Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αργύρης Βαν Μπρούσσελ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αργύρης Βαν Μπρούσσελ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Η Μοναξιά κι ο Θάνατος | Αργύρης Βαν Μπρούσσελ

Η Μοναξιά
Παράξενα όμορφη. Σκόνη σκεπάζει την πραγματικότητα της. Ένα ακαθόριστο σχήμα σκιάς που πεθαίνει την κάθε μέρα. Με φωνή που αντηχεί και αναγκάζει τα πράγματα να τρέμουν, απευθύνεται σ’ ένα σπασμένο καθρέφτη.
   Στο εμπόριο υγρών και συναισθημάτων δεν είμαι καθόλου καλή.
Κι όλες οι δοκιμές ακινησίας πάντα αποβαίνουν άκαρπες.
Ο χρόνος, παρόλο που μοιάζει ακίνητος, δεν φυλακίζεται.
  Δεν ωφελεί…
Πόσο ασφαλής ο ψηλός γυάλινος τοίχος μου.
   Με κατηγόρησα(ν) για σπατάλη. Πως χαραμίζεται η πίκρα ενός ανθρώπου;
Νηφάλια, φτάνω γρηγορότερα στο τέλος.
Η ψευδαίσθηση είναι δικαίωμα και η ειλικρίνεια, ηθική.
Για τη ψυχή λέω εκδορές και λάμψεις.
   Όπως το σύμπαν έτσι και η ύπαρξη:
απομακρύνεται από την αρχή της καθώς διαστέλλεται και οδεύει  με ορμή προς «το μεγάλο Τίποτε1».
   Η μνήμη αποσυντίθεται και με βιάζει. Δεν υποφέρω την αρωματική χροιά της. Τα βράδια που τη διώχνω, ολόκληρος ο  κόσμος χύνεται μαύρο μέλι στα χέρια μου. Ευτυχώς υπάρχει ο τοίχος, μπορείς να δεις άλλα δεν μπορείς ν’ αγγίξεις.
Μόνο που μοιάζω στη σκιά και λιγοστεύω.
       «πες μου που πάμε; πες μου που πας;»
Στην οροφή φυτρώνουν χέρια που ψάχνουν στο πουθενά και προσπαθούν να αρπάξουν τη Μοναξιά.

Ο Θάνατος

Νέος κι άσχημος. Ανέκφραστος, κι άφοβος, αιώνια μόνος. Ακούει τα λόγια της Μοναξιάς και της απαντάει μέσα από τον καθρέφτη.
   Βλέπω τα σπλάχνα σου, που κοιτάζεις; Ελπίζω σε βαθύτερη τομή χωρίς αντάλλαγμα. Ο πόνος, βλέπεις, ζει στο σώμα μόνιμα φυλακισμένος, για λίγο μοιάζει ελεύθερος. Όλες οι προσπάθειες επιβολής στην ύλη σκοντάφτουν στο κενό άγαρμπα. Είναι κρίμα ένα σώμα άφθαρτο προσφορά θυσίας στον απάτητο βωμό της αιωνιότητας.

   Στα σκασμένα χείλη σου ρωγμές και ανεμώνες.
Η υγρασία της αγωνίας σου νοτίζει το κενό που με αποτελεί.
Εγώ είμαι η σκιά που σε καταναλώνει, η Άτροπος και το ψαλίδι της.
   Γλιστράει μέσα της και την ξοδεύει με σπατάλη.
Στο τέλος, η Μοναξιά γκρεμίζεται με φόρα πάνω στα γυαλιά.  
       «για το κορμί σου, που έδιωχνε το φόβο του θανάτου»
   Η ύπαρξη του ενός προϋποθέτει την ύπαρξη του άλλου.
Ενώ περιέχουν ο ένας τον άλλο, τον αποκτούν όταν εκείνος δεν υπάρχει πια.

                               Peeking through to Paris, only dreaming of this view. Someday...:


Σάββατο 2 Ιουλίου 2016

Τυχαίνει μοίρα | Αργύρης Βαν Μπρούσσελ


Τη νύχτα που αυτοκτόνησε ο άγγελος μάτωσε ο ουρανός δέος και συγκίνηση
Αμέσως μετά δυο πουλιά έσμιξαν στα κεραμίδια - γκρεμίστηκε η οροφή
Οι μικροσκοπικές καρδιές τους έγιναν ο ουρανός της πόλης
Η καρδιά που είναι αρκετή για όλους
Λάμπουν τα χαλάσματα
-
Ποιάς πληγής το αίμα κύλησε πάνω στο ωραίο μαχαίρι;
Ο πόνος ή η έλλειψη του πονάει περισσότερο;
Χωρίς παύση, χωρίς ακόμη θάνατο
αναπνέουμε - κι εσύ ακόμα να ‘ρθεις
Έλα σαν να πρόκειται να φύγεις κι εγώ με σιγουριά θανάτου θα σε αγαπήσω
-
Κατάλευκο φως με τα πρωινά κύματα μαλλιά σου
Δάκρυσα την ομορφιά που κοιτούσες
Δεν μιλούσες
Να ‘μουν η σιωπή σου έστω
Πες μου, τι παθαίνει η μοίρα και σε ομορφαίνει τόσο;
και ομορφαίνει τόσο…
 κι όλο περνά το καλοκαίρι ξυστά απ’ τους ώμους σου
-
Να μας κάψει η αγάπη και η ομορφιά
Χαρίζουμε και χαριζόμαστε
 σιωπηλά υψώνοντας ανάστημα
ατελές, αδηφάγα ταπεινό
γυμνοί από εαυτό
σταδιακά τον αποτελούμε
Ακούς
τη στάχτη
αγάπη
μου;