασμα αλλά και ενδεικτικό της παρουσίας του αφηγητή που προανέφερα) (σελ.62)

  • ''Υπάρχουν μερικοί σ' αυτή τη γη που κατοικείτε'' απάντησε το Πνεύμα (των Παρόντων Χριστουγέννων) ''που ισχυρίζονται πως με γνωρίζουν και που κάνουν πράξεις πάθους, αλαζονείας, κακίας, μίσους, φθόνου, μισαλλοδοξίας κι εγωισμού στο όνομά μου και οι οποίοι είναι τόσο ξένοι σε εμένα και στο σόι μου ολόκληρο λες και δεν έζησαν ποτέ τους. Να το θυμάσαι αυτό και τις πράξεις τους να τις επιρρίπτεις στους ίδιους κι όχι σε εμένα'' (σελ.76)

  • Μετά από λίγο έπαιξαν παιχνίδια της παρέας, γιατί είναι καλό να είσαι παιδί καμιά φορά και ποτέ δεν είναι καλύτερη ώρα απ' τα Χριστούγεννα, όταν ο μεγαλοδύναμος Θεμελιωτής τους ήταν παιδί κι ο ίδιος. (σελ.95)

  • Θα τιμώ τα Χριστούγεννα στην καρδιά μου και θα προσπαθήσω να τα κρατώ όλη τη χρονιά. Θα ζω στο Παρελθόν, στο Παρόν και στο Μέλλον. Τα Πνεύματα και των Τριών θα αγωνίζονται μέσα μου. Δεν θα κλείσω απέξω τα μαθήματα που διδάσκουν. Ω, πες μου αν μπορώ να σβήσω τ' όνομα από την πλάκα! (σελ.124, τα λόγια του Σκρουτζ όταν αναγνωρίζει το όνομά του στην ταφόπλακα. Σαν όρκος μου ακούγονται!)


Αξιοποιώντας κι εγώ (και αλλάζοντας λίγο) μια φράση του Ντίκενς που χαρακτηρίζει τον Σκρουτζ ως ''πατέρα μιας μακράς, μακράς διαδοχής λαμπερών γέλιων'', σας εύχομαι η ιστορία αυτή να γίνει η μητέρα ''μιας μακράς, μακράς διαδοχής λαμπερών γέλιων''.

Καλή χρονιά με υγεία, αγάπη, χαμόγελα και πολλά βιβλία!

Υ.Γ. Μπορεί τα Χριστούγεννα να έχουν περάσει εδώ και μέρες και οι γιορτές να φτάνουν σιγά σιγά στο τέλος τους όμως το βιβλίο αυτό αναφέρεται σε μια στάση ζωής (μια Ιδέα κατά τον Ντίκενς) που θα έπρεπε να έχουμε όλη τη χρονιά, όπως λέει και ο ίδιος ο Σκρουτζ στο τελευταίο απόσπασμα!