Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φωτεινή Κονταργύρη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Φωτεινή Κονταργύρη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 22 Δεκεμβρίου 2018

Αρθραλγία | Φωτεινή Κονταργύρη

Απέραντη ησυχία 
ανηλεώς χτυπά τα ακουστικά μου τύμπανα
10 μμ στη Neverland της ορεινής Χαλκιδικής.
Πριν από λίγα λεπτά 
τυχαία βρέθηκα στη μάζωξη των τριζονιών, 
όταν έπεσε για τα καλά το σκοτάδι.
Σου τηλεφώνησα να ’ρθεις κι εσύ, 
εσπευσμένα, να παρευρεθείς.
«Πονάνε τα γόνατά μου» είπες
σαν από συνήθεια. 
Κι από αντίδραση έβλεπες ποδόσφαιρο.
Όσο σε άκουγα,
τα τριζόνια -το ’νιωσα- προσβλήθηκαν
που είχα αυτιά μόνο για σένα
κι εξαφανίστηκαν.

Θα μπορούσα κι εγώ σαν τριζόνι 
-λιγότερο εύθικτο η αλήθεια είναι-
να σου πω πολλά,
τα ίδια λόγια ξανά και ξανά
με λαχτάρα
επίμονα, δυνατά, αφοσιωμένα,
να ελπίζω στα λόγια,
να σε περιμένω,
μέχρι να θυμηθείς με λόγια ή χωρίς.

Όμως απέραντη ησυχία
ανηλεώς χτυπά τα ακουστικά μου τύμπανα
περασμένα μεσάνυχτα στη Neverland της ορεινής Χαλκιδικής.
Είναι που ξέρω, 
-μα γιατί πρέπει να ξέρω;-
πως 
όσο επίμονα, 
δυνατά και αφοσιωμένα,
σαν άλλο τριζόνι σου πω 
ξανά και ξανά 
με λαχτάρα 
«Μου λείπεις»,
σαν από συνήθεια 
θα αρκεστείς να πεις:
«Πονάνε τα γόνατά μου».
Κι από αντίδραση …
… θα δεις ποδόσφαιρο.



(Αύγουστος 2009)

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018

1975 | Φωτεινή Κονταργύρη


Σήμερα ξύπνησα παιδί.
Παίζω με πλαστελίνες κόκκινες σε θαλασσί κόντρα πλακέ. 
Τα παιδικά χεράκια μου γεμίζουν μαρκαδόρους.
Ντύνω το αρκούδι μου με μια πλισέ φουστίτσα μπλε
και το τραβολογώ μαζί μου. 
Πώς έγινε αυτό, σπάω το κεφάλι μου, δεν ξέρω.
Χτες βράδυ πιάτα έπλενα και το μεγάλο αντικολλητικό τηγάνι.
Καθάριζα επιμελώς τον πάγκο στην κουζίνα με ένα καινούριο σφουγγαράκι.
Τώρα κατρακυλώ μια ρόδα με ξυλάκι, 
με αυτή γυρίζω στα δωμάτια
και εκείνη κουδουνίζει.
Φορώ καρό κοντό παντελονάκι - βλέπε φωτογραφίες 1975.
Δες με! Με κίτρινο μερσεριζέ μπλουζάκι 
και κόκκινα παπούτσια με λουράκι.
Αφού εγώ να σφουγγαρίσω έλεγα
-δεν ήξερα αν φτάνει η παρκετίνη-
να κατεβάσω κανένα ρούχο χειμωνιάτικο μου είπανε
γιατί έβγαλε ψύχρα.
Δουλειά -το έβλεπα- μαζεύτηκε πολλή
και 5-6 τηλεφωνήματα κάποια στιγμή να γίνουν. 
Όμως ανέμελη μικρή παίζω με τις κουκλίτσες
που ολόγυρά μου αράδιασα και λέω παραμύθια.
Ξεμαλλιασμένες όλες τους, 
γυμνές και πάλι ωραίες.
Ώρες με περιμένανε να φτιάξω τις πλεξούδες.
Είμαι η μαμά τους η καλή, 
παιδιά μου είναι όλες, 
πόσο πολύ τις αγαπώ ούτε κι εγώ το ξέρω. 
Σα να θυμάμαι σίδερο πως έπρεπε να βάλω
και εκείνο τον βασιλικό ξανά να τον ποτίσω.
Πού πήγανε τα χρόνια μου
και πού οι ως χτες φροντίδες; 
Πώς έγινα ξανά παιδί
να ξεφυλλίζω τις πρώτες μου σελίδες; 
Ίσως και να ’ναι όνειρο
και πάλι να ξυπνήσω, 
να ’μαι λίγο πιο ώριμη, 
να ξέρω να απαντήσω.







Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Δυο τρεις σκέψεις καθαρές | Φωτεινή Κονταργύρη

Όταν η Ποίηση κοιτάζεται στον ολόσωμο καθρέφτη του Χρόνου,
βλέπει την Αλήθεια απέναντι να της κλείνει το μάτι με νόημα. 
Τότε καταλαβαίνει πως είναι πάλι έτοιμη για το ταξίδι εκείνο
που από καιρού εις καιρόν πραγματοποιεί. 
Χωρίς άλλη καθυστέρηση και με ενθουσιασμό πεντάχρονου παιδιού
παίρνει τους στίχους αποσκευές, 
κάνει βιαστικά τον σταυρό της
και φεύγει, για να γνωρίσει τον κόσμο.
Τι άλλο μπορεί να αποτελεί 
αποστολή και λόγο ύπαρξης για την Ποίηση 
παρά μονάχα η σύλληψη μιας στιγμής στην αιωνιότητα,
που σαν γοργόφτερο πουλί χάνεται στον ορίζοντα,
σαν φύσημα του αέρα γίνεται σύννεφο, βροχή
κι ύστερα ενώνεται με τη θάλασσα; 
Δεν είναι το συνταίριασμα λέξεων εύηχων πλην όμως κενών η Ποίηση,
δεν είναι καν δημιουργία εντυπώσεων
ούτε και βαθυστόχαστα μηνύματα-διδάγματα-ιδέες μεγάλες,
φουσκωμένες ή ξεφούσκωτες.
Είναι απλώς δυο τρεις σκέψεις καθαρές 
- μπορεί και περισσότερες -
φρεσκοπλυμένες, που πρώτα δοκιμάστηκαν
αμέτρητες φορές στις μυλόπετρες της Αλήθειας
κι ωστόσο άντεξαν.
Ότι απομένει στη στιγμή, απ’ τη στιγμή την ίδια,
αυτό είναι η Ποίηση που αντέχει μες τον Χρόνο.



Φωτεινή Κονταργύρη 
(Φθινόπωρο του 2015)

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2018

Ποιητική αδεία | Φωτεινή Κονταργύρη


Βετεράνοι Απόστολοι των Εθνών,
γι’ αλλού κινήσατε γι' αλλού
- για πού; -
κι αλλού η ζωή σας πάει.
Πού; Γνωρίζετε; Έχετε την παραμικρή ιδέα;
Ξεσκονίστε τώρα την επιλεκτική σας μνήμη.
Μπορείτε κι εσείς να αθληθείτε.
Καθαρίστε τους λεκέδες της ψυχής,
ναι ναι, αυτούς που κάνατε εσείς ρίχνοντας καφέ ελληνικό με χέρια που έτρεμαν απ’ την κούραση,
αλλά και αυτούς που σας έκαναν άλλοι με τα σταθερά τους χέρια
και εσείς επιτηδευμένα και κλαψιάρικα τους βαφτίσατε τραύματα, για να τραβήξετε την προσοχή.
Κηρύξτε ξανά το Ευαγγέλιο, με άλλη φωνή, πιο δυνατή,
μέχρι να μπει βαθιά στα αυτιά τους και να φτάσει χωρίς έλεος στα ακουστικά τους τύμπανα. Μη λυπηθείτε, μη τους λυπηθείτε.
Διαδώστε τραγούδια άγνωστα, μέχρι όλοι να τα μάθουν,
φτιάξτε εσείς ένα ρετούς στους μύθους της Χαλιμάς
και κατόπιν καλέστε κυρίες και κυρίους,
αξιωματούχους και τιτλούχους,
τζιτζίκια και τριζόνια και γκιόνηδες της Αλοννήσου,
και αφηγηθείτε τους με τέχνη περισσή.
Δαμάστε τον πόνο και μην τον υπηρετείτε άλλο.
Μάσκες πουλάνε στο παζάρι, μην είστε πια τσιγκούνηδες,
πάρτε 5-6 να έχετε, πάντα χρειάζονται.




(10.10.2018)

Τετάρτη 15 Αυγούστου 2018

Αποκατάσταση | Φωτεινή Κονταργύρη

Έως τώρα έλεγα Θέλω!
Αυτό! Εκείνο! Το άλλο!
Πολύ συχνά δε, έλεγα δεν Θέλω!
Ούτε αυτό! Ούτε εκείνο! Ούτε το άλλο!
Ένα κάταγμα στο πόδι έσπασε την ανάγκη μου να Θέλω.

Στο εξής επιθυμώ. 


Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

Δίσκος γραμμοφώνου | Φωτεινή Κονταργύρη

Εκεί που έφτιαχνα καφέ να πιω ελληνικό,
σκέτο όπως πάντα και διπλό,
φαντάστηκα πως είσαι καπετάνιος
και λείπεις σε ταξίδι πέρα στον Ειρηνικό.
Δεν ξέρω αν με έπεισα.
"Είστε ηθοποιός;" με ρώτησε μια πωλήτρια χτες. "Νομίζω σας έχω δει".
(Είναι ένας ρόλος υπομονής;)
"Ω ναι!", φώναξα μεμιάς περιχαρής.
Ηθοποιός. Ας είναι. 
Δεν έχω λύσεις ούτε απαντήσεις στα αληθινά,
θέτω μονάχα τις ερωτήσεις,
στον εαυτό μου, τον σύμμαχό μου, 
πρώην εχθρό μου και τιμωρό μου.
Για τη στιγμή που θα 'ρθεις, που θα γυρίσεις,
μέσα στα μάτια να με αντικρύσεις,
ό,τι μας χώρισε πίσω να αφήσεις,
παίρνοντας θέση στην αγκαλιά μου και στο πλευρό μου παντοτινά.
"Να πάρει! Ο καφές χύθηκε!".

Schon richtig, schon okey. (Ήδη σωστά, ήδη ΟΚ)  
Passt schon, oder nein? (Εντάξει ή μήπως όχι;)
Denn viel ist schon vorbei, (Διότι πολλά πέρασαν ήδη)
die Zeit war nicht gemein. (ο χρόνος δεν ήταν κακός)

Γιατί χαμηλώσανε οι φωνές που με ξεσήκωναν να πάμε στο Αμβούργο, 
να μπούμε βιαστικά στο γκρι του μεγάλου ποταμιού που ενώνεται με τη γκριζάδα του ουρανού. 
Γιατί καταλάγιασε η θυμωμένη επιθυμία να δούμε μαζί επιτέλους την αγαπημένη μου ταινία. 
Η ατίθαση και ξελογιάστρα "Στέλλα" πόσα κοινά έχει με μένα; Μήπως κανένα;
Γιατί τώρα χτυπάει το τηλέφωνο και ξέρω από πριν πως δεν είσαι εσύ. 
Γιατί τώρα παίρνω το υπόλοιπο της άδειάς μου για εκκρεμότητες και υποχρεώσεις, όχι για να βρεθούμε. 
Με άλλες παρέες τώρα πια πίνεις τον καφέ σου, γλυκό, όπως πάντα, και διπλό, 
με άλλες παρέες τώρα πια πίνω τον καφέ μου, σκέτο, όπως πάντα, και διπλό. 
Ωραία. Και λοιπόν; 
Δεν μου λέει κάτι. 
Πού ξέρεις; Ποιος ξέρει; 
Μπορεί να βρισκόμαστε ήδη στο Αμβούργο, αλλάζοντας τη ροή του ποταμού,
μπορεί να τρυπώσαμε στο καστ της "Στέλλας" για να ανατρέψουμε το σενάριο, 
εκείνο το βαρύγδουπο ειδικά που το 'χω άχτι: "Και τι είμαι εγώ για να με αλλάζουνε μωρέ; Γραμμόφωνο;"

Μπορεί στην τελική να χυθήκαμε στα φλιτζάνια του καφέ, για να πιει ο ένας τον άλλο. 
Γιατί ... δεν έχει γιατί.