Παρασκευή 3 Ιουλίου 2020

Τα παράπονα μιας νεαρής αναγνώστριας (Μέρος Β) | Νινέτα Πλυτά




Αν διαβάσει κανείς το νέο πρόγραμμα Σπουδών της Γ’ Λυκείου, που εφαρμόστηκε πρώτη φορά φέτος, θα δει ότι στόχος είναι "ο διάλογος με τις ποικίλες λογοτεχνικές αναπαραστάσεις της ανθρώπινης κατάστασης στα κείμενα" ώστε "οι μαθητές/τριες να βιώσουν τη λογοτεχνία ως πηγή εμπειριών", "να συγκροτήσουν την υποκειμενικότητά τους, εμπλουτίζοντας την κατανόησή τους για πτυχές του κόσμου που προϋπήρξε και εκείνου που τους περιβάλλει" καθώς και "να αποκτήσουν αναγνωστικές δεξιότητες". Με λίγα λόγια, μέσα από τις διαφορετικές ερμηνείες των μαθητών πάνω στο ίδιο κείμενο, τους δίνεται η δυνατότητα να κατανοήσουν τον εαυτό τους (αναζητώντας τους λόγους που έδωσαν τη συγκεκριμένη ερμηνεία) καθώς και να πάνε τη σκέψη τους ένα βήμα παραπέρα (λαμβάνοντας υπόψη τις ερμηνείες των άλλων και υιοθετώντας εκείνες που τους ταιριάζουν).

Ας μην ξεχνάμε ότι δεν ήταν λίγοι οι μεγάλοι συγγραφείς που κατακρίθηκαν την εποχή που έγραψαν. Και δεν ήταν λίγες οι φορές που αυτό τους κόστισε μεγάλες διακρίσεις (βλ. Καζαντζάκης και Σικελιανός με το Νόμπελ). Όπως δεν ήταν και λίγες οι φορές που η αξία τους αναγνωρίστηκε πρώτα στο εξωτερικό και αργότερα στην Ελλάδα, πολλές φορές μετά θάνατον.  Όλα αυτά, τα λέω για να δείξω ότι αυτό που σήμερα κατακρίνουμε, αύριο μπορεί να το ‘χουμε Ευαγγέλιο. Και για να μην παρεξηγηθώ,δεν επιδιώκω να συγκρίνω τους κλασικούς συγγραφείς με τους σύγχρονους. Δεν νομίζω άλλωστε πως τίθεται θέμα σύγκρισης δεδομένου ότι πρόκειται για διαφορετικά άτομα, σε διαφορετικά περιβάλλοντα, με διαφορετικές εμπειρίες, ιδέες, τρόπο γραφής κλπ (πολλές οι μεταβλητές, δύσκολη η σύγκριση, κατά τη γνώμη μου).

Έχω ακούσει πολλές φορές να αντιμετωπίζονται τα συγκεκριμένα βιβλία ως "γυναικεία λογοτεχνία" , με την έννοια ότι πρόκειται για ρομαντικές ιστορίες και συνεπώς απευθύνονται κυρίως σε γυναίκες. Εγώ πάντως βλέπω ότι υπάρχουν πολλοί άντρες συγγραφείς που γράφουν τέτοια βιβλία (και δεν είναι λίγες οι φορές που γίνεται η κουβέντα για το πόσο καλά μπορεί ένας άντρας συγγραφέας να σκιαγραφήσει την ψυχολογία μιας γυναίκας) αλλά και άντρες αναγνώστες (κι ας είναι λίγοι). Και έπειτα λέγεται ότι πρόκειται για λογοτεχνία για την παραλία ή για το λεωφορείο. Και αναρωτιέμαι εγώ: γιατί ως λογοτεχνία ορίζονται μόνο τα κείμενα που προκαλούν πολύπλοκους φιλοσοφικούς στοχασμούς και όχι αυτά που προσφέρουν ευχαρίστηση και διαφυγή από την πραγματικότητα; Αν η ανάγνωση είναι προσωπική υπόθεση του καθενός (ως προς το χρόνο και τον τόπο κλπ.) δε θα 'πρεπε να ‘ναι και ως προς το είδος; Και είναι δίκαιο να απορρίπτουμε όλους αυτούς τους αναγνώστες που διαβάζουν τέτοια λογοτεχνία μόνο και μόνο επειδή δεν διαβάζουν αυτά που κάποτε κρίθηκαν ως "υψηλά";

Εν έτει 2020 προσπαθούμε να καταπολεμήσουμε τον κοινωνικό ρατσισμό και όμως παράλληλα καλλιεργούμε έναν "λογοτεχνικό ρατσισμό". Μπορεί να ανέφερα ένα συγκεκριμένο είδος βιβλίων αλλά όσα ειπώθηκαν ισχύουν και για άλλες κατηγορίες όπως π.χ. την εφηβική λογοτεχνία, που πολλές φορές έχει να κάνει με βαμπίρ και επιστημονική φαντασία, τα comics ή ακόμα και βιβλία τύπου "το ημερολόγιο μιας ξενέρωτης", που όμως βοηθούν τα παιδιά να αντιμετωπίσουν προβλήματα της παιδικής-εφηβικής τους καθημερινότητας. Νέα είδη που πολλές φορές θίγουν ζητήματα που αποτελούσαν ταμπού σε παλαιότερες εποχές αλλά σήμερα κρίνεται αναγκαία η διαπραγμάτευσή τους.

Πραγματικά πιστεύω ότι όλα αυτά θα μπουν στην Ιστορία της Λογοτεχνίας που θα γραφτεί στο μέλλον. Κι αν δεν μπουν, απλά θα πρόκειται για ακόμα μια αποσιώπηση της Ιστορίας. Πολύ απλά γιατί όλα αυτά τα βιβλία αποτελούν στοιχείο της καθημερινότητάς μας είτε το θέλουμε είτε όχι. Και η τόσο συχνή επιλογή τους από τους αναγνώστες, με εκατομμύρια αντίτυπα, δείχνει κάτι, ανεξαρτήτως του πώς τα κρίνουμε εμείς. Γι' αυτό, μήπως αντί να κρίνουμε τις αναγνωστικές επιλογές του καθενός, να αναρωτηθούμε ποιοι είναι οι λόγοι που τον οδηγούν σ' αυτές; Μήπως η αποφυγή των φιλοσοφικών στοχασμών είναι εσκεμμένη; Μήπως η ζωή που ζούμε είναι ήδη αρκετά πολύπλοκη και κουραστική με αποτέλεσμα η λογοτεχνία να αναλαμβάνει σε μεγάλο βαθμό ρόλους αποφόρτισης και διασκέδασης; Άρα μήπως όλες αυτές οι αναγνωστικές επιλογές δεν είναι ένδειξη χαμηλού πνευματικού επιπέδου αλλά ένα ''λογοτεχνικό φαινόμενο'', απόρροια του σύγχρονου τρόπου ζωής; Άλλωστε δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως η απώλεια σε ηθικά διδάγματα από τη μη ανάγνωση των κλασικών είναι τόσο μεγάλη. Αρκεί μόνο να σκεφτεί ότι τα ηθικά διδάγματα προέρχονται από τη ζωή. Και εφόσον η ζωή είναι ο καλύτερος δάσκαλος, νομίζω ότι (αργά ή γρήγορα) θα αναπληρώσει τα κενά των μαθητών της.

Υπάρχουν πολλά ακόμη που μπορούν να ειπωθούν επί του θέματος αλλά είπα ήδη αρκετά.

Κλείνοντας, πιστεύω ακράδαντα ότι αν αναγκάσουμε ένα παιδί να διαβάσει αυτά που του επιβάλλουμε, το πιθανότερο είναι να πιάσει το κινητό και να μη διαβάσει τίποτα. Αν πάλι του δώσουμε την ευκαιρία να επιλέξει μόνο του τι θα διαβάσει, τότε ίσως κάποτε γίνει φανατικός αναγνώστης, ίσως και όχι. Όπως και να χει, θα 'ναι δική του επιλογή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου