Παρασκευή 10 Ιανουαρίου 2020

Silver Screen | 1917/ Στον αερολιμένα | Πάνος Λιάκος

Γράφει ο Πάνος Λιάκος
1917

 


Πρώτη φορά το 2020 ξυπνάω τόσο πρωί. Ο φίλος τω φίλω τη ανάγκη γιγνώσκει, τι να κάνεις. Δεν ήθελε, λέει,  να του κάνουμε κανένα δακρύβρεχτο σόου αποχαιρετισμού, μα όταν διαλύθηκε η συγκέντρωση με πλησίασε σταθερά και με το περιπαικτικό, "δικό μας" ύφος μου ψιθύρισε: 

«Θα έρθεις;». Και ξύπνησα και ήρθα, όχι για ένα Αντίο φίλε τύπου Ντελόν. Ούτε καν Αποχαιρετισμός στα ΄Οπλα. Περισσότερο φέρνει σ΄ένα Εντιμότατοι φίλοι μου Νο. 15Δεν πας και μακριά, ω φίλε! Δεν θα περάσεις ωκεανό όπως το έχω βάλει στο τσερβέλο μου εγώ! 

Όμως συγκεκριμένοι κύκλοι κλείνουν. Κάποιες σχέσεις μπαίνουν σε νέες βάσεις με αυτές τις αποστάσεις (σου έκανα και ρίμα, τί τα ΄χουμε τα ρημάδια τα πτυχία;). Θα' ρθώ γρήγορα να σε βρω, αφού το θες. Μόνο και μόνο για να ξεδιπλώνουμε μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο μαζί ιστορίες (κουλές και άκυρες) που μας έφεραν πιο κοντά, ενώ όλοι ψάχνουν λόγους για να μη συναντηθούν, να σου γυρίσουν την πλάτη- συγγνώμη κύριε ποιος είστε; και τα ρέστα. 

Εγώ κι εσύ μαζί, φίλε. Πάντα partners in crime, είμαστε μεγάλα εγκλήματα. Παίζει και να' μαστε οι μόνοι που, στο Once Upon a time in Hollywood, σκάσαμε στα γέλια όταν στη σεκάνς με τον Κερτ Ράσελ παρατηρούσαμε ακόμα και τον κάθε κομπάρσο να ακολουθεί τον κωμικό τόνο της ταινίας. Μας άκουσε όλη η Χλόη όταν πίσω από το Ράσελ πέρασαν κομπάρσοι ντυμένοι και έτοιμοι για συμμετοχή σε ταινία με εξωγήινους. «Αυτό πρέπει να το πεις στον Ταραντίνο, όταν τον συναντήσεις», είπες. Ναι, να το πω. Φιλαράκι, σου μιλάω για την ταινία και κοντεύουν να με πάρουν τα ζουμιά....  «Μη φοβάσαι, θα σας προσέχω όλους από κει ψηλά». Μπα που να φας τη γλώσσα σου για χιούμορ. Κι έπειτα με τη σκωπτική, στεντόρεια φωνή σου: «Όταν λέω από κει ψηλά το λέω γιατί το Λονδίνο είναι πιο ψηλά, πιο βόρεια, χα χα χα». 

Αυτά θυμόμουν και χτες στο σινεμά, γι΄αυτό ξεκίνησα να γράφω πρώτα για σένα. Κι ήταν το έργο το είδος του πολεμικού που θα σου άρεσε πολύ, μα είχες να πακετάρεις. Και έργο Άγγλου. Του Σαμ Μέντες που όλα δείχνουν ότι θα είναι από τους βασικούς- αν όχι ο βασικότερος- υποψηφίους για το Όσκαρ της σκηνοθεσίας. Οπότε όσο κρατάει ο καφές μας στο αεροδρόμιο κάτσε να σου πω για την ταινία. Τον χρυσοπληρώσαμε και πρέπει να τον αξιοποιήσουμε. ΄Όπως και όσο χρόνο έχουμε ακόμα ώσπου να δώσουν οι πίνακες το gate. 

Όπως τo' χουμε πει κι άλλες φορές, ταινίες για τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο δεν βλέπουμε και τόσο συχνά στη μεγάλη οθόνη. Να όμως που ο Σαμ Μέντες με τη συνεργάτιδά του στο σενάριο, Κρίστι Γουίλσον-Καιρνς, αφηγούνται μια ιστορία που λαμβάνει χώρα στα 1917 και μας έχει στην τσίτα από τα πρώτα λεπτά ίσαμε μέχρι να μας λυτρώσει μέσω του κλάματος που θα ρίξουμε στο τελευταίο κάδρο- που ολοκληρώνει και ένα ιδιότυπο σχήμα κύκλου. 



Άκου αποστολή που αναλαμβάνουν δύο Βρετανοί στρατιώτες: θα πρέπει να παραδώσουν εντολές σε κάποιο λόχο σε επικίνδυνη ζώνη προκειμένου να σώσουν τις ζωές 1600 ανδρών από παγίδα που έχουν στήσει οι Γερμανοί. Και όπως βλέπεις την ταινία, δεν γίνεται να μη σκεφτείς ότι σενάριο και σκηνοθεσία εδώ συμπλέουν απόλυτα. Διότι έχουμε και ένα σενάριο όπου τα πάντα είναι υπολογισμένα με ακρίβεια χιλιοστού, όπου μας συστήνει χαρακτήρες μέσα σε δευτερόλεπτα, και ακόμα κάτι παραπάνω: μέσα σε ελάχιστο χρόνο, κατορθώνει να τους παραδώσει σε εμάς ολοκληρωμένους, σαν να τους γνωρίζαμε από χρόνια (όπως ας πούμε με τον Υπολοχαγό, στην αρχή της ταινίας, ο οποίος προσπαθεί να αποθαρρύνει τους δύο νέους με την καραβανάδικη λογική του). 

Αυτό που συμβαίνει στο 1917 σε ένα πρώτο επίπεδο είναι εκείνο που σου λέω καμιά φορά, η γιορτή του σινεμά:  Αφήγηση μέσω εικόνων, κινηματογραφική εμπειρία πλήρης με τα εφέ και τον ήχο να πρωταγωνιστούν και να καταλήγουν σε ένα αντιπολεμικό συμπέρασμα που συνάγεται δια της εμπειρίας και ουχί δια της κατηχήσεως. Αν έχεις ψώνιο και αγαπάς το σινεμά από πάνω έως κάτω, πραγματικά σου συμβαίνει εκείνο που έπαθα κι εγώ- με προσέχεις, φίλε;- που καθόμουν και σκεφτόμουν με πόση επιδεξιότητα κατηύθυνε την κάμερα ο Μέντες σε ένα έργο που μοιάζει σαν να γυρίστηκε μονοπλάνο και την ίδια στιγμή έδενε απόλυτα με την καταπληκτική δουλειά του διευθυντή φωτογραφίας, του μέγα Ρότζερ Ντίκινς. 

Όλη αυτή η αίσθηση της αγριότητας του πολέμου, οι αντιθέσεις του με τις ήρεμες εικόνες της φύσης που παραπέμπουν στην ειρήνη και την υμνούν,  ο τρόπος που αιχμαλώτισε τα χλωμά πρόσωπα, τα πρόσωπα όταν οι ψυχές τους εκτίθενται στην ερημιά (είδα μια γνωστή μου γυναίκα μες το σινεμά να δακρύζει, όταν ο ένας εκ των δύο ηρώων βρέθηκε μεταξύ αγνώστων μόνος στο στρατιωτικό καμιόνι)… Ναι, τα πάντα σε αυτή την ταινία μπορούν να αλλάξουν στο δευτερόλεπτο- όπως άλλωστε είναι πιθανό να στο κάνει ένα πολεμικό σκηνικό -. Μέσα του όμως, στις σκληρές σκηνές, κρύβονται,  - ώσπου στο τελευταίο μέρος να αναδειχθούν με τη δράση του ήρωα - αξίες όπως η στοχοπροσήλωση - αυτό το «θα προσπαθώ μέχρι να φάει η μύγα σίδερο και το κουνούπι ατσάλι» -  η ουσιαστική φιλία (σαν τη δική μας, ναι;) και η μπέσα. Σάμπως αυτά δεν χάνει ή παλεύει να μην τα χάσει ο άνθρωπος σε κάθε πόλεμο; Αυτά δεν είναι τα μετάλλια ανδρείας του που δεν θα ξεπουλήσει ποτέ;

Πρώτη φορά στο 2020 δακρύζω. Και τώρα πρέπει να σου δώσω τη μεγάλη αγκαλιά- εκείνη που με το χέρι μου σου χτυπώ και ελαφρώς την πλάτη σαν για να σε σώσω από πνιγμό- και να φύγω. Να, βάρεσε ο πίνακας αναχώρηση, έξοδος Β29. ΄Όχι όμως Τελευταία ΄Έξοδος Ρίτα Χέιγουορθ. Είμεθα μεγάλα παιδιά, πλέον. Ρίχνε καμιά βιντεοκλήση στα spare times σου, έτσι; 

Και να πα να δεις το 1917. Θα πας; «Θα πάω». «Οι φίλοι λένε πάντα Au Revoir, ποτέ αντίο». Χαμόγελο από μακριά. Βάζω το σκουφί μου και ξεροβήχω για να διώξω τον κόμπο. Μπαίνεις στον έλεγχο και γυρίζω προς την έξοδο. Καθώς φεύγω σκυφτός σκέφτομαι: «Αυτό είναι το sequel της φιλίας μας. Και θα το γυρίσουμε μαζί. Εσύ σενάριο κι εγώ σκηνοθεσία. ΄Η αντίστροφα». 


 
Blake and Schofield 


Για να δείτε πού παίζεται η ταινία πατήστε εδώ 






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου