Δευτέρα 11 Δεκεμβρίου 2017

Σπουδή | Μιχάλης Μαρκοδημητράκης


Κάθομαι και ρεμβάζω. Επιθυμίες και αισθήσεις
εκόμισα εις την Τέχνην- κάτι μισοειδωμένα,
πρόσωπα ή γραμμές∙ ερώτων ατελών
κάτι αβέβαιες μνήμες. Ας αφεθώ σε αυτήν
Ξέρει να σχηματίσει Μορφήν της Καλλονής∙
σχεδόν ανεπαισθήτως τον βίο συμπληρούσα
συνδυάζουσα εντυπώσεις συνδυάζουσα τες μέρες.

Κ.Π. Καβάφης




Σπουδή

Κάθομαι και ρεμβάζω.

Σε ένα μπαλκόνι 1x1 με το ζόρι χωράει καρέκλα. Μυρίζω τη θάλασσα αλλά δε μπορώ να τη δώ. Μόνο ο μεσήλικας γείτονας και η γυναίκα του με Αλτσχάιμερ. Μπλοκάκι, στυλό, παγωμένος καφές. Σκέτος. Το beagle απέναντι ηρέμησε αφού το στείρωσαν. Και οι γάτες σε οίστρο.

Επιθυμίες και αισθήσεις

Η τελευταία γεύση που είχε σημασία ήταν το φιλί. Όχι το τελευταίο. Αυτό στις 5 Γενάρη. Αχτίδες του ήλιου σε ανοιχτό μώβ παπλωματοθήκη με λευκούς λεκέδες. Κεραυνοί σε μονόχωρο διαμέρισμα με κουζίνα-μπάνιο 38 τ.μ. Όταν πλημμύρησαν οι δρόμοι και έπρεπε να περάσουμε την Εγνατία με το νερό ως το γόνατο. Το νυχτερινό που κόβει την ανάσα.

Εκόμισα εις τη Τέχνην 

Τι έφερα αλήθεια? Ρεαλισμός. Όλα κάποτε τελειώνουν. Ή τη τυφλή ελπίδα ότι τίποτα δε πεθαίνει, ούτε ξεγράφεται? Στίχους με νόημα, να αρέσουν, να προσελκύσουν χαμόγελα και περίεργα ζευγάρια μάτια ή να φέρουν ΕΝΑ ζευγάρι μάτια?Κομίζω εις τη Τέχνη και ενδόμυχα ελπίζω, η Τέχνη να κομίσει όσα η σκέψη αδυνατεί να συλλάβει. Κατεβάζω την Ιδέα στα μέτρα μου, κι λερώνω το νόημα με χώμα και πνοή.

κάτι μισοειδωμένα

Μορφές θεατρικές, σκιές πίσω από παραβάν και σώματα που διαγράφονται κάτω από σεντόνια. Όχι αυτό που είναι ,αυτό που θα ήθελα να είναι. Μέα από τα δικά μου γυαλιά, μυωπίας και αστιγματισμού. Κηλίδες τελειότητας σε ατελή καμβά.

πρόσωπα ή γραμμές

Ημιευθείες με αρχή και άγνωστο τέλος. Χαμόγελα αυτοκόλλητα, διαγραφή ατάκτως εριμμένων χειρονομιών, δείγματα πανικού και απελπισίας. Ξυσμένο μολύβι να ξεσκίζει τη κόλλα, πάνω που σχηματίζει τα μαλλιά. Σχέδια στο τοίχο, αρχικά γράμματα με ημερομηνίες ανοιχτές, καρουζελ στο κατακαλόκαιρο με χριστουγεννιάτικες μελωδίες να κόβονται απότομα.

ερώτων ατελών

Μετέωρα βήματα σε σπασμένο πεζοδρόμιο. Σ’αγαπώ μέσα από τα δόντια, κοφτές ανάσες, κατηγορίες, φαρμάκι, ρούχα ξεχασμένα. Και γιατί να μπουν σε κούτες? Ας πιάσουν σκόνη. Να σκουντουφλάς το βράδυ πάνω τους όταν σβήνεις, να πιάνεις ΤΗ μυρωδιά. Αυτή που μοιάζει οικεία, αλλά διαλύεται στο καύσωνα. Σε πνίγουν όλα τα αρώματα, εξόν αυτό που ζητάνε οι αισθήσεις σου. Διαίρεση με υπόλοιπο.

κάτι αβέβαιες μνήμες.

Έγιναν όλα έτσι όπως τα θυμάμαι, ή κράτησα στιγμές? Οι αναμνήσεις στρογγυλεύουν τις γωνίες, σβήνουν εκρήξεις και χρησιμοποιούν πολύχρωμη παλέτα για ασπρόμαυρα φίλμ μιζέριας. Βουτούσες μπισκότα στο γάλα? Ποιον αγκάλιαζες τα ξημερώματα? Νομίζω χάζευα όταν ντυνόταν. Και νομίζω υπήρχαν 2 πολυθρόνες-αδελφές από τα ΙΚΕΑ που είχαμε. Και ένα λούτρινο ποντικάκι. Και ένα άλλο που κέρδισα σε μια σκοποβολή. Ενώ ΜΙΣΩ τα όπλα.

Ας αφεθώ σε αυτήν.

Το στυλό πάει αυτόματα. Καμία διόρθωση, καμία απολογία. Τίποτα δεν είναι αρκετά προσωπικό, τίποτα, λιγότερο επώδυνο. Γεμίζουν τετράδια με χρησμούς και ληγμένες προφητείες. Σημειώσεις σε χαρτοπετσέτες, τετράδια, εισιτήρια, στο αριστερό της στήθος. Ένα μονόγραμμα, ο Ρίτσος, πολύχρωμα τριαντάφυλλα, όλα υλικό στο μίξερ και γίνονται κόκκινο του αίματος.

Ξέρει να σχηματίσει

Ο στίχο δε θέλει μόνο μεράκι. Σβήσιμο-γράψιμο και τα συναφή. Η ομοιοκαταληξία δεν προσφέρει τίποτα. Ταίζω μέσα μου ένα γατάκι (αφού αυτό που είχα το λευκό πέθανε ξαφνικά στα χέρια μου) που στο πρώτο δείγμα αδυναμίας γίνεται τίγρης πεινασμένη. Η σκέψη θρυμματίζεται και επανασχηματίζεται με νόημα ή χωρίς. Και η λέξη? Η λέξη μέσα στη λέξη και ανάμεσα στη γραμμή στοχεύει σε ένα και μόνο ζευγάρι μάτια. Αν αστοχήσει απέτυχε.

Μορφήν της Καλλονής.

Μαλλιά από μετάξι, γυμνό σώμα με καμπύλες αρχαίου αγάλματος, νωχελικά γερμένο κοιμώμενο σε κρεβάτι στη γωνία. Χείλη μισάνοιχτα, σε νάρκη βαθιά, και ατάραχη. Επιμελώς και ατελώς ατημέλητη, ονειρεύεται ελευθερία και Έρωτα. Κρύο αεράκι διαπερνά τους γυμνούς γλουτούς, ανατριχιάζει και αλλάζει θέση. Η Αφροδίτη αναδύεται στο σεληνόφως και σε αφήνει να έρθεις μαζί της, και να νομίζεις ότι δεν βαδίζεις στον έρωτα και στο θάνατο παρέα μόνο με τη σκιά σου.


σχεδόν ανεπαισθήτως

Έχω χάσει την αυτοσυγκέντρωση μου ξέρεις. Τις προάλλες έχασα ένα 50άρι. Ο βασικός είναι 2,9 την ώρα και έχασα 16 ωρομίσθια. Άπλα γλίστρησε από τα χέρια μου χωρίς να το αντιληφθώ. Και εκείνη η κάρτα που μου έγραψες με τη φωτογραφία έπεσε από τη θήκη των γυαλιών που κουβαλούσα μαζί μου συνεχώς. Λίγο-λίγο ξεφεύγουν τα πάντα από τα δάχτυλά μου. Τα μαλλιά σου τα βρίσκαμε σε όλες τις γωνιές του σπιτιού και στο άσπρο πάτωμα, και τώρα ψάχνω ώρες-ώρες έστω μία. Από αυτές πριν μπει ο αφρός και κοκκαλώσει η μπούκλα, ελάχιστα λεπτά μετά το μπάνιο. Βαθιά ανάσα, η μυρωδιά της μαλακτικής και της κρέμας σώματος, το απαλό δέρμα και η μυρωδιά από το Kings and Queens.

τον βίο συμπληρούσα   

Το άλλο σου μισό. Η τραγωδία του σύγχρονού πολιτισμού. Βρίσκεις το άλλο σου μισό, αλλά για τον άλλο ίσως να μην είσαι παρά σταθμός πριν το προορισμό. Η αλήθεια του 21ου αιώνα? Τα κομμάτια του παζλ δε ταιριάζουν πάντα. Και σε πολλές περιπτώσεις γεμίζεις εκείνο το «σχεδόν» με μουσική, Τέχνη, δραστηριότητες, δουλειά, παιδιά. Και ίσως κολλήσει το κομμάτι. Ίσως, αν πεθάνεις λίγο-λίγο. Μόνο τότε νιώθεις ολόκληρος.
συνδυάζουσα εντυπώσεις
Φώτα, όλοι στις θέσεις τους. Μακρύ φόρεμα λευκό, σανδάλι αρχαιοελληνικό, και η θυσία για την οικογενειακή τιμή ξεκινά. Κοιμήσου Αντιγόνη στην αγκαλιά της γης, για να λήξει τιμημένα ο πόλεμος, αυτός που έγινε για ένα πουκάμισο αδειανό, για μιαν Ελένη αλλιώτικη από αυτή της Τροίας. Κλάψε, παρακάλεσε, δείξε το πόσο σημαντική είσαι, πόσα πράγματα στον ανθό της νιότης αδίκως σου στερούν, πόσα μάτια δεν αντίκρισες, πόσους έρωτες δεν έκλαψες, τα μέρη που δεν είδες. Και κλείσε το δήμιο στον τάφο γιατί δάκρυσε και άστον να πεθάνει αργά-αργά.
συνδυάζουσα τες μέρες.
Ψέματα. Τις νύχτες συνδυάζει. Τα πρωινά είναι για το πεζό λόγο, για τους συνήθεις έρωτες, βόλτες στη πόλη, μπάνιο με αντηλιακό υψηλού δείκτη προστασίας, πεντακάθαρα ποτά και χαχανητά. Τα πρωινά τα σώματα ιδρώνουν από κόπο, από δουλειά, υποχρεώσεις, το μαλάκα στο αντίθετο ρεύμα. Α και τις φωτογραφίες. Με φίλτρο, με χαμόγελο, υπέροχες όλες, «ευτυχία». Για δοκίμασε το βράδυ.

Λυπάμαι Κ.Π.

Συνδυαζουσα τις νύχτες. 

Εκεί δε κρύβονται ούτε ψέματα, ούτε έχεις υλικό να γεμίσεις το κενό. Τότε Τη χρειάζεσαι. Όταν ενώνονται τα βράδια με τα προηγούμενα. Γιατί όσες καινούριες μέρες και αν ζήσεις, οι νύχτες θα είναι ίδιες, όσο πάει.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου