Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018

Ξώφαλτση Ξόφληση | Νίκος Α. Πολυκανδριώτης


Άραγες αν του' χε κρύψει
τ' άλογα δε θα έφτιαχνε καινούρια;
Νέος ήταν επιπόλαιος
η Μοίρα δε τον έγνοιαζε
κι όμως του το' χε πει.
Δεν είναι παίξε γέλασε
να βρεις το μέτρο της απλότητας
χωρίς να περιττεύεις
κ' είναι πιο εύκολο να κουμαντάρεις
ένα φως απο το να εξημερώσεις
τα σκοτάδια σου.
Κι αυτός αν και ήταν
ο γιος του Ήλιου δεν είχε 
εξημερώσει τα σκοτάδια του.
Εδώ καλά καλά ο πατέρας του
δε τα' χε καταφέρει 
ο ίδιος ο Ήλιος, φαντάσου!

           ~



Πάλι εδώ
Η ζωή μου να τρέχει
Και γω σαστισμένος
Να μετρώ τις πληγές μου
Τις προφητείες
Που δε γίναν  ποτέ τους
Τα μωρά που δεν ήρθαν
Τους νωρίτερους γέρους
Μες το μυαλό μου
Στήνουν μια πολιτεία
Και το κορμί μου
Κάνουν πλατεία
Κυλούν ρυάκια ποταμοί
Σκαμμένοι δρόμοι
Στων στιγμών μου τ' ανοίγματα
Και στα φτεροκοπήματα
Δρόμοι κατάσαρκοι
Που τους λένε ρυτίδες
Μα είναι τα βήματα
Ενός παμπόνηρου κάποτε
Πάλι εδώ
Κουτοπόνηρος
Κι άπειρος από αγάπες
Και λάθη ξανά ριγμένος
Να τραγουδώ
Ξεφτυσμένο σκοπό
Ενός πιάνου σ' ένα πλοίο
Που το πήρε ο βυθός
Μάτια
Σε δάση ερημιάς
Που τραβάτε
Πάρτε μαζί σας τον οβολό
Εάν σας είχα δεκατέσσερα
Τώρα ίσως να έληγε
Η δική με νταούλια και γέλια
Φεύγω γυρίζω
Τη φορά δε γνωρίζω
Ένας αμμόκοκος 
μες τους τόσους αμμόκοκους
Χέρια μου
Νιώστε  τι καρφιά μελετάτε
Κι όμως πάντα πονάτε
Αμάθευτα
Πόδια μου
Πάτε κι αν πάτε που πάτε
Η μόνη βεβαιότητα
Μετέωρα είστε
Στων ανθρώπων τις γέφυρες
Μετέωρα είστε
Πάλι εδώ
Να φυλάγω τα μπόσικα
Σ' ένα κρυφτό κυνηγητών
Γύρω μου δες
Γραμματόσημα κάρτες
Και στο τζάκι μου να
Καίγονται χάρτες
Αίσωποι-απάτες
Απόντες οι πάντες
Άπαντες εαυτοί αναπάντητοι
Έξω οι συρμοί να τσιρίζουν
Να χάνονται
Και οι ράγες να φεύγουν
Στο βαθύ το σκοτάδι
Ο ταχυδρόμος σκούριασε
Όπως ερχόταν
Κι ο παραλήπτης κατεβάζει αυλαία
Οι λέξεις ξέρεις είναι ζώα
Που θέλουν μια φορά κάθε τόσο
Να τις τρέφεις με πράξεις
Αλλιώς κοιμήσου
Αλλιώς άντε πλαγιάσου
Και μη τις ενοχλείς
Αχ να γινόμουνα  μια μέρα
Το φτερό στον άνεμο
Τι κι αν βρισκόμουν στον αέρα
Δε με νοιάζει
Δε με νοιάζει
Μόνο να την έκανα από δω
Πάλι εδώ
Με το είδωλο ν' απέχει
Και γω μαρμαρωμένος
Να κοιτάζω καθρέφτες
Κάτοπτρα κι αντικατοπτρίσεις
Λογής λογής ραγίσματα
Κρίμα στα θαύματα
Ναι κρίμα στα θαύματα
Και κρίμα σε μένα
Που δε τα κυνήγησα
Είμαι της νύχτας το λευκό το κρυάρι
Το μαχαίρι μού μπήγει
Το φεγγάρι σαν γεμίζει
Και σαν αδειάζει
Άστρα θυσιαστές
Τον βωμό τους ξεπλένουν
Η αυγή να σαλπάρει
Νέο στήθος να σαλπίσει
Μεγάλωσα κι άλωσα τ' όνειρο μου
Άλλαξα προσαρμόστηκα
Στις ταχύτητες του κόσμου
Δε φταίει κανείς
Αφού ό,τι κάνουμε είμαστε
Στη τελική φταίμε μόνο εμείς 
Εμείς που σκύψαμε
Που δε μιλήσαμε που δεν είπαμε
Όσα τη ψυχή μας βαραίνουν
Δε πα να λέμε 
Τι να σώσει το κλάμα όταν 
Έχεις τυλίξει στον λαιμό τη θηλιά
Χρόνια και χρόνια
Τι προσάπτουν οι Άλλοι 
Άλλος είσαι κι εσύ 
Μες τους Άλλους εξόριστος
Πως καταφέρνει 
Ο Χρόνος και γλιστρά
Κι όταν γυρνά μοιάζω 
Να είμαι ο Δραπέτης 
Κι αυτός μοιάζει να είμαι γω
Πάλι εδώ 
Μη κατέχοντας ποια 
Σημεία στίξης να χειριστώ
Άνεμοι παρασύρανε 
Τους ανεμόμυλους και στη κύτη τους
Χώνιασαν του μυλωνά
Τη κόκκινη ανέμη
Όταν περνάν στις φυλλωσιές 
Αλέθεται η πίκρα μου 
Ακούγοντας το σφύριγμα
Της λησμονιάς του σκιάχτρου.

              ~

Πλαγιάζω με σκιές.

Οράματα νεκροζώντανα 
μου πετάνε τάλιρα 
ώστε να εγκυμονήσω 
το φάντασμα τους.

Δέχομαι στη μήτρα μου 
το σπέρμα κάθε ουτοπίας.
Κάθε πλάνης τα ωάρια γονιμοποιώ.

Στα όνειρα μπαίνω δίχως προφυλάξεις.

Αναμετριέμαι κι έπειτα φιλάω 
τους εφιάλτες που προκύπτουν απ' αυτά
έχω ασελγήσει με βωμούς 
έχω ασελγήσει με θεούς 
έχω ασελγήσει με διαβόλους 
με ύμνους έχω ασελγήσει 
με κάθε τι αποτρόπαιο κι αποκρουστικό.

Με όλη την ανθρωπότητα 
μ' όλη της την ομορφιά
κι όλη της τη φρίκη.

Μου' χουν γαμήσει τη ψυχή πεντέξι 
επιλογές μου αλλά εντάξει 
θα διορθωθώ θα μου γαμήσουν
άλλη ψυχή άλλες επιλογές μου.

Έδωσα κεφάλι σ' αυτοκαταστροφές.

Τα στήθη μου' γλειψαν ύψη 
γκρεμοί στο πρόσωπο μου τέλειωσαν.
Και τώρα δες με στα σεντόνια 
που μέρα με τη μέρα λιώνουν 
γονυπετώ για τη στιγμή αυτή που δεν
ήμουνα το πορνίδιο της αθανασίας
εκείνου του μάταιου αυνανισμού.

Καλή αντάμωση.
Βαρέθηκα να σας πληγώνω 
βαρέθηκα να με πληγώνετε.
Τι είδος ανθρακορύχων τέλος πάντων;
Χτυπάμε παλιά καρφιά  μπας και 
βρούμε ατόφια πληγή.

"Δεν κλαίμε
αν το REC δεν είναι  αναμμένο!
Αν αυτός που κλαίμε δεν είναι  κανείς  από τους αναρίθμητα μεγάλους
που τόσο αποπνιχτηκά σκευάζει 
τούτος ο τόπος.
Κι αν δεν έχει το ύψος της live
λύπης μας: 
(κοψοχρονία λιγμοί και πλανταγμοί)
κάνουμε τη γλώσσα  μας 
κρεβάτι του Προκρούστη 
και τον δένουμε απάνω!
Κι αν δεν είναι πληγωμένος τον χτυπάμε και τον ξαναχτυπάμε 
ως να φανεί στα πλάνα πιο καθαρά 
το αίμα του.
Περπατάμε γονατιστά 
είμαστε νάνοι
αν σηκωθούμε θα πέσουμε
αν σηκωθείτε θα πέσετε 
είναι  στη φύση σας να περπατάτε 
γονατιστά έτσι γεννηθήκατε
αν σηκωθείτε θα πέσουμε 
κι αν πέσουμε η πρόοδος 
θα αποφευχθεί. 
Δε ζούμε
αν το Internet είναι αποσυνδεδεμένο
αν ό, τι ζούμε δε το μαθαίνουν όλοι 
τότε δε ζούμε! Απαγορεύεται!
Άλλαξαν οι εποχές.
Αφορά τη παροχή οξυγόνου
αν πάψει μια τέτοια παροχή
θα είναι σαν να εκρήγνυται
ένας άλλος μικρός ήλιος.
Η αλήθεια μας 
δεν είναι αλήθεια μας 
αν δε λάβει
μόνον κολακευτικά σχόλια.
Δεν είμαστε εμείς
αν δεν αρέσουμε τότε
ούτε σε μας αρέσουμε
ξανασχεδιάζουμε τα πορτρέτα μας
και σπάμε τους καθρέφτες μας
ώστε να αρέσουμε.
Αν δεν έχουμε
Νίτσε ή Σωκράτη
στο κομοδίνο μας
δεν αξίζουμε 
αν δε φροντίζουμε
να δείχνουμε πόσο αξίζουμε 
ακριβώς επειδή έχουμε 
Νίτσε ή Σωκράτη 
στο κομοδίνο μας.
Χωρίς ιδέες 
είμαστε πρωτόγονοι
μένουμε σε σπηλιές 
αν δεν εμένουμε  σε ιδέες.
Δεν είναι ξημέρωμα
εάν δε το βλέπουμε
από τη σπηλιά μας
αν δε το βλέπουμε 
από την ιδέα μας. Δεν είναι!
Τα ξέρουμε όλα
κι αν δεν ξέρουμε κάτι
είναι ότι τα ξέρουμε όλα.
Μα το σημαντικότερο:
ΣΕ ΚΑΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 
δεν λέμε δεν σκεφτόμαστε 
δεν διαδίδουμε
ότι τα πράγματα είναι αλλιώς.
Κι αν ακουστεί
φωνή που να λέει
πως ο γίγαντας
ήταν η σκιά της λάμπας του μικρότερου
με συνοπτικές
εκτελείται διαδικασίες.
Αν φυσικά το REC είναι αναμμένο!"

Το ξαναείπα: Δε συναινώ πια , συγνώμη.

            ~

Αν ο Δαίδαλος 
ήξερε τον άλλο Δαίδαλο
που κοιτάζει το ποτάμι
και διστάζει να βουτήξει
τότε μπορεί
να μην έχτιζε τον Αστέριο.
Βέβαια ήταν διαταγή
και σίγουρα δε μπορούσε
να προσμένει τέτοια εξέλιξη.
Όμως οι εξελίξεις δεν είναι
για να προσμένονται.
Από την άλλη χωρίς αυτόν 
ποιος θα' ξερε την Αριάδνη;
Που θα χρειάζονταν η Αριάδνη; 
Αφού καλύτερο δε θα βρισκε
το κτήνος της Κρήτης
αρχιτέκτονα
ώστε να του 
προσωποποιήσει 
από τον καθένα πιο αριστοτεχνικά
την αισχύνη του
και να οικοδομήσει
το βασανιστήριο 
του κακόμοιρου πλάσματος.
Έτσι μπορεί σκέφτεται
να συνέβαλλε στο πεπρωμένο
ενός ήρωα 
και παρηγοριέται. 
Από την άλλη ξανασκέφτεται
κοιτώντας τους νεοσούς
να πετούν πάνω από το ποτάμι
πως αν δε συμβαίναν όλα τούτα
ίσως ο Ίκαρος ίσως να ζούσε ακόμα.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου