Κυριακή 22 Μαΐου 2016

Φύρα - Αλέξανδρος Νασόπουλος

Είναι κάποιες στιγμές που αφήνω ανθρώπους κι όνειρα
σε κάποιο σκοτεινό συρτάρι,
και δίνω χώρο μέσα μου σε περισσότερες σκιές.
Γέρνω το βλέμμα μου ,σε κάποια άδεια κιτρινισμένα μπουκάλια
στην κορυφή της βιβλιοθήκης,
ξεχασμένα και ξαπλωμένα σε φουσκοθαλασσιές λέξεων,
ν'αναπολεί παλιά κεράσματα δροσιάς.
Κι αστράφτει χαιρετισμός στα βλέφαρα ,
και μια βροντή της πόρτας,
καθώς τα δάκρυα βαδίζουν καμπουριαστά
σ'εκείνα τα σκοτεινά συρτάρια,
ποχω κλειδώσει ανθρώπους κι όνειρα.
Γιατί εκεί μονάχα έχουνε θέση ,
κι όσα κλειδιά κι αν θα πετάξεις ,
κι όλες τις κλειδαριές
στις πόρτες να στεριώσεις
πάντα θα βρίσκουν τρόπο να τρυπώνουν
πάντα χαμόγελα , φιλιά θα σε κερνούν
(Οι άνθρωποι ,τα όνειρα έτσι πάντα είναι στην αρχή).
Κρατώ τ'αντάμωμα μονάχα μες στη σκέψη,
έτσι για να χω χώρο όταν φιλοξενώ αναστεναγμούς,
αφήνω και την καρδιά ανεμόδαρτη μέσα στη μέθη της απουσίας,
και φεύγω ν'αγκαλιάσω θύμησες π'αρνήθηκα.

Και να'μαι εδώ,

Τι θες να σε τρατάρουν οι σκιές μου;
το βλέμμα μου πάντως δεν θα σ'ενοχλήσει,
είναι απασχολημένο και καρφωμένο
πότε σ'αυτά π'αρνήθηκα
και άλλοτε στρίβει προς τα μέσα μου,
κάποιες φορές, δραπέτης γίνεται
και σκαρφαλώνει στα πιο ψηλά δένδρα
αγναντεύει απο τα πιο ευαίσθητα κλαδιά,
να μας κοιτά απο ψηλά.

(Τι να σου κάνουν όμως δυο μάτια
μοναχά, χωρίς χαμόγελο;)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου