Ξεκόλλησα τα μάτια μου ,
και τ’άφησα σ’εκείνα τα χαμόγελα ,
ωσάν σβησμένοι φάροι στα σκοτάδια,
να μην τα χάσω ποτέ,
πυξίδες και φαντάσματα, γενναίοι μαντατοφόροι,
να πολεμάν σκιές και ματωμένες μοναξιές.
και τ’άφησα σ’εκείνα τα χαμόγελα ,
ωσάν σβησμένοι φάροι στα σκοτάδια,
να μην τα χάσω ποτέ,
πυξίδες και φαντάσματα, γενναίοι μαντατοφόροι,
να πολεμάν σκιές και ματωμένες μοναξιές.
Σαν εκείνες πάλι τις στιγμές που παιδιά,
ξεκολλάγαμε τις ξεραμένες καραμέλες ,
από κάτι σκονισμένα περιτυλίγματα ,
με επιδέξιο τρόπο από τις άγιες ντουλάπες της γιαγιάς,
δώρο κι αγάπη, κι ανάμνηση,
καρφί μες στην καρδιά μας,
μπόλικες φωτιές στα βλέμματα μας ,
ένα, η φύση κι η μοναξιά της περιέργειάς μας.
ξεκολλάγαμε τις ξεραμένες καραμέλες ,
από κάτι σκονισμένα περιτυλίγματα ,
με επιδέξιο τρόπο από τις άγιες ντουλάπες της γιαγιάς,
δώρο κι αγάπη, κι ανάμνηση,
καρφί μες στην καρδιά μας,
μπόλικες φωτιές στα βλέμματα μας ,
ένα, η φύση κι η μοναξιά της περιέργειάς μας.
Κι αρώματα μυρίσαμε ,
Και χρώματα αντικρίσαμε,
εκείνα τα βράδια που δεν παραδοθήκαμε ποτέ,
εκείνα τα βράδια που δεν σαλτάραμε,
σε μάσκες και πικραμένες αναμονές,
σε στοργικά βλέμματα που ξεθώριασαν,
πριν καν να μας κοιτάξουν.
Και χρώματα αντικρίσαμε,
εκείνα τα βράδια που δεν παραδοθήκαμε ποτέ,
εκείνα τα βράδια που δεν σαλτάραμε,
σε μάσκες και πικραμένες αναμονές,
σε στοργικά βλέμματα που ξεθώριασαν,
πριν καν να μας κοιτάξουν.
Κι όμως οι λεβάντες,
που μας χαρίστηκαν κάποια νυχτέρια,
έφυγαν σαν αυτά τα καράβια,
που δεν αποχαιρετήσαμε ποτέ,
σαν αυτά τα λιμάνια που δεν ξέχασαν ποτέ την σκουριά τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου