Να ‘ναι Κυριακή
από εκείνα
τα παράξενα πρωινά
που δε λέει
ο καιρός ν’ αποφασίσει
αν είναι
καλοκαίρι ή αν του λείπει
η νοσταλγία
του φθινοπώρου.
Κι έξω να
βρέχει.
Να ρίχνει
καντάρια τη βροχή
λίγο πριν ο
ήλιος βγει
ίσα για να
δηλώσει Ιούνιο μήνα
και να
ξανακρυφτεί
πίσω από
αγκαλιές και καντάρια φιλιών
ακόμη
ερωτευμένων
που σμίγουν
κόντρα στον χρόνο
σαν παράνομοι
ακόμη εραστές
καθώς απατούν
κατ’ εξακολούθηση
τη συνήθεια.
Να μυρίζει
η ατμόσφαιρα χώμα νωπό
και τα βρεγμένα
κάγκελα των μπαλκονιών
να στηρίζουν
φοιτητές ονειροπόλους
καθώς
αγναντεύουν το δικό τους εσωτερικό
άπειρο
με τα αναμμένα
τσιγάρα των νταλκάδων τους
ανά χείρας
-πάντα η βροχή
ξέπλενε καημούς
και γαλήνευε
τα ήδη εκπληρωμένα.
Κι εσύ εδώ,
στην αγκαλιά μου,
μια Κυριακή,
ένα πρωί σαν
κι αυτό,
ξεχασμένοι
κι οι δυο από τον χρόνο,
τόσο
εκπληρωμένοι όσο και παράνομοι,
απατάς κατ’
εξακολούθηση μαζί μου
όλα τα δεδομένα
σου
για χάρη των
ονειροπόλων ακόμη φοιτητών
που θρέφει
μέσα μας ο έρωτάς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου