Ένα καθημερινό σούρουπο που περιμένει η συνήθεια
μια παχιά σιωπή χωρίς καμπάνες,
γράμματα επιπόλαια σε ευθείες γραμμές να προστίθενται
άρρωστα στέκουν αόμματα στην σειρά ενός αργού θανάτου.
Άδοξη παύλα ως αρχή στην νεαρή σελίδα
με παραδοσιακό μέτρο το μέλος του κειμένου
δίχως κατάληξη ευ κι δις
-χαρές κι λυγμοί δεν κλείνουν με θαυμαστικά
ούτε οι απορίες με δαγκάνες στοχάζονται-.
Γριά μεταφορά μονάχη η συνήθεια
που έχει το ρύγχος μιας γάτας μες στα μελάνια , τα λερώνει
οι τρίχες της βουλωμένες στ’ αφηρημένα κενά.
Μνήμη θαμμένη στο απερίσκεπτο κάλλος μιας μεγάλης και παλιάς σελίδας που φαγώνεται
όλο και τρώγεται, τρώγεται.
Πίσω από πολλές φούστες προσδιορισμών κρύβεται
απάνω απ’ τα καινούργια γράμματα φωτίζεται,
μα στην ίδια τελεία γυμνή φανερώνεται.
Τότε ακόμη κι η γραφή παραμένει άδεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου