Το στόμα μου στέγνωσε κι
αντί για σάλιο έχω βλαστήμια,
κρέμεται στις άκρες των χειλιών μου
κι απειλεί αυτοκτονία.
Οι όρκοι που έδωσα βράδια αδιαφορίας,
σάπισαν μέσα μου
κι η μήτρα μου δεν άντεξε την συμφορά,
πώς να το περιγράψω
ευγενικά.
Έζησα όλη την ζωή και στέρεψε.
Σέρνομαι-σαύρα στην έρημο διψώ
να πιω σε μια γουλιά το σύμπαν.
Τον κόσμο που ωρίμασα
τον κράτησα για κάποια άλλη ζωή,
σε κάποιον το χρωστώ.
Επαναστατεί ο εγκέφαλος μου,
αλλά η ύπαρξη-η ίδια- έχει διαφορετική άποψη
για το φλέγον ετούτο ζήτημα.
Στα άκρα των δαχτύλων μου
είναι δεμένη η μαριονέτα που διάλεξα να υπηρετώ,
τις στιγμές που μαρτύρησα
τις είχα μελετημένες.
Και μετά απ’ όλα αυτά,
πες μου φίλε μου,
αν αξίζει να τρελαθώ
ή να πάω στον διάολο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου