Κι' όμως νιώθω λες και μια σφήγκα
Το έντερο μου έχει μπουκώσει.
Τρέμω στην ιδέα πως θα φτερουγίσω μια φορά
για να με βρουν άστεγoι λεπροί.
Κάνοντας βουτιές μαζί μου
μέσα στην πληγεί που ξεχείλιζε αίμα του συστήματος,
πίνοντας μπίρες και καπνούς
δίνοντας μου έναν αναπτήρα,
με τον οποίο πυράκτωσα το τσιγάρο που πέταξα
Τα ψάρια που δεν κινούνται
Και τα σκαθάρια που δεν κοιμούνται
με την μέση να στηρίζει το βάρος μου
Πάσχω από σύνδρομο αυχενικού
Τα χέρια μου τρέμουν, πεθαίνοντας από Πάρκινσον
ζωγραφίζουν το εκεί που ήμουν,
χορεύοντας το βαλς των χαμένων ονείρων με την λίλιθ.
συνυπάρχοντας με κλειστοφοβίες και υδροφοβίες,
το εκεί που θα ήθελα να ήμουν
ζητώντας να ξεχάσω ξεφεύγω.
Γλιστρώ πηδώντας πάνω από συρματοπλέγματα
διεφθαρμένων στρατόπεδων συγκεντρώσεως,
ζητώντας άσυλο παραμένω εδώ
κερδίζοντας ένα πιάτο πλαστικής τροφής
με τα Σόδομα και Γόμορρα να ξεχειλίζουν από μέσα
ψέλνω προς τιμήν τους ευχαριστίες
κάνοντας replay κατάθεση στεφάνων
σε χρυσά πιάτα πιρούνια και κουτάλια
ζητώντας τον διακριτικά άγνωστο εαυτό μου
Καταπίνοντας αντικαταθλιπτικά, βιταμίνες, ασπιρίνες
για να κάνω χαρούμενος χειρουργεία
παίρνοντας για αναισθητικά lsd,
με το ιδρωμένο απ'τήν ψύχρα μέτωπο μου
χαζεύοντας τα σκοτισμένα σοκάκια
να κάνει βόλτες σε παρακμιακά μπαράκια,
γεμάτα με βιασμένες ιερόδουλες
απόμακρους απελπισμένους επιβήτορες
και πετάμενους χτυπημένους σκύλους στα χαντάκια
με την λιγοστή αξιοπρέπεια
που τους έμεινε για παρέα,
σάπια τροφή και νερό λασπωμένο
με της αμαρτίες τους να ξεχειλίζουν
λέγοντας μου πως οι Αγάρες
Θα μου στείλουν ραβασάκι με courier
τον γλυκό μου aka manah
με την μορφή ferby
από τον πυρήνα της κολάσεως
συσκευασμένο σε χαρτόκουτο
και περιτύλιγμα από ζαχαροπλαστείο,
με τα έξοδα μεταφοράς πληρωμένα από μένα.
Ανησυχώ για το πως θα μεταφερθώ
περνώντας από τα τρία κοράκια του ανατέλλοντος ηλίου
που φτερουγίζουν παρέα με τον totoya
κελαηδώντας μελωδίες
που μοιάζουν με σονέτα.
Ακούγοντας τα από όπερες
αντιλαλώντας στο πυρ το εξώτερων.
Ανατριχιάζω!
Αναμένω πως και πως την στιγμή
που θα ξαποστάσω στα λιβάδια με της λεύκες
παρέα με νυχτοπεταλούδες,
σκιτσάροντας γυμνές οπτασίες
που θα μου σφυρίζουν
το τραγούδι των σειρήνων του 1996 σε επανεκτέλεση
με τις silly sisters στα φωνητικά
καθώς θα παρακολουθώ
από εκεί κάτω
τον παγωμένο καταρράκτη kegon,
ο οποίος θα μου απαγγείλει Καρυωτάκη με συνδυασμό κονσέρτων
φέρνοντας μου ιλιγγιώδεις
παραισθήσεις
με της αισθήσεις μου
να θυμούνται τα λευκά λασπόλουτρα του παρελθόντος
σκασμένα από έρωτα
δίνοντας μου έμπνευση.
Χάνομαι!
Χρόνια σβήνω στο περιθώριο
Πολλά σκέφτηκα για μέρες
Πολλά έκανα για χρόνια
Πολλά είπα να ζητήσω
Ασφυκτιώ γίνομαι νωχελικός
προσκυνώ έρποντας
μπας και λυτρωθώ,
μόνος.
Κοιτάζοντας εκείνη την ωραία
που στα ονειρόκλαδα βυθίστηκε και εξαφανίστηκε,
ή κοιτάζοντας τα κόπρανα των σκύλων
που πάτησα πριν λίγο,
λέτε να είμαι τυχερός;
Χα! πού τέτοια τύχη
Τουλάχιστον αυτό το σάπιο κεφάλι σκέφτεται;
Συνειδητό και υποσυνείδητο
έρχονται σε καθημερινή ρήξη
λέγοντας μου
ναι!
Προσπαθώντας να αποκτήσω την νόσο του alshimer
ενώ προσπαθώ να φανταστώ
δημιουργώντας ένα γεμάτο ψεύτικες ενοχές
χάος!
Που όρια δεν έχει να πιαστεί
Ούτε πάτωμα να πέσει
Ούτε ουρανό να αντικρίσει
μίτε την λέξη αγάπη να υπάρξει.
Κι όμως στα στάχυα
θα μπορούσα να συνουσιάζομαι αβάπτιστος
ολημερίς μέχρι να ψοφήσω από αφυδάτωση.
Εδώ!
Με ακρωτηριασμένο το κορμί
τα ακάρεα και τα demotox να μου τρων το πρόσωπο
αφήνοντας μικροαστικά κατάλοιπα που κάνουν ηλιοθεραπεία
πάνω μου χαρούμενα για το σοκολατόχρωμα τους.
Κι όμως περπατώ,
μα νιώθω ακόμα λάμες και βίδες στης αρθρώσεις μου
κι όμοως νοσταλγώ
ποθώ και αγαπώ,
απ’ τό χάος προσπαθώ να αναδυθώ
μπας και βρω από κάπου να πιαστώ
άρα ζω .
Ω!καλέ μου σατανά
Απ’ τά βάθη του χάους τον κολασμένων
εσύ τι λες, ε?
Αναγουλιάζοντας αναδύομαι!
Είμαι αλλού!
Σε χαιρετώ!