Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017

Είδαμε : ο Ζητιάνος στο Θέατρο Από Μηχανής | Ηλέκτρα Ρούνη


Ζητίανος ή ‘‘ ζητιάνοι’’ ;
Εξουσιαστές ή ‘‘ εξουσιαστής’’ ;


Το απόγευμα του Σαββάτου, παρακολουθήσαμε την παράσταση ‘‘Ο Ζητιάνος’’του Ανδρέα Καρκαβίτσα σε σκηνοθεσία Ρουμπίνης Μοσχοχωρίτη, με πρωταγωνιστές τον Λεωνίδα Κακούρη στον ρόλο του ζητιάνου, την Κατερίνα Μπιλάλη, την Μαρία Καρακίτσου, την Γιώτα Τσιότσκα και τον Λευτέρη Παπακώστα. Οι γυναίκες ηθοποιοί, πραγματοποιούσαν εναλλαγές ρόλων καθώς λειτουργούσαν τόσο ως αφηγήτριες της ιστορίας, όσο και ως αφελείς, εγκλωβισμένες στην ανδροκρατούμενη κοινωνία γυναίκες του χωριού, αλλά και ως το σύνολο των χωρικών, αντικατοπτρίζοντας έτσι την εικόνα του τότε νεοσύστατου ελληνικού κράτους.

  Στην παράσταση, την υπόθεση αφηγούνται οι νεκρές πια γυναίκες του χωριού, οι οποίες, έχοντας επιστρέψει στον τόπο τους, προσπαθούν μέσα από την αναπαράσταση των γεγονότων της ιστορίας τους να διηγηθούν, να εξηγήσουν στους άλλους, αλλά και να  κατανοήσουν  οι ίδιες τόσο τις δικές τους πράξεις όσο και εκείνες των αντρών τους. Παρά τα αρκετά χοροκινησιολογικά στοιχεία στην ερμηνεία τους, τα οποία υπήρχε περίπτωση να αποσυντονίσουν και να αποσπάσουν την προσοχή του θεατή από το κεντρικό θέμα, οι ηθοποιοί κατάφεραν αρκούντως να δημιουργήσουν το κλίμα της κυριαρχίας της φτώχειας, της μιζέριας και της αμάθειας, και ως εκ τούτου να καταστήσουν εύλογη την επιρροή  του ζητιάνου στους χωρικούς και κατ' επέκταση την καταστροφή και τον αφανισμό του χωριού.

  Ο Λεωνίδας Κακούρης, με την επιβλητική του παρουσία, την έντονη και υπερβολική εκφραστικότητα τόσο στην ομιλία όσο και στις κινήσεις του, προσπάθησε ν΄αγγίξει όλες τις πτυχές του χαρακτήρα του ζητιάνου Τζιριτόκωστα. Η επιτυχία της ερμηνείας του έγκειται στο γεγονός ότι κατάφερε να υποδυθεί με πειστικότητα μία πληθώρα  συμπεριφορών από την αρχή μέχρι το τέλος της παράστασης. Από τη μία πλευρά, ο Τζιριτόκωστας παρουσιάζεται ως ένας δύσμοιρος επαίτης, ο οποίος, ενώ θέλει να προκαλέσει τον οίκτο, έρχεται αντιμέτωπος με την αδιαφορία και την αλαζονεία των χωρικών. Από την άλλη πλευρά, ο ίδιος αυτός ήρωας παρουσιάζεται ως το πρόσωπο που οι άνθρωποι της υπαίθρου έχουν ανάγκη περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Στην πρώτη περίπτωση,  αμφισβητεί την πίστη τους προς τον Θεό και κατακρίνει την απουσία συμπόνιας και αλληλεγγύης που τους διακατέχει. Στη δεύτερη περίπτωση, εκμεταλλευόμενος στο μέγιστο βαθμό την έντονη θρησκοληψία και την αφέλειά τους, τους τοποθετεί σε μια κατάσταση ευάλωτη και άκρως  χειραγωγήσιμη. Πονηρός, μοχθηρός, πολυμήχανος, ένα κλασικό παράδειγμα ‘‘αριβίστα’’ χωρίς κανέναν ηθικό φραγμό, ο ζητιάνος καταφέρνει να φύγει από το χωριό τυχοδιωκτικά, όπως ακριβώς έφτασε την πρώτη στιγμή, μόνο που αυτή τη φορά θα είναι αυτός που θα ασκεί εξουσία, πλουσιότερος και θριαμβευτής.

  Ο προβληματισμός μου για τη συγκεκριμένη παράσταση ήταν το αν θα καταφέρει να αναδείξει την επικαιρότητα του μυθιστορήματος, το οποίο, γραμμένο περίπου το 1890, αποτελεί μια πικρόχολη σάτιρα της κοινωνίας των προλήψεων και των δεισιδαιμονιών στη νεώτερη Ελλάδα. Η απάντηση στις αμφιβολίες ήταν το βλέμμα του πρωταγωνιστή Λεωνίδα Κακούρη στο τέλος του έργου. Ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή η παράσταση δε φαινόταν να επιδιώκει την ταύτιση του θεατή με τους ήρωες της ιστορίας, ο τρόπος με τον οποίο ο ηθοποιός κοίταξε το κοινό ενώ αποσυρόταν από τη σκηνή, με το πρόσωπο και τις εκφράσεις του γεμάτα αλαζονεία, κοροϊδία και λύπηση, σου δημιουργεί την πεποίθηση ότι απέναντί του είχε τωρινούς θύτες και θύματα. Ανθρώπους έρμαια και αντικείμενα εκμετάλλευσης αλλά και ανθρώπους ισχυρούς, πανούργους και επιτήδειους.

Μία παράσταση που σίγουρα αξίζει να παρακολουθήσει κανείς, για να βρεθεί αντιμέτωπος με κάθε ‘‘ Τζιριτόκωστα’’ αλλά και με κάθε νοητικά και κοινωνικά ανήμπορο που κρύβει μέσα του.


1 σχόλιο:

  1. Καλογραμμένη και εύστοχη κριτική, δίνοντας έμφαση στα καίρια σημεία της παράστασης.Μπράβο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή