Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

Αλεξάνδρα Επίθετη - Παναγιώτης Βασιλείου: Οι δύο ανατρεπτικοί ποιητές που επανέφεραν τις ποιητικές βραδιές στην Αθήνα

Συνέντευξη στην Κάλλια Βαβουλιώτη
Φωτογραφίες: Βαγγέλης Φραντζής

Η αλήθεια είναι ότι τους γνώρισα στην αρχή ιντερνετικά. Δεν θυμάμαι ποιος έκανε φίλο ποιον, αλλά δεν έχει και τόσο σημασία. Τους παρακολουθώ τουλάχιστον ένα χρόνο στα social media , με την πένα τους αρχικά να μου κινεί το ενδιαφέρον. Έπειτα είδα πως αυτοί οι δύο διοργανώνουν βραδιές με άξονα την ποίηση μέσα από την ομάδα νέων γραφιάδων που συμμετείχαν στο project  «Ο κύκλος των» και άρχισα να υποψιάζομαι πως κάτι ωραίο συμβαίνει με αυτά τα παιδιά.



Ίσως  έχετε ακούσει ιστορίες για το σπίτι του Παλαμά στην Πλάκα και ότι ήταν ανοιχτό πάντα σε ποιητικές συναθροίσεις με λίγο αλκοόλ και πολλή ποίηση, ίσως έχετε ακούσει για τους κύκλους στους οποίους σύχναζε ο Καρυωτάκης – όπου κάποιοι του άσκησαν κριτική για την αφενός νεωτερική για τα τότε δεδομένα γραφή του. Οι ποιητικές performances που οργανώνουν ο Παναγιώτης Βασιλείου και η Αλεξάνδρα Επίθετη είναι μία όαση σε μια διψασμένη για ποίηση πόλη.


Όσα θα διαβάσετε παρακάτω είναι το αποτέλεσμα μιας συζήτησης/συνάντησης που θέλω να κάνω από πέρυσι όταν διοργάνωσαν μία performance με τίτλο “Love at the port” . Αν τους γνωρίσεις θα δεις δύο νέα παιδιά όπου ο ένας αιρετικά μιλά ακατάπαυστα αλλά με ουσία και εκείνη τον αμφισβητεί για να ισορροπήσουν κάπου στο τέλος. Αν τους δεις απλά, από μακριά η εικόνα τους έχει κάτι το εξωτικό που ακροβατεί στα όρια της φρενίτιδας και της εκλεπτυσμένης καλλιτεχνίας. Θα μπορούσα να τους φανταστώ να ζουν στην Κούβα – ειδικά τον Βασιλείου με τις ενδυματολογικές του επιλογές – ωστόσο τους είδα μαζί με αξιόλογους ανθρώπους που συμμετέχουν στις ποιητικές performances να πετάνε με νεύρα ντομάτες και να κατακρίνουν τον μικροαστισμό. Αξίζει να τους ανακαλύψεις κι εσύ … 

Πως σας βρήκε το φθινόπωρο;

Α - Περίεργα, όπως κάθε φθινόπωρο. Η αρχή του χρόνου δεν είναι ο Ιανουάριος, αλλά ο Σεπτέμβρης.

Π – Κάθε φθινόπωρο μπαίνω στην χρονιά με αγκωνιές και κλοτσιές. Έρχομαι να πάρω πίσω όσα δεν πρόλαβα πέρυσι, όσα χάσαμε και όσα μπορώ ακόμα να ονειρεύομαι. Κάθε χρονιά λέμε ‘’φέτος είναι η χρονιά μας’’ και κάθε φορά μένουμε ρέστοι πριν τον Αύγουστο. Ταπί και θολωμένο με βρίσκει και αυτός ο Σεπτέμβρης, κάθε χρονιά και λιγότερο, περιμένω την στιγμή που δεν θα καταλάβω την μεταβολή του καλοκαιριού σε φθινόπωρο.




Πως ήταν τα παιδικά σας χρόνια; Σας επηρέασαν έτσι ώστε να αναζητήσετε «καταφύγιο» στη γραφή;

Α - Θεωρώ ότι αυτά που ζεις στην παιδική σου ηλικία είναι κατά μεγάλο μέρος αυτό που τελικά γίνεσαι ως ενήλικας. Μικρή ήμουν κάπως στο περιθώριο, ήμουν το outcast πιτσιρίκι, το παιδάκι που δεν κάνανε παρέα, ακούγεται λίγο μίζερο, αλλά κάποια στιγμή βγήκα από αυτό. Ζούσα με αυτό για πολλά χρόνια. Από το δημοτικό ξεκίνησα να διαβάζω πολύ. Τα βιβλία μου έδωσαν τη βάση να αρχίσω να δημιουργώ ‘κόσμους’ και άλλες πραγματικότητες στο κεφάλι μου. Για πολλά χρόνια θυμάμαι να πέφτω για ύπνο και να ‘φτιάχνω’ μια ιστορία στην οποία παίρνω τη θέση της Πίπης Φακιδομύτη, που ήταν το αγαπημένο μου βιβλίο, και να ακολουθώ το όποιο φανταστικό σενάριο κάθε βράδυ. Ξεκίνησα να γράφω μικρά παραμύθια από το δημοτικό. Ποιήματα έγραψα πιο μεγάλη, περίπου στο γυμνάσιο, και άρχισα να ‘φτιάχνω’ αυτά τα σενάρια από το κεφάλι μου πριν τον ύπνο, με λέξεις πλέον. Ήταν μια μεγάλη παρηγοριά.

Π – Δεν ψάχνω καταφύγιο, ποτέ δεν έψαξα, παρά μονάχα μια βολική θέση εκτεθειμένος. Αυτό είναι για μένα η συγγραφή, δεν υπάρχει χωρίς το ‘’κοινό’’, χωρίς το ‘’μοιράζομαι’’, χωρίς την έκθεση. Τα παιδικά μου χρόνια δεν είχαν καμία σχεδόν επαφή με το γράψιμο ή το διάβασμα, θα μπορούσε να πει κανείς όμως πως ήταν μια πολύ καλή εποχή προετοιμασίας για αυτό, μια επιτυχημένη περίοδος περισυλλογής εμπειριών και ειδικευόμενης εξάσκησης πάνω στα υπόλοιπα παιδάκια που τα έβαζα να παίζουν παιχνίδια που έβγαζα από το μυαλό μου τα οποία, καθοδηγούσα, εξηγούσα, σκηνοθετούσα και έκλεινα εγώ. Γενικά παινευόμαστε για το ποιος καλλιτέχνης την έχει πιο δύσκολα, όπως έχει γράψει εύστοχα η Αλεξάνδρα, θα σου πω λοιπόν πως έχω έναν πατέρα που δεν με άφησε ποτέ να πεινάσω, μια μάνα που δεν βαρέθηκε ποτέ να με ακούει, να με χαϊδεύει και να με σκεπάζει πριν κοιμηθώ ή όταν ξεσκεπαζόμουν τα βράδια που φοβόμουν και έναν αδερφό που του έμαθα και με έμαθε πολλά, πάρα πολλά, και όλα αυτά ανάμεσα σε τεράστιες δυσκολίες τις οποίες δεν επιτρέψαμε να μας ρίξουν.

Λένε πως για να μπορέσεις να γράψεις πρέπει πρώτα να διαβάσεις πολύ. Το συμμερίζεστε αυτό; Εσείς τι διαβάζετε, ποιες είναι οι επιρροές σας;

Α - Δεν ξέρω αν ισχύει απαραίτητα το πρώτο. Εγώ όμως διαβάζω ναι, διαβάζω όσο μπορώ. Οι επιρροές μου δεν σχετίζονται τόσο με τα ποιήματα μου, έχουν κυρίως να κάνουν με τις εντυπώσεις που μου άφησαν ως συγγραφείς, ποιητές, ως άνθρωποι που υπήρξαν στα αλήθεια και πόσο με άγγιξαν τα γραπτά τους. Οι περισσότεροι από αυτούς που αγαπάω να διαβάζω είναι αρκετά μακριά από το δικό μου στιλ. Οι τέσσερις πρώτοι που μου έρχονται στο μυαλό είναι ο Μπουκόφσκι, ο Ντοστογιέφσκι, ο Πεσσόα και ο Γιάννης Κοντός.

Π – Με έχει κουράσει απίστευτα αυτή η καραμέλα που για να κάνεις κάτι πρέπει να το έχεις σπουδάσει, να το έχεις μελετήσει πολύ, να έχεις τέλος πάντων προετοιμαστεί καιρό για αυτό. Εκεί ακριβώς χάνεται νομίζω η αφέλεια και η γοητεία και πάρα πολλές φορές η ταυτότητα του υποκειμένου, συγκεκριμένα του δημιουργού. Δεν λέω σε καμία περίπτωση πως δεν πρέπει να κάνεις όλα τα παραπάνω, αλλά σε καμία περίπτωση δεν τα θεωρώ απαραίτητα και η ιστορία με επιβεβαιώνει ακόμα και σήμερα. Διαβάζω τα πάντα όσο προλαβαίνω, κείμενα και ποιήματα ποιητών της γενιάς μου κυρίως, αλλά και πάρα πολλά άλλα όπως συνεντεύξεις και βιογραφίες καλλιτεχνών που εκτιμώ (με βοηθάνε να συνεχίζω), θεατρικά έργα, ποίηση (λογοτεχνία όχι και τόσο, ακόμα τουλάχιστον), γράμματα, ερωτικές εξομολογήσεις, άρθρα, θρησκευτικούς μύθους και όχι μόνο, κόμικς, βιβλία ιστορίας. Και τέλος επιτρέπω να με επηρεάζουν νεκροί καλλιτέχνες ή μικρότεροι ηλικιακά από εμένα.


Που βρίσκετε την έμπνευσή σας; Τι σας συγκινεί έτσι ώστε να θελήσετε να το καταγράψετε;

Α - Οι άνθρωποι μου, οι άγνωστοι άνθρωποι στον δρόμο, ο πόνος, το παράλογο της καθημερινότητας.

Π – Στα πάντα, αληθινά στα πάντα. Αγαπημένο μου είναι να καταγράφω πράγματα που λένε άλλοι άνθρωποι οι οποίοι δεν καταλαβαίνουν πόση αξία έχει αυτό που μόλις ξεστόμισαν, σαν να μαζεύω αυτά που νομίζουν σκουπίδια οι άλλοι. Οι άνθρωποι είναι γεμάτοι από σκατά και χρυσάφι, από τα πολλά καθημερινά σκατά όμως μπερδεύονται πολλές φορές και δεν μπορούν να διαχωρίσουν το ένα από το άλλο. Ε, και εκεί έρχομαι εγώ και τους δίνω την αξία που τους πρέπει, μιά θέση στην καρδιά μου και μια θέση στων υπολοίπων που με διαβάζουν ή με ακούν.

Σήμερα νομίζω πως έχει γίνει μία στροφή στην ερωτική ποίηση, και γενικότερα τον ερωτικό λογοτεχνικό λόγο. Είναι γλυκανάλατη η εποχή μας, υπάρχει ρεαλισμός στα ερωτικά γραπτά;

Α - Αυτό υπήρχε και θα υπάρχει για πάντα. Δεν με ενοχλεί απαραίτητα η έλλειψη ρεαλισμού στον έρωτα. Με ενοχλεί που βλέπω καλλιτέχνες, που είναι εγκλωβισμένοι στο ότι πρέπει κάτι να πουν και ας μην έχουν να πουν κάτι. Και αυτό κάποια στιγμή φαίνεται, γιατί δεν το εννοείς, γιατί η εικόνα σου ή αυτό που είσαι δεν ταιριάζει με αυτό που λες. Αυτά που γράφουν μπορεί να ‘ναι καλογραμμένα και ενδιαφέροντα και ότι, αλλά τους λείπει ψυχή, αυτό είναι το πρόβλημα.

Π - Βαριέμαι πάρα πολύ. Δεν με αφορά ο χαζός και ανώριμος, πρώτου επιπέδου, εφηβικός έρωτας του οποιοδήποτε. Με έχει κουράσει και στεναχωρήσει πολύ που όλοι ασχολούνται με τις πούτσες και τα μουνιά τους, που βασικά μακάρι να ασχολούνταν πραγματικά με αυτά. Δεν έχει να κάνει με το γλυκανάλατο αυτό καθ’ αυτό, μα με την ειλικρίνεια στα γραπτά τους η οποία λείπει. Δεν λοιπόν η εποχή γλυκανάλατη, καμία εποχή δεν ήταν, ο Βαμβακάρης έγραφε «μπροστά στην πόρτα σου, σε μια γωνιά», αυτό το πράγμα έχει αξία. Το σπίτι ήταν μια σταλιά. Αν το γράψεις αυτή τη στιγμή, είσαι γελοίος γιατί δεν υπάρχει αυτό το σπίτι. Κανένα μικρό δωμάτιο δεν έχει ο τύπος που γράφει το κείμενο του Mac. Ξέρω ανθρώπους στην τέχνη που έχουν οικογενειακό κι οικονομικό background και γράφουν για το ότι δε μπορούν να τα βγάλουν πέρα και μας παριστάνουν τους μεροκαματιάρηδες. Τέλος στην εποχή αυτή δεν μπορώ να δεχτώ ανεκπλήρωτους έρωτες, κάποτε ο πατέρας της αγαπημένης σου ήταν αυστηρός και δεν μπορούσες να την δεις, να την αγκαλιάσεις, να την φιλήσεις γιατί θα την κρεμούσε ανάποδα και ίσως και εσένα μαζί αυτό δεν ισχύει πια, οπότε δεν μπορώ να δεχτώ ανεκπλήρωτο έρωτα με εμπόδιο το ότι ο άλλος δεν ξέρει τι του γίνεται επειδή τον πολιορκούν τα Likes στο Instagram και το Facebook.




Aλεξάνδρα, πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο σου βιβλίο με τίτλο «Κόρενι». Από πού προέρχεται ο τίτλος και τι θα διαβάσουμε σε αυτό;

Α - Είναι μεταφορικό. Κόρενι σημαίνει ρίζες. Θεωρητικά, όλοι έχουμε κάποια ‘ρίζα’, από κάπου ξεκινήσαμε και για ‘μένα αυτό έχει σημασία. Όχι για κάποιον μεταφυσικό λόγο, αλλά για το πόσο βαθιά εντυπώνονται οι ‘ρίζες’ μέσα μας, όποιες κι αν είναι. Το Κόρενι, είναι ένα zine που είναι για τις δικές μου ‘ρίζες’, τους γονείς μου. Η ιστορία πίσω από αυτό είναι ότι η μητέρα μου διαγνώστηκε πριν 5 χρόνια με μια νευρολογική πάθηση η οποία δεν έχει θεραπεία. Είναι μεγάλο ψυχολογικό trip αυτό, ειδικά όταν ξεκινάει στα 18 σου. Η ιδέα του θανάτου αναγκαστικά γίνεται πραγματικότητα. Ήταν ζόρικο. Η μόνη πραγματική διέξοδος ήταν να γράψω για αυτό. Όταν έγινε η παρουσίαση του zine και το είδα τυπωμένο, έφυγε ένα τεράστιο βάρος από πάνω μου. Έβαλα σε λέξεις όλα αυτά που μου είχαν συμβεί, είχα πλάσει έναν κόσμο, η μοναξιά και η πίκρα και ότι είχα κρύψει μέσα μου, τα έβαλα εκεί και τα άφησα να φύγουν κατά έναν τρόπο. Σε προσωπικό επίπεδο, είναι πολύ όμορφο που βρήκα έναν τρόπο να αντεπεξέλθω μέσα από την ποίηση. Αν δεν το είχα, ίσως να το ‘χα χάσει λίγο. Δεν μπορώ να αναλύω τις σκέψεις μου γιατί αυτό δεν τελειώνει ποτέ και τρελαίνομαι, όταν όμως τις γράφω νιώθω ότι υπάρχει μια λογική. Μέσα από αυτή την διαδικασία βρήκα ηρεμία. Όταν γράφω, παρόλο που τα ποιήματα μου είναι κυρίως βιωματικά, αποκόπτομαι από την πραγματικότητα και τον εαυτό μου, είναι αρκετά κοντά στην ψυχανάλυση, αλλά κατά έναν τρόπο όταν γράφω δεν είμαι εγώ.

Π - Να προσθέσω εδώ πως το Κόρενι έχει μέσα ένα κείμενο που ονομάζεται Πυροσβέστης το οποίο είναι από τα πιο αξιόλογα κείμενα που έχω διαβάσει τα τελευταία χρόνια.

Αν και κανείς θα σκεφτόταν λόγω της εκκεντρικής παρουσίας του Παναγιώτη ότι είναι εκείνος που αγαπάει – ίσως λόγω και των σπουδών στο θέατρο- τους ρόλους και τις «μεταμορφώσεις», εσύ Αλεξάνδρα επιλέγεις να γράφεις με ψευδώνυμο. Τι σε ώθησε σε αυτό;

Α - Γιατί όπως είπα στα ποιήματα μου δεν είμαι ακριβώς εγώ. Μέσα από τα ποιήματα μου υπάρχουν πολλά στοιχεία του εαυτού μου που δεν θα μπορούσα ή και δεν θα ήθελα να εξωτερικεύσω στην απλή καθημερινότητα μου. Οπότε θεώρησα ότι είναι κάπως αναπόφευκτο να έχω κάτι σαν περσόνα επί σκηνής και ένα ψευδώνυμο.




Παναγιώτη, δηλώνεις άνεργος από επιλογή, γιατί επιλέγεις αυτή τη στάση;

Π - Δεν έχω αυτό που λένε σταθερή δουλειά, οπότε είμαι άνεργος. Για την κοινωνία τεμπέλης και χαραμοφάης κουλτουριάρης. Δεν με ενδιαφέρει και φυσικά δεν αντέχω να δουλεύω 8 ή 10 ώρες την μέρα, 5, 6 ή ακόμα και 7 μέρες την εβδομάδα, πόσο μάλλον για κάποιον άλλο, πόσο μάλλον όταν συνήθως αυτός ο άλλος βγάζει πάρα πολλά χρήματα και εγώ θα παίρνω τα ελάχιστα. Το θεωρώ απάνθρωπο και πολύ άδικο και όταν κάτι το θεωρώ τόσο κακό δεν συμμετέχω. Και για να σου πω μία αλήθεια το καπιταλιστικό σύστημα ποντάρει στον φόβο και εγώ δεν φοβάμαι να πεινάσω, με αντάλλαγμα μια τέτοια καθημερινότητα. Προτιμώ αυτή που έχω επιλέξει και ας είναι φορές πολύ πιο σκληρή από την άλλη.

Έχεις δηλώσει στο παρελθόν ότι οι ποιητές είναι ανταγωνιστές του Θεού. Ανάμεσα στην ηθοποιία και την ποίηση ποια θα επέλεγες – δεδομένου ότι παλιότερα έχεις αναφέρει την ιδιαίτερη σχέση σου με τον χριστιανισμό;

Π - Μονάχα ο Θεός έχει το δικαίωμα να δημιουργεί ανθρώπους και κόσμους από το τίποτα, άρα οι ποιητές είναι Θεοί και για αυτό η κοινωνία αρνείται να τους καταλάβει και τους κατατρέχει όπως και τους περισσότερους καλλιτέχνες μέσα στα χρόνια, άλλα τους ποιητές ιδιαιτέρως γιατί οι πολιτικές τους φοβούνται περισσότερο. Φυσικά και θα επέλεγα την ποίηση ή την συγγραφή τέλος πάντων για τον λόγο που ανέφερα. Δημιουργία ενός κόσμου από το μηδέν, αυτό είναι που με ενδιαφέρει καλλιτεχνικά.




Ξεκινήσατε να κάνετε ποιητικές performances κι αρκετοί καλλιτέχνες το αγκάλιασαν όλο αυτό, θέλησαν δηλαδή μαζί σας μέσα από τον «Ο κύκλος των» να εξωτερικεύσουν τη δουλειά τους στο κοινό. Πώς προέκυψε αυτή η καινοτομία στο χώρο τις ποίησης για τα ελληνικά δεδομένα, πώς σας ήρθε η πρώτη σκέψη;

A - Ήταν κάπως κοινή η σκέψη ότι η απαγγελία ποίησης έπρεπε να βγει από το στερεοτυπικό πλαίσιο στο οποίο είναι 4 μεσήλικες σε καρέκλες, και διαβάζουν ποιήματα στον ΙΑΝΟ με ανοιχτά τα φώτα. Έτσι προέκυψε το πρώτο βράδυ στο Six D.o.g.s.. Κάπως έτσι προέκυψε και η performance, η μουσική, τα video, όλα τα μέσα που χρησιμοποιούμε στις βραδιές μας. Από τη μια ψάχναμε έναν τρόπο να ξεφύγει η ‘βραδιά ποίησης’ από το στερεότυπο και από την άλλη έχουμε ανθρώπους γύρω μας που ζουν κι αυτοί μέσα στην τέχνη, είτε είναι μουσικοί, ζωγράφοι ή ότι άλλο. Δεν γίνεται να μην εμπνέεσαι από αυτό και να θες κάπως να πορευθείτε μαζί, να δημιουργήσετε.

Π – Πριν 4 χρόνια άρχισα να σκέφτομαι πως θα ήθελα πολύ να υπάρχει ένας χώρος, ένα event, κάτι στα πλαίσια του οποίου θα μπορούσε να μαζεύονται άνθρωποι στην ηλικία μου και να διαβάζουν αυτό που γράφουν στον κόσμο, να μιλάμε για τέχνη, να πίνουμε, να γράφουμε μαζί ή χώρια. Αυτό δεν υπήρχε, οπότε αποφάσισα πως πρέπει να κάνω την αρχή. Πριν 2 χρόνια περίπου λοιπόν διάβασα για πρώτη φορά κείμενα μου, από το βιβλίο που θα κυκλοφορούσα, μέσω του εκδοτικού μου, σε μία εκδήλωση που έκαναν. Ήδη έπαιζα επαγγελματικά στο θέατρο 5 χρόνια και είχα 8 παραγωγές στην πλάτη μου και συμμετοχές σε μερικές ακόμα, ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, συγγραφέας κλπ. Όταν ήρθε η στιγμή να διαβάσω τα ποιήματα μου όμως το στομάχι μου είχε έρθει στα πνευμόνια μου και τα πόδια μου λύγιζαν, σαν να έβγαινα σε κοινό πρώτη φορά. Μόλις τέλειωσε σκέφτηκα ‘’Θέλω πάλι!’’. Είπα τότε στην Αλεξάνδρα ‘’Τώρα ξεκινάμε!’’ με κοίταξε με απορία, βγήκα έξω σχεδόν τρέχοντας και πήρα τηλέφωνα ανθρώπους που γνώριζα πως έγραφαν τότε και εκείνοι με την σειρά τους άλλους. Μετά από 3 εβδομάδες ήμασταν στο six dogs με 100 άτομα να τους διαβάζουμε όλα όσα γράφαμε.




Πως θα αποτιμούσατε εσείς την ευρεία «κολεκτίβα» ποιητών και τις βραδιές που διοργανώνετε; Τι θα θέλατε να κατακτήσετε ακόμα σε σχέση με αυτό και δεν το έχετε κάνει ακόμα;

Α - Δεν ξέρω πως πρέπει να απαντάς σε τέτοιες ερωτήσεις. Θα πω απλά ότι είμαι χαρούμενη που ξεκινήσαμε αυτό που κάνουμε και έχουμε και οι δύο να κάνουμε πολλά ακόμη.

Π – Δεν είναι η δουλειά μου αυτή. Εγώ κάνω τέχνη, απολογισμούς ας κάνουν οι κριτικοί τέχνης. Το μόνο που έχω να πω είναι πως ακόμα δεν έχουμε και δεν έχετε δει τίποτα.

Αν είχατε τη δυνατότητα να ζήσετε σε κάποια άλλη εποχή ποια θα ήταν αυτή;

Α – Γύρω στα ‘50s με τους beat. Ίσως φταίει ότι το πρώτο ‘σοβαρό’ βιβλίο που διάβασα ήταν ‘Οι αλήτες του Ντάρμα’.

Π – Δεν με νοιάζουν οι εποχές και τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη, τα θεωρώ backgrounds, εμένα με αφορούν οι άνθρωποι που έχω γύρω μου και να είσαι σίγουρη πως τους έχω και με έχουν επιλέξει, όλα τα άλλα τα φτιάχνουμε, λίγο χρόνο να βρούμε, λίγη αγάπη και λίγα φράγκα.




Θέλω να μου διηγηθείτε από δύο σύντομες και ιδιαίτερες προσωπικές σας ιστορίες ο καθένας, εκ των οποίων η μία να είναι αληθινή και η άλλη αποκύημα της φαντασίας σας, και να αφήσουμε τους αναγνώστες να μαντέψουν ποια είναι η αληθινή.

Α – α. Κοίταξα τον καθρέφτη του μπάνιου. Έκλεισα το φως, τα μάτια και κοιμήθηκα ήρεμος.

β. Κοίταξα τον καθρέφτη του μπάνιου κι έχω να κοιμηθώ καλά από τότε.

Π – α. Το 2013 κάναμε ένα graffiti μαζί με έναν φίλο κάπου στην Αθήνα. Αποφασίσαμε πως θα ήταν ωραίο να υπήρχε γραμμένο ένα κείμενο μου στο φόντο (Το κείμενο ήταν το ‘’Μαύρες μέρες’’ από την ποιητική μου συλλογή ‘’Η Γένεσις, η Ζωή και το Έργο, ο Θάνατος του Αμνού’’, σελίδα 77). Κάποια στιγμή με πλησιάσαν 3 τύποι και μία κοπέλα και άρχισαν να με ρωτάνε τίνος είναι αυτό το κείμενο και ποιοι είναι οι ‘’αυτοί’’ που αναφέρονται μέσα (ο φίλος μου είχε πάει να βρει μπύρες και ήμουν μόνος) . Τους απάντησα πως ήταν δικό μου και άρχισαν να με ρωτάνε επίμονα ποιοι είναι οι ‘’αυτοί’’. Εγώ γελώντας απάντησα, ‘’οι κακοί!’’. Συνέχισαν να με ρωτάνε ακόμα πιο επίμονα και άρχισαν να με σπρώχνουν και εγώ να τσαμπουκαλεύομαι. Τους είπα ‘’Το πρόβλημα σας είναι το κείμενο ή τα μούτρα μου;’’ Προσπαθώντας να καταλάβω τι θέλουν και ποιοι είναι. Ο ένας μου είπε να τα μαζέψω και να φύγω, του είπα να πάει να γαμηθεί και πως δεν τον κόβω για μπάτσο για να προσπαθεί να μου δώσει εντολές. Εκείνη την στιγμή εξαγριώθηκε και άρχισε να με βρίζει και να μου λέει πως με ξέρουν και πως με έχουν ξαναδεί και πως θα την πάθω. Του είπα πως χαίρομαι που ένα κείμενο μου προκάλεσε όλο αυτό το ζήτημα και ο διπλανός του μου πέταξε μια πέτρα που πέρασε δίπλα από το αυτί μου ακριβώς. Η κοπέλα φώναξε ‘’Κόφτε το ρε μαλάκες!’’, τους πήρε και έφυγαν. Εκείνη την στιγμή φτάνει ο φίλος μου και του λέω ‘’Έχασες μόλις ένα party!’’.

β. Φέτος πριν κυκλοφορήσω το Vigil VI (Against All) έστειλα σε διάφορους φίλους που εκτιμώ την άποψη τους, συγγραφικά ή αναγνωστικά , το κείμενο ζητώντας τους μια γνώμη (Ξέροντας πως δεν θα την λάβω υπόψιν μου, απλά για να γνωρίζω την άποψη τους). Αρκετοί μου είπαν πως ένα συγκεκριμένο σημείο που αναφερόταν σε συγκεκριμένο πολιτικό χώρο θα δημιουργούσε ζήτημα και μπελάδες. Κάποιοι μου πρότειναν να το αλλάξω κάπως και άλλοι να το βγάλω τελείως. Μερικές μέρες αργότερα δέχτηκα κάποια ‘’τυχαία’’ τηλεφωνήματα και δυστυχώς οδηγήθηκα στο να αλλάξω το σημείο εκείνο, το οποίο βέβαια στις perfromances λέω ακόμα κανονικά.




Δεδομένου ότι συναντηθήκαμε πρώτη φορά στη Χαλκίδα, θα σας ρωτήσω Αθήνα ή Χαλκίδα και γιατί;

Α - Αθήνα χωρίς γιατί. Αυτή η πόλη καμιά φορά με κάνει να πιστεύω στο μεταφυσικό. Τη μια στιγμή σε αγκαλιάζει και την κάνεις σπίτι σου και την ακριβώς επόμενη σε κλοτσάει στον δρόμο.

Π - Η Χαλκίδα είναι μια μικρογραφία της Ελλάδας, είναι καλή κυρίως για διακοπές, είναι για να ταξιδέψεις και να γυρίσεις σε αυτήν γέρος, γεμάτος και ήρεμος. Άρα σίγουρα όχι για μένα, όχι για τώρα. Η Αθήνα είναι μια υπέροχη πόλη τρομακτικά ιδιαίτερη, ένα πολύμορφο χάος και λατρεύω να μπορώ να χάνομαι μέσα σε αυτήν και να βγαίνω από μέσα της λίγο πριν πάθω ανακοπή, το ίδιο που αναζητούσα μέχρι πρόσφατα και από τους έρωτες μου. Για να είμαι ειλικρινής δεν με αφορά η έννοια του σπιτιού και η ζεστασιά του, ούτε της πατρίδας, όπως ούτε της οικογένειας και του Θεού, για αυτό τον λόγο θα σου πω καμία από τις δύο. Ίσως και οι δύο, ίσως καμία. Έχω τον νου μου και την καρδιά μου στους ανθρώπους μου όχι στα ντουβάρια, τα τσιμέντα και τους δρόμους.

Από εδώ και πέρα τι να περιμένουμε; Τι ετοιμάζετε;

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου Μπάγκειον ‘’Από κάπου αλλού’’ στα πλαίσια της έκθεσης ‘’Outcast Europe’’.

Μέσα στον Νοέμβρη και τον Δεκέμβρη θα έχουμε performance σε Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Λάρισα, μαζί με τον Κώστα Moody.

Στα τέλη Νοέμβρη/ αρχές Δεκέμβρη, ετοιμάζουμε μια αρκετά διαφορετική performance στην Αθήνα. Κάτι αρκετά προσωπικό, σε έναν νέο χώρο με αρκετά νέα άτομα.
Αναμείνατε.




Για πληροφορίες σχετικά με τον ‘Ο Κύκλος Των’ μπορείτε να επισκεφθείτε την σελίδα τους στο facebook: https://www.facebook.com/okiklostwn/

Για ποιήματα:http://epitheti.tumblr.com/ και στα προσωπικά τους προφίλ στο facebook

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου